
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Γράφει ο Στρατής Χαραλάμπους
Μετά το τέλος των Ναπολεόντειων πολέμων το 1814 , η κατάσταση που επικράτησε στην Ευρώπη δεν επέτρεπε την εκδήλωση επαναστατικών κινημάτων και τη διάδοση των φιλελευθέρων ιδεών.
Όλα τα απολυταρχικά καθεστώτα της Ευρώπης , στο όνομα της αλληλεγγύης των Χριστιανικών λαών ουσιαστικά ήθελαν να προστατέψουν τα συμφέροντά τους και να διευκολύνουν τις επιδιώξεις των. Ιδιαίτερα ο Τσάρος της Ρωσίας Αλέξανδρος Α’ , με το «ένδυμα του προστάτη των χριστιανών» που υπέφεραν κάτω από την διακυβέρνηση του Όθωμανού Σουλτάνου μέσα σε ένα απόλυτο θεοκρατικό σύστημα εξουσίας, πρωτοστάτησε στη σύμπραξη της μυστικής συνθήκης τον Σεπτέμβριο του 1815 που είχε τον τίτλο «Ιερά Συμμαχία», μαζί με τον Βασιλιά της Πρωσίας και τον Αυτοκράτορα της Αυστρίας, αργότερα το 1818 προσχώρησαν η Αγγλία και η Γαλλία.
Τη συνθήκη αυτή χρησιμοποίησε ο καγκελάριος της Αυστρίας Μέττερνιχ για να πατάξει κάθε απελευθερωτική κίνηση.
Το Χρονικό της Επανάστασης
Παρά τη δυσμενή συγκυρία που επικρατούσε, οι ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης του 1789 , τα κηρύγματα του Ρήγα Φεραίου από τη Βιέννη για ελευθερία και ξεσηκωμό των χριστιανών της Βαλκανικής μέσα από τις στροφές του Θούριου και τα γραπτά των διανοουμένων του Νεοελληνικού διαφωτισμού με κύριο εκπρόσωπο τον Αδαμάντιο Κοραή από το Παρίσι, που προέτρεπε τους υπόδουλους Ελληνες να αποτάξουν την Όθωμανική τυραννία, είχαν βρει γόνιμο έδαφος στις ψυχές των Ελλήνων.
Εγραφε ένας ανώνυμος Ελληνας στην έκδοση με τίτλο «Ελληνική Νομαρχία», «…Είναι αδύνατον οι Ελληνικές ψυχές να κοιμηθούν πλέον εις την ληθαργίαν της τυραννίας. Ο λαμπρός ήχος των αρμάτων των πάλι θέλει ακουσθεί προς κατατρόπωση των τυράννων ταχέως…».
Η Όθωμανική αυτοκρατορία, λόγω των συνεχών πολέμων με τη Ρωσία κατά τον 18ο αιώνα και με την Περσία το σημερινό Ιράν το διάστημα 1821-23, αλλά κυρίως εξ αιτίας της εξέγερσης του Αλή πασά των Ιωαννίνων στις αρχές του 19ου αιώνα είχε αποδυναμωθεί στρατιωτικά στην ηπειρωτική Ελλάδα , γεγονός που ευνοούσε την προετοιμασία και την έναρξη της Ελληνικής επανάστασης.
Πλέον τούτου είχαν διαμορφωθεί κάποιες ευνοϊκές καταστάσεις, οι οποίες ενίσχυαν την πιθανότητα της επιτυχίας μιας Ελληνικής επαναστατικής κίνησης, συγκεκριμένα:
-Η σταδιακή διείσδυση μορφωμένων Ελλήνων σε νευραλγικές θέσεις της οθωμανικής κεντρικής και περιφερειακής διοίκησης.
-Η οικονομική άνοδος του Ελληνικού στοιχείου λόγω του εμπορίου εκτός και εντός της Όθωμανικής επικράτειας, κυρίως μετά τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καιναρτζή το 1774.
- Η ανάληψη από Ελληνες πλοιοκτήτες της Ύδρας, των Σπετσών και των Ψαρών σημαντικό μέρος του θαλάσσιου εμπορίου, λόγω της αναταραχής στην Ευρώπη και η δημιουργία ικανού στόλου με μικρές μεν μονάδες, που εύκολα μετατράπηκαν σε πολεμικές.
Την προετοιμασία της Επανάστασης και την αφύπνιση του υπόδουλου γένους μέσω των Ελλήνων που ζούσαν στο εξωτερικό, του κλήρου και των προεστών ανέλαβε η μυστική οργάνωση της Φιλικής Εταιρείας που ιδρύθηκε από τους έμπορους Ν. Σκουφά , Αθανάσιο Τσκάλωφ και Εμμανουή Ξάνθο το 1814 στην Όδησσό της Ρωσίας. Η μύηση των μελών και η όλη διαδικασία της εξάπλωσης στις υπόδουλες περιοχές γινόταν προσεκτικά και με μυστικότητα και άφηνε να εννοηθεί ότι πίσω από την οργάνωση ήταν μια μεγάλη δύναμη η Ρωσία.
Το 1818 προτάθηκε στον Ιωάννη Καποδίστρια να αναλάβει την αρχηγία αλλά αυτός λόγω της θέσης που είχε σαν ΎΠΕΞ του Τσάρου της Ρωσίας αρνήθηκε. Το 1820 προτάθηκε η αρχηγία στον Αλέξανδρο Ύψηλάντη στρατηγό του Ρωσικού στρατού, ο οποίος δέχθηκε και πήρε τον τίτλο του Γενικού Εφόρου. Δυστυχώς η όλη ενέργεια αποκαλύφθηκε στην Ύψηλή Πύλη και αναγκαστικά επισπεύστηκε η έναρξη της Επανάστασης.
Ό Αλέξανδρος Ύψηλάντης τον Φεβρουάριο του 1821 πέρασε τον Προύθο ποταμό , σύνορο τότε μεταξύ Ρωσίας και Μολδαβίας, με ένα ανοργάνωτο μισθοφορικό στρατό απ’ όλα τα έθνη της Βαλκανικής και με τον Ελληνικό «Ιερό Λόχο» και εξέδωσε την πρώτη επαναστατική προκήρυξη με τίτλο «Μάχου υπέρ Πατρίδος και Πίστεως».
Μετά από λίγους μήνες στις 7 Ιουνίου, μη επιτυγχάνοντας μαζική προσχώρηση του πολυεθνικού στρώματος του λαού της περιοχής και δεδομένης της άρνησης του Σέρβου πρίγκιπα Obrenovıc να κινηθεί παράλληλα, νικήθηκε στο Δραγατσάνι και διέφυγε στην Αυστρία όπου συνελήφθη και φυλακίστηκε. Στην Πελοπόννησο όμως και στην Στερεά Ελλάδα και σε μερικά νησιά η επανάσταση στέριωσε και επεκτάθηκε.
Για μια περίοδο εννέα ετών 1821-1830 στα πεδία των μαχών γράφτηκαν σελίδες δόξας και ηρωισμού αλλά και αποτυχιών σε συνδυασμό με τη διχόνοια, προαιώνιο χαρακτηριστικό του Ελληνικού Εθνους. Αναδείχθηκαν ηρωικές μορφές, Κολοκοτρώνης, Παπαφλέσσας, Αθανάσιος Διάκος, Όδυσσέας Ανδρούτσος, Γεώργιος Καραϊσκάκης Μιαούλης , Κανάρης, Μαντώ Μαυρογένους και άλλοι πολλοί, που θυσιάστηκαν ή πρόσφεραν τις περιουσίες των για να αποτινάξει το Εθνος την Όθωμανική τυραννία.
Η Ύψηλή Πύλη αρχικά υποτίμησε την Ελληνική Επανάσταση , διότι όπως προανέφερα είχε άλλες προτεραιότητες. Ό Σουλτάνος Μαχμούτ Β’ υποχρέωσε τον ανώτατο θρησκευτικό ηγέτη να εκδώσει φετβά, με τον οποίο όλο «το έθνος των ρωμιών έπαυε να έχει την ιδιότητα του προστατευμένου μη μουσουλμάνου (zimmi) και έγινε εχθρός δηλαδή harbi ». Αποτέλεσμα τούτου ήταν να ξεσπάσουν διώξεις και σφαγές στις μεγάλες πόλεις κατά των Ελλήνων.
Ό Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’ πιεζόμενος από τον Σουλτάνο αφόρισε τον Αλέξανδρο Ύψηλάντη και τους φιλικούς, αλλά τελικά απαγχονίστηκε στην μεσαία πύλη του Πατριαρχείου στο Φανάρι , το δε πτώμα του πετάχτηκε στον Κεράτιο κόλπο για να βρεθεί αργότερα από ρωσικό πλοίο, το οποίο το μετέφερε στην Όδησσό, όπου έγινε η κηδεία.
Με την πρόοδο της επανάστασης ο Σουλτάνος με έναν ελιγμό, προκειμένου να διασπάσει την ενότητα των επαναστατημένων Ελλήνων, εξέδωσε τον Αύγουστο του 1821 νέο φιρμάνι με το οποίο καθόριζε διώξεις, εκτελέσεις και δημεύσεις περιουσιών μόνο αυτών που συνέχισαν να μετέχουν στην Επανάσταση, όσοι δε μετάνιωναν τους δίνονταν χάρη και τους επέστρεφαν τα περιουσιακά τους στοιχεία .
Παράλληλα με τις επιχειρήσεις στη ξηρά και στη θάλασσα των επαναστατών, ξεκίνησε η προσπάθεια για τη δημιουργία της πολιτικής διοίκησης στις απελευθερωμένες περιοχές, αφού η στρατιωτική αρχηγία είχε δοθεί στον Θ. Κολοκοτρώνη.
Η Πελοποννησιακή Γερουσία ιδρύθηκε στο Καλτεζές στις 26 Μαίου 1821 για να ακολουθήσουν οι τέσσερις Εθνοσυνελεύσεις, μέσω των οποίων δημιουργήθηκε μια υποτυπώδη πολιτική διοίκηση , το πρώτο Σύνταγμα και νόμοι. Χονδρικά μπορούμε να χωρίσουμε την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης σε τέσσερις φάσεις :
Η πρώτη φάση της έναρξης και της επικράτησης της επανάστασης (Φεβ- Δεκ 1821), που έληξε με την Α’ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου.
Η δεύτερη φάση (1822-1823) αποτελεί την περίοδο της σταθεροποίησης της επανάστασης και της οργάνωσης της πολιτικής διοίκησης.
Η τρίτη φάση 1824-1827 αποτελεί τη φάση της εξασθένησης, λόγω των δύο εμφύλιων συγκρούσεων μεταξύ των δύο παρατάξεων για τη νομή της εξουσίας και της εμπλοκής της Αιγύπτου με τον στρατό του Ιμπραήμ πασά στο πλευρό του τουρκικού στρατού.
Η Επανάσταση κινδύνευε να τερματιστεί και είχαν μείνει ελεύθερες, μικρές περιοχές στην Πελοπόννησο. Στην κρίσιμη στιγμή αυτή οι Μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης, που αρχικά το 1821 είχαν καταδικάσει την Ελληνική Επανάσταση δια στόματος του Αυστριακού καγκελάριου Μέττερνιχ αλλά από το 1822, αφενός με το Φιλελληνικό κίνημα που αναπτύχθηκε στην Ευρώπη από τους φιλέλληνες διανοουμένους και αφετέρου για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους αρχικά έμμεσα ενδιαφέρθηκαν για τον αγώνα των Ελλήνων και επενέβησαν σώζοντας την Επανάσταση.
Πρώτα με τη Συνθήκη του Λονδίνου τον Ιούλιο του 1827, με την οποία αποφάσισαν να φέρουν ειρήνη στη Βαλκανική και ως εκ τούτου συνέστησαν στο Σουλτάνο Μαχμούτ Β’ να παραχωρήσει ανεξαρτησία στους Ελληνες, κάτι που το αρνήθηκε. Τελικά με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου στις 8 Όκτωβρίου 1827, όπου κατανίκησαν τον τούρκο-αιγυπτιακό στόλο, ουσιαστικά άνοιξαν το δρόμο για τη συναίνεση του σουλτάνου στην Ελληνική ανεξαρτησία.
Η τέταρτη και τελευταία φάση (1828-Φεβ 1830) είναι η φάση της πλήρους επικράτησης της επανάστασης με τελευταία μάχη στην Πέτρα της Βοιωτίας στις 12 Σεπ 1829, αφού εν τω μεταξύ ο Γαλλικός στρατός είχε διώξει τον Ιμπραήμ από την Πελοπόννησο, οι Ρώσοι προέλαυναν προς την Αδριανούπολη και ο Σουλτάνος είχε αποσύρει όλα τα στρατεύματα από την Ελλάδα. Τελικά στις 3 Φεβ 1830 η Ελλάδα με το πρωτόκολλο του Λονδίνου απέκτησε την ανεξαρτησία της.
Η Επανάσταση στη Λέσβο
Η στρατηγική θέση της Λέσβου, πάνω στο θαλάσσιο δρόμο Μαύρη Θάλασσα-Αιγαίο πέλαγος-Μεσόγειος , η γειτνίαση με τις Μικρασιατικές ακτές, η μεγάλη έκταση της και οι οικονομικές της δυνατότητες, οι δύο κλειστοί κόλποι Γέρας και Καλλονής και τα τρία κάστρα Μυτιλήνης , Μολύβου και Σιγρίου, αποτελούσαν την εποχή εκείνη στοιχεία ιδιαίτερης αξίας , για την ασφάλεια των Στενών και κατ’ επέκταση της Κωνσταντινούπολης , τον έλεγχο του εμπορίου και την παρεμπόδιση της πειρατείας. Επιπρόσθετα η λειτουργεία του Όθωμανικού ναυπηγείου από τον 16ο αιώνα στην πόλη της Μυτιλήνης, (Δημοτικός κήπος-κτίριο ΠΒΑ) ήταν ζωτικής σημασίας για τον Όθωμανικό στόλο και παράλληλα τα δύο λιμάνια της πόλης χώροι για τον ελλιμενισμό του, την ανάπαυση των πληρωμάτων και τον ανεφοδιασμό των πλοίων.
Η Λέσβος από την εποχή της κατάκτησης ήταν Σαντζάκι με τρεις καζάδες-επαρχίες της Μυτιλήνης , της Καλλονής και του Μολύβου και από το 1534 ανήκε στο βιλαέτι του Kapudan paşa αρχηγού του Όθωμανικού στόλου με έδρα την Καλλίπολη.
Στις αρχές του 19ου αιώνα η Όθωμανική ηγεσία στη Λέσβο αποτελούνταν από τον Ναζίρη και τον στρατιωτικό διοικητή στο κάστρο και ανά έναν καδή-ιεροδίκη στις έδρες των καζάδων για την εφαρμογή του ισλαμικού νόμου και τις εντολές της Ύψηλής Πύλης.
Ό Ναζίρης ήταν ο εκμισθωτής των φόρων του Νησιού και πολλές φορές και των απέναντι παραλίων, που πλήρωνε προκαταβολικά στο θησαυροφυλάκιο τους φόρους για ένα έτος και τους εισέπραττε στη συνέχεια μέσω των Δημογερόντων και των επικεφαλής των τούρκικών μαχαλάδων, πάντα υψηλότερους και τοκιζόμενους. Τούτη η ανώμαλη κατάσταση σε συνδυασμό με την προπώληση της σοδειάς του λαδιού, το οποίο απαγορεύονταν να πουληθεί ελεύθερα , από τους φτωχούς στους πλουσίους τούρκους και Ελληνες, τους λεγόμενους σελεμτζήδες, είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία τεράστιων περιουσιών.
Την εποχή της Επανάστασης είχε αναλάβει Ναζίρης, κατόπιν απαίτησης των κατοίκων του Νησιού ο ντόπιος Μουσταφά πασά Kulaksızzade, που είχε άριστες σχέσεις και οικονομική συνεργασία με τον Χατζηγιωργάκη Μάνδρα. Ό μύηση επιφανών Λέσβιων στη Φιλική Εταιρεία έγινε από το υψηλόβαθμο στέλεχος τον Λέσβιο μεγαλέμπορα της Όδησσού και της Κωνσταντινούπολης Παλαιολόγο Λεμονή το γένος Μητρέλια.
Τον Νοέμβριο του 1820 συναντήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη ο Παπαφλέσσας με τον Παλαιολόγο Λεμονή και με έξοδα του δεύτερου αγοράστηκε ένα πλοίο με το οποίο θα μετέφεραν τον Ύψηλάντη από την Τεργέστη στην Πελοπόννησο. Ό Παπαφλέσσας πήγε στις Κυδωνίες για να μυήσει άτομα στη Φιλική Εταιρεία και ο Λεμονής ήλθε στη Μυτιλήνη στην οικογένεια του και προσηλύτισε 20 πρόκριτους.
Μόλις έφυγε ο Λεμονής το κίνημα προδόθηκε από τον Χατζηγιωργάκη Μάνδρα ή στην Κωνσταντινούπολη από τον συνέταιρο του Λεμονή Δημήτριο Παλαιολόγου, που ήταν πεθερός του Χατζηγιωργάκη Μάνδρα , με αποτέλεσμα να συλληφθεί και να βασανιστεί μικρός αριθμός μυημένων και να διωχθεί η οικογένεια του και να σταματήσει στη γένεσή της η επαναστατική κίνηση στη Λέσβο.
Η εκτέλεση των Φιλικών μαζί με 100 Φωκιανούς που είχαν αποβιβαστεί στο Νησί και είχαν συλληφθεί έγινε μετά την έκρηξη της Επανάστασης στην περιοχή «Παπτσούδα» στο Συνοικισμό της Επάνω Σκάλας σε έναν μισογκρεμισμένο πύργο που χρησιμοποιούνταν σαν τόπος εκτελέσεων.
Συνέχεια κατά πάγια τακτική των Τούρκων πέντε πρόκριτοι και ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης Καλλίνικος συνελήφθησαν και κρατήθηκαν όμηροι στη φυλακή Bostancı στο Sirkeci της Κωνσταντινούπολης. Περιοδικά και μέχρι το 1827 εναλλάσσονταν στην ομηρεία διάφοροι επιφανείς Μυτιληνιοί της εποχής και όσοι κατόρθωναν να απελευθερωθούν πλήρωναν υπέρογκα ποσά. Με το ξέσπασμα της Επανάστασης στη Πελοπόννησο, στη Σάμο και στη Χίο , ο ελληνικός στόλος πραγματοποιούσε περιπολίες και επιθέσεις στη Λέσβο , στα απέναντί παράλια για συλλογή εφοδίων και παρακίνηση του πληθυσμού να επαναστατήσει.
Στο νησί μας κυρίως οι Ψαριανοί αποβιβάστηκαν στην Ερεσό και στο Πλωμάρι, μάλιστα παρακίνησαν και επαναστάτησαν οι Πλωμαρίτες και οι Αγιασώτες τον Απρίλιο του 1822 , κίνηση που διαλύθηκε από τον τουρκικό στρατό στην περιοχή Μέσα. Αρχηγός του τουρκικού στρατού, που ήταν 3000 μαζί και ομάδες Μπασιμποζούκων που ήλθαν στη Νησί από απέναντι με την έναρξη της επανάστασης, ήταν ο Ρεσίτ πασά. Ιδιαίτερη σημασίας για την εξέλιξη της επανάστασης και τον θαλάσσιο αγώνα αποτέλεσε η πυρπόληση του φημισμένου γαλιονιού «Mansuriye», που διέθετε 72 κανόνια και πλήρωμα πάνω από 600 άνδρες , στις 27 Μαΐου 1821 στον όρμο της Ερεσού, όπου είχε εγκλωβιστεί από τον ελληνικό στόλο με αρχηγό τον Μιαούλη.
Ό μπουρλοτιέρης Παπανικολής στη δεύτερη απόπειρα κατόρθωσε να προσκολλήσει το πυρπολικό, να πάρει φωτιά το πλοίο και με την έκρηξη της πυριτιδαποθήκης να διαλυθεί, σκορπώντας το θάνατο στο πλήρωμα στο οποίο υπήρχαν και Ελληνες ναύτες.
Ό Όθωμανικός στόλος βρισκόταν στα Μοσχονήσια με ναύαρχο τον Τομπέκογλου Αλή, ο οποίος δεν πρόστρεξε για βοήθεια, αλλά φοβούμενος έπλευσε και κλείστηκε στα Στενά. Καθυστερημένα έφτασε ο Ρεσίτ πασά από τη Μυτιλήνη και ξέσπασε στα γύρω χωριά και στη Μονή Πιθαριού καίγοντάς και σφάζοντάς, αποφεύγοντάς να μεταβεί στη Σκάλα Ερεσού, η οποία ελέγχονταν από το ελληνικό ναυτικό.
Ενώ διαδραματίζονταν όλα αυτά στη πόλη της Μυτιλήνης εξελίχθηκε μια στάση νεαρών μουσουλμάνων με αρχηγό τον γιό του Μουσταφά πασά τον Niyazı Mithat, οι οποίοι κινήθηκαν από την Επάνω Σκάλα και σφάζοντάς χριστιανούς και ληστεύοντάς μαγαζιά και σπίτια κατέληξαν στο σπίτι του Χατζηγιωργάκη Μάνδρα στη συμβολή Αλκαίου και Αρίωνος το οποίο καταλήστεψαν. Τελικά, τους σταμάτησε ο ίδιος ο Μουσταφά πασά, συνολικός αριθμός θυμάτων 47.
Στη τοπική ιστοριογραφία επικράτησε να λέγεται η επίθεση αυτή των Μουσουλμάνων «Τζουλούσι», από τη λέξη «cülus» που σημαίνει η ενθρόνιση του σουλτάνου. Στην προκειμένη περίπτωση αφορούσε την επαναφορά της εξουσίας στους μουσουλμάνους, αφού ο Χατζηγιωργάκης Μάνδρας επηρέαζε τον Ναζίρη Μουσταφά πασά και ήλεγχε το Νησί, μάλιστα δε ευρισκόμενος στην Κωνσταντινούπολη του προτάθηκε να αναλάβει Ναζίρης αλλά αυτός αρνήθηκε.
Επακόλουθο των διώξεων και της τρομοκρατίας που επικρατούσε στο Νησί, από τους Μπασιμποζούκους, ήταν η εκούσια μετανάστευση αυτών που αισθάνονταν ότι κινδύνευαν ή δεν άντεχαν άλλο να ζούνε μέσα στο φόβο. Ό πονηρός Μουσταφά πασά βλέποντάς ότι από την κατάσταση αυτή θίγονταν τα οικονομικά του συμφέροντα, πέτυχε την αντικατάσταση των Μπασιμποζούκων με ντόπιους Τούρκους, τη πληρωμή δε και τη διατροφή των τη φόρτωσε στους κατοίκους .
Παράλληλα ήλθε σε συνεννόηση, κατόπιν παρακίνησης του Μάνδρα με του Ψαριανούς για να περιορίσουν τις επιθέσεις έναντι αμοιβής. Μετά δε το φιρμάνι του Αυγούστου του 1821 έστελνε μηνύματα στους Λέσβιους, Μοσχονησιώτες και Κυδωνιάτες να επιστρέψουν υποσχόμενος να τους βοηθήσει. Θέλοντας δε να ελέγχει την πόλη της Μυτιλήνης κατασκεύασε με εθελοντική εργασία και έξοδα που φόρτωσε στους κατοίκους της Μυτιλήνης περιμετρικό τοίχο χαμηλού ύψους από του Καλαμάρη(Πύλη Παμφίλων) μέχρι τον Πλάτανο της Αλυσίδας(Αργυρά Πύλη) και περίπου δια της οδού Σαπφούς κατέληγε στη στοά Βεκρέλλη, όπου ήταν η Parma kapı(κιγκλιδωτή πύλη) που οδηγούσε στο Ναυπηγείο.
Η Ελευθερία άργησε πολύ να έλθει στο Νησί μας, μετά από περίπου ενενήντα χρόνια το 1912 , η οικογένεια των Kulaksızzade ταλαιπώρησε το Νησί μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1860 , για να χάσει στο τέλος το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας της, που απόκτησε με αθέμιτο τρόπο, στα δικαστήρια.
Η Εταιρεία Λεσβιακών Μελετών ακολουθώντας πιστά τις προβλέψεις του καταστατικού της από τις αρχές του 1950 προσπαθεί να ενημερώνει τον Λεσβιακό λαό για την πραγματική ιστορία του Νησιού και να παραμείνουν τα έργα της και για τις επόμενες γενιές. Στο πνεύμα αυτό προ ολίγων ετών σε συνεργασία με το Δήμο της Μυτιλήνης πήρε την πρωτοβουλία για την κατασκευή ενός μνημείου στην αρχή της Αγοράς με τα 200 και πλέον ονόματα αυτών που μαρτύρησαν κατά τα χρόνιά της Επανάστασης του 1821.
Δυστυχώς ακόμη καρκινοβατεί η υπόθεση στις διάφορες υπηρεσίες του Δήμου, ελπίζω ότι η νέα Δημοτική αρχή θα προχωρήσει το έργο ακολουθώντας τις παραινέσεις του Περικλή στον Επιτάφιο λόγο του για τους πρώτους νεκρούς του Πελοποννησιακού πολέμου, όπου έλεγε « …Διότι όχι είναι μόνο δίκαιον αλλά και πρέπον συγχρόνως εις τοιαύτην ευκαιρία, όπως η παρούσα, ν’ αποτίσωμεν εις την μνήμην των τον φόρον αυτής της τιμής..».
Κλείνοντας θα ήθελα να επισημάνω ότι η Ελευθερία που αποκτήσαμε με την Επανάσταση του 1821 σε ένα μικρό τμήμα της σημερινής Πατρίδας μας, μέσα από αγώνες και θυσίες και στη συνέχεια σε άλλες χρονικές περιόδους επεκτάθηκε σε όλη την σημερινή Ελληνική επικράτεια, έχουμε χρέος να τη διαφυλάξουμε από κάθε εισβολέα, ζώντας ειρηνικά με τους γείτονές μας. Όι έχοντες την ευθύνη της διαχειρίσεων των πραγμάτων στη σημερινή ταραχώδη εποχή θα πρέπει να έχουν πρώτο μέλημά τους την δημιουργία και τη διατήρηση ισχυρής αποτρεπτικής ικανότητας των Ενόπλων Δυνάμεων μας και να έχουν προετοιμασμένο το λαό, διότι είναι το μόνο και σίγουρο αποτρεπτικό μέσο σε κάθε επιβουλή.
Στρατής Χαραλάμπους Αντγος(ΠΒ) ε.α. -Μέλος της Ε.Λ.Μ.
Σημείωση: Τα άγνωστα ιστορικά στοιχεία για τη Λέσβο κατά την περίοδο της Ελληνικής , περιέχονται στο νέο βιβλίο του προέδρου της ΕΛΜ Στρατή Αναγνώστου, με τίτλο «Η Λέσβος και η Ελληνική Επανάσταση του 1821», που θα παρουσιαστεί στις 26 του μηνός και ώρα 18.30 στην αίθουσα της Γενικής Γραμματείας Αιγαίου.