Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
... «κάτ’ αγρίγ’ αθρώπ’ μας φέραν βάρκα γυαλό
Θέλαν να τσ’ γυμνάσιν λέγαν ζουμ τριαλαρί λαρίλαρό
Θέλαν να μας ξιγιλάσιν
Τσι στουν ύπνου να μας πιάσιν
Νά μας βάλιν του σαμάρ
πριν του πάρουμι χαμπάρ.
Μο πους τς φέραν για σαβούρα
ε ντνη πήραμι ντ' μαγκούρα.
Σαν ισκώσαμι τς μαχαίρις βάρκα γυαλό,
κάναν να σνιφέριν μέρες ζουμ τριαλαρί λαρί λαρο
τς απ τ’ ριμούλα τς απ΄το φόβο βάρκα γυαλό
ρίξαν τουν Αητό* στου μόλο ζουμ τριαλαρί λαρίλαρί λαρό
Πίσου πίσου τα σμαζώξαν
τα χιζμένα τους τσι κόψαν.
Ήμπαμι μες στα στραβά σας
Φάτι τώρα τα σκατά σας».
* Την Τρίτη σε μια μανούβρα το αντιτορπιλικο «Αϊτός» τρακάρησε. Λένε πως το προσωπικό ήταν σε επιτήρηση και έλειπαν οι ειδικοί για την κίνηση αυτή. Πρώτη φορά ο στίχος ήταν: «Πήκαν τουν “Αϊτό” μας βόλου».
Τα Δεκεμβριανά, ο όρος που καταγράφηκε στην ιστορία και περιγράφει τις αιματηρές συγκρούσεις που έλαβαν χώρα στην Αθήνα το 1944 ανάμεσα στις δυνάμεις του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ και τις βρετανικές και τότε κυβερνητικές δυνάμεις, έβρισκαν τη Λέσβο πολύ μακριά από αυτές.
Η Λέσβος, μετά από την αποχώρηση των Γερμανών από το νησί τον Οκτώβριο του 1944, «ΕΑΜοκρατούνταν», με τις δυνάμεις του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ να κατέχουν την εξουσία.
Τα φετινά Χριστούγεννα συμπληρώνονται 71 χρόνια από τα «Χριστούγεννα του ’44», από την επιχειρούμενη απόβαση των αγγλικών στρατευμάτων υπό τον ταξίαρχο Τόρνμπουλ (Turnbull) στη Λέσβο, που αποτελούνταν από «μαύρους» των αποικιακών χωρών -οι οποίες την εποχή αυτήν ήταν ακόμη αποικίες της Αγγλίας-, και την αντεπίθεση του λεσβιακού λαού που την απέτρεψε σύσσωμος.
Σύσσωμος ο λεσβιακός λαός συγκεντρώνεται στα «Μπλόκια» της Μυτιλήνης για να αποτρέψει την απόβαση των «μαύρων»
Βρήκαμε τη Βάνα (Ιωάννα Κιοσλή), αδερφή του Λευτέρη, ο οποίος έπαιξε σημαντικό ρόλο στο ΕΑΜ και εκλέχτηκε μετέπειτα και βουλευτής Λέσβου. Επίσης, εντοπίσαμε σε βίντεο του 2008 από το αρχείο της ΕΡΤ δύο σημαντικές μαρτυρίες ανθρώπων, που επίσης έζησαν τα γεγονότα του ’44, το οποίο προβλήθηκε σε εκδήλωση του ΚΚΕ και περιλαμβάνει συνέντευξη της Αιμιλίας Βούλβουλη από την Αγιάσο και του Μιχάλη Αψόκαρδου από τον Μανταμάδο.
«Τους διώξαμε»
Το κλίμα της εποχής και η ιστορική αναδρομή σε αυτό από όσους το έζησαν δεν μπορεί να περιοριστεί στην παραμονή των Χριστουγέννων, Κυριακή 24 Δεκεμβρίου 1944. Το πριν και το μετά έχει μείνει ανεξίτηλο στις αναμνήσεις εκείνης της γενιάς.
Η Βάνα Κιοσκλή, 97 ετών σήμερα, διηγείται στο «View» τις πολιτικές εξελίξεις της περιόδου πριν και μετά. Θυμάται ότι πριν από το 1944, στην Κατοχή, έκαναν συνέλευση στο ξενοδοχείο «Αιγαίο» με το ΕΑΜ. Η κ. Βάνα θυμάται επίσης: «Αλλάξαμε τέσσερις φορές σπίτια για να μη μας βρουν οι Γερμανοί λόγω του αδερφού μου».
Για τα Χριστούγεννα του 1944 θυμάται: «Αρραβωνιασμένη πρέπει να ήμουν τότε. Μέναμε στη Μυτιλήνη. Είμαστε πρόσφυγες από την Ανατολή. Γεννήθηκα το ’18 στη Μυτιλήνη, φύγαμε και μετά, στον δεύτερο διωγμό, ήρθαμε ξανά. Το ’44 ήρθαν οι Εγγλέζοι και κατεβήκαμε στην προκυμαία και φωνάζαμε «go back», να φύγουν δηλαδή οι Εγγλέζοι. Ήμασταν πάρα πολλοί. Κι εγώ είχα κατέβει βέβαια. Τους διώξαμε, τους φωνάζαμε συνέχεια να φύγουν. Και έφυγαν!»
«Άλλος δρεπάνι πήρε...»
Ο κ. Αψόκαρδος, μικρός το 1944, διηγείται: «Ήρθαν τότε οι Αραπάδες στη Μυτιλήνη για να βγουν έξω. Τότε στο χωριό δεν είχε μείνει άντρας, μόνο μερικά παιδιά, γέροι και γυναίκες. Μια παγωνιά τότε, ένα κρύο. Άλλος δρεπάνι πήρε κι ό,τι όπλο μπορούσε. Ξεσηκώθηκε και κατέβηκε όλος ο κόσμος στη Μυτιλήνη, στην προκυμαία και στάθηκε μπροστά και πραγματικά το κατόρθωσε».
Επινίκια παρέλαση του ΕΛΑΣ στην πόλη της Μυτιλήνης, μετά το διώξιμο των «μαύρων» (28-12-1944)
Συνεχίζοντας ο κ. Αψόκαρδος μιλά για τον εμφύλιο, τα «μίση» και τις «κακίες»: «Εμείς και σφάξαμε και σκοτώσαμε και πρόβατα πήραμε κάτω από αυτές τις συνθήκες και αυτές τις ανάγκες. Αλλά αυτά που μας κάναν, εμείς δεν τα κάναμε».
«Άφησα κι εγώ τα φοινίκια...»
«Μας είχε κάνει τότε ένα χιουνέλ» θυμάται το 2008 στην κάμερα της ΕΡΤ η Αιμιλία Βουλβούλη, διηγούμενη τα γεγονότα του 1944 στη Λέσβο. «Τι όμορφη ήταν η Μυτιλήνη τότες. Για ώρες σα μαν έβλεπες έξω στο καφενείο, τι σύρματα από τον Καρά Τεπέ, αγκαθωτά, να μη βγουν οι Αράπηδες.
Το χωνί ενημερώνει και καλεί σε επιστράτευση
Είχαμε κουράγιο γιατί ήρθαν πάνω στις γιορτές, τα Χριστούγεννα. Άκουσα το χωνί που ήρθε και φώναζε. “Παιδιά ήρθαν οι Αραπάδες στη Μυτιλήνη, κατεβείτε με τα πόδια γιατί θα κατεβεί όλο το νησί να τους διώξουμε!” Άφησα κι εγώ τα φοινίκια και κατέβηκα, τρεις φορές κατεβήκαμε σε συλλαλητήρια τότες. Βάλανε φωτιές, περίμεναν να τους βγάλουν οι αραπάδες. “Iιιιιιι, το χωνί, σιούντον!” Εγώ έφυγα με την αύριο, πήγαμε στο χωριό, ξεκινήσαμε τον χορό».
Πώς έγιναν τα πράματα
Στο πλαίσιο του εορτασμού των 70 χρόνων από το «GO BACK», το ΚΚΕ εξέδωσε εκ νέου τα ντοκουμέντα της περιόδου, όπως είχαν συγγραφεί με τη φροντίδα του Ηλία Παρασκευαΐδη και του Τάκη Ελευθεριάδη. Αναδημοσιεύουμε μέρος από το κεφάλαιο «Πώς έγιναν τα πράματα»:
«Κυριακή, παραμονή Χριστούγεννα του 1944. Στις εφτά το πρωί, μαθεύτηκε σ’ ολόκληρη την πόλη πως απ’ την αυγή άραξαν όξω απ’ το λιμάνι έξι καράβια μεταγωγικά γεμάτα μαύρους και τρία πολεμικά Εγγλέζικα. Στα μπλόκια είχαν κιόλας ξεφορτώσει έξι στρατιωτικά αυτοκίνητα. Τα φύλαγαν δυο μαύροι. Στο ίδιο μέρος ήταν κι άλλα φορτηγά που από καιρό είχαν φέρει στο νησί οι Άγγλοι.
Η μέρα ήταν βαριά και κρύα. Φυσούσε δυνατός αγέρας κι ώρες ώρες έριχνε χιονόνερο. Τα χωνιά γυρίζουν στις γειτονιές και ειδοποιούν τον κόσμο. «Οι δολοφόνοι του γενναίου λαού της Αθήνας και του Πειραιά, ο Παπανδρέου κι ο Σκόμπι, θέλουν να ματοκυλίσουν και το ηρωικό νησί μας, θέλουν να φέρουν μια μαύρη τρομοκρατία για να μας υποδουλώσουν. Έξι πλοία με αραπάδες βρίσκονται στο λιμάνι της Μυτιλήνης. Νιάτα και λαέ! Εμπρός όλοι, άντρες γυναίκες και παιδιά, να ζητήσουμε να φύγουν απ’ το νησί μας οι μαύροι, θάνατος στον φασισμό - Λευτεριά στο λαό».
«[...] Η απεργιακή Επιτροπή, που από καιρό βρισκόταν σ’ επιφυλακή, κήρυξε γενική απεργία. Σ’ όλο το νησί. Οι Ελασίτες και η Πολιτοφυλακή βρισκόταν στις θέσεις τους. Κι ο κόσμος όλο και κατέβαινε.
Στις εννιά η ώρα απ’ ένα μεταγωγικό άρχισαν να κατεβαίνουν αραπάδες σε τορπιλάκατο. [...] Τα χωνιά μπήκαν πάλι σ’ ενέργεια. Έτσι μαζεύτηκε πολύς κόσμος. [...] Γυναίκες βγάζουν τα τσόκαρα και τα σηκώνουν καταπάνω στους μαύρους που σαστισμένοι συμαζεύουνται μέσα στην τορπιλάκατο. Το πλήθος την αβαρέρνει με αμέτρητα χέρια.
Η απόβαση δε μπορούσε να γίνει εκεί. Η τορπιλάκατο έκανε πίσω κι έβαλε τιμόνι ολοταχώς κατά τα μπλόκια. Όλοι τρέχουν κατά κει.
[...] Εξακολουθεί να βρέχει· η προκυμαία γεμίζει κόσμο. Κατεβαίνουν από παντού. Τραγουδούν τον αντάρτικο. Στα μπλόκια οι γυναίκες κάθουνται και περιμένουν. Τις δέρνει το χιονόνερο κι η παγωμένη αλισάχνη. Ο αγέρας δυναμώνει. Ο κόσμος μαζεύει ξύλα κι ανάβει φωτιές· στήνουνται πρόχειρες σκηνές με τέντες από αυτοκίνητα.
Η επιτροπή του αγώνα, που ανέβηκε στα πλοία, κάθησε τρεις ώρες. Φαίνεται πως η απάντηση του Τόρνμπουλ είναι τούτη: οι μαύροι θα βγουν ό,τι και να γίνει. Τα χωνιά ρίχνουν το σύνθημα να μη φύγει κανένας. Δεν έφυγε κανένας. Τραγουδάν τον αντάρτικο και σφίγγουν τις γροθιές. Βρέχει. Κρυώνει. Μα δεν έφυγε κανένας. [...]
Αυτή τη νύχτα σηκώθηκαν οδοφράγματα με πέτρες, βαρέλια, αραμπάδες, κάσες και άλλα. Κάθε δρόμος και οδόφραγμα. Ο λαός αγρυπνούσε. Παντού.
Ξημέρωναν τα Χριστούγεννα κι από παντού καταφθάνουν οι αγρότες του νησιού με κασμάδες, τσεκούρια και ντουφέκια. Όλοι μαζώνονται στην προκυμαία και στα μπλόκια. Ο κόσμος δείχνει μεγάλη αποφασιστικότητα.[...]
Την άλλη μέρα και στις 27 οι μαύροι δεν έδειξαν καμιά διάθεση για απόβαση. Στις 28 το φορτηγό, που ήταν πλευρισμένο στο εξωτερικό λιμάνι, βγήκε έξω στ’ ανοιχτά. Άλλο ένα φορτηγό κι ένα αντιτορπιλικό έφυγαν. Την άλλη μέρα κατά το βράδυ έφυγαν κι άλλα καράβια. Απόμεινε ένα μονάχα φορτηγό κι ένα πολεμικό. Μαθεύτηκε πως ήρθανε στην Αθήνα ο πρωθυπουργός της Αγγλίας Τσώρτσιλ κι ο Ήντεν. Ο Ταξίαρχος περίμενε κι αυτός το τι θα γινόταν στην Αθήνα. Οι μέρες και οι νύχτες πέρασαν ήσυχες. Απ’ την προκυμαία όμως δεν έφυγε κανένας. Όλοι έμειναν στις θέσεις τους. Μέρα και νύχτα.
Στις τέσσερις αυτές μέρες έγιναν πολλές διαδηλώσεις κι ο λαός ενέκρινε διάφορα ψηφίσματα. [...] Στις 28 ανακοινώθηκε επίσημα πως οι μαύροι δε θα πατούσαν πόδι στο νησί. Την είδηση τη δέχτηκε ο κόσμος με χαρά. Όλοι μαζεύτηκαν στο Δημαρχείο. Μίλησαν στο λαό ο Γώγος, ο Αποστόλου, ο Φριλλίγος, ο Πιταούλης κι ο Χατζηπαυλής.
Την ίδια μέρα το μεσημέρι έγινε παρέλαση. Μπροστά η Ε.Α., υστέρα ο ΕΛΑΣ, η Πολιτοφυλακή, ο Εφεδρικός ΕΛΑΣ. Απ’ τα ζήτω χαλά ο κόσμος! Ραίνουν τους αντάρτες με λουλούδια. Πετούν καπέλα στον αέρα, φωνάζει ο κόσμος ζήτω και πάλι ξαναρχής. Όλη η μέρα πέρασε με χαρά και με τραγούδια. Ο λαός γιόρταζε τη νίκη του».
*Οι περισσότερες από τις φωτογραφίες που δημοσιεύουμε είναι από το αρχείο του Παναγιώτη Κουτσκουδή και υπάρχουν στο λεύκωμα «Λεσβιακές φωτοσκιές. Σ. Χουτζαίος. 1873-1967. Μυτιλήνη 1982» του Δουκάκη Σίμου Χουτζαίου.