Ποτέ δε θα πειράξω τα ζώα τα καημένα, μην τάχα σαν εμένα κι εκείνα δεν πονούν; Θα τα χαϊδεύω πάντα, προστάτης τους θα γίνω.
Ποτέ δε θα πειράξω τα ζώα τα καημένα, μην τάχα σαν εμένα κι εκείνα δεν πονούν; Θα τα χαϊδεύω πάντα, προστάτης τους θα γίνω. Ποτέ δε θα τ’ αφήνω στους δρόμους να πεινούν.
Αν δε μιλούν κι εκείνα κι ο λόγος αν τους λείπει, μήπως δε νιώθουν λύπη, δε νιώθουν και χαρά; Μήπως καρδιά δεν έχουν στα στήθη τους κρυμμένη, που τη χαρά προσμένει κι αγάπη λαχταρά;
Ακόμα κι όταν βλέπω πως τα παιδεύουν άλλοι, εγώ θα τρέχω πάλι με θάρρος σταθερό. Θα προσπαθώ με χάδια τον πόνο τους να γιάνω, κι ό,τι μπορώ θα κάνω να τα παρηγορώ.