Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Το εγχείρημα του Νικόλα Βαμβουκλή με την K-Gold Temporary Gallery εντυπωσιάζει
Σε ένα παλιό σπίτι - προθήκη πλέον για έργα σύγχρονης τέχνης, επιβεβαιώνεται η αίσθηση πως η εμπειρία και το βίωμα προκύπτουν εκεί που δεν το περιμένεις. Περπατούσα στην Αγία Παρασκευή, μία από τις ωραιότερες κωμοπόλεις της Λέσβου, ανάμεσα σε εξαίρετου κάλλους σπίτια, αστικά και λαϊκά, και μετά την επίσκεψη σε μία από τις ωραιότερες εκκλησίες που χτίστηκαν τον 19ο αιώνα, αναζητούσα την K-Gold Temporary Gallery.
Είχα ακούσει γι’ αυτό το εγχείρημα, της μετατροπής δηλαδή μιας οικίας αστικού χαρακτήρα σε αίθουσα τέχνης, δημιουργώντας εκείνη την παράδοξη και ευπρόσδεκτη ρήξη-ώσμωση με ένα περιβάλλον χωνεμένο στην παράδοση και στην απλή ζωή.
Είδα ένα ωραία αποκατεστημένο σπίτι, διώροφο και φωτεινό, με ξύλινη εσωτερική σκάλα, όπου τα μόνα αντικείμενα ήταν τα έργα τέχνης της τρέχουσας έκθεσης, που για τίτλο δανείζεται ένα στίχο του Σεφέρη: «Ξύπνησα με ένα μαρμάρινο κεφάλι στα χέρια».
Είναι το εγχείρημα του Νικόλα Βαμβουκλή, ιδρυτή και καλλιτεχνικού διευθυντή της K-Gold Temporary Gallery, που αυτοαποκαλείται «νομαδική πλατφόρμα» καθώς τα καλοκαίρια επιστρέφει και εγκαθίσταται στη Λέσβο (αν και πλέον υπάρχει η σκέψη για μόνιμη εγκατάσταση με βιβλιοθήκη τέχνης και εκπαιδευτικά προγράμματα).
Είναι μια απόπειρα δημιουργίας ενός γεγονότος, με έργα όχι αντικειμενικά εύκολα για το ευρύ κοινό, κατά βάση εννοιολογικά, με διάφορα εκφραστικά μέσα που χρησιμοποιούν οι προσκεκλημένοι ξένοι και Ελληνες δημιουργοί. Αρκεί λίγος χρόνος σε αυτό το σπίτι για να «καταλάβεις», έτσι όπως είναι απογυμνωμένο από μέσα ώστε να δέχεται μόνο τα έργα και να γεννάει αυτή τη σπίθα, το σοκ, την απορία, τη σκέψη.
Ομορφα περιγράφει ο Νικόλας Βαμβουκλής ότι η έκθεση αυτό το καλοκαίρι διερευνά την έννοια του Wunderkammer, του δωματίου γεμάτου παραδοξότητες (κυρίως συλλεκτικών εμμονών ή απρόβλεπτων συγκατοικήσεων).
Στην έκθεση τα έργα είναι ανόμοια και ετερόκλητα, όπως πρέπει να είναι, καθώς διερευνούν την «πολιτική της μνήμης» και την «κατανάλωση των πληροφοριών».
Εντυπωσιακές η εγκατάσταση του Χρήστου Δεληδήμου, η in situ παρέμβαση του Ηλία Παπαηλιάκη, η μεικτή τεχνική σε ύφασμα της Virginia Russolo.