Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Με αφορμή την καλαίσθητη τρίμηνη εφημεριδούλα «η Σκαμιά»
Την περασμένη βδομάδα πήραμε σε ηλεκτρονική μορφή (PDF) το εφημεριδάκι του Συλλόγου Συκαμιωτών Λέσβου «η Παναγιά η Γοργόνα» με τίτλο «η Σκαμιά». Μια ιδιαίτερα καλαίσθητη έκδοση, με πολύ ενδιαφέρουσες συνεργασίες για θέματα όχι μόνο του χωριού αλλά και γενικότερα Λεσβιακού ενδιαφέροντος. Πέρα όμως από την ποιότητα της έκδοσης, αυτό που μας χτύπησε στο μάτι ήταν η ηλεκτρονική διεύθυνση αποστολής: «Ζώρζος»! Κάτι μας θύμιζε το όνομα, αλλά η απορία μας λύθηκε όταν φτάσαμε στην «ταυτότητα» της εφημερίδας. Ιδιοκτησία συλλόγου Συκαμιωτών, εκτύπωση «Ν. Ζώρζος και Σια ΟΕ». Και εκεί ήρθαν οι αναμνήσεις!
Ήταν φθινόπωρο του 1978 (μέτρησα και ξαναμέτρησα για να καταλάβω πως μιλάμε για 44 ολόκληρα χρόνια πίσω, κι ας μου φαίνονται εμένα σαν χθες) όταν συνειδητοποιώντας ότι στη Λέσβο δεν υπήρχε φιλικό μέσο ενημέρωσης για το ΠΑΣΟΚ που βρισκόταν μεν στην αντιπολίτευση, πλην όμως κάλπαζε προς την εξουσία, αποφασίσαμε στην οργάνωση των Λέσβιων της Αθήνας (τότε αυτές τις οργανώσεις της λέγαμε Εθνικοτοπικές) να βγάλουμε από την Αθήνα μια μηνιαία εφημερίδα που να μοιράζεται στα μέλη και τους φίλους του κόμματος στη Λέσβο.
Ατζαμήδες οι περισσότεροι για το θέμα, καλέσαμε μια συνάντηση όλων των μελών, όπου έλεγε ο καθένας το μακρύ του και το κοντό του, για το πώς πρέπει να είναι η εφημερίδα, τι θα γράφει, ποιος θα τα γράφει κλπ. Υπήρχαν οι πρακτικοί άνθρωποι όπως ο Αριστείδης Βακιρλής από τα Δάφια, φοιτητής τότε του Πολυτεχνείου που ανέλαβε να βρει τυπογραφείο και να συνεννοηθεί για τα διαδικαστικά, υπήρχαν και οι …φαφλατάδες όπως ένας με μεγάλη ιδέα για το εαυτό του που δήλωσε «αναλαμβάνω εγώ να γράφω κάθε φορά το κύριο πολιτικό άρθρο», για να του φωνάξει από τη γαλαρία ο Δημήτρης ο Θεοδωρίδης απ’ το Πλωμάρι, φοιτητής κι αυτός του Πολυτεχνείου «όπα ρε ….Βότση, θα βρεις»!
Το μόνο σίγουρο, ορίσαμε εκδότη της «Αλλαγής», τον αείμνηστο αγωνιστή του ΠΑΚ Γιάννη Χρυσάφη από την Αγιάσο που δεν κώλωνε στις ευθύνες και διευθυντή το Στάθη Κουτλή, δικηγόρο από το Παλαιοχώρι.
Πήρε τους δρόμους γύρω από Κάνιγγος και Ομόνοια ο Αριστείδης όπου βρίσκονταν τα μικρά τυπογραφεία της εποχής, βρήκε έναν τυπογράφο που στεγαζόταν σ’ ένα υπόγειο, όπως τα περισσότερα αντίστοιχα μαγαζιά και μας τον πρότεινε: Ζώρζος!!!! Σίγουρα πατέρας ή το πιθανότερο παππούς του σημερινού τυπογράφου της εφημεριδούλας της Σκαμιάς!
Και μιας και πιάσαμε το κουβάρι των αναμνήσεων δυο κουβέντες ακόμα. Εκείνα τα χρόνια η πλειοψηφία των τυπογραφείων δεν ήξερε τι θα πει φωτοσύνθεση. Να θυμίσω άλλωστε τη μεγάλη απεργία των κλασσικών τυπογράφων το 1980 όταν οι μεγάλες εκτυπωτικές επιχειρήσεις άρχισαν να περνούν στη νέα τεχνολογία, κάτι που θα άφηνε χωρίς δουλειά ένα μεγάλο αριθμό από κλασσικούς μάστορες - τυπογράφους.
Πώς δούλευαν λοιπόν τα τυπογραφεία εκείνης της εποχής; Πηγαίναμε με τα χειρόγραφα στο χέρι στο μάστορα. Αυτός έκανε σε συνεννόηση μαζί μας μια πρώτη κατανομή, τι θα πάει στην πρώτη σελίδα, τι μέσα, τι οπισθόφυλλο. Δακτυλογραφούσε κάποιος τα κείμενα σε μια τεράστια γραφομηχανή η οποία σειρά - σειρά έβγαζε μικρά κομματάκια εύκαπτου μετάλλου με ανάγλυφα τα γράμματα που έπεφταν μέσα σε νερό για να ψύχονται. Τα μεταλλάκια αυτά στη σειρά, δένονταν με …σπάγκο, περνούσε ο μάστορας με ένα πινέλο μελάνι στα γράμματα και γινόταν μια δοκιμαστική εκτύπωση σε ένα φύλλο. Το παίρναμε εμείς, κάναμε διορθώσεις για τυχόν λάθη, άντε πάλι από την αρχή σε κάθε σειρά που είχε έστω και μικρό λάθος καινούργιο μεταλλάκι που αντικαθιστούσε το λανθασμένο και έτοιμο για εκτύπωση το συγκεκριμένο κείμενο. Κατόπιν όλα τα επιμέρους μεταλλικά πακετάκια μπαίνανε πάνω σε μια πλάκα, από πάνω με μεγάλα γράμματα τα μέταλλα με τους τίτλους και σε κάθε στήλη τα λεγόμενα «κλισέ» δηλαδή έτοιμα σχέδια που χαρακτήριζαν την κάθε στήλη (πχ στη στήλη αθλητικά, έμπαινε με μεγάλα γράμματα η λέξη αθλητισμός και μια μπάλα). Από την παράδοση αυτή έχει μείνει η έκφραση «κλισέ» για να περιγράψει το λόγο που χρησιμοποιεί τα ίδια και τα ίδια χιλιοειπωμένα πρότυπα.
Περιπέτεια είπατε; Δίκιο έχετε. Δυο μέρες έκανε να στηθεί μια έστω οχτασέλιδη ή δεκαεξασέλιδη εφημεριδούλα. Κι όλα αυτά όχι υπό ιδανικές συνθήκες και για μας που κάναμε τη δουλειά του επιμελητή όσο κυρίως για τον τυπογράφο της εποχής. Γι αυτό και άτυποι …επιμελητές έκδοσης γινόμασταν κάναμε με βάρδιες, όσοι κυρίως ήμασταν φοιτητές και είχαμε χρόνο.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια φορά, πρέπει να ήταν το τέταρτο φύλλο της εφημερίδας, αργήσαμε και πέσαμε μέσα στα Χριστούγεννα, οι περισσότεροι από τους φίλους μου που τραβούσαν τον αραμπά φοιτητές, είχαν φύγει για το νησί, εμένα το σπίτι μου ήταν Αθήνα, μ’ αφήσανε μοναχό να βγάλω την εφημερίδα. Μάζεψα όσα κείμενα μας είχαν στείλει ή μου είχαν αφήσει, χτυπήθηκαν στη μηχανή, έλα όμως που έλειπε ύλη και δε γέμιζε με τίποτα η εφημερίδα; Τι να κάνω κι εγώ, αρχίζω και γράφω από το νου μου …τέσσερα χαιρετιστήρια προς του αναγνώστες, ενόψει του νέου έτους. Ένα της Νομαρχιακής Επιτροπής Λέσβου, ένα της Συντονιστικής Επιτροπής της Εθνικοτοπικής, ένα του τότε βουλευτή Λεφτέρη Κιοσκλή (ιδέα δεν είχε ο άνθρωπος ότι μας …χαιρέτιζε) και ένα της διεύθυνσης και του …προσωπικού της εφημερίδας! Και όλα αυτά με προσοχή, να αλλάζουν από κείμενα σε κείμενα τα λόγια, μη και μας κατηγορήσουν για λόγια …κλισέ!
Έλα όμως που πάλι δε γέμιζε η ρημάδα; Με λυπήθηκε ο Ζώρζος τότε, είδε κιόλας ο άνθρωπος ότι κινδυνεύαμε να κάνουμε μαζί …Χριστούγεννα, έκατσε και ξαναχτύπησε στη μηχανή ένα δυο κείμενα με πιο μεγάλα γράμματα και έτσι γέμισε επιτέλους το φύλλο και μπήκε για εκτύπωση.