Εξαφανίστηκαν μεγάλα γλυπτά και η Αστυνομία δεν ανακοίνωσε καν την κλοπή!
01/07/2012 - 05:56
Σημαντικής αξίας έργα του γνωστού γλύπτη Γιάννη Φωτιάδη κλάπηκαν από το εξοχικό της οικογένειας στην Ατσική. Έξι από τα μεγάλα έργα του και δύο μικρότερα εξαφανίστηκαν κάτω από άγνωστες συνθήκες.
Σημαντικής αξίας έργα του γνωστού γλύπτη Γιάννη Φωτιάδη κλάπηκαν πριν από λίγες ημέρες από το εξοχικό της οικογένειας στην Ατσική. Έξι από τα μεγάλα έργα του και δύο μικρότερα εξαφανίστηκαν κάτω από άγνωστες μέχρι στιγμής συνθήκες, ενώ η κλοπή έγινε αντιληπτή από συγγενή της οικογένειας στις 4 Φεβρουαρίου.
Η κλοπή πιθανολογείται να έγινε μέσα στις γιορτές των Χριστουγέννων, ενώ ερωτηματικά προκαλεί το γεγονός ότι κανένας μέχρι σήμερα δεν είχε δει και δεν καταγγείλει κάποια ύποπτη κίνηση. Κι αυτό αν και το σπίτι της οικογένειας βρίσκεται πάνω στον κεντρικό δρόμο και προφανώς οι δράστες χρησιμοποίησαν φορτηγό για να τα μεταφέρουν, καθώς όλα ήταν βαριά αντικείμενα. Μία συγγενής της οικογένειας περνούσε έξω από το σπίτι στις 4 Φεβρουαρίου και είδε ότι η αυλόπορτα ήταν παραβιασμένη. Αμέσως ειδοποίησε την εγγονή του αείμνηστου γλύπτη, την Ελισάβετ Φωτιάδη, η οποία και διαπίστωσε την κλοπή. «Ολόκληρο το σπίτι ήταν ανάστατο. Μας έκλεψαν τα έργα, αλλά έσκισαν και τα υφάσματα από τα σαλόνια και έκαναν κι άλλες ζημιές», δήλωσε στο «Ε» η κ. Φωτιάδη.
Ο έλεγχος της Αστυνομίας έδειξε ότι η κλοπή ήταν καλά οργανωμένη, καθώς οι δράστες χρησιμοποίησαν γάντια και δεν άφησαν κανένα δακτυλικό αποτύπωμα. Εκτιμάται ότι η κλοπή διαπράχθηκε από τουλάχιστον τρία άτομα, καθώς τα έργα είχαν μεγάλο βάρος και ήταν δύσκολο να μετακινηθούν. «Αυτά τα έργα βρίσκονταν στην αυλή του σπιτιού μας και όταν αποφασίσαμε να τα μεταφέρουμε σε δύο δωμάτια, ήταν πολύ δύσκολο», δήλωσε το «Ε» ο εγγονός του αείμνηστου γλύπτη, Γιάννης Φωτιάδης.
Έργα αξίας…
Δύο επιτύμβιες στήλες με ανάγλυφα αγγελάκια και σταυρούς, ένας οβελίσκος, δύο μαρμάρινες γλάστρες, μια στρογγυλή πλάκα σμιλεμένη, που θα αποτελούσε τη βάση για τραπέζι, μαζί με μία μπερζέρα τού 1945 και διάφορα άλλα, είναι τα καταγεγραμμένα κλοπιμαία. Ας σημειωθεί, πάντως, πως η Αστυνομία δεν έχει ανακοινώσει ακόμα και σήμερα την κλοπή.
«Τα έργα αυτά ήταν για μας μεγάλης συναισθηματικής αξίας. Μας θύμιζαν τον παππού μας και το μεγάλο έργο που είχε αφήσει στη Λήμνο. Εμείς θα τα αναζητούμε μέχρι να πεθάνουμε, γιατί ανήκουν σε μας. Η Λήμνος είναι γεμάτη με έργα του παππού μας, αλλά εμείς μ’ αυτά μεγαλώσαμε και τα ζητάμε πίσω. Παρακαλούμε αυτούς που μας τα πήραν, να μας τα επιστρέψουν. Παρακαλούμε κι όποιον έχει δει κάτι να μας ενημερώσει», λέει η Ελισάβετ Φωτιάδη.
Η οικογένεια Φωτιάδη έχει έρθει σε επαφή με γκαλερίστες και αντικέρ στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, όπου όμως μέχρι σήμερα δεν έχουν προσπαθήσει να τα πουλήσουν, ενώ εκτιμά ότι τα έργα βρίσκονται ακόμη στη Λήμνο, καθώς δεν είναι εύκολο να βγουν από το νησί.
Όπως λέει ο εγγονός του γλύπτη, Γιάννης Φωτιάδης, είναι δύσκολο να μεταφερθούν τα έργα εκτός νησιού. «Είναι σημαντικής αξίας», λέει, «και όλα μοναδικά δουλεμένα από τον παππού μου. Αυτοί που θα επιχειρήσουν να τα μεταφέρουν, καθώς είναι και δύσκολο να παραμείνουν και να εκτεθούν γιατί είναι γνωστά, πιστεύουμε ότι θα γίνουν αντιληπτοί.»
Μέλη της οικογένειας Φωτιάδη, στις αρχές της δεκαετίας τού 1970, με κάποια από τα κλεμμένα σήμερα έργα τέχνης στην αυλή του σπιτιού στην Ατσική
Από τη Σαμψούντα, στην κορυφή…
Ο Γιάννης Φωτιάδης υπήρξε δεινός γλύπτης της πέτρας και του μαρμάρου. Είχε μικρασιατική καταγωγή, αλλά εργάστηκε κυρίως στη Λήμνο. Γεννήθηκε στη Σαμψούντα της Μικρασίας το 1880 και από μικρός ασχολήθηκε με την τέχνη της μαρμαρογλυπτικής και της λιθογλυπτικής. Για τη ζωή και το έργο του πριν έρθει στη Λήμνο, δεν είναι γνωστά πολλά πράγματα. Πάντως, δεν ήταν απλός εμπειροτέχνης, διότι γνώριζε σχέδιο καθώς και τις τεχνικές της γλυπτικής με χρήση πηλού και γύψου. Προφανώς, είχε λάβει κάποια σχετική παιδεία, αλλά είναι άγνωστο πότε και πού συνέβη αυτό. Ο εγγονός του έχει έρθει σε επαφή με το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού ώστε να βρεθεί κάποιο μέρος από το έργο που είχε αφήσει ο παππούς του στη Σαμψούντα και την Κωνσταντινούπολη.
Στη Λήμνο έφτασε το 1918, επικεφαλής ενός συνεργείου μαρμαροτεχνιτών, για να επιμεληθεί την κατασκευή των Συμμαχικών Νεκροταφείων του Μούδρου και του Πορτιανού, στα οποία είχαν ταφεί πεσόντες στρατιώτες της εκστρατείας της Καλλίπολης. Η ανάθεση του έργου αυτού στο Φωτιάδη από τον υπεύθυνο Άγγλο αρχιτέκτονα σημαίνει ότι ήταν ήδη καταξιωμένος γλύπτης και είχε δημιουργήσει γνωστό έργο. Όμως, τόσο οι ρίζες όσο και το προηγούμενο έργο του λησμονήθηκαν μετά το 1922.
Την περίοδο που εργάστηκε στη Λήμνο, γνώρισε τη σύζυγό του, Ελισάβετ Κούβαρου, από την Ατσική, και αποφάσισε να εγκατασταθεί μόνιμα σε αυτό το χωριό. Στη συνέχεια εργάστηκε παντού στη Λήμνο, αναλαμβάνοντας πολλά έργα: μνημεία, σχολεία, ναούς, καμπαναριά, πλατείες, λιμάνια. Στην τοπική κοινωνία έγινε γνωστός ως ο «μαστρο-Γιάννης». Εργαζόταν με μεράκι και συχνά δεν υπολόγιζε σωστά το κόστος των έργων που αναλάμβανε, με αποτέλεσμα να πληρώνει κι από την τσέπη του τους εργάτες. Συχνά στα ηρώα πληρωνόταν μόνο για τα υλικά, προσφέροντας την εργασία του δωρεάν.
Εργαζόταν συνεχώς ως τα βαθιά του γεράματα και πέθανε το 1965 σε ηλικία 85 ετών όντας ενεργός γλύπτης.
Από το έργο του ξεχωρίζει το καμπαναριό του Αγίου Γεωργίου Ατσικής, το οποίο είναι το πιο εντυπωσιακό της Λήμνου. Από τα γλυπτά του, μεγάλη επιτυχία είχαν οι γλυπτές γυναικείες μορφές, οι άγγελοι, οι γλαύκες στις προσόψεις σχολικών κτηρίων, οι αμφορείς σε εισόδους οικιών, οι δράκοντες και οι λεοντοκεφαλές σε γωνιές σπιτιών, τα κιονόκρανα κ.λπ.. Άλλα σημαντικά έργα είναι στην Πλατεία Ατσικής το Μνημείο Πεσόντων Ατσικής, στο λιμάνι Μούδρου, τα Δημοτικά Σχολεία Ρωμανού και Πορτιανού, το Μνημείο Κυπρίων Αγωνιστών στη Μύρινα, η εκκλησία του Αγίου Χαράλαμπου στο Βάρος και της Ζωοδόχου Πηγής στον Κότσινα, καθώς και δεκάδες ταφικά μνημεία και ιδιωτικά έργα, που βρίσκονται σε πολλά σπίτια του νησιού.