Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Η γλώσσα είναι η πραγματική έκφραση και αποτύπωση της νόησης για τον σκοπό της επικοινωνίας.
Αυτή η αποτύπωση σημαίνει, κατά έθνος, αισθητική και κανόνες, ωστόσο επηρεάζεται καθοριστικά από την ανάγκη και κυρίως από την τεχνολογία.
Όταν πριν από εκατό χρόνια η Γαλλία, εκ των πρωτοπόρων, κατασκεύασε αυτοκίνητα, ονομάτισε όπως ήταν φυσικό όλα τα εξαρτήματά τους.
Έτσι λέμε μέχρι σήμερα στην Ελλάδα σασί, καπό, σασμάν, μπουζί, ρεζερβουάρ, δυναμό, ντιστριμπιτέρ και τόσα άλλα.
Πολλοί φορείς καθώς και η λόγια τάξη προσπάθησαν κατά καιρούς να μεταγλωττίσουν ελληνικά όλα τα στοιχεία του αυτοκινήτου, όμως χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Ποιος λέει σήμερα ανεμοθραύστη το παρμπρίζ, αποσβεστήρα το αμορτισέρ, βραδυπορία το ρελαντί, προπορία το αβάνς, διωστήρα τη μπιέλα, ποδόπληκτρο το πεντάλ, επίσωτρο το λάστιχο του αυτοκινήτου (σώτρον γαρ η ζάντα) και μετρητή διανυομένης αποστάσεως(!) το κοντέρ;
Η γλώσσα έχει έναν πρωταρχικό κανόνα και μια πρωταρχική ιδιότητα: επιζούν οι λέξεις που έχουν αυθεντικότητα και συντομία. Κι ας είναι ξένες.
Το σουπερμάρκετ δεν μπόρεσε τελικά να γίνει «υπεραγορά».
Τα «μη επανδρωμένα αεροοχήματα» (24 γράμματα) αποκλείεται να τα χρησιμοποιήσει κανείς για να ορίσει το drone (4 γράμματα).
Το «νυχτερινό δείπνο της παραμονής των Χριστουγέννων ή της Πρωτοχρονιάς» δυσκολεύει πάρα πολύ να αντικαταστήσει τη γαλλική λέξη ρεβεγιόν (reveillon) και
κανείς δεν θα έμπαινε στον κόπο να χρησιμοποιήσει εννιά λέξεις αντί μιάς για να ορίσει το αυτονόητο.
Αυτό θα ήταν και η «επιτομή» (που δυσκολεύεται και αυτή να ανταγωνιστεί το «προφίλ») της σχολαστικότητας.
Ο σπουδαίος και ακούραστος γλωσσολόγος Γεώργιος Μπαμπινιώτης προσπαθεί πολλές φορές σαν τον Δον Κιχώτη να μας σώσει από τους ξενικούς νεολογισμούς. Αυτός όμως ο αγώνας είναι άνισος.
Σήμερα όλη η ανθρωπότητα είναι δυστυχώς μια γειτονιά.
Τις λέξεις τις «κόβουν» αυτοί που παράγουν τεχνολογία και πολιτισμό.
Τα έθιμα και τους νεολογισμούς τα επινοούν και τα διαδίδουν κυρίως οι αγγλόφωνοι σε μια γλωσσικά αγγλοκρατούμενη υφήλιο. Αυτό το ζήσαμε με τον παροξυσμό της Black Friday (και φυσικά όχι της «Μαύρης Παρασκευής») και πρόσφατα με το Halloween, δηλαδή την αγγλοσαξονική τρόπον τινά αποκριά, που εξαφάνισε φέτος από την αγορά .... τις μεγάλες κολοκύθες!
Με τον ίδιο τρόπο η πανδημία εισήγαγε αγγλικούς όρους δυσμετάφραστους.
Ο «εγκλεισμός» ή «απαγορευτικόν εξόδου» -παρά την υπεροχή της ελληνικής γλώσσας- δεν μπορούν να ορίσουν επακριβώς το lockdown, και το πρόσφατο «τροφοδοσία εξ αποστάσεως» δεν μεταφέρει πιστά το ούτως ή άλλως περίεργο click away, όπως άλλωστε ο «ένσφαιρος τριβεύς» δεν μπόρεσε επί εκατό χρόνια να αποδώσει το «ρουλεμάν».
Πρέπει να ομολογήσουμε ότι η μετάφραση είναι λεπτή υπόθεση. Οι περί την βυζαντινή μουσική λ.χ. μετέφρασαν τον σολίστ σε «μονοφωνάρη». Κακόγουστο και ατυχέστατο.
Η πίεση που ασκούν οι ξένες γλώσσες είναι παγκόσμιο φαινόμενο και δικαιολογείται στο μέτρο που εντείνεται η παγκοσμιοποίηση και ιλιγγιά η ηλεκτρονική τεχνολογία.
Η ελληνική γλώσσα έδωσε από το μακρινό παρελθόν και εξακολουθεί να δίνει σε όλες τις γλώσσες χιλιάδες λέξεις αφηρημένης και ανώτερης έννοιας, αλλά και πήρε επίσης χιλιάδες λέξεις ειδικού λεξιλογίου και λέξεις του καθημερινού βίου.
Μόνο από την τουρκική έχει πάρει τέτοιες λέξεις (μαζί και με τα επώνυμα) περί τις δύο χιλιάδες.
Η αντίσταση που προέβαλε η ελληνική γλώσσα ήταν ότι τις ενέταξε σε ένα ανώτερο και πλήρες γραμματικό σύστημα.
Έτσι έγιναν ελληνότροπες λέξεις μέσα από την κλιτότητά τους, διαδικασία που τη σνομπάρουν οι σημερινοί Έλληνες , γιατί κανείς δεν τους τη διδάσκει.
Στην προσπάθειά τους μάλιστα να επιδείξουν ξενογλωσσία, απομονώνουν και φτωχαίνουν τη γλώσσα. Δημιουργούν δηλαδή ένα γλωσσικό lockdown.