Η επιδείνωση της κρίσης του δημόσιου χρέους στη χώρα μας οφείλεται βασικά σε δύο στενά συνδεδεμένους λόγους: τη βαθιά ύφεση που προκαλεί η καταστροφική πολιτική την οποία έχει επιβάλει η τρόικα και εφαρμόζει η κυβέρνηση και την υστέρηση των εσόδων.
Σε προηγούμενο άρθρο μας στην «Ελευθεροτυπία» δείξαμε ότι η επιδείνωση της κρίσης του δημόσιου χρέους στη χώρα μας οφείλεται βασικά σε δύο στενά συνδεδεμένους λόγους: τη βαθιά ύφεση που προκαλεί η καταστροφική πολιτική την οποία έχει επιβάλει η τρόικα και εφαρμόζει η κυβέρνηση και την υστέρηση των εσόδων που οφείλεται τόσο στην ύφεση όσο και στην αμείωτη μάστιγα της φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής.
Στο ίδιο άρθρο τονίσαμε ότι οι δαπάνες χρειάζονται νοικοκύρεμα, δηλαδή πάταξη της σπατάλης και της διασπάθισης του δημόσιου χρήματος και ανακατανομή τους για την κάλυψη πραγματικών αναγκών. Στον τομέα των δαπανών η πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση είναι οι οριζόντιες περικοπές, χωρίς να υπάρχει διαφοροποίηση ανάλογα με τις ανάγκες των τομέων και των ανθρώπων που πλήττουν οι περικοπές αυτές, με αποτέλεσμα είτε να επιδεινώνονται αιμορροούσες πληγές είτε να ανοίγονται νέες στην ελληνική κοινωνία, με συνέπεια να υποσκάπτονται τα θεμέλιά της. Στον περιορισμένο χώρο του άρθρου αυτού θα αναφερθούμε σε τρεις καίριους τομείς, στους οποίους εφαρμόζονται οι εκθεμελιωτικές αυτές περικοπές.
Πρώτα τα νοικοκυριά. Η κατάργηση των 13ου και 14ου μισθών στους μισθωτούς του δημόσιου τομέα και των 13ης και 14ης συντάξεων στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, που εφαρμόζεται σε πάνω από ένα όριο μισθού ή σύνταξης, δεν παίρνει υπόψη ούτε το ύψος του μισθού ή της σύνταξης πάνω από το όριο αυτό ούτε αν, στην περίπτωση των ζευγαριών, ο ένας ή και οι δύο σύζυγοι εργάζονται (δηλαδή το οικογενειακό εισόδημα) ούτε και, κυρίως, τον αριθμό των ατόμων σε κάθε νοικοκυριό. Αποτέλεσμα των οριζόντιων αυτών περικοπών σε μισθωτούς και συνταξιούχους είναι η πρόκληση τεράστιων προβλημάτων (ακόμα και κάλυψης εντελώς βασικών αναγκών) σε νοικοκυριά με παιδιά και ιδιαίτερα στους τρίτεκνους, πολύτεκνους και υπερπολύτεκνους. Είναι αυτονόητο ότι οι περικοπές αυτές αποθαρρύνουν τη γέννηση παιδιών σε ζευγάρια που δεν έχουν παιδιά ή περισσότερων παιδιών σε εκείνα που έχουν ένα ή δύο παιδιά και θα ήθελαν να κάνουν και άλλα. Και φυσικά αποθαρρύνουν τους νέους να συνάψουν γάμο και να κάνουν παιδιά.
Κατάργηση σχολείων. Η σαρωτική κατάργηση σχολείων, ιδιαίτερα σε εθνικά ευαίσθητες παραμεθόριες ή απομακρυσμένες περιοχές, σε πολλές περιπτώσεις δημιουργεί πολλά και σοβαρά προβλήματα. Είναι γνωστό ότι ένα από τα, άλυτα δυστυχώς, προβλήματα του εκπαιδευτικού μας συστήματος είναι η εγκατάλειψη του σχολείου, δηλαδή η μη αποπεράτωση της κατά το Σύνταγμα εννιάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Η εγκατάλειψη του σχολείου είναι μεγαλύτερη σε περιοχές όπου η πρόσβαση (λόγω της απόστασης που πρέπει να διανυθεί για να πάει το παιδί στο σχολείο) είναι δύσκολη. Σε ορισμένες επομένως περιπτώσεις η κατάργηση σχολείων θα επιδεινώσει το πρόβλημα της εγκατάλειψης του σχολείου. Πέρα όμως από αυτό, η ερήμωση της υπαίθρου - και ιδιαίτερα των παραμεθόριων περιοχών - θα επιδεινωθεί και η συρρίκνωση της γεωργίας θα συνεχιστεί.
Η εφαρμογή του κανόνα: μία πρόσληψη σε πέντε αποχωρήσεις ΔΕΠ σε ΑΕΙ/ΤΕΙ. Είναι γνωστά τα κενά σε μέλη διδακτικού ερευνητικού προσωπικού που υπάρχουν σε πολλά ΑΕΙ/ΤΕΙ της χώρας και είναι επίσης γνωστό ότι ανέρχονται σε πολλές εκατοντάδες οι εκλεγμένοι σε τέτοιες θέσεις που αναμένουν διορισμό. Η εφαρμογή του κανόνα «μία πρόσληψη σε κάθε πέντε συνταξιοδοτήσεις ή αποχωρήσεις», αν εφαρμοστεί στα ΑΕΙ/ΤΕΙ, θα έχει δραματικές συνέπειες, ιδιαίτερα στα ιδρύματα στα οποία υπάρχουν πολλά κενά σε μέλη ΔΕΠ. Πέρα όμως από αυτό, πολλοί εκλεγμένοι, απελπισμένοι από την αδράνεια του Υπουργείου, αναζητούν ή θα αναζητήσουν δουλειά στο εξωτερικό και έτσι η χώρα χάνει και θα χάσει και άλλους επιστήμονες, επιδεινώνοντας τη χρόνια «διαρροή εγκεφάλων», δηλαδή την «αιμορραγία» πολύτιμου ανθρώπινου δυναμικού.
Η εφαρμογή του κανόνα: μία πρόσληψη σε πέντε αποχωρήσεις ιερέων. Πολλές είναι οι ενδείξεις τής κάθε άλλο παρά φιλικής στάσης της κυβέρνησης απέναντι στην Εκκλησία. Εφόσον όμως ένα σημαντικό ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού εκκλησιάζεται είτε κάθε Κυριακή είτε σε αραιότερα χρονικά διαστήματα, η λειτουργία των ναών είναι απολύτως αναγκαία. Ταυτόχρονα είναι επίσης γνωστό ότι σε πολλές μητροπόλεις υπάρχει μεγάλη έλλειψη ιερέων, με αποτέλεσμα ο ίδιος ιερέας να λειτουργεί εναλλάξ σε δύο χωριά ή μία φορά το μήνα σε τέσσερα χωριά κ.λπ.. Χαρακτηριστικό είναι ότι κάθε Πάσχα το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου οι ιερείς αυτοί πηγαίνουν από το ένα χωριό στο άλλο για να «κάνουν Ανάσταση». Την έλλειψη αυτή ιερέων θα αυξήσει η εφαρμογή του κανόνα «μία πρόσληψη για κάθε πέντε αποχωρήσεις» και θα επιδεινώσει τόσο την υπάρχουσα έλλειψη ιερέων όσο και την ερήμωση της υπαίθρου.
(Αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Ελευθεροτυπία», 19/05/2011.)
* Ο Μανώλης Γ. Δρεττάκης είναι πρώην αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής τής ΑΣΟΕΕ.