Ξεφυλλίζοντας ένα από τα πολλά περιοδικά μαγειρικής, είδα ένα άρθρο με τίτλο «Οι ελιές της χρονιάς». Στην αρχή νόμισα ότι θα ήταν ακόμη μερικές συνταγές που ίσως είχαν ενδιαφέρον, αλλά από τις πρώτες γραμμές του άρθρου ήταν προφανές ότι αφορούσε ένα πρόγραμμα εναλλακτικού τουρισμού στην Κέα.
ΒΗΜΑ ΔΙΑΛΟΓΟΥ
Ξεφυλλίζοντας ένα από τα πολλά περιοδικά μαγειρικής, είδα ένα άρθρο με τίτλο «Οι ελιές της χρονιάς». Στην αρχή νόμισα ότι θα ήταν ακόμη μερικές συνταγές που ίσως είχαν ενδιαφέρον, αλλά από τις πρώτες γραμμές του άρθρου ήταν προφανές ότι αφορούσε ένα πρόγραμμα εναλλακτικού τουρισμού στην Κέα, με βάση τη συλλογή της ελιάς και το μαγείρεμά της με διάφορους τρόπους από μια γνωστή μαγείρισσα της Ελλάδας. Στο άρθρο υπήρχε και η σχετική ιστοσελίδα και μπήκα στον πειρασμό να την εξερευνήσω (www.keartisanal.com).
Με την περιήγηση της ιστοσελίδας, άρχισαν οι εκπλήξεις. Από τις πρώτες φωτογραφίες και γενικότερα από το στήσιμο της σελίδας, ήταν εμφανής η προσπάθεια να «τραβήξει» τον περιηγητή του διαδικτύου να προχωρήσει να μάθει περισσότερα πρώτα για τον τόπο όπου προσφερόταν αυτό το διαφορετικό τουριστικό προϊόν και στη συνέχεια λεπτομέρειες για το ίδιο το πρόγραμμα και τις ημερήσιες δραστηριότητές του. Μα η πιο μεγάλη έκπληξη αφορούσε την τιμή: 1.550 ευρώ για έξι ημέρες και αφορούσε μάζεμα ελιάς, παραγωγή λαδιού σε μικρό λιοτρίβι, περιηγήσεις, περιπάτους, επισκέψεις στη φύση και στα μνημεία του τόπου, μαθήματα μαγειρικής και ένα φάκελο με συνταγές. Η διανυκτέρευση ήταν επιπλέον, το κόστος της οποίας κυμαινόταν ανάλογα με το κατάλυμα που επέλεγε ο επισκέπτης.
Δε χρειάζεται ιδιαίτερες γνώσεις για να καταλάβει ο οποιοσδήποτε ότι τα έσοδα που προκύπτουν από την εξαμελή ομάδα τουριστών από Αμερική και Καναδά για μια εβδομάδα πλησιάζουν τις 10.000 ευρώ. Ποσό καθόλου ευκαταφρόνητο όταν, οργανώνοντας τέσσερα - πέντε γκρουπ το χρόνο, μια οικογένεια μπορεί να βγάλει ένα παραπάνω από ικανοποιητικό οικογενειακό εισόδημα. Αλήθεια, αυτά γιατί δεν μπορούν να εφαρμοστούν στη Λέσβο;
Τα παραπάνω με έφεραν περίπου 15 χρόνια πίσω, όταν σε ένα ανάλογο περιοδικό είχα διαβάσει για το «ελληνικό χαβιάρι». Τι ήταν; Απλά η πάστα ελιάς που σερβιριζόταν στα καλύτερα γαλλικά εστιατόρια σαν ορεκτικό αντί για το… τοπικό βούτυρο. Από τότε άρχισα να διδάσκω σε σεμινάρια κατάρτισης τουρισμού αυτή την απλή συνταγή και την παραλλαγή της με την αντζούγια, που αποτελούν έναν καταπληκτικό μεζέ για να συνοδεύσουν ένα (και όχι μόνο) ποτήρι ούζο ως πιάτο καλωσορίσματος του φιλοξενούμενου επισκέπτη, «του τουρίστα».
Όμως, για να εφαρμοστούν τα παραπάνω χρειάζεται μια άλλη στρατηγική, μια άλλη φιλοσοφία από τους ιδιοκτήτες των τουριστικών επιχειρήσεων και όλους τους εμπλεκόμενους στον τουρισμό: χρειάζεται γνώση και εκπαίδευση, παροχή ιδιαίτερου προϊόντος, ποιότητα στην προσφορά υπηρεσιών και προϊόντων, αυθεντικότητα, οργάνωση, αίσθημα φιλοξενίας και πάνω απ’ όλα επαγγελματισμό. Χρειάζεται φορείς που θα δουλέψουν με στόχο, μεράκι και προοπτική. Χαρακτηριστικά που λείπουν από τον ελληνικό και ιδιαίτερα το λεσβιακό τουρισμό, που έχουν μείνει προσκολλημένοι στο μαζικό τουρισμό των charters του ήλιου και της θάλασσας, στις φτηνές υπηρεσίες, στην προσπάθεια να ξεγελαστεί ο πελάτης δίνοντάς του μη ποιοτικά προϊόντα, στην έλλειψη επαγγελματισμού. Τι να σου κάνει μετά η διαφήμιση; Άχρηστη πάει.
Σε αντίστοιχα συμπεράσματα θα κατέληγε όποιος παρακολούθησε την ημερίδα σχετική με το πρόγραμμα για τη γεωργία στα νησιά της Μεσογείου, που οργάνωσε η Περιφέρεια Β. Αιγαίου. Οι επιστήμονες που παρουσίασαν τις έρευνές τους, τόνισαν πόσο πολλά ειδικά και ξεχωριστά προϊόντα παράγει η λεσβιακή γη, που είτε κινδυνεύουν με εξαφάνιση, αφού αντικαθίστανται από ξένες ποικιλίες, είτε απλά δεν αξιοποιούνται, παραμένοντας αζήτητα πάνω στα δέντρα. Το κλειδί και εδώ είναι η ποιότητα και η γνώση, στοιχεία απαραίτητα για να γίνει εφικτή η παραγωγή νωπών και μεταποιημένων προϊόντων της γης, που να προσφέρονται σε καταναλωτές που ψάχνουν κάτι το διαφορετικό και θα αμείβουν ικανοποιητικά τους παραγωγούς τους. Αυτό επιβεβαίωσαν και οι φίλοι από τη Σαρδηνία, που παρουσίασαν τις καλές πρακτικές που εφαρμόζουν στο νησί τους, που τους επιτρέπουν να ζουν από τη δουλειά τους και να ευχαριστιούνται με αυτό που κάνουν.
Οι εκπρόσωποι της Σαρδηνίας μίλησαν, όμως, και για τους αναπτυξιακούς φορείς του τόπου τους, που με σχεδιασμό και συστηματική προσπάθεια υποστηρίζουν με αποτελεσματικότητα τους αγρότες. Γνωρίζουν τι θέλουν και αξιοποιούν τα προγράμματα για να πετύχουν τους στόχους τους. Και δε μένουν σε εκθέσεις που γίνονται για να «απορροφηθούν» (μαγική λέξη) τα χρήματα και μετά θα μπουν σε κάποιο συρτάρι χωρίς να δοθεί κάποια συνέχεια για τους πολλούς.
Όλα τα παραπάνω φέρνουν θλίψη, γιατί μετά από τόσα παραδείγματα που έχουν αναφερθεί σε συναντήσεις που γίνονται χρόνια τώρα, τοπικοί φορείς και «επαγγελματίες» στην πλειοψηφία τους μένουν «κολλημένοι» σε πρακτικές που κάποτε έφερναν εύκολο και πολύ χρήμα για τους λίγους, με επιδοτήσεις και προγράμματα, αλλά τώρα αποδεικνύονται αδιέξοδες για τους πολλούς.
Τα λίγα καλά παραδείγματα που βασίστηκαν στην ατομική και αγωνιώδη προσπάθεια ορισμένων που αποφάσισαν να βγουν από τον εύκολο δρόμο και να ακολουθήσουν αυτόν της ποιότητας, μένουν περιθωριακά παραδείγματα, οι εξαιρέσεις για να πιστοποιείται ο κανόνας. Και βέβαια, χωρίς υποστήριξη από τους φορείς που φτιάχτηκαν ακριβώς για αυτόν το λόγο αλλά χρησιμοποιήθηκαν «αλλιώς» για να μας οδηγήσουν στη κρίση.
Σήμερα, που οι καιροί είναι ιδιαίτερα δύσκολοι, με την ανεργία να καλπάζει, πρέπει επιτέλους οι πολίτες - και ιδιαίτερα οι νεώτεροι - να απαιτήσουμε την αξιοποίηση όλων των ευκαιριών για μια άλλη ανάπτυξη. Πρέπει οι πολίτες να δράσουμε με στόχο την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών ποιοτικών και ξεχωριστών, που μπορεί να προσφέρει η λεσβιακή γη και ο λεσβιακός πολιτισμός. Χρειάζονται ανατροπές στη δράση των φορέων και των ανθρώπων που ασχολούνται με τα κοινά. Αλλιώς το γάλα και το λάδι θα πουλιούνται 1,7 ευρώ από τον παραγωγό και η νέα μετανάστευση, αυτή των εκπαιδευμένων, θα φουντώνει.
Χρειάζεται στρατηγικό σχέδιο και εναλλακτική προοπτική, τώρα. Η ανάδειξη της Λέσβου ως γεωπάρκου μπορεί να δώσει αξία στο μόχθο του παραγωγού, να προβάλει τα ιδιαίτερα και σημαντικά φυσικά και πολιτιστικά της στοιχεία, δημιουργώντας νέες θέσεις απασχόλησης. Η Μελίνα είχε συγκινήσει τη γενική συνέλευση της ΟΥΝΕΣΚΟ το 1994, όταν με το πρόγραμμα «Αιγαίο - Αρχιπέλαγος» είχε ονειρευτεί να μετατρέψει τα νησιά μας σε ένα απέραντο πολιτιστικό και τεχνολογικό πάρκο, αναδεικνύοντας τις μοναδικότητές τους. 20 χρόνια μετά, ποιος θα πάρει τη σκυτάλη;
* Ο Γιάννης Σπιλάνης είναι επίκουρος καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου.