Κάποτε μια γάτα έκανε έξι γατάκια. «Τι στο διάολο θα τα κάνω τώρα τα ψωρόγατα;», είπε με θυμό η Κυρά-Ξένη. Πήρε τα γατάκια πριν ακόμα ανοίξουν τα μάτια τους, τα πέταξε ένα - ένα στην τουαλέτα και τράβηξε το καζανάκι. Τα γατάκια πνίγηκαν όλα. Σχεδόν όλα.
Κάποτε μια γάτα έκανε έξι γατάκια. «Τι στο διάολο θα τα κάνω τώρα τα ψωρόγατα;», είπε με θυμό η Κυρά-Ξένη. Πήρε τα γατάκια πριν ακόμα ανοίξουν τα μάτια τους, τα πέταξε ένα - ένα στην τουαλέτα και τράβηξε το καζανάκι. Τα γατάκια πνίγηκαν όλα. Σχεδόν όλα. Αυτό το ένα ήταν έξυπνο και την είχε ψυλλιαστεί την υπόθεση. Κράτησε, λοιπόν, την αναπνοή του όσο το νερό από το καζανάκι το έσπρωχνε όλο και βαθύτερα μέσα στους βρομερούς σωλήνες της μεγάλης πόλης. Μέσα σε αυτούς τους σωλήνες μεγάλωσε. Με τους βόθρους δεν ασχολήθηκε ποτέ, δεν ένιωθε άνετα σε ένα τόσο ανοιχτό περιβάλλον γεμάτο ποντίκια με διαθέσεις εγκληματικές. Τόσο πολύ συνήθισε σε αυτό το περιβάλλον το γατί μας, έγινε γάτα, πήρε το σχήμα σωλήνα, έβγαλε νηκτικές μεμβράνες στα πόδια σαν και αυτές που έχουν οι βατράχοι, και μάλιστα έγινε πρωταθλητής στα μακροβούτια και στο κράτημα της αναπνοής. Έδωσε όνομα στον εαυτό του και το όνομα ήταν Πορδόγατα. «Είμαι βρομερή αλλά και φευγαλέα σαν ξαφνική πορδή», σκεφτόταν. Τα βράδια η Πορδόγατα ταξιδεύει μέσα σε σωλήνες και εμφανίζεται ξαφνικά από τα σιφώνια ή ακόμα καλύτερα από την τουαλέτα. Σηκώνει αθόρυβα τα καπάκια και κάνει βόλτες μέσα στο σπίτι σας. Αν βρείτε βρομερές ανεξήγητες πατημασιές γάτας μέσα στο σαλόνι σας ένα ωραίο πρωί, σας έκανε επίσκεψη η Πορδόγατα. Μια μέρα η Πορδόγατα πήγε και στης Κυράς Ξένης. Την βρήκε να κοιμάται και να ροχαλίζει μακάρια. «Ήρθε η ώρα της εκδίκησης», σκέφτηκε η Πορδόγατα. «Μα η εκδίκηση είναι για τους αδύναμους. Εγώ απλά θα κολλήσω της Κυράς Ξένης μια μικρή γαστρεντερίτιδα και θα φύγω για πάντα από τη ζωή της.» Έτσι έχωσε την μύτη της στο ρουθούνι της Κυράς Ξένης και αυτό ήταν όλο. Ναι, η Πορδόγατα είναι μια μεγαλόψυχη γάτα με στυλ και προσωπικότητα. Ζει αθόρυβα στους σωλήνες της μεγάλης πόλης και δεν πειράζει κανένα. Αν τη βρείτε κάπου, μην την χτυπήσετε, μην την διώξετε. Απλά αφήστε την πόρτα του μπάνιου σας ανοιχτή και θα φύγει από εκεί που ήρθε.
Και ο Σκουπιδοπόντικας έχει καλή ιστορία. Μικρό ποντικάκι, αλάνι των σοκακιών εκεί γύρω από την οδό Φυλής. Μεγάλωσε μέσα σε όλα τα κόλπα του υπόκοσμου των Ποντικών κι όμως ποτέ δε σκάρωσε έγκλημα ή σκανταλιά άλλου είδους πέρα από όσα επιτρέπει και προτείνει το βιβλίο των Grimorii Rati Urisii. Ήσυχο, μεγάλωνε και παρατηρούσε. Ώσπου έγινε το αφεντικό. Με άλφα κεφαλαίο, Αφεντικό. Πρώτα οργάνωσε γύρω του μια έμπιστη ομάδα αρουραίων, τραμπούκοι όλοι τους, αλλά πιστοί και τρωκτικά του λόγου τους. Πήγαιναν παντού μαζί του. Φρόντισε με τη βοήθειά τους να εκτοπίσει από τη γειτονιά τον Πόντικα Μικέ, έναν άναντρο νταή με φουντωτή ουρά (πολύ γλοιώδες πράγμα για ποντικό) που το έπαιζε εξουσία. Μόλις καθάρισε ο Μικές, σειρά είχαν κάτι άναρχα στοιχεία, νυφίτσες του Φρεατίου Δίπλα στο Φανάρι, κάποιο κουνάβι που ζούσε σε ένα ημιυπόγειο και είχε υπό την επίβλεψή του όλους τους ζητιάνους σκύλους του τετραγώνου. Τέτοια πράγματα. Έπειτα ο Σκουπιδοπόντικας ανέλαβε δράση. Κατάφερε να χρηματίσει τους Υπαλλήλους του Δήμου για να μη μαζεύουν κάθε μέρα τα σκουπίδια. Έτσι υπήρχε φαγητό για όλα τα ζώα της Οδού Φυλής. Οι άνθρωποι έκαναν παράπονα, όμως τα τρωκτικά είχαν πλέον τον έλεγχο και τα σκουπίδια υψώνονταν σε όμορφους, μοσχομυριστούς λοφίσκους. Γη της Επαγγελίας. Εγκαταστάθηκε έπειτα ο φίλος μας στο Γοτθικό Σπίτι, εκεί στον αριθμό 4, θα το δείτε ακόμα αν σας φέρουν τα λάθος βήματα σε εκείνα τα μέρη. Από εκεί διαφέντευε και όριζε τα πάντα. Ο Σκουπιδοπόντικας έμεινε στην Ιστορία σαν Σκουπιδοπόντικας ο Δίκαιος. Τα τέλη του δεν τα γνωρίζει κανείς, η Εκκλησία των Αρουραίων λέει ότι κατέβη στα Αιώνια Σκατοτόπια και πλέον κάνει παρέα με το Μεγάλο Τυρί, τον Δημιουργό της Πλάσης. Άφησε πίσω του ένα καλό όνομα και μια λογική μέθοδο διακυβέρνησης της Ποντικοκοινότητας.
Ας είναι. Με μουσική από πιάνο για υπόκρουση, φώτα από νέον και μακρινές σειρήνες περιπολικών και ασθενοφόρων, τέτοια ζώα στην πόλη θα βρείτε πολλά, φτάνει να σας ενδιαφέρει το ψάξιμο.