«Αγνή Παρθένε, χαίρε…»

01/07/2012 - 05:56
«Η εις Άδου Κάθοδος - Η Κάθοδος στον Άδη», θαυμάσια μεταβυζαντινή ορθόδοξη ρώσικη εικό­να, ζωγραφισμένη σε ξύλο από άγνωστο καλλιτέχνη, στο 17ο αιώνα,  βρίσκεται στο Εκκλησιαστικό Βυζαντινό Μουσείο Μυτιλήνης
Της Ανάστασης στο Βυζαντινό Μουσείο Μυτιλήνης

«Η εις Άδου Κάθοδος - Η Κάθοδος στον Άδη», θαυμάσια μεταβυζαντινή ορθόδοξη ρώσικη εικό­να, ζωγραφισμένη σε ξύλο από άγνωστο καλλιτέχνη, στο 17ο αιώνα, με ύφος 31, πλάτος 27 και πάχος 3 εκατοστά, βρίσκεται στο Εκκλησιαστικό Βυζαντινό Μουσείο Μυτιλήνης, στον αυλόγυρο του ιερού ναού Αγίου Θεράποντα. Προέρχεται από τη συλλογή του Μητροπολιτικού Οίκου.

«Η Κάθοδος στον Άδη» στην ορθόδοξη εικο­νογραφία, είναι η «Ανάσταση».
Ο Χριστός, ανάμεσα σε δυο ισοδύναμες ομά­δες με ανθρώπινες μορφές, πρωταγωνιστής στον κεντρικό άξονα της σύνθεσης. Εικονίζεται σε στρογγυλή ακτινωτή φωτεινή δόξα γυμνοπόδαρος να πατά στις σπασμένες σταυρωτές πύλες του Άδη, πάνω από κατάμαυρο σκοτεινό σπήλαιο, με βράχινο το ακρόχειλο. Φορά χρυσοπράσινο χιτώ­να και ροδόχρυσο ιμάτι. Στο χρυσό σταυροφόρο φωτοστέφανο, με άσπρο περίγραμμα, γύρω από το χαρωπό πρόσωπο του, γράφεται «Ο ΩΝ». Πολλές χρυσοκοντυλιές λαμπρύνουν τα φορέματα του. Ο Χριστός σκύβει και με το δεξί χέρι του, με απότομη κίνηση, τραβά από τον Άδη τον Αδάμ, γονατισμένο πάνω σε ορθογώνιο μαύρο κιβούρι. Το αριστερό χέρι του είναι σηκωμένο σε θριαμβευτική κίνηση προς τον ουρανό, που καταπά­τησε τον Άδη.
Στη δεξιά μεριά εικονίζονται οι δίκαιοι, με πρώτη την προσευχόμενη Εύα, κι αριστερά οι βασιλιάδες κι οι προφήτες με μπροστάρη τον Ιωάννη Πρόδρομο. Πίσω από τις δυο ομάδες, από­τομοι βράχοι κλίνουνε στο κέντρο που στέκεται ένδοξα ο Χριστός.
Πάνω από τον Αδάμ, αριστερά, με χρυσό φωτο­στέφανο, στέκει όρθιος ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, που στο αριστερό χέρι του βαστά ανοιχτό, απλωμένο προς τα πάνω, ειλητάρι-λωρίδα περγαμηνή με μαύρο μεγαλογράμματο ρώσικο κείμενο (προφητεία ή ψαλμό). Πίσω του ο Δαβίδ, ο Σολομών με χρυσές κορόνες-στέμματα στα κεφάλια, κι άλλοι δυο προφητάνακτες-προφήτες βασιλιάδες.
Από την άλλη μεριά, δεξιά, γονατιστή η Εύα, πάνω σε μαύρο κιβούρι, με ολόσωμο κόκκινο φό­ρεμα με χρυσοκοντυλιές, ικετεύει-προσεύχεται προς το Χριστό με τα χέρια ενωμένα. Πάνω από την Εύα, στέκουνε στο βράχο γυμνοπόδαροι, βιβλικά πρόσωπα, δίκαιοι, προπάτορες και προφήτες. Ξεχωρίζει ο προφήτης Ησαΐας.
Η όλη σύνθεση, ανάμεσα σε δυο απότομους ωχροκίτρινους βράχους με μυτερές κορφές, είναι ζωγραφισμένη απόλυτα ισορροπημένη, με κύ­ριο άξονα τον Χριστό στην Ανάσταση. Πολλές χρυσοκοντυλιές λαμπρύνουν τα φορέματα σ’ όλα τα πρόσωπα. Η σύνθεση κορυφώνεται από δυο αγγέλους, με χρυσές ανοιχτές φτερούγες, γονατι­στοί σε σύννεφα, που πετούν αντικριστά, καθώς βαστάνε το ζωηφόρο σταυρό του Χριστού, που μ’ αυτόν καταπατήθηκε ο θάνατος.
Η εικόνα δεν έχει επιγραφή. Το πλατύ σκού­ρο περίγραμμα που πλαισιώνεται, συνηθίζεται στις ρώσικες εικόνες. Αυτή ανήκει στο 17ο αιώνα.
Οι μορφές έχουν αποδοθεί με σκούρο προπλα­σμό και λίγα φώτα. Τα κόκκινα και χρυσοκίτρινα χρώματα, σ’ αντίθεση με τα σκούρα λαδοπράσινα, συνεχίζουνε, στα τέλη του 17ου αι., την ορθόδοξη ρώσικη παράδοση στη ζωγραφική. Η εικόνα «Κάθοδος στον Άδη», στον εικονογραφικό τύπο, την τεχνική και τη χρωματολογία, καθώς και το γαλήνιο ήθος που εκφράζεται στις μορ­φές, έχει σαν άμεσο ή έμμεσο πρότυπο την ει­κόνα της «Εις Άδου Καθόδου», στο Μουσείο Ερμιτάζ, στην Αγία Πετρούπολη (Μ. Χατζηδάκης, 1986).

Δογματική διδασκαλία

Ανάμεσα στο σταυρικό θάνατο και την ανά­σταση, είναι η μετάβαση του Ιησού Χριστού στον Άδη, για να κηρύξει το ευαγγέλιο της σωτηρίας στους νεκρούς. Η «Εις Άδου Κάθοδος» του Χριστού, αποτελεί θεμελιώδη δογματική δι­δασκαλία της Εκκλησίας, που βρίσκει στηρίγμα­τα στην Αγία Γραφή (Ψαλμοί 16, 10. Α΄ Επιστολή Πέτρου 3,18-20. Πράξεις Αποστόλων 2,31.13,37). Αναπτύχτηκε από τους μεγάλους πατέρες της Εκκλησίας σε συνδυασμό με την ανάσταση του Χριστού. Τη σαφή δήλωση της έννοιας της ανά­στασης στην «Εις Άδου Κάθοδον», δίνει και η ορθόδοξη ζωγραφική, που αποτυπώνει τη σχετική εκκλησιαστική παράδοση. Η εικονογραφία είναι εμπνευσμένη από το απόκρυφο ευαγγέλιο, που έγραψε ο Νικόδημος.

Αλλού στη Λέσβο

Στη Λέσβο, η «Εις Άδου Κάθοδος» υπάρχει σε μεταβυζαντινές τοιχογραφίες στην Περιβο­λή, στο Δαμάντρι και στα Παπιανά.
Στη Μονή Περιβολής, Εισόδια της Θεοτόκου, ήτανε ζωγραφισμένη δίπλα στον Επιτάφιο Θρήνο. Σώζεται μικρό κομμάτι στη δεξιά πλευρά, όπου σε κιβούρι εικονίζεται η Εύα. Πιο κάτω λίγο από το Χριστό. Ιστορήθηκε τον 16ο αιώνα.
Στη Μονή Κοίμηση της Θεοτόκου, στο Δαμάντρι Πολυχνίτου, αχνά φαίνεται το σπήλαιο στον Άδη, με τις πύλες να πατά ο Χριστός. Ένα κομμάτι από το σώμα του, τραβά με τα χέρια του τον Αδάμ και την Εύα. Ζωγραφίστηκε στο β΄ μισό στο 16ο αι. κι επιζωγραφίστηκε από το Χιώτη αγιογράφο Χωματά ή Χωματζά στα 1733.
Στον ιερό ναό Μεταμόρφωση του Σωτήρα στα Παπιανά Καλλονής, στο κέντρο της σύνθεσης, ο Χριστός σ’ ελλειπή δόξα, απ’ όπου φεύγουν ακτίνες. Μέσα από κιβούρια τραβά τον Αδάμ και την Εύα. Δεξιά κι αριστερά από το Χριστό, δυο άγ­γελοι. Κάτω, ανάμεσα σε κιβούρια, ένας άλλος άγγελος αλυσοδένει τον γέροντα Άδη. Πιο δε­ξιά, ένας δαίμονας χώνεται στη γη από τρύπα, που μοιάζει με πηγάδι. Πίσω από τον Αδάμ, διάφορες μορφές, ίσως ο Δαβίδ και ο Άβελ. Και πίσω από την Εύα, κάποια αινιγματική μορφή. Η παράσταση έχει στοιχεία από τη βυζαντινή πα­ράδοση και λαϊκά. Ιστορήθηκε στα 1600. Κτήτορας ο μητροπολίτης Μυτιλήνης Παΐσιος (1590-1603), ζωγράφος ο ιερομόναχος Νικόλαος, χωρίς άλλα στοιχεία.

Το πιο σπουδαίο από τα προσκυνήματα στα Γεροσόλυμα, είναι ο «Ναός της Αγίας Αναστάσεως» όπου πήγαμε με τη συχωρεμένη μάνα μου Έλλη. Στο «Προσκυνητάριον της Αγίας Πόλεως Ιερουσαλήμ και πάσης Παλαιστίνης» (1787), διαβάζουμε: «Από αυτού κατά ανατολάς εις το μέ­σον της πόλεως ευρίσκεται ο μέγας και περι­βόητος Ναός της αγίας Αναστάσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού∙ αυτός ο ιερός και σεβάσμιος Ναός προτού να ωκοδομηθή, ασεβείς τινές άνθρωποι παρακινούμενοι υπό του διαβόλου, έφε­ραν πολύ χώμα έξωθεν και εσκέπασαν αυτόν τον τόπον, και όλον το σπήλαιον του παναγίου Τά­φου, και τον έστρωσαν λίθους, και τον έκαμαν ωσάν λόφον-τεχνικόν, και έκτισαν απάνω του ειδωλείον της βδελυράς Αφροδίτης, και έκαμαν εκεί τας μιαράς θυσίας και ραντισμούς, με γνώμην ότι να είναι πάντοτε κατακεκρυμμένον το θείον μνήμα, και αγνοούμενον∙ έμεινε δε τούτο ούτως έχων υπέρ τους τριακοσίους είκοσι έξη χρόνους, από της του Κυρίου Γεννήσεως έως εις τον καιρόν του πρώτου βασιλέως των χριστια­νών ευσεβέστατου μεγάλου Κωνσταντίνου, και της μακαρίας μητρός αυτού Ελένης∙ αυτός ο αοίδημος βασιλεύς μέγας Κωνσταντίνος παρακινού­μενος από θείας βουλής και προτροπής, έπεμψεν την μακαρίαν Ελένην την μητέρα αυτού εις την αγίαν πόλιν Ιερουσαλήμ∙ όθεν δια προσταγής βασιλικής καθηρέθη το μιαρόν ειδωλείον της Αφ­ροδίτης, και εσκάφη το επίπεδον πρόσωπον της γης εκείνης, και το χώμα το μεμολυσμένον από τα αίματα των θυσιών ερρίφθη πολλά μακράν από τον άγιον τόπον∙ και αφ ου ευρέθη το κατά φύσιν αμόλυντον χώμα της γης, εφάνη των Αγίων ο Άγιος Τάφος, εξ ου ανέστη τριήμερος ο Κύριος, και ήλθεν εις το φως ύστερον από την τοσαύτην χρονικήν υπόγαιον κατάκρυψιν∙ έγραψε δε ο βασιλεύς και προς τους ηγεμόνας, και άρχωντας των εν τη ανατολή εθνών, όπως με πλουσιοπάροχους χορηγίας χρημάτων κτίσωσι ναόν άγιον κατά το μέγεθος, και κάλλος υπερφυές κι αξιοθαύμαστον, εις τιμήν και δόξαν της αγίας Αναστάσεως.
Η μεγάλη αύτη εκκλησία του αγιωτάτου Απο­στολικού και Πατριαρχικού Θρόνου των Ιεροσο­λύμων, ο Θείος Ναός, ο κτισθείς εις τιμήν και δόξαν των σωτηριωδών Παθών, και του Θανάτου, και της Αναστάσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού υπερβαίνει εις την αξίαν και αγιότητα, όχι μόνον τους εν Ιερουσαλήμ και Παλαιστίνη θείους ναούς, αλλά και της οικουμένης απάσης, επειδή και άπασαι αι εκκλησίαι της οικουμέ­νης εις αυτόν αναφέρονται ως εις πρωτότυπον, διότι εν αυτώ κατεσκευάσθη δε μέγα θυσιαστήριον, επάνω εις τον σεβάσμιον Γολγοθάν, εν ω εθυσιάσθη το κατασάρκα ο Αμνός του Θεού, ο Υιός του Πατρός, εις ον εξέχεε το πανάχραντον αυτού Αίμα, και δους εαυτόν αντίλυτρον υπέρ των αμαρτιών ημών, εξηγόρασεν ημάς εκ της δου­λείας του αλλοτρίου…
Αυτός ο Ναός το πάλαι εκοσμείτο ακόμι περισσότερον δια τας πολλάς πόρτας οπού είχεν, αλλ’ επειδή και η αγία Ιερουσαλήμ ως είπομεν, κατά διαφόρους καιρούς πολεμηθείσα, εις διαφόρους υπέπεσεν εξουσίας, απώλεσε και αυτός ο Ναός το αρχαίον κάλλος, τα νυν δε έχει μίαν και μόνην πόρταν κατά μεσημβρίας».
Η Κάθοδος στον Άδη - Ανάσταση του Χρι­στού, ιστορίζεται στο τέμπλο, και στις καμάρες αριστερά. Ο προφήτης Δαβίδ είπε: «Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού». Στην Αγία Γραφή διαβά­ζουμε: «Διότι δεν θέλεις εγκαταλείψει την ψυχή μου στον άδη» (Ψαλμός 16,10). «Με την ανάσταση του Ιησού Χριστού», Α΄ Επιστολή Πέτρου 3,21). «Αφού προείδε λά­λησε για την ανάσταση του Χριστού ότι δεν εγκαταλήφτηκε η ψυχή του στον άδη ούτε η σάρκα του είδε διαφθορά». «Εκείνος όμως, που ο Θεός ανάστησε, δεν είδε δια­φθορά» (Πράξεις Αποστόλων 2,31.13,37, σε μετάφραση).
«Ο Άγγελος φώναζε
στη Κεχαριτωμένη∙
Αγνή Παρθένε, χαίρε∙
και πάλι ξαναλέγω, χαίρε∙
ο Γιος σου αναστήθηκε
τριήμερος από τον τάφο».

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΛΑΤΑΝΟΣ


 

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey