Άσκηση δίωξης κατά παντός υπευθύνου σε βαθμό κακουργήματος για το αδίκημα της υπεξαίρεσης αντικειμένων ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, που του είχαν εμπιστευτεί ως εντολοδόχου και διαχειριστή ξένης περιουσίας, άσκησε η Εισαγγελία Πρωτοδικών Μυτιλήνης μετά από σειρά αποκαλυπτικών δημοσιευμάτων του «Εμπρός».
Άσκηση δίωξης κατά παντός υπευθύνου σε βαθμό κακουργήματος για το αδίκημα της υπεξαίρεσης αντικειμένων ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, που του είχαν εμπιστευτεί ως εντολοδόχου και διαχειριστή ξένης περιουσίας, άσκησε η Εισαγγελία Πρωτοδικών Μυτιλήνης μετά από σειρά αποκαλυπτικών δημοσιευμάτων της εφημερίδας «Εμπρός» το Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 2008. Ας σημειωθεί ότι των αποκαλυπτικών δημοσιευμάτων προηγήθηκε μια ανώνυμη επιστολή που στάλθηκε στην Εισαγγελία. Η προκαταρκτική εξέταση που ακολούθησε, έδειξε σοβαρές ενδείξεις διάπραξης αδικήματος, για το οποίο μάλιστα η ηγουμένη κλήθηκε να καταθέσει ανωμοτί, δηλαδή ως υποψήφια κατηγορούμενη. Ακολούθησε η άσκηση δίωξης και διατάχθηκε κύρια ανάκριση, η οποία λόγω της κακουργηματικής φύσης των αδικημάτων ανατέθηκε στον ανακριτή του Πρωτοδικείου Μυτιλήνης.
Τα όσα το «Ε» αποκάλυψε το φθινόπωρο του 2008 συνάντησαν την «εκκωφαντική σιωπή» όσων σχετίζονταν με το μοναστήρι, αλλά και των αρμόδιων οικονομικών υπηρεσιών, όπως η ΔΟΥ Μυτιλήνης και η Υπηρεσία Ειδικών Οικονομικών Ελέγχων του υπουργείου Οικονομικών. Μια σιωπή που έδειξε ότι η στρουθοκαμηλική λογική της αποσιώπησης που ακολουθήθηκε και στην περίπτωση του μεγάλου σκανδάλου στο Βατοπέδι, μέχρις ότου το όλο ζήτημα δημοσιοποιηθεί μέσω των μέσων ενημέρωσης, ακολουθήθηκε και στην περίπτωση της Μονής του Αγίου Ραφαήλ.
Μόνη εξαίρεση η Εισαγγελία Πρωτοδικών Μυτιλήνης, που εξέτασε στοιχεία, καταγγελίες σχετικές με το ότι η ηγουμένη της Μονής, Ευγενία Κλειδαρά, και οι πέριξ αυτής οικειοποιήθηκαν όλα τα περιουσιακά στοιχεία και τα έσοδα της Μονής. Μια περιουσία που αποκτήθηκε από τις εισφορές των πιστών, κατέληξε να αποτελεί μια μακρά λίστα υπαρχόντων στο Υποθηκοφυλακείο κάτω από το όνομα της «Ειρήνης Κλειδαρά του Φιλίππου». Στο σύνολό τους αφορούν σε περιουσιακά στοιχεία που αποκτήθηκαν μετά την ανάληψη των καθηκόντων της ηγουμένης. Άγνωστο είναι και το πόσα από τα χρήματα που έρρευσαν στο «πλούσιο» μοναστήρι, ένα από τα μεγαλύτερα προσκυνήματα στην Ελλάδα, κατέληξαν σε τσέπες ιδιωτών που περιτριγύριζαν την ηγουμένη, κολακεύοντάς την πότε ως «Αγία Μανούλα» και πότε ως μεγάλη… συγγραφέα!
Οι αποκαλύψεις
Τα στοιχεία που έφερε στο φως το «Ε» πριν ενάμιση χρόνο με σειρά δημοσιευμάτων αποκάλυψαν ότι η ιδιοκτησία του Νομικού Προσώπου Μονή του Αγίου Ραφαήλ, που ιδρύθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου του 1962 με το Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως 346/τόμος Β΄, δεν είναι ούτε καν… η εκκλησία του αγίου.
Όλη κι όλη η περιουσία του «πλούσιου» μοναστηριού, με τους εκατοντάδες χιλιάδων - αν όχι εκατομμυρίων - από ιδρύσεώς του επισκέπτες, είναι 400 τετραγωνικά μέτρα γης στο χώρο του μοναστηριού. Από αυτά, 250 τετραγωνικά μέτρα ως αποτέλεσμα δωρεάς το 1968 και άλλα 150 τετραγωνικά μέτρα αγορασμένα το 1973. Πέραν τούτου ουδέν άλλο ανήκει στη Μονή από το χώρο όπου αυτή αναπτύσσεται. Στην ιδιοκτησία του μοναστηριού επίσης είναι το ½ εξ αδιαιρέτου ελαιοκτήματος, έξι στρεμμάτων, στα Αμπολάδια Πηγής από κληρονομιά, ενώ δυο συνεχόμενες οικίες στη συνοικία των Αγίων Θεοδώρων της πόλης της Μυτιλήνης, που κληροδοτήθηκαν στη Μονή το 1988, πουλήθηκαν το 2002 χωρίς κανείς να ξέρει ούτε πώς αξιοποιήθηκαν τα χρήματα από την πώληση, ούτε φυσικά αν το απαραίτητο για τη λειτουργία της Μονής Ηγουμενοσυμβούλιο συναίνεσε στην αγοραπωλησία αυτή.
Με τα ίδια δημοσιεύματα αποκαλύφθηκε ότι από την άλλη μεριά η Ευγενία Κλειδαρά, σύμφωνα με την προσωπική μερίδα που διαθέτει στο Υποθηκοφυλακείο Μυτιλήνης, διαθέτει μεγάλη κτηματική περιουσία.
Αγώνας ιδιοκτησιών
Η δημοσιογραφική έρευνα στις μερίδες των κληρονόμων του Αγγέλου Ράλλη, πρωταγωνιστή της εύρεσης των αγίων στα τέλη της δεκαετίας του 1950, έδειξε επίσης ότι το σύνολο του οικοπέδου της Μονής που βρίσκεται νότια του δρόμου, δηλαδή η γη όπου βρίσκονται το καθολικό της Μονής, μεγάλο μέρος από τα παλιά κελιά αλλά και τα καινούργια μαζί με το αρχονταρίκι και τις άλλες αίθουσες υποδοχής της Μονής, ανήκουν ακόμα και σήμερα στους κληρονόμους του Αγγέλου Ράλλη. Μαζί με μεγάλο τμήμα δυτικά του καθολικού της Μονής, έξω δηλαδή από τα όριά της.
Στα 1971 αγοράστηκαν από την ηγουμένη άλλα τρία στρέμματα γης, ενώ αμέσως μετά το θάνατο του Μητροπολίτη Μυτιλήνης Ιακώβου Κλεομβρότου και εκμεταλλευόμενη την περίοδο μιας σχεδόν διετίας που στην ουσία η Μητρόπολη Μυτιλήνης, λόγω των προβλημάτων της Εκκλησίας της Ελλάδος με το Ελλαδικό Κράτος (υπόθεση εκκλησιαστικής περιουσίας), ήταν ακέφαλη, προέβη σε αγορές συνολικά 16 στρεμμάτων γης. Χωρίς Δεσπότη πάνω από το κεφάλι της, έχτισε γρήγορα και φυσικά χωρίς τις απαραίτητες οικοδομικές άδειες, πληρώνοντας πανάκριβα σε συνεργασία με γνωστό εργολάβο της Μυτιλήνης τα κελιά, τους ξενώνες, το περιβόητο πάρκινγκ-ελικοδρόμιο και όλα τα άλλα κτίσματα που προσβάλλουν τη φύση αλλά και το πνεύμα της Ορθοδοξίας. Ακολούθησε η δημιουργία ενός «δεύτερου μοναστηριού» έξω από τα κτήματα της οικογένειας Ράλλη, με στόχο να εδραιωθεί ως παντοτινή ηγουμένη. Σε περίπτωση που την έδιωχναν θα είχαν για πάντα μπροστά στο μοναστήρι του Αγίου Ραφαήλ το παλαιοημερολογίτικο μοναστήρι της Αγίας Μαγδαληνής. Τότε, ο διαβόητος ιερέας του Αγίου Ραφαήλ, ο οποίος και εξεδιώχθη από το Μητροπολίτη Μυτιλήνης, Ιωσήφ Αντωνακάκης, ανέλαβε την πραγματοποίηση «δαιμονολυσιών», εξορκισμών δηλαδή στην εκκλησία της Αγίας Μαγδαληνής, με στόχο οι προσκυνητές να αρχίσουν να εθίζονται στην ύπαρξη και ενός άλλου «θαυματουργικού» ναού-κέντρου εκτός από αυτό των Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης.
Όλα τα παραπάνω και ιδιαίτερα η διασπάθιση ενός απίστευτου χρηματικού ποσού σε δωρεές, εκδηλώσεις προβολής της ηγουμένης και «φιλανθρωπικό» έργο από τα έσοδα της ηγουμένης από το συγγραφικό της έργο - που όμως ουδέποτε δηλώνονταν στις οικονομικές υπηρεσίες - απετέλεσαν πολύτιμα στοιχεία που η Εισαγγελία φαίνεται να έλαβε υπόψη στην έρευνά της. Υπόψη της η Δικαιοσύνη θα λάβει και άλλα στοιχεία που της κατατίθενται, όπως για παράδειγμα η εξωθεσμική διαχείριση χρημάτων από δημόσιες υπηρεσίες (Στρατό, Αστυνομία, αυτοδιοικητικούς φορείς και άλλους), που ελήφθησαν από την ηγουμένη χωρίς να τηρηθούν όσα η νομοθεσία επιβάλλει.
Ας σημειωθεί εδώ ότι από χθες στο γραφείο του ανακριτή άρχισαν να καλούνται μάρτυρες στην κυρία ανάκριση που πραγματοποιείται και η οποία έχει διαταχθεί να πραγματοποιηθεί ως κατεπείγουσα.
Τα περιουσιακά στοιχεία της Μονής και... της ηγουμένης. Αποκαλυπτικά παρουσιάστηκαν από το «Ε» τον Οκτώβριο του 2008
ΕΠΩΝΥΜΩΣ
Υπάρχουν δικαστές… στη Μυτιλήνη!
Η ρήση έγινε γνωστή από τον κατακαημένο Γερμανό αγρότη που δικαιώθηκε όταν προσέφυγε στους δικαστές του Βερολίνου και επέστρεψε δηλώνοντας στους χωριανούς του: «υπάρχουν δικαστές στο Βερολίνο».
Σήμερα, και με αφορμή την άσκηση δίωξης από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Μυτιλήνης και μάλιστα σε βαθμό κακουργήματος για τα όσα συνέβησαν και συμβαίνουν εντός των τειχών της Μονής του Αγίου Ραφαήλ, μπορούμε το ίδιο με το Γερμανό αγρότη να πούμε κι εμείς: «Ναι, υπάρχουν δικαστές στη Μυτιλήνη».
Δικαστές που διάβασαν τα αποκαλυπτικά δημοσιεύματα του «Ε» για το στην κυριολεξία φτωχό μοναστήρι του Αγίου Ραφαήλ, που άνοιξαν τον ασκό του Αιόλου για την κατάσταση που επικρατεί εκεί.
Σα σπυρί που σπάει και το πύον ξεχύνεται από αυτό, μαρτυρίες και στοιχεία απέδειξαν ότι η ηγουμένη του Αγίου Ραφαήλ, Ευγενία Κλειδαρά, διαχειρίστηκε κατά το δοκούν, έξω από όσα το Κανονικό Δίκαιο ορίζει για ένα μοναστήρι αλλά και όσα οι Νόμοι υποχρεώνουν να γίνονται σε ένα Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου όπως είναι η Μονή του Αγίου Ραφαήλ, κυριολεκτικά δισεκατομμύρια δραχμές, πολλές δεκάδες εκατομμυρίων σημερινά ευρώ. Πάντα με μοναδικό στόχο την αύξηση της δικής της προσωπικής περιουσίας, της προσωπικής της επιρροής σε δομές εξουσίας και διά αυτών την κάλυψη των όποιων της επιλογών σε περιπτώσεις που εναντίον της κινείτο η όποια ελεγκτική διαδικασία.
Επανειλημμένως στο παρελθόν η «Αγία Μανούλα», και σήμερα όσοι διοικούν το μοναστήρι καλυπτόμενοι κάτω από το ράσο της, τα κατάφεραν και συνεχίζουν να τα καταφέρνουν. Με «όπλο» τους τα χρήματα των πιστών. Από τότε που ο μακαριστός Μητροπολίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος Κλεόμβροτος την κυνηγούσε με τη μαγκούρα του για την αρπαγή περιουσιακών στοιχείων της δόκιμης μοναχής Μαριάνθης και της κ. Πανώριας, μέχρι σήμερα που περιφέρεται υποβασταζόμενη και εκ μέρους της εμφανίζεται ακόμα και σε αρχιερείς λαϊκός υπάλληλος του μοναστηριού.
Επιβίωσε όταν κατέστρεψε εικόνες σαν την εικόνα που ζωγράφισε ο Φώτης Κόντογλου ή όταν υποχρεώθηκε από το σημερινό Μητροπολίτη Μυτιλήνης να κατεβάσει από την είσοδο του ναού του Αγίου Θεοδώρου στην Παγανή την εικόνα της ως «κτήτορος» μάλιστα του ναού, ισότιμης στο πλάι του αγίου.
Τώρα, όμως, ήρθε η δίωξη σε βαθμό κακουργήματος. Για να χυθεί άπλετο φως στο πώς περιουσιακά στοιχεία, που αποκτήθηκαν από το κερί του πιστού μέχρι και τη δωρεά του, έγιναν περιουσιακά στοιχεία της «ακτήμονος» μοναχής Ευγενίας Κλειδαρά. Το πώς διαχειρίστηκαν όλα αυτά τα χρήματα, χρόνια τώρα. Το πώς το ξακουστό μοναστήρι του Αγίου Ραφαήλ της Θερμής, με τις εκατοντάδες χιλιάδων επισκέψεις, σήμερα είναι κυριολεκτικά πάμφτωχο.
Στην ίδια ανάκριση θα εξετασθεί βέβαια και το απίστευτο φορολογικό όργιο που χρόνια τώρα συμβαίνει στη Μονή, με αφορμή τα έσοδα από το υποτιθέμενο πνευματικό έργο της ηγουμένης. Η ίδια μιλά για εκατοντάδες χιλιάδων βιβλία.
Που αν πουλήθηκαν από τη Μονή, πού είναι τα έσοδα από αυτά; Πού και πώς χρησιμοποιήθηκαν τα έσοδα ενός Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου; Ποιες αποφάσεις ποιου Ηγουμενοσυμβουλίου, από το οποίο υποτίθεται ότι διοικείται η Μονή, επέτρεψαν την πραγματοποίηση όλων των γνωστών και των πολύ περισσότερων άγνωστων δωρεών; Ποιοι πήραν τα χρήματα αυτά και πώς αυτές οι δωρεές αποδεικνύονται;
Αν πάλι τα βιβλία αντικανονικά πουλήθηκαν από τη συγγραφέα Ευγενία Κλειδαρά και τα χρήματα τα διέθεσε καταπώς αυτή ήθελε, μια και δικά της ήταν, χρέος των ελεγκτικών μηχανισμών που άγρια φορολογούν σε συνθήκες φτώχειας τον Έλληνα πολίτη, ήταν να ελέγξουν τη «συγγραφέα» Ευγενία Κλειδαρά. Πόσα χρήματα κέρδισε, πόσα και πώς φορολογήθηκαν; Τι ποσά δηλώθηκαν στις φορολογικές της δηλώσεις; Ελέγχθηκε ποτέ και αν όχι, γιατί;
Επιμέναμε να σηκωθεί το μαύρο ράσο που κάλυπτε όλο αυτό το απίστευτο κύκλωμα παραοικονομίας. Κι οι ευεργετηθέντες κατά καιρούς παράγοντες της τοπικής πολιτικής σκηνής πλέον ας κάνουν πίσω… Υπάρχουν δικαστές στη Μυτιλήνη.
Δικαστές που ελέγχουν ποιος τύπωσε όλα αυτά τα χιλιάδες βιβλία, ποιος τα βιβλιοδέτησε, ποιος τα μετέφερε στη Μυτιλήνη, ποιος τα πούλησε, πού είναι το Φ.Π.Α. όλων αυτών των εργασιών. Αλλά και ποιος πούλησε και κερδοσκόπησε φυσικά από τους τόνους του χαρτιού που χρειάσθηκε για την εκτύπωση των ηγουμενικών πονημάτων. Τη στιγμή που φορολογείται ο φτωχός μεροκαματιάρης, για το «πνευματικό έργο» της αυξάνουσας την περιουσία της μοναχής και για όσους κρύβονται πίσω από αυτό το ιδιότυπο «παραθρησκευτικό… duty free» ας φανεί ένα φως ελπίδας στην άκρη του τούνελ. Υπάρχουν δικαστές στη Μυτιλήνη που ελέγχουν επιτέλους σοβαρά όλες τις διαστάσεις του σκανδάλου της «Αγίας Μανούλας» του λόφου των Καρυών.
Το προπερασμένο φθινόπωρο «καλαμπουρίσαμε» όταν αποκαλύψαμε και την ύπαρξη σχετικού τροπαρίου που έχει γραφεί για την «Αγία Μανούλα». Έλεγε τούτο: «Αγαλλιάσθε λαοί εις το φως του Κυρίου, Συ Δε Μήτηρ ημών Ορθόδοξη Εκκλησία ευφράνθητι εν τη αποκαλύψει των Νεομαρτύρων και Οσίας Ευγενίας». Η ώρα της αγαλλίασης ήρθε… Υπάρχουν δικαστές στη Μυτιλήνη κι όπως όλα δείχνουν… υπάρχουν και οι άγιοι.
Στρατής Μπαλάσκας