Οι Τέσσερις Εποχές, ο εποχικός κύκλος μέσα στο χρόνο, μαζί με το ζωδιακό και τους μήνες, είναι θέματα που τα βρίσκουμε στα λαϊκά δρώμενα, στη λαϊκή τέχνη, στην αγιογραφία, στην έντεχνη μουσική.
Οι «Τέσσερις Εποχές» του Τσαρούχη
Οι Τέσσερις Εποχές, ο εποχικός κύκλος μέσα στο χρόνο, μαζί με το ζωδιακό και τους μήνες, είναι θέματα που τα βρίσκουμε στα λαϊκά δρώμενα, στη λαϊκή τέχνη, στην αγιογραφία, στην έντεχνη μουσική, όπως είναι η γνωστή μουσική σύνθεση που έγραψε ο Αντώνιο Βιβάλντι, στη σπουδαγμένη ζωγραφική.
Τέσσερις Εποχές: Άνοιξη (Μάρτης, Απρίλης, Μάης), Θέρος - Καλοκαίρι (Ιούνης, Ιούλης, Αύγουστος), Φθινόπωρο (Σεπτέμβρης, Οκτώβρης, Νοέμβρης), Χειμώνας (Δεκέμβρης, Γενάρης, Φλεβάρης). Ζωδιακός κύκλος, με δώδεκα ζωγραφισμένα σύμβολα για το κάθε ζώδιο, όπως: Κριάρι (21 Μάρτη - 21 Απρίλη), Ταύρος (21 Απρίλη - 21 Μάη), Δίδυμοι (22 Μάη - 21 Ιούνη), Καρκίνος - Αστακοκαραβίδα (22 Ιούνη - 22 Ιούλη), Λιοντάρι (23 Ιούλη - 23 Αυγούστου), Παρθένος (24 Αυγούστου - 23 Σεπτέμβρη), Ζυγαριά (24 Σεπτέμβρη - 23 Οκτώβρη), Σκορπιός (24 Οκτώβρη - 22 Νοέμβρη), Τοξότης (23 Νοέμβρη - 21 Δεκέμβρη), Ζυγούρι (22 Δεκέμβρη - 20 Γενάρη), Υδροχόος - Νεροχύτης (21 Γενάρη - 18 Φλεβάρη), Ψάρια (19 Φλεβάρη - 20 Μάρτη).
Τα βρίσκουμε σε τοιχογραφίες στ’ Αγιονόρος, σ’ άλλα μοναστήρια, όπως στη Σουρβιά, στο Δυτικό Πήλιο, ιστορημένα στα 1632, στην εκκλησιά Άγιος Δημήτρης στο πηλιορίτικο Νιοχώρι, οι τέσσερις εποχές ζωγραφισμένες από το λαϊκό καλλιτέχνη Γιάννη Παγώνη στα 1801, κι αυτές, που σε τρεις κύκλους και σπουδές, φιλοτέχνησε ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης. Σπουδές έκανε και για τους μήνες «Δεκέμβρη», ακρυλικό σε χαρτί, κεφάλι σε φυσικό μέγεθος, 1966, ανήκει στον καλλιτέχνη, «Μάη», ακρυλικό σε χαρτί, 1967, ανήκει στον καλλιτέχνη, «Νοέμβρη», ακρυλικό σε χαρτί, 1966, συλλογή Π. Χατζηγάκη, Αθήνα.
Κύκλος πρώτος…
Ο πρώτος κύκλος «Τέσσερις Εποχές» ζωγραφίζονται όλες σ’ ένα πίνακα. Είναι λάδι σε πανί (160Χ300), 1968 - 1969 κι ανήκει στη συλλογή Κ. Δοξιάδη. Στο έργο αυτό, ο Τσαρούχης χώρισε τον πίνακα σε τρία διάχωρα - μέρη, με γαλάζιο φαρδύ περίγραμμα και δυο χωρίσματα σε μαύρο βάθος - παράθυρα, κι ένα μακρόστενο τραπέζι, μπροστά στην κάτω μεριά, σε πρώτο πλάνο. Πίσω του στέκονται όρθιες μετωπικές τέσσερις μορφές, δυο γυναίκες, δυο άντρες, που φαίνονται λίγο πιο κάτω από τη μέση. Στο πρώτο χώρισμα ζωγράφισε την Άνοιξη (αριστερά), στο δεύτερο μεσαίο το Θέρο με το Φθινόπωρο, και στο τρίτο (δεξιά) το Χειμώνα.
Από αριστερά, με την επιγραφή «ΑΝΟΙΞΗ» στο βάθος, στέκεται ροδοπρόσωπη μελαχρινή κοπέλα, μαυρομαλλούσα, στεφανωμένη με κισσό, με ξώπλατο γαλάζιο φόρεμα, ζώνη στη μέση, γερμένο το κεφάλι λίγο δεξιά και βλέμμα αισιόδοξο. Στο αριστερό της χέρι, υψωμένο ως τον ώμο, βαστά ρόδινο τριαντάφυλλο, το δεξί, λίγο πιο κάτω από τη μέση, με κυρτωμένη την παλάμη, δείχνει άβαθο πλεχτό πανέρι - κάνιστρο γεμάτο βερίκοκα. Μπροστά της στο τραπέζι, πάνω σε πτυχωμένο άσπρο τραπεζομάντηλο, σκόρπια τέσσερα ροδάκινα, λίγο αριστερά δίσκος γεμάτος κεράσια και στο πλάι της άσπρο ανθοδοχείο με το λουλούδι που φέρνει την Άνοιξη και το Πάσχα, τη Λαμπρή, το «Γιούδα», πασχαλιά. Πάνω της, στη γωνία, ένας «μάης», κρεμασμένο μαγιάτικο στεφάνι, στολισμένο με τριαντάφυλλα, γαρύφαλλα, πασχαλιές, γιασεμιά.
Ο «ΘΕΡΟΣ», στο μεσιανό χώρισμα, μισόγυμνος, μπρατσωμένος και γεροδεμένος άντρας, λιοψημένος με φαρδιούς ώμους κι αδρά χαρακτηριστικά στο πρόσωπο, στεφανωμένος με παπαρούνες και στάχια που βαστά και στην αριστερή γροθιά του. Στο δεξί του χέρι, ως τη μέση, βαστά δρεπάνι. Μαυρομάλλης, με βλέμμα σταθερό και σίγουρο, φορά πανταλόνι σταχτί ζαρωμένο, δεμένο με πέτσινη ζώνη. Το στήθος του σχεδόν δασύτριχο. Μπροστά του, στο ξύλινο τραπέζι, φέτα πεπόνι και καρπούζι κομμένο.
Πλάι στο Θέρο, στο ίδιο μεσιανό χώρισμα, το «ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ», μια κοπελιά, με σκούρο κεφαλοπάνι στο κεφάλι να τυλίγεται στο λαιμό της και βλέμμα λίγο θλιμμένο. Μελαχρινή, ντυμένη με χρυσορόδινο φόρεμα, με τ’ ακροδάχτυλά της βαστά μαντήλα άσπρη, που πάνω της απλώνονται μεγάλα τσαμπιά σκουροκόκκινα και ξανθά - σαββατιανά σταφύλια. Πίσω της κόκκινη φλοκάτη.
Στο τρίτο χώρισμα - παράθυρο, ο «ΧΕΙΜΩΝΑΣ», άντρας μαυρομάλλης, με σταθερό, αυστηρό, απλανές βλέμμα. Στην πλάτη του είναι ριγμένο πρασινωπό πανωφόρι, ανοιγμένο στο γυμνό στήθος, βαστιέται σταυρωτά με τα χέρια, ενώ κρέμονται στα πλάγια τ’ αδειανά μανίκια. Μπροστά του στο ξύλινο τραπέζι, σκόρπια καρύδια, τέσσερα πορτοκάλια κι ένα πλουμισμένο άσπρο ανθοδοχείο με φθινοπωριάτικα άσπρα κρίνα και μωβ μενεξέδες. Πίσω του φλοκάτη κόκκινη διπλωμένη, ενώ πάνω στη γωνία αριστερά κρέμεται μια τούφα άσπρο σύννεφο. Έτσι κλείνει η τετράμορφη παράσταση.
Κύκλος δεύτερος
Ο δεύτερος κύκλος (παραλλαγές) οι «Τέσσερις Εποχές» που ζωγράφισε ο Τσαρούχης, είναι: Άνοιξη, Θέρος, Φθινόπωρο, Χειμώνας, τέσσερις χωριστούς πίνακες (68X89 εκατ.), δίχως επιγραφές, μόνο γυναίκες, λάδι σε λινό, 1970 - 1971, για τη συλλογή Ε. Τεριάντ, που τώρα βρίσκονται στο Μουσείο, στη Βαρειά, και κυκλοφορούνε σε αριθμημένες μεταξοτυπίες με σφραγίδα του Ιδρύματος Τσαρούχη από το κατάστημα «Οδός Αλκαίου».
Η Άνοιξη, ροδοπρόσωπη κοπελιά, με αδρά χαρακτηριστικά, γυρισμένη λίγο δεξιά, στεφανωμένη με κισσό, φορά ξώπλατο γαλαζωπό φόρεμα με πτυχώσεις. Στο αριστερό της χέρι, υψωμένο, βαστά μπουμπουκιασμένο κόκκινο τριαντάφυλλο. Το δεξί της με δαχτυλίδι, ακουμπά πασχαλιές. Μπροστά της μεταλλική γαβάθα με πετροκέρασα.
Το Θέρος - Καλοκαίρι, μελαχρινή κοπελιά με έντονα μάτια και φρύδια, στεφανωμένη με κισσό, γυρισμένη λίγο αριστερά. Φορά άσπρο διάφανο πουκάμισο με πολλές πτυχώσεις, τα μανίκια τελειώνουμε με δαντέλα, πλέγμα από λεπτές κλωστές, και πράσινη φαρδιά ζώνη στη μέση. Βαστά χεροβολιά με στάχια και γιασεμί. Μπροστά της, σε πλεχτό πανέρι, ροδάκινα.
Το Φθινόπωρο, κοπελιά με έντονα γυναικοπρεπή χαρακτηριστικά, καστανά μαλλιά, γυρισμένη λίγο δεξιά. Φορά άσπρο πτυχωμένο κοντομάνικο πουκάμισο με χρωματιστή πάνινη ζώνη στη μέση. Με το δεξί χέρι βαστά τσαμπί μαύρο χοντροστάφυλο. Το αριστερό, με τα δάχτυλα ακουμπά μαύρα και ξανθά - σαββατιανά σταφύλια πάνω σε τραπέζι, μ’ ένα ποτήρι κόκκινο κρασί δίπλα.
Ο Χειμώνας, κοπελιά με μαύρα μάτια, φρύδια, μαλλιά, στεφανωμένη με κισσό, ενώτιο - σκουλαρίκι στ’ αριστερό αυτί της, γυρισμένη λίγο δεξιά. Φορά βαθύ καστανό χιτώνα με πέτσινη ζώνη στη μέση. Από το δεξιό ώμο της κρέμεται μαύρο σάλι, γυναικείο πλεχτό, που φτάνει χαμηλά ως το αριστερό της χέρι, που βαστά μαργαρίτες και μενεξέδες. Στο δεξί χέρι, σηκωμένο ως τη μέση, βαστά ρόδι και μπροστά της σε τραπέζι χάλκινο κάνιστρο με τέσσερα πορτοκάλια με τ’ άσπρα λουλούδια τους. Όλες οι μορφές είναι ζωγραφισμένες σε μαύρο βάθος.
Κύκλος τρίτος
Ο τρίτος κύκλος, με τα ίδια θέματα, είναι έργα λάδι σε πανί (73X100 εκατ.), 1973, στη συλλογή Κλωντ Μπερνάρ, στο Παρίσι.
Ακόμα ο Τσαρούχης δούλεψε μια δεύτερη σπουδή για την «Άνοιξη» (λεπτομέρεια, 101Χ67 εκατ.), 1974, λάδι σε πανί, που ανήκει στον καλλιτέχνη. Μια παραλλαγή για το «Φθινόπωρο», λάδι σε πανί (81Χ116 εκατ.), 1976, που ανήκει στη συλλογή Κ. Μαχαίρα, Αθήνα. Και μια σπουδή για τις «Τέσσερις Εποχές», λάδι σε χαρτί, σε φυσικό μέγεθος, 1970, που ανήκει στον καλλιτέχνη.
Με τις δημιουργίες του αυτές, ο Τσαρούχης είναι κοντά στο Θεόφιλο, στο ελεύθερο σχέδιο και στα τρανταχτά χρώματα. Και χρησιμοποίησε μοντέλα στη ζωγραφική του, όπως λέει: «Αλλά τι θα πει ζωγραφική εκ του φυσικού; Ο καθένας τη βλέπει διαφορετικά. Η πείρα μου έχει διδάξει πως αν κανείς αντιγράψει πιστά τα χρώματα ενός μοντέλου που τον ενδιαφέρει, σεβόμενος τους πανάρχαιους νόμους της ζωγραφικής, που από την εποχή της αρχαίας Αιγύπτου ως σήμερα ουσιαστικά δεν άλλαξαν, είναι αδύνατον να μην κάνει κάτι που ενδιαφέρει βαθύτατα τον άνθρωπο. Αυτούς τους πανάρχαιους νόμους της ζωγραφικής μερικοί τους ξέρουν εκ γενετής, όπως το χελιδόνι ξέρει να χτίζει τη φωλιά του χωρίς να έχει πάει σε αρχιτεκτονική σχολή. Σε στιγμές ευφορίας νομίζω πως ξέρω να χτίζω σαν το χελιδόνι. Και ευχαριστώ το Θεό. Αλλά περισσότερες είναι οι στιγμές που δεν ξέρω ούτε σκέπτομαι τίποτε.».
Κι αλλού…
Στα ελληνιστικά και τα ρωμαϊκά χρόνια υπάρχουνε πολλές παραστάσεις με εποχές, μήνες, ανέμους σε τοιχογραφίες, ψηφιδωτά, γλυπτά. Μετά περάσανε στην παλαιοχριστιανική και στη βυζαντινή τέχνη, με κάποιο θρησκευτικό περιεχόμενο, και χρησιμοποιούνται για να συμβολίσουνε τα επίγεια πράγματα στον κόσμο και τα πρόσκαιρα. Έτσι, ο Διονύσιος από το Φουρνά, στ’ Άγραφα στη Στερεά Ελλάδα, στο έργο του «Ερμηνεία της Ζωγραφικής Τέχνης» γράφει: «Πώς ιστορίζεται ο μάταιος βίος του κόσμου τούτου»: «... ποίησον τους τέσσαρας καιρούς του χρόνου, Έαρ, Θέρος, Φθινόπωρο, Χειμώνα. Και άνω με ποίησον το Έαρ ούτως· άνθρωπον καθήμενον ανάμεσα λουλούδια και πράσινα χορτάρια· φορών εις το κεφάλι στέφανον από άνθη και βαστών εις το χέρι κιθάραν κιθαρίζει. Εις το δεξιόν πλάγι ποίησον το Θέρος ούτως· άνθρωπον φορών σκιάδιον και βαστών δρεπάνι θερίζει χωράφι. Εις το κάτω μέρος ποίησον το Φθινόπωρον ούτως· άνθρωπον ραβδίζων δένδρα και ρίπτων κάτω τους καρπούς και τα φύλλα. Εις δε το αριστερόν πλάγι ποίησον τον Χειμώνα ούτως· άνθρωπον φορών γούνας και κουκούλλι· καθήμενος και έχων έμπροσθεν του πυρ ζεσταίνεται... Ποίησον δε εκ δεξιών του τροχού και εξ αριστερών δύο αγγέλους, έχοντες εις τας κεφαλάς των ημιώρια και γυρίζοντες τροχόν με σχοινία, και εις μεν τον εκ δεξιών άγγελον γράψον “Ημέρα”, εις δε τον αριστερόν “Νυξ”· άνωθεν δε του τροχού γράψον αυτήν την επιγραφήν· “Ο μάταιος βίος του πλάνου κόσμου”.».
Σύμφωνα μ’ αυτά που διηγιέται ο Παυσανίας, η Άνοιξη με το Θέρος φαινότανε σ’ ένα από τ’ αγάλματα, τις «Ώρες» μέσα στο χρόνο (Θαλλώ, Καρπώ και Αυξώ, χθόνιες θεότητες που ήταν παρούσες στη γέννηση της Αθηνάς). Στην Αθήνα λατρευότανε με τ’ όνομα Θαλλώ, που θύμιζε την εποχική βλάστηση. Με το άλλο άγαλμα που βρισκότανε στην Ολυμπία, το Θέρος εικονιζότανε μαζί με την Άνοιξη. Στο ανάγλυφο, στο βωμό για τους δώδεκα θεούς, το Θέρος εικονίζεται σαν όμορφη παρθένα. Το Φθινόπωρο συμβολίζει την ωριμότητα στη φύση, με τους καρπούς, εικονιζόταν ώριμη γυναίκα και λεγότανε «Καρπώ». Ο Χειμώνας είναι η ψυχρότερη από τις εποχές μέσα στο χρόνο. Είναι η νεροκρυστάλλινη εποχή με χιλιάδες καλλιτεχνήματα στον κόσμο.