Τριάντα έξι χρόνια μετά... Κανονικά το Πολυτεχνείο θα έπρεπε να έχει βγει στη σύνταξη... μετά μάλιστα την εθελούσια έξοδο που έκαναν απ’ το πνεύμα του πολλοί ή λίγοι απ’ όσους κατά καιρούς αλλαξοπίστησαν.
Τριάντα έξι χρόνια μετά...
Κανονικά το Πολυτεχνείο θα έπρεπε να έχει βγει στη σύνταξη...
... μετά μάλιστα την εθελούσια έξοδο που έκαναν απ’ το πνεύμα του πολλοί ή λίγοι απ’ όσους κατά καιρούς αλλαξοπίστησαν.
... βλέποντας και αυτοί ως άλλοι Σαούλ το φως το αληθινό καθ’ οδόν προς τη Δαμασκό ή τα Σούσα ή το Χόλλυγουντ, όμως ίσως και παραδόξως (που παράδοξο δεν είναι) το Πολυτεχνείο παραμένει εδώ, προσφέροντας το σώμα και το πνεύμα του σε πολλαπλές αναγνώσεις, σκέψεις, συναισθήματα και συζητήσεις.
***
Πολλά συνέβησαν όλα αυτά τα χρόνια που πέρασαν. Άνθρωποι πέθαναν και γεννήθηκαν, ιδέες κλονίσθηκαν, το σοσιαλιστικό σύστημα κατέρρευσε, λογικά το Πολυτεχνείο θα έπρεπε να έχει χλομιάσει, ήσυχα-ήσυχα θα έπρεπε να έχει φθαρεί και χαθεί, αφήνοντας να το αναζητήσουν οι αρχαιολόγοι του μέλλοντος, σαν έναν άλλο Φάρο της Αλεξάνδρειας που η σκόνη του συν κάποια αγκωνάρια ποντίσθηκαν κάποια κι αυτή ξεχασμένη στιγμή στα έγκατα της Πατησίων.
Ίσως να συμβεί κάποτε κι αυτό, όμως δεν έχει συμβεί ακόμα. Γιατί;
Στην αρχή το Πολυτεχνείο εξέπεμψε το δικό του μήνυμα που αφορούσε στον τρόπο ζωής, τα όνειρα, τις πολιτικές και τις επιδιώξεις των πολιτών που ήθελαν έναν καλύτερο κόσμο, όπως τον εννοούσαν τα κόμματα της αριστεράς, η εργατική τάξη και οι διανοούμενοι, οι καλλιτέχνες.
Στη συνέχεια όλοι αυτοί κι άλλοι τόσοι έδιναν στο Πολυτεχνείο το δικό τους νόημα, το επανανοηματοδοτούσαν, κάθε φορά αναλόγως των εξελίξεων, των αναγκών και των στρατηγικών που γεννούσαν οι ταξικές σχέσεις.
Κι ίσως αυτή να ‘ναι η μαγεία που κρατάει το Πολυτεχνείο ζωντανό. Το ότι από πομπός έγινε και δέκτης. Το ότι στις σημαίες του με τα ανεξίτηλα δικά τους συνθήματα-αιτήματα η κάθε γενιά προσθέτει (ή ενίοτε αφαιρεί) τα δικά της. Ανατροφοδοτώντας έτσι διαρκώς τη συζήτηση, συχνά τον καβγά, άλλοτε γόνιμο, άλλοτε άγονο, όχι μόνον για το τελευταίο μεγάλο γεγονός που σημάδεψε τη νεοελληνική ιστορία, αλλά για το νόημα που έχει ή παίρνει η ζωή μας μέσα στο διαρκή ρου των γεγονότων, των αλλαγών προς μπρος ή προς τα πίσω.
Κι έτσι έγινε το Πολυτεχνείο μια επέτειος που δε θέλει να πάει στο Μουσείο, αλλά παραμένει στους δρόμους σα μια λαϊκή γιορτή με τη διαδήλωση κάθε φορά να δίνει την εικόνα των συσχετισμών στη χώρα (από τη μια, αλλά κι από την άλλη τις μυστήριες δυναμικές που προκαλούν οι σκέψεις, οι τάσεις, όλα αυτά που συνθέτουν από τώρα αυτό που αύριο θα ‘ναι η «βοή των επερχομένων»).
Κάθε χρονιά το Πολυτεχνείο ακούει και μιλάει.
Άλλοι το ακούν κι άλλοι όχι.
Άλλοι τού ανάβουν το κεράκι τους (και καλά κάνουν) αναπνέοντας λίγο απ’ τη μοσχοβολιά του μυροβλύτη αγωνιστή που έπεσε, λίγο απ’ τις σκέψεις και τα όνειρα που άφησε κληρονομιά, αλλά και λίγο από τις σκέψεις και τα όνειρα των επιγόνων του, μικρών και μεγάλων.
Άλλοι πάλι λοιδόρησαν το Πολυτεχνείο, τη λαϊκή γιορτή με τα σουβλάκια και τους μικροπωλητές, ή συχνά διεπίστωσαν το θάνατό του. Αν τους προσέξετε είναι οι ίδιοι που ανακάλυψαν, στην αρχή ότι «εκτός απ’ τον ιμπεριαλισμό υπάρχει και η μοναξιά», μετά το πολιτικώς ορθόν των βομβαρδισμών, τέλος το Σχέδιο Ανάν κι όλες εκείνες τις καθώς πρέπει συμπεριφορές που ο χοντρός λαός δεν μπορεί να καταλάβει, άλλοτε διότι είμαστε η «τελευταία κομμουνιστική χώρα στον πλανήτη», άλλοτε διότι είμεθα «έθνος ανάδελφον» κι άλλοτε διότι μας έχει φάει το «κατασκευασμένο μας φαντασιακό» - κουταμάρες! Απλώς όλοι αυτοί που τα λένε αυτά προσπάθησαν να αντικαταστήσουν το «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» με το «Ελλάς ραγιάδων των Τραπεζών» - βλάπτουν το λαό και τα δύο το ίδιο.
***
Όμως η ζωή έχει τη δική της πορεία: ουδείς αγωνίσθηκε στο Πολυτεχνείο ή οπουδήποτε αλλού για να παίρνουν οι νέοι εργαζόμενοι σήμερα 500 ή 700 ευρώ, για να μένουν άνεργοι ή να τους ξεφτιλίζουν διά βίου με την ευέλικτη εργασία.
Εκ των πραγμάτων συνεπώς, όχι ένα αλλά δύο και χίλια δύο Πολυτεχνεία θα γίνουν, ώσπου ο άνθρωπος να μην πιάνει κορόιδο τον άνθρωπο, ώσπου να μην εκμεταλλεύεται ο ένας τον άλλον και να μας μένει καιρός ελεύθεροι να δημιουργούμε...
* Αναδημοσίευση από την «Ελευθεροτυπία» 17/11/09.