«Να ‘ρθείτε μια χρονιά να κόψετε την πρωτοχρονιάτικη πίτα του Συλλόγου σας στη Βατούσα» ήταν η παραίνεση-πρόκληση του Βατουσαίου κ. Αντώνη Πλάτωνος, δισέγγονου του γιατρού Γώγου (του κτήτορα του γνωστού διατηρητέου αρχοντικού στη Βατούσα), ο οποίος 12 μήνες το χρόνο κατοικοεδρεύει στο νησί.
«Να ‘ρθείτε μια χρονιά να κόψετε την πρωτοχρονιάτικη πίτα του Συλλόγου σας στη Βατούσα» ήταν η παραίνεση-πρόκληση του Βατουσαίου κ. Αντώνη Πλάτωνος, δισέγγονου του γιατρού Γώγου (του κτήτορα του γνωστού διατηρητέου αρχοντικού στη Βατούσα), ο οποίος 12 μήνες το χρόνο κατοικοεδρεύει στο νησί. Αυτό για να αντιδιαστείλει και να τονίσει τη μοναξιά της Βατούσας τον άλλο όλο καιρό και ιδίως τους χειμερινούς μήνες σε σχέση προς την κάποια κίνηση και παρουσία ανθρώπων το καλοκαίρι και ειδικότερα το παραδοσιακό 20ήμερο των διακοπών του Αυγούστου των Λεσβίων της Αθήνας και των λοιπών ανά τη γη ξενιτεμένων στη γενέτειρά τους.
Πρόταση-πρόκληση που οπωσδήποτε ερέθισε, για να μην πω τρύπησε, τα αυτιά του κάθε ακροατή της εποικοδομητικής εκδήλωσης στη Βατούσα το κυριακάτικο πρωινό της 7ης Αυγούστου, που αφορούσε στις εφημερίδες και τα έντυπα των λεσβιακών παροικιακών συλλόγων.
Πάντως, όπως κατετέθη η πρόταση αυτή, σε συνδυασμό προς τα συμφραζόμενα της παρέμβασής του, ούτε λίγο ούτε πολύ ακούστηκε ως ένα είδος απόδοσης ενοχής για το ότι οι συγχωριανοί του εγκατέλειψαν οικειοθελώς και χωρίς αιτία το χωριό τους και έφυγαν για την Αθήνα, την Αμερική, την Αυστραλία ή όπου αλλού στον κόσμο απλά για το κέφι τους και την ευχαρίστησή τους, με αποτέλεσμα την ήδη παρατηρούμενη ερήμωσή του και την ατελείωτη μοναξιά του χειμώνα. Πάντως, επειδή η πρόταση αυτή ως εντύπωση υπάρχει γενικά στο νησί και ως περιρρέουσα ατμόσφαιρα απαντάται συχνά, κατά καιρούς δε ακούγεται από στόματα μονίμων κατοίκων του νησιού, λαβαίνω αφορμή να καταθέσω τις δικές μου σχετικές σκέψεις.
Έτσι, κι αν λοιπόν η κατατεθείσα πρόταση-πρόσκληση κατά τα προαναφερόμενα απευθύνεται και ιντριγκάρει το θυμικό, ασφαλώς ουδόλως και αγγίζει τη λογική του ακουόντος την. Και η λογική απλά ζητά το αίτιο. Γιατί το της ερήμωσης της Βατούσας δεδομένο είναι το αιτιατό (αποτέλεσμα). Σαν τέτοιο ασφαλώς τούτο έχει το αίτό του. Ατυχώς της Βατούσας και της κάθε Βατούσας του νησιού μας. Γιατί το σύνδρομο αυτό της Βατούσας διατρέχει δυστυχώς όλη τη ραχοκοκκαλιά της λεσβιακής υπαίθρου και βεβαίως αγγίζει και την πρωτεύουσα Μυτιλήνη. Και λέω δυστυχώς γιατί η όλη αυτή κατάσταση οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στον όλεθρο, που δεν είναι άλλος απ’ την προοδευτικά (αν δε συμβεί πια κάτι το κοσμογονικό) πλήρη ερήμωση του τόπου μας. Το φαινόμενο που οι ειδικοί αποδίδουν με τον όρο «ερημοποίηση», είναι ατυχώς και σήμερα «εν δυνάμει». Δεν έχει σταθεροποιηθεί ακόμη εδώ και 50 - 60 χρόνια, αφ’ ότου τούτο άρχισε. Η φυγή των Λεσβίων. Η φυγή ως μετανάστευση. Στο εξωτερικό ή στο εσωτερικό. Πράγμα που δυστυχώς συνεχίζεται. Τούτο δε ως ποσοτικό δεδομένο καταδείχθηκε από τα στοιχεία της πρόσφατης απογραφής. Η ανά την επικράτεια μείωση του πληθυσμού κατά την τελευταία 10ετία, σύμφωνα προς το σχετικό προ εβδομάδων δημοσίευμα της εγκρίτου «Ελευθεροτυπίας» των Αθηνών, ήταν 140.000 περίπου άτομα και εξ αυτών, ούτε λίγο ούτε πολύ, για το νησί μας η μείωση ήταν κατά το δυσανάλογα μεγάλο αριθμό των 10.000 ατόμων περίπου (!!!), ενώ κατ’ αναλογία τούτος δε θα έπρεπε να ξεπερνά τα 1.400 ή 1.500 άτομα. Έτσι στη διάρκεια των τελευταίων 80 χρόνων ο πληθυσμός του των 145.000 περίπου της δεκαετίας τού ’30, συρρικνούμενος προοδευτικά ανά κάθε απογραφή, έφθασε σήμερα ατυχώς στα λιγότερα από τα 90.000 άτομα. Η δημογραφική διαστρωμάτωσή του, δε, είναι τελείως στρεβλή, αφού οι γεννήσεις στον τόπο μας υπολείπονται πια των θανάτων και οι γέροντες υπερβαίνουν κατά πολύ τους νέους.
Το αίτιο αυτής της καταστάσεως είναι ένα. Μοναδικό και κυρίαρχο, και οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην Ελληνική Πολιτεία. Φέρει δε το όνομα, έλλειψη φροντίδας εκ μέρους της Μητέρας Πατρίδος προς τη γενέτειρά μας. Τούτο δε το δεδομένο παρατηρείται καθ’ όλη τη διάρκεια των 99 ήδη χρόνων ελεύθερου εθνικού βίου του νησιού μας. Είχα δε το θάρρος (κατ’ άλλους το θράσος) πολλές φορές να το καταμαρτυρήσω στα κατά καιρούς γραφόμενά μου, πράγμα που για μια φορά ακόμη πράττω με το παρόν. Δεν το κάνω αυτό για άλλο λόγο, ειμή μόνο να γίνει συνείδηση τούτο και στους Λέσβιους αλλά και στο αθηνοκεντρικό κράτος, ώστε κάποτε να δοθούν στο νησί μας τα σ’ αυτό οφειλόμενα. Μια έλλειψη φροντίδας που συνίσταται στην παντελή έλλειψη επενδύσεων εκ μέρους του Κράτους για τη δημιουργία μεγάλων έργων, έργων κλίμακος όπως λέγονται, που θα έπρεπε να γίνουν στον τόπο μας. Αναπτυξιακών δηλαδή έργων, είτε αυτά είναι λιμάνια, είτε νέο αεροδρόμιο, είτε οδικοί άξονες, είτε έργα ενεργειακής κάλυψης, είτε αξιοποίησης των όποιων πλουτοπαραγωγικών πηγών και συγκριτικών πλεονεκτημάτων του νησιού μας. Το μόνο τέτοιο έργο που έγινε προ 60 τόσων χρόνων είναι το λιμάνι της Μυτιλήνης, που απάλλαξε τους επιβάτες να πάψουν να επιβιβάζονται - αποβιβάζονται σ’ αυτό με λέμβους (λάντζες). Κατά τα άλλα, μόνο εμβαλωματικές παρεμβάσεις, είτε στο οδικό δίκτυο του 19ου αιώνα που μας κατέλειπε η Οθωμανική Αυτοκρατορία, είτε στο αεροδρόμιο στην Κράτηγο που εκ των ενόντων δημιούργησαν οι Ναζί για τους δικούς τους πολεμικούς σκοπούς (μπαλώματα του αεροδρομίου αυτού ατυχώς κατά τις σχετικές εξαγγελίες προγραμματίζονται και τώρα), είτε στην αντιμετώπιση των ενεργειακών αναγκών του με την προβληματική πανσπερμία παλαιών ηλεκτροπαραγωγικών ζευγών σε ένα από χρόνια κορεσμένο και ακατάλληλο εργοστάσιο, είτε … ...
Αποτέλεσμα όλων αυτών υπήρξε η σε δομική πια μορφή παρουσιαζόμενη σήμερα Υπανάπτυξη, Τριτοκοσμικότητα και Μιζέρια του γενέθλιου τόπου μας. Με την έλλειψη των απαιτουμένων έργων κλίμακος, που αν γίνονταν θα δρούσαν δίκην ιμάντος μετάδοσης και κατά δορυφορικό τρόπο στήριξης μονάδων παραγωγής διαφόρων οικονομικών μεγεθών, του δημοσίου, του συνεταιριστικού, αλλά κυρίως του ιδιωτικού τομέα, τούτο ουδέποτε έγινε. Έτσι δε δημιουργήθηκαν ποτέ οι απαιτούμενες θέσεις εργασίας που θα ζητούσαν εργατικά χέρια. Τελικό αποτέλεσμα ήταν να υπάρχουν πάντα αδιάθετα χέρια εργασίας και πλεονάζον εργατικό δυναμικό στο νησί. Η νεολαία, που πάντα αποτελεί το πλεονάζον αυτό δυναμικό, κατ’ αυτό τον τρόπο δεν μπορούσε να καλύψει τις βιοτικές της ανάγκες. Η μόνη λύση γι’ αυτό, ήταν η αναζήτηση της κάλυψης των βιοτικών αναγκών της εκτός νησιού. Έτσι, η ΦΥΓΗ. Είτε αυτή γινόταν προς το εξωτερικό (Αμερική, Αυστραλία, Καναδά, Γερμανία κ.α.) είτε προς το εσωτερικό με την αστυφιλία (Αθήνα, Θεσσαλονίκη και κυρίως την πρώτη). Πολλοί έφευγαν με την ελπίδα να αποκτήσουν κάποια περιουσία και να ξαναγυρίσουν στο νησί. Όμως, εκτός ελαχίστων, τούτο ατυχώς ποτέ δεν έγινε και έτσι οι καραβιές μεταναστών που έφυγαν απ’ το νησί έμειναν στα ξένα για πάντα και πολλοί πια απ’ αυτούς άφησαν το μάταιο αυτό κόσμο εκεί στη νέα τους Πατρίδα.
Μακάρι η μείωση του πληθυσμού που προανέφερα να είναι η τελευταία στον τόπο μας και η 10ετία που ήδη διανύουμε να αποτελέσει την απαρχή της απαιτούμενης αναστροφής για μια αναπτυξιακή πορεία στον τόπο μας, με την κατάδειξη στην πράξη περισσής φροντίδας της Πολιτείας προς τη Λέσβο. Βέβαια, στην τραγική οικονομική συγκυρία που βρίσκεται η χώρα μας κάτι τέτοιο μήπως αποτελεί εκ προοιμίου μία ευχή ανεκπλήρωτο; Μακάρι στην πράξη να φανεί το αντίθετο. Αλλιώς η ερημοποίηση του νησιού μας, και κυρίως της υπαίθρου του, θα είναι αναπόδραστα το τελικό αποτέλεσμα, με ό,τι αυτό σημαίνει ακόμη και από απόψεως εθνικής σκοπιμότητας.
* Ο Τάκης Χαραλ. Ιορδάνης (Ph.D.) είναι πρόεδρος του Συνδέσμου Προβληματισμού & Παρέμβασης για την Ανάπτυξη της Λέσβου «Πιττακός ο Μυτιληναίος», τ. διευθύνων σύμβουλος της ΕΒΟ, τ. πρόεδρος του Πανελλήνιου Συλλόγου Μεταλλειολόγων Μηχανικών.