Ιδού λοιπόν που ξαφνικά δύο πολυσυζητημένες, αλλά αόριστες έννοιες, δωροδοκία και χειραγώγηση, αποβάλλουν τη γενικότητά τους και ταυτίζονται, κατά την ετυμολογία και τη σημασία τους, με συγκεκριμένα πρόσωπα και πράξεις.
Ιδού λοιπόν που ξαφνικά δύο πολυσυζητημένες, αλλά αόριστες έννοιες, δωροδοκία και χειραγώγηση, αποβάλλουν τη γενικότητά τους και ταυτίζονται, κατά την ετυμολογία και τη σημασία τους, με συγκεκριμένα πρόσωπα και πράξεις. Με άτομα που δωροδόκησαν και χειραγώγησαν προς ίδιον όφελος. Το σημαντικότερο: ιδού που μέσα σε αυτό το καλοκαίρι της καταχνιάς και της ανυποληψίας (και δεν εννοώ μόνο την πιστοληπτική μας ικανότητα) απεχθείς πράξεις τιμωρήθηκαν με βάση τους κανόνες και τους νόμους της (αθλητικής, έστω) δικαιοσύνης... Καθόλου μικρή δεν είναι αυτή η καθαρτική πράξη. Ισα ίσα, μάλιστα, όχι μόνο πρέπει να τη θεωρήσουμε σημαντική αυτή καθαυτή, αλλά και ελπίζουμε να αποδειχθεί συμβολική για το μέλλον: οι πάσης φύσεως και τάξεως ένοχοι πρέπει να τιμωρούνται. Η Δικαιοσύνη πρέπει να απονέμεται αδιακρίτως. Δεν επιχαίρουμε για την τιμωρία, ακόμη και αυτών των μεγαλοπαραγόντων του ποδοσφαίρου, επειδή μαζί με τους φυσικούς ή ηθικούς αυτουργούς τιμωρήθηκαν (και είναι κρίμα) δύο ιδιαιτέρως αγαπητές ομάδες, καθώς, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ποδηγετήθηκαν και εξετέθησαν από αυτούς τους κυρίους. Αλλά ο νόμος ας είναι σεβαστός.
Η τιμωρία δεν είναι ο σκοπός μιας ευνομούμενης πολιτείας- σκοπός της είναι να προλαβαίνει το κακό, άρα να προστατεύει τους πολίτες. Αλλά πότε η ελληνική πολιτεία προστάτεψε όντως τα αγαθά της, την Οικονομία, την Παιδεία, την Υγεία, την αξιοκρατία, τους θεσμούς της, τον ίδιο τον εαυτό της; Πότε ακολούθησε το ηθικό και το νόμιμο; Οι εκάστοτε ηγέτες (άλλοτε με τη σύμφωνη γνώμη μας, άλλοτε με την ανοχή μας) αδιαφόρησαν επιδεικτικά μπρος στις ποικίλες παρανομίες, για να μην πούμε ότι, τουλάχιστον στην επικράτεια του ποδοσφαίρου, ευνόησαν τη βία και την ανωμαλία. Χρόνια είμαστε αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες θλιβερών και ανεπίτρεπτων επεισοδίων, χρόνια οι παράγκες μέσα στα γήπεδα, ποτέ και κανένας όμως δεν τιμωρήθηκε, καθώς με νομικίστικα τερτίπια, με την αβουλία και την υποκρισία της ΕΠΟ και άλλων αθλητικών οργάνων, οι ένοχοι- επώνυμοι και μη- απολάμβαναν μια ακατανόητη ασυλία. Δεν είναι λοιπόν η τιμωρία ο σκοπός της πολιτείας, αλλά, αφού ως τώρα αδιαφορήσαμε και ανεχθήκαμε ενόχους, καιρός να δούμε να εφαρμόζονται οι νόμοι.
Ουσιαστική λοιπόν και συμβολική ταυτόχρονα αυτή η τιμωρία, αλλά ας μη μας ξεγελάσει η ξαφνική αυτή έκλαμψη της Δικαιοσύνης. Και αν, όπως δείχνουν τα πράγματα, το απόστημα του ποδοσφαίρου δεν έχει σπάσει ακόμη και πολλοί εξακολουθούν να είναι ατιμώρητοι, η ασυλία και η ανοχή σε όλους τους τομείς της ζωής μας είναι κανόνας. Καταχραστές του δημόσιου χρήματος, θρασείς φοροφυγάδες, επίορκοι δημόσιοι λειτουργοί, «γνωστοί-άγνωστοι» κουκουλοφόροι, ποικιλώνυμοι συνδικαλιστές-εκβιαστές, μια, τελοσπάντων, ιδιότυπη ελίτ παρανόμων βρίσκεται ατιμώρητη. Μήπως λοιπόν τώρα, μέσα σε αυτό το αμήχανο καλοκαίρι, πρέπει να προσδιορίσουμε εκ νέου την πορεία μας, πολίτες και πολιτικοί; Μήπως πρέπει να σκεφθούμε- παίρνοντας ως παράδειγμα την αθλητική δικαιοσύνη- ότι φτάνει πια με την ασυλία του κακού; Οτι, για να γίνει μπορετό να βγάλουμε κάποια στιγμή «το κεφάλι από τις ερμιές», πρέπει πρώτη η πολιτεία να αφήσει τον επιλήψιμο βίο και να δώσει απτά δείγματα τόλμης, αρετής και δικαιοσύνης; Γιατί μόνο τότε θα αφαιρέσει από τους πολίτες και το αίσθημα της αδικίας και τα προσχήματα παρανομίας.
Γιώργης Γιατρομανωλάκης