«Η λεσβιακή γη είναι ένας επιστημονικός και αισθητικός παράδεισος»
01/07/2012 - 05:56
Πριν λίγο καιρό, ο Μάκης Αξιώτης και ο γιος του Βαγγέλης κυκλοφόρησαν ένα πραγματικά σπουδαίο βιβλίο στο οποίο παρουσιάζονται όλα τα φυτά της Λέσβου. Αναλυτικά για την εξαιρετική και επιβλητική αυτή δουλειά συζητάμε με το συγγραφέα, το γιατρό, το λεσβολάτρη, Μάκη Αξιώτη.
Το «Ε» συζητά με το γνωστό γιατρό και συγγραφέα Μάκη Αξιώτη για το νέο του βιβλίο για τα φυτά της Λέσβου
Κάθε τόπος έχει το «αερικό» του. Στο νησί μας, τα τελευταία 50 χρόνια νομίζω ότι το αναμφισβήτητα καλό και γονιμοποιό «αερικό» του είναι ο Μάκης Αξιώτης. Ακούραστος, μεθοδικός, ανήσυχος, δεν αφήνει πτυχή του λεσβιακού πολιτισμού που να μην την ερευνήσει. Εκατοντάδες μικρές και μεγάλες μελέτες, δεκάδες βιβλία, διδακτορική διατριβή, ομιλίες, τηλεοπτικές εκπομπές, άρθρα, διαλέξεις για την ιστορία, την αρχαιολογία, τη χλωρίδα και την πανίδα και πολλές ακόμα πτυχές του λεσβιακού πολιτισμού. Και πάνω απ’ όλα, συνεχής έρευνα πεδίου. Νομίζω ότι δεν υπάρχει κανένας άλλος σύγχρονος Λέσβιος που να έχει περπατήσει το νησί σε τέτοιο μήκος και πλάτος και να το γνωρίζει τόσο καλά όσο ο Μάκης Αξιώτης. Και φυσικά, πολλά από τα βιβλία του, όπως το δίτομο «Περπατώντας τη Λέσβο», αποτελούν μελέτες αναφοράς. (Αξίζει να σημειώσουμε ότι το έργο αυτό, εξαντλημένο εδώ και πολλά χρόνια, θα επανεκδοθεί μέσα στο 2012 από τις εκδόσεις «Αιολίδα» με όλες τις απαραίτητες συμπληρώσεις και διορθώσεις.)
Πριν λίγο καιρό, από τις εκδόσεις «Εντελέχεια» κυκλοφόρησε ένα ακόμη πραγματικά σπουδαίο βιβλίο. Ένα βιβλίο που δεν πρέπει να λείπει από καμμιά λεσβιακή βιβλιοθήκη. Σε 717 σελίδες του, ο Μάκης Αξιώτης και ο γιος του Βαγγέλης παρουσιάζουν όλα τα φυτά της Λέσβου. Ύστερα από πολυετή έρευνα και αξιοποιώντας την υπάρχουσα βιβλιογραφία, εντόπισαν και ταυτοποίησαν τα είδη των φυτών του νησιού μας, τα οποία παρουσιάζουν με κείμενο και φωτογραφίες. Σε κάθε ένα από αυτά δίνουν τις χρήσεις του και την τοξικότητά του.
Αναλυτικά για την εξαιρετική και επιβλητική αυτή δουλειά συζητάμε με το συγγραφέα, το γιατρό, το λεσβολάτρη, Μάκη Αξιώτη.
Πόσα χρόνια σάς πήρε η συγκεκριμένη βοτανική έρευνα και ποια είναι τα αποτελέσματα σε αριθμούς;
«Η ιστορία με τη χλωρίδα αρχίζει από το 1968, από το εργαστήριο Συστηματικής Βοτανικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Διδάχτηκα τοξικά φυτά και έμεινα εκεί έως την αποφοίτησή μου, το 1976. Τότε άρχισα να μελετώ και τα φυτά του νησιού, πηγαίνοντας και δείγματα για αναγνώριση στο Herbarium του Τμήματος. Τότε δε γνώριζα τη δουλειά του γιατρού Κανταρτζή, γύρω στα 1890, για τα φυτά του νησιού (στα γαλλικά). Από το υλικό και το αρχείο μου, στα 1990, δημοσίευσα τα “Φυτά της Λέσβου”, ένα μικρό μέρος που αφορούσε τα ονόματα που είχαν στο νησί. Δε σταμάτησα από τότε να μελετώ τη λεσβιακή φύση και γι’ αυτό εξέδωσα και ένα πρωτόλειο, τη “Λεσβιακή Πανίδα” και μια ολοκληρωμένη εργασία για την ερπετοπανίδα του νησιού. Η απόκτηση της ψηφιακής τεχνολογίας στη φωτογραφία, συνέβαλλε δραματικά στην απόκτηση ενός μεγάλου αρχείου των φυτών της Λέσβου και τη σοβαρή πλέον ταξινόμησή τους. Συγχρόνως η εκπόνηση διδακτορικής διατριβής από τον κ. Γιάννη Μπαζό (την οποία δεν έχω δει) και η γνωριμία μου με το συντοπίτη καθηγητή της Συστηματικής Βοτανικής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Αρτέμη Γιαννίτσαρο, έκαναν τη δουλειά μου μεθοδική και το υλικό δημοσιεύσιμο. Στο νησί, μέχρι στιγμής, έχουν αναγνωριστεί περίπου 1.600 είδη φυτών (1.580) από τα 5.800 - 6.000 της Ελλάδας. Δε θα αναφέρω τους ειδικούς ερευνητές που έχουν δημοσιεύσει γι’ αυτά. Από αυτά, εγώ περιγράφω 820 φυτά, με τους βοτανικούς τους χαρακτήρες, την πιθανή φαρμακευτική τους χρήση και την τοξικότητα αρκετών από αυτά. Στα δύο τελευταία κεφάλαια καταλυτική ήταν η συμβολή του γιου μου Βαγγέλη Αξιώτη, που σπούδασε Φαρμακευτική Χημεία στο Πανεπιστήμιο La Sapienza της Ρώμης. Εκτός από αυτά τα φυτά που περιγράφονται (εκτός από τις ορχιδέες, με τις οποίες ασχολήθηκε ο Γιάννης Καρατζάς), αναφέρονται απλά και τα είδη που έχουν εντοπίσει άλλοι ερευνητές, για τα οποία βέβαια η τελική τους ένταξη στη Λέσβο θα περάσει πάλι από την αναγνώρισή τους και τη φωτογράφισή τους.»
Για το βιβλίο
Ποια είναι η δομή του βιβλίου;
«Αρχικά υπάρχει ένα ευρετήριο των οικογενειών με τα είδη και ένα αλφαβητικό ευρετήριο των κοινών ονομάτων. Ακολουθεί ένα πρόλογος και μετά το Γενικό Μέρος. Εδώ γίνεται αναφορά στη σημασία των φυτών και τους “πατέρες” της έρευνας (π.χ. Θεόφραστο, Αριστοτέλη) και της φαρμακευτικής εφαρμογής των φυτών. Εδώ υπάρχει και ένα ειδικό άρθρο του Βαγγέλη Αξιώτη για την “επιστημονική διαχείριση των φαρμακευτικών φυτών”. Το δεύτερο κομμάτι του Γενικού Μέρους έχει τον τίτλο “Τα φυτά και η Λέσβος”. Εδώ αναφέρονται στοιχεία του νησιού (γεωλογία), η “προϊστορία” της φύσης του (απολιθωμένα), τα συστήματα της χλωρίδας του (τόποι όπως ο ελαιώνας, ο καστανιώνας, το δάσος της πεύκης, της δρυός και το γυμνό των απολιθωμένων δένδρων), η σχέση του με τη Μικρά Ασία και οι ερευνητές που ασχολήθηκαν με τη χλωρίδα του. Ειδική αναφορά υπάρχει για τον Κανταρτζή και τον καθηγητή κ. Γιαννίτσαρο. Μετά υπάρχει το Ειδικό Μέρος, το κύριο τμήμα του βιβλίου, με τη συστηματική κατάταξη των φυτών σε οικογένειες, γένη και είδη. Χίλιες περίπου έγχρωμες φωτογραφίες των ειδών από το αρχείο μου συνοδεύουν την περιγραφή, τη φαρμακευτική χρήση και την τοξικότητα των ειδών, σε 720 σελίδες. Στο τέλος υπάρχει η ελληνική και ξένη βιβλιογραφία που χρησιμοποιήθηκε.»
Από πολλούς η Λέσβος χαρακτηρίζεται ως βοτανικός παράδεισος. Ποια είναι η γνώμη σας;
«Όλη η Ελλάδα αποτελεί ένα βοτανικό παράδεισο. Τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, με τη γειτνίαση της ασιατικής ηπείρου, έχουν ίσως είδη που “ήλθαν” από εκεί. Πραγματικά ο αριθμός των 1.600 ειδών, σε σχέση με την έκταση του νησιού, είναι ενδιαφέρον στοιχείο. Έπειτα αυτή η “ανθισμένη γη”, κυρίως την άνοιξη, σ’ όλη του την έκταση, μεταθέτει το “παράδεισος” από το επιστημονικό πεδίο στο αισθητικό.»
Υπάρχουν κάποια φυτά που συναντάμε μόνο στο νησί μας;
«Το αποκλειστικά ενδημικό, μέχρι στιγμής, είναι το Alyssum lesbiacum, που φυτρώνει σε μεγάλους πληθυσμούς στα οφιολιθικά πετρώματα, κυρίως στο δάσος της πεύκης του νησιού. Είναι μεταλλοφόρο φυτό. Ένα άλλο, που απαντά στο νησί και όχι στην άλλη Ελλάδα (βρίσκεται στην ανατολική Ευρώπη και την Ασία), είναι το Rhododendron luteum, ο πανέμορφος αλλά τοξικός “αγούδουρας” (από το τουρκικό “αγού”, που σημαίνει δηλητήριο).Το ίδιο συμβαίνει και με το σκίουρό μας (Sciurus anomalus), τη “γαλιά”, που τα τελευταία χρόνια απειλείται με εξαφάνιση (ασθένεια;).»
Φυτά υπό εξαφάνιση
Έχουμε φυτά που κινδυνεύουν με εξαφάνιση; Εάν ναι, ποιοι είναι οι λόγοι;
«Οι κ.κ. Γιαννίτσαρος και Μπαζός έχουν δώσει πλήρη κατάλογο των φυτών που “κινδυνεύουν” στη Λέσβο, στο “Κόκκινο Βιβλίο” της Βιοποικιλότητας. Εγώ θα αναφέρω λίγα πράγματα γενικού ενδιαφέροντος. Η υποβάθμιση των υγροτόπων του νησιού βλάπτει σοβαρά αρκετά είδη υδρόβιων φυτών. Επίσης η αλόγιστη συγκομιδή, είτε για λόγους διακοσμητικούς είτε για φαρμακευτική χρήση, απειλούν με συρρίκνωση των πληθυσμών αρκετών φυτών. Ο γάλανθος (Galanthus elwesii), o κοινός νάρκισσος (Νarcissus tazetta) ή κατημέρι, με την αλόγιστη διακοσμητική συλλογή τους και την αλλαγή του βιοτόπου τους, έχουν περιοριστεί. Ιδιαίτερα η κίτρινη “ποικιλία” του τελευταίου, το “φλουρί” (Narcissus aureus), που φυτρώνει γύρω από την Αγ. Μαρίνα, μειώθηκε δραματικά. Η πανέμορφη παιωνία (Paeonia mascula) δεν πρέπει να συλλέγεται, ο κρίνος της θάλασσας (Pancratium maritimum) έχει εξαφανιστεί από αρκετές παραλίες του νησιού, ο Otanthus europaeus κινδυνεύει από τους αγώνες μοτοσυκλετών της παραλίας κ.ο.κ.. Πρέπει να αναφερθεί η δραματική συρρίκνωση του αριθμού τού Sideritis sipylea, το κοινό τσάι του βουνού, από την αλόγιστη και λανθασμένη συγκομιδή (ξερίζωμα και συλλογή πριν τον Ιούνιο), παρά την αναφερόμενη προστασία του.»
Υπάρχουν περιοχές του νησιού με πιο ενδιαφέρουσα και πλούσια χλωρίδα, σε σχέση με άλλες;
«Η χλωρίδα του νησιού κατανέμεται ως προς τα είδη και το ενδιαφέρον σχεδόν ισόποσα. Τα οικοσυστήματά της, που ορίζονται από τη χρήση, το υψόμετρο, τη γεωλογία και τη δασοκάλυψη, αποτελούν υποστρώματα ενδιαφερόντων φυτών, σ’ όλη την έκταση του νησιού. Θα ήθελα να αναφέρω τα οικοσυστήματα του Ολύμπου και του Λεπέτυμνου, του Σκοτεινού Όρους, του Καστανιώνα, του Ελαιώνα και του Πευκοδάσους. Ίσως ο ορεινός όγκος του Ολύμπου και η περιφέρειά του να φιλοξενεί το μεγαλύτερο αριθμό των ειδών. Θέλω να κάνω ειδική αναφορά στη βραχώδη κορυφή, η οποία παρουσιάζει μια μοναδική ποικιλία “μικρών φυτών” και πρέπει να προστατευτεί από την τυχόν επέκταση των κεραιών. Επίσης, η άμεση περιοχή κάτω από την κορυφή, που εμφανίζεται ένα δάσος από πανύψηλες αρκομηλιές (Prunus coccomilia) και τρικοκκιές (Crataegus monogyna), που φθάνουν στα 10 μέτρα και πρέπει να προστατευτούν από την υλοτομία.»