Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, μας απασχόλησε πάρα πολύ η αναζήτηση του πραγματικού λόγου που οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ στην υποβολή της πρότασης δυσπιστίας. Νομίζω ότι μετά τα όσα ειπώθηκαν στην αίθουσα αυτή τις τρεις τελευταίες μέρες έχουμε μπροστά μας ανάγλυφη την ομολογία του πολιτικού αδιεξόδου του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό συμβολίζει η πρόταση δυσπιστίας, μια πρόταση θεσμικά ακραία, πολιτικά αμήχανη, θα έλεγα απεγνωσμένη και δυστυχώς εθνικά ανεύθυνη.
Υπέβαλαν –λέει- την πρόταση δυσπιστίας, προκειμένου να δοκιμάσουν το βαθμό ειλικρίνειας των διαμαρτυρομένων Βουλευτών της πλειοψηφίας. Ναι, πράγματι, οι Βουλευτές των δύο κομμάτων που στηρίζουν την Κυβέρνηση, του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, πολύ συχνά διαμαρτύρονται, δυσανασχετούν, γιατί έχουν την εντολή και την υποχρέωση, ηθική και πολιτική, να μεταφέρουν στα κόμματά τους και στο Κοινοβούλιο την αγωνία, την αβεβαιότητα, την ανασφάλεια της ελληνικής κοινωνίας.
Ναι, από τους Βουλευτές μας σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό μαθαίνουμε αυτό που αυθεντικά συμβαίνει μέσα στην ελληνική κοινωνία. Κι έχουμε πλήρη γνώση και πλήρη συνείδηση του πως νοιώθει κάθε Έλληνας και κάθε Ελληνίδα, τι συμβαίνει σε κάθε οικογένεια, σε κάθε επιχείρηση, τι συμβαίνει μέσα στο μυαλό και την ψυχή του αγρότη, του επιχειρηματία, του άνεργου, του εργαζόμενου, του φοιτητή, του νέου, κάθε γυναίκας, κάθε ανάπηρου, κάθε πολύτεκνης οικογένειας.
Αυτή είναι η υποχρέωση των Βουλευτών και τη σεβόμαστε την υποχρέωση αυτή, όμως η τελική και ύψιστη υποχρέωση κάθε Βουλευτή είναι να μετουσιώνει την αγωνία και την ανάγκη της κοινωνίας σε μία πράξη εθνικής ευθύνης. Να υπηρετεί με ιστορική διορατικότητα και με συνείδηση της ιστορίας το εθνικό συμφέρον και αυτό πράττουν οι Βουλευτές του ΠΑΣΟΚ από το 2010, μια ολόκληρη επώδυνη τριετία, στην αρχή μόνοι τους, μόνοι μας και από το 2012 μαζί με την Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας που προσχώρησε στην αντίληψη αυτή.
Και ποιον έχουν, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, αποδέκτη οι διαμαρτυρίες, οι αγωνίες, οι επιφυλάξεις, οι ενστάσεις, οι πιέσεις των Βουλευτών της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας; Μήπως έχουν πράγματι αποδέκτη την Κυβέρνηση; Την Κυβέρνησή τους; Γιατί δική τους, των Βουλευτών των δύο κομμάτων είναι η Κυβέρνηση αυτή.
Όχι, ο πραγματικός αποδέκτης είναι οι θεσμικοί μας εταίροι, ο πραγματικός αποδέκτης είναι η Ευρωζώνη, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η αδυναμία της τρόικας, που εκπροσωπεί Κυβερνήσεις και θεσμούς, να αντιληφθεί τι είναι αυτό που συμβαίνει πραγματικά στην Ευρώπη, στον κόσμο, στη διεθνή οικονομία. Τι είναι αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.
Αυτός είναι ο πραγματικός αποδέκτης των πιέσεών μας και αν μπορούσαμε να μεταφέρουμε εδώ στη Βουλή, να αφηγηθούμε, το τι συμβαίνει σε αυτήν την πολυετή σκληρή διαπραγμάτευση με τους εταίρους και πιστωτές, τότε θα έβλεπαν όλοι ότι οι διαμαρτυρίες, οι πιέσεις, οι ενστάσεις που διατυπώνονται κοινοβουλευτικά, ωχριούν μπροστά τα επιχειρήματα που διατυπώνουμε ως Κυβέρνηση, όχι τώρα αλλά από το 2010, σε αυτή τη σκληρή την αδυσώπητη διαπραγμάτευση. Με μια Ευρώπη που αδυνατεί να καταλάβει ποια είναι τα πραγματικά αίτια της κρίσης και αδυνατεί φυσικά να αναλάβει τις αναγκαίες διορατικές πρωτοβουλίες.
Γιατί ναι, παλεύουμε τώρα τρία χρόνια με μια συντηρητική Ευρώπη, με μία Δεξιά Ευρώπη, με μία Ευρώπη που κυριαρχείται από νεοφιλελεύθερες οικονομικά αντιλήψεις. Αλλά μήπως έχετε υπόψη σας τίποτα καλύτερο και τίποτα ασφαλέστερο; Μήπως ξέρετε κανένα άλλο γήπεδο;
Κι αυτή η Ευρώπη δεν είναι η Ευρώπη της κυρίας Μέρκελ, δεν είναι η Ευρώπη των Κυβερνήσεων, αυτή η Ευρώπη είναι η Ευρώπη των Κοινοβουλίων και των λαών που ψηφίζουν σε εθνικές εκλογές, που διατυπώνουν την προτίμησή τους σε δημοσκοπήσεις, που πολύ συχνά απορρίπτουν αυτό που λέγεται προοδευτική αντίληψη για την Ευρώπη ή για την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη.
Αλλά δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο, αυτός είναι ο περιφερειακός και ο διεθνής συσχετισμός δυνάμεων.
Η ενδοκυβερνητική διαπραγμάτευση που διεξάγεται και μεταξύ των δύο κομμάτων που συγκροτούμε την Κυβέρνηση αυτή και το ξέρει αυτό -και η ΔΗΜΑΡ γιατί το έχει ζήσει έως την αποχώρησή της- είναι πάρα-πάρα πολύ σημαντική, δεν είναι όμως πραγματικά το καθοριστικό, το καταλυτικό στοιχείο, γιατί πρέπει να συσχετίζεται πάντα με τη σκληρή διαπραγμάτευση της χώρας με τους εταίρους και πιστωτές της.
Άρα λοιπόν να η εθνική ανευθυνότητα της πρότασης δυσπιστίας που υπέβαλε ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί την ώρα της διαπραγμάτευσης, την ώρα που πάμε να επιβεβαιώσουμε την είσοδό μας στο τελικό στάδιο της οριστικής εξόδου από το μνημόνιο, έχουμε μία ακραία, απροκάλυπτη υπονόμευση της εθνικής ενότητας.
Σας έχουμε καλέσει κατ΄ επανάληψη να συμπράξετε στην εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης, σας έχουμε καλέσει κατ΄ επανάληψη κυρίες και κύριοι Βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, να βοηθήσετε μια εθνική προσπάθεια επί του συγκεκριμένου, στο γήπεδο στο οποίο παίζεται το πραγματικό παιχνίδι για την έξοδο της χώρας από το μνημόνιο.
Και βεβαίως, ας μην ξεχνάμε ότι αυτή η πρόταση δυσπιστίας έρχεται να υποβληθεί λίγο πριν την έναρξη της Ελληνικής Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή λίγο πριν αρχίσει μια πολύ σημαντική ευκαιρία να δείξει η χώρα ότι έχει κι ένα άλλο πρόσωπο, ότι μετέχει στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι με όρους θεσμικής ισοτιμίας και ομαλότητας.
Όχι ως φτωχός συγγενής, όχι ως δανειζόμενος, αλλά ως χώρα που διευθύνει τις εργασίες του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λίγους μήνες πριν τις εκλογές για το νέο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Δηλαδή κατά το εξάμηνο στο οποίο αναγκαστικά θα διεξαχθεί η μεγάλη συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης, μιας άλλης Ευρώπης που έχουμε ανάγκη.
Άρα να και η υπονόμευση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τώρα που πρέπει να σταλεί παντού και εσωτερικά και εξωτερικά μήνυμα σταθερότητας και αισιοδοξίας.
Και ενώ όλη αυτή την κρίσιμη περίοδο το ζητούμενο είναι η συσπείρωση του συνταγματικού τόξου, του τόξου των συνταγματικών δημοκρατικών δυνάμεων κατά του ναζισμού και του φασισμού, έχουμε μία πράξη που στο συνταγματικό τόξο αντιπαρατάσσει για μια ακόμη φορά το ετερόκλητο αντιφατικό και επικίνδυνο αμάλγαμα της λεγόμενης αντιμνημονιακής αντιπολίτευσης. Όπου ο ΣΥΡΙΖΑ για μια ακόμη φορά επιβεβαιώνει την ταύτισή του με τους Ανεξάρτητους Έλληνες του κ. Καμμένου, το ΚΚΕ ψηφίζει διαφοροποιούμενο και καταγγέλλοντας το ΣΥΡΙΖΑ και την όσμωση εξ αντικειμένου με τη Χρυσή Αυγή.
Και βεβαίως εδώ έχουμε και ένα άλλο στοιχείο το οποίο είναι πάρα πολύ σημαντικό, έχουμε την ανάγκη ο καθένας να τοποθετηθεί με καθαρότητα και ευθύτητα απέναντι στα διλήμματα. Υπάρχει, άκουσα και η λύση του «παρών». Μάλιστα. Επειδή κατά το Σύνταγμα και κατά τον κανονισμό της Βουλής η πρόταση μομφής πρέπει να υπερψηφιστεί από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, το να δηλώσεις «παρών» στην ψηφοφορία αυτή αριθμητικά, θεσμικά, εξ αντικειμένου λειτουργεί υπέρ της κυβέρνησης.
Αλλά για να μπορέσεις να πεις «παρών», δηλαδή να στηρίξεις έμμεσα την κυβέρνηση -γιατί δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο, γιατί κάθε διαφορετική στάση θα ήταν ανεύθυνη, επικίνδυνη, δραματική- η κυβέρνηση αυτή πρέπει να υπάρχει και η κυβέρνηση αυτή υπάρχει, γιατί κάποιοι της επιτρέπουν να υπάρχει.
Και βεβαίως υπάρχει το πρώτο κόμμα που έχει και τον Πρωθυπουργό, αλλά υπάρχει το ΠΑΣΟΚ. Ο πυλώνας της σταθερότητας, που επιτρέπει στην κυβέρνηση αυτή να υπάρχει, εγγυώμενο τη σταθερότητα όχι της κυβέρνησης, αλλά της χώρας.
Επειδή λοιπόν εμείς λέμε όχι στην ανευθυνότητα και τον τυχοδιωκτισμό, επειδή εμείς παίρνουμε το κόστος της καθαρής, θαρραλέας και έντιμης στάσης για μια ακόμη φορά, κάποιοι έχουν την πολυτέλεια του ενδιάμεσου, του αμφιρέποντος λόγου. «Παρών» πού; Στο πλαίσιο που διαμορφώνουμε εμείς, «παρών».
Με την ευκαιρία θέλω απευθυνόμενος στην Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ να θυμίσω ότι καταθέσατε αυτή την πρόταση δυσπιστίας ενώ περιμέναμε να καταθέσετε την περιβόητη πρόταση για τη συγκρότηση Εξεταστικής Επιτροπής για τα ναυπηγεία και τα υποβρύχια. Περιμένουμε 25 μέρες και θέλω να σας προειδοποιήσω και κυρίως να προειδοποιήσω τον κατ’ εξοχήν υπεύθυνο αρχηγό σας, τον κ. Τσίπρα, ότι η πράξη του συκοφάντη είναι μια πράξη άτιμη κατά το ποινικό δίκαιο.
Περιμένω να έρθετε να μιλήσουμε για εξυπηρέτηση συμφερόντων, για κίνητρα, για το τι επιδιώκουν αυτοί που σας καθοδηγούν σε αυτή τη συκοφαντική εκστρατεία. Ελάτε να δούμε πόσα απίδια έχει ο σάκος στο θέμα αυτό.
Άλλωστε σας έχω πει ότι ίσως έχει έρθει η ώρα να καταθέσουμε εμείς μια πρόταση Εξεταστικής Επιτροπής για συνωμοσίες και γκρίζα παιχνίδια με επιχειρηματικά συμφέροντα, με πρώην στελέχη μυστικών υπηρεσιών, με πολύ συγκεκριμένα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Γιατί υπάρχει ο κοινοβουλευτικός έλεγχος που ασκεί θεσμικά η αντιπολίτευση προς την κυβέρνηση, αλλά υπάρχει και ο κοινοβουλευτικός έλεγχος που ασκεί το Κοινοβούλιο ως τέτοιο στο οργανωμένο λαθρεμπόριο πολιτικής επιρροής.
Μάλιστα υπάρχουν άνθρωποι συνδεδεμένοι με πολύ συγκεκριμένα συμφέροντα επιχειρηματικά και άλλα που κινούνται πολύ κοντά σας. Θα μιλήσουμε γι’ αυτά.
Ας επανέλθουμε όμως στην πρόταση δυσπιστίας, η οποία υπεβλήθη, υποτίθεται με αφορμή την ΕΡΤ. Μόνο που για την ΕΡΤ έχουμε τοποθετηθεί κατ’ επανάληψη. Το ζήτημα της ΕΡΤ πράγματι κλόνισε σε ακραίο βαθμό την κυβέρνηση. Οδήγησε τον Ιούνιο σε κυβερνητική κρίση.
Διατυπώσαμε ανοιχτά τη διαφωνία μας, αλλά συνεννοηθήκαμε, συμβιβαστήκαμε, βρήκαμε λύσεις, συμφωνήσαμε στις λύσεις αυτές και οι λύσεις αυτές πρέπει να εφαρμοστούν και οι λύσεις αυτές οδηγούν σε μια νέα δημόσια ραδιοτηλεόραση χωρίς τα βάρη του παρελθόντος. Επιτρέπουν σε περίπου 2.000 ανθρώπους να βρουν δουλειά. Αυτό παρεμποδίζεται. Όπως παρεμποδίζεται η εφαρμογή του νέου νόμου για τη Δημόσια Ραδιοτηλεόραση και βεβαίως υπονομεύεται και η προοπτική της ελληνικής προεδρίας.
Άρα ζητήματα δημοκρατίας και νομιμότητας έχουν κριθεί. Τώρα για τα χθεσινά, δεν νομίζω ότι αξίζει τον κόσμο να προσθέσω τίποτε άλλο. Και μόνο το γεγονός ότι οργανώθηκε με προϋποθέσεις τηλεοπτικής παραγωγής, έξω από την Αγία Παρασκευή ένα σώου από τις 7.30 μέχρι τις 8.30 μ.μ. προκειμένου να τροφοδοτηθούν τα δελτία ειδήσεων, τα λέει όλα
Και εάν ο ρόλος του βουλευτή είναι να πρωταγωνιστεί σε τηλεοπτικό happening έξω από την Αγία Παρασκευή, μόνο και μόνο για λόγους επικοινωνιακούς, θα πρέπει να σας πω ότι δεν είναι αυτό η δική μας αντίληψη για το ρόλο του βουλευτή.
Εάν κάποιοι δε φαντασιώνονται ότι τα κάγκελα και η πύλη της Αγίας Παρασκευής είναι η πύλη του Πολυτεχνείου, τότε πραγματικά πάσχουν ορισμένοι από απόλυτη ιστορική σύγχυση. Βεβαίως, ουδέν κακό αμιγές καλού. Χαλυβδώνεστε, κυρίες και κύριοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, στους κοινούς αγώνες με τους Ανεξάρτητους Έλληνες. Αυτό είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό.
Εξίσου προκλητική είναι η σημερινή συγκέντρωση έξω από τη Βουλή. Αυτή η καρικατούρα των αγανακτισμένων. Οι αγανακτισμένοι πριν από τον Ιούνιο του 2011 ήταν η θερμοκοιτίδα των ακραίων φαινομένων. Και η θερμοκοιτίδα του νέου ρόλου της Χρυσής Αυγής. Αλλά είστε ανιστόρητοι ως προς τον μακρύ ιστορικό χρόνο. Τώρα βλέπω ότι είστε ανιστόρητοι και ως προς τον βραχύ ιστορικό χρόνο.
Η πρόταση μομφής, κυρίες και κύριοι βουλευτές, κατατέθηκε γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει τίποτα να πει επί της ουσίας και κυρίως γιατί απέτυχε η στρατηγική της εφόδου κατ’ επανάληψη. Καμία έφοδος δεν έχει πετύχει. Τώρα πρέπει να συντηρηθεί κοινοβουλευτικά, με την πρόταση μομφής, η ψευδαίσθηση ενός δήθεν ρυθμού μεταφυσικά με το επιχείρημα ότι δεν πειράζει που θα καταψηφιστεί η πρόταση μομφής, η κυβέρνηση θα πέσει, γιατί έτσι έχει γίνει και άλλες φορές.
Αν αυτό αντέχει σε μια λογική αντίκρουση, είμαι έτοιμος να την ακούσω. Αλλά τι είναι αυτό; Είναι η ψυχολογική ανάγκη του σκληρού πυρήνα της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να πει στο κοινοβουλευτικό και λοιπό ακροατήριο ότι «να, έχουμε κάτι να κάνουμε». Τίποτα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, υπάρχει και μια άλλη επιδίωξη στη πρόταση μομφής. Είναι το γνωστό σκηνικό της τεχνητής πόλωσης σε μεσαία εκλογικά επίπεδα. Αυτό σε πολύ μεγάλο βαθμό οφείλεται στον εκλογικό νόμο. Ένα εκλογικό νόμο που ανταποκρίνεται σε άλλες συνθήκες πριν από την κρίση, σε ένα άλλο πολιτικό σύστημα, σε μια άλλη κοινωνία. Έχουμε πει ότι πρέπει να έχουμε ένα εκλογικό σύστημα που δεν τροφοδοτεί την τεχνητή πόλωση.
Μόνο που η νομική συζήτηση για το εκλογικό σύστημα προϋποθέτει ότι θα έχει διεξαχθεί μια σοβαρή πολιτική συζήτηση για το πώς τοποθετούνται οι πολιτικές δυνάμεις σε σχέση με την κατάσταση και την προοπτική της χώρας. Πώς απαντούν στο ερώτημα: Κυβερνιέται ο τόπος, πώς κυβερνιέται, πού πηγαίνει μετά τις επόμενες εκλογές. Θα μιλήσουμε γι’ αυτό.
Ματαιοπονούν λοιπόν όσοι θέλουν να στήσουν το σκηνικό της τεχνητής πόλωσης μεσαίου δημοσκοπικού επιπέδου. Χωρίς το ΠΑΣΟΚ και χωρίς την κεντροαριστερά της ευθύνης, δεν συγκροτείται εθνικό μέτωπο σταθερότητας και προοπτικής.
Παρατήρησα δε ότι ο κ. Κουβέλης προηγουμένως, δεν ξέρω για ποιους λόγους, προσχώρησε σε αυτή την αντίληψη της τεχνητής πόλωσης και ασχολήθηκε με δυο πόλους. Μόνο που δεν υπάρχουν δυο πόλοι. Υπάρχει η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση. Και κυβέρνηση δεν υπάρχει χωρίς το ΠΑΣΟΚ. Το σωστό θα ήταν να μην υπάρχει και χωρίς τη ΔΗΜΑΡ. Να μην υπάρχει χωρίς όλες τις δυνάμεις της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και της κεντροαριστεράς της ευθύνης.
Αν λοιπόν κάποιοι που δεν έπρεπε έρχονται τώρα να τροφοδοτήσουν την τεχνητή πόλωση, δεν μας φταίει κανείς, μας φταίει η αδυναμία μας αντιληφθούμε πώς λειτουργούν τα πράγματα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το μεγάλο στοίχημα για τη χώρα είναι η έξοδος από το μνημόνιο. Αυτό είναι το ζητούμενο τώρα. Η επιστροφή στην κανονικότητα, στη θεσμική ισοτιμία. Δεν εννοώ ότι θα βγούμε από τους κανόνες λειτουργίας της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπάρχει σύμφωνο σταθερότητας, υπάρχει πολυμερής εποπτεία, αλλά είναι διαφορετικό πράγμα να μετέχεις εκεί ισότιμα όπως και όλοι οι άλλοι και διαφορετικό να είσαι κάτω από τη σκληρή εποπτεία και παρακολούθηση των δανειστών.
Εμείς μόνο εφαρμόζουμε μία πολιτική εξόδου από το μνημόνιο και θέτουμε το ζήτημα των ευθυνών της τρόικας. Όπως το έθεσα στην τελευταία κοινή δήλωσή μου με τον κ. Σουλτς, τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και υποψήφιο για την Προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος.
Κλήθηκε η τρόικα στην Επιτροπή Οικονομικών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και καλείται στην Ολομέλεια να λογοδοτήσει. Αλλά το μεγάλο πρόβλημα δεν είναι της τρόικας, είναι των ίδιων των ευρωπαϊκών θεσμών που υποβαθμίζονται οικειοθελώς και αποδέχονται την τρόικα.
Επειδή εμείς έχουμε κάνει αυτή την τραγικά δύσκολη επιλογή και στη δική μας στρατηγική εκ των υστέρων είδαμε με χαρά να προσχωρούν και άλλοι -κάποιοι να αποχωρούν, να παλινδρομούν, αλλά εντέλει έχει σημασία να υπάρχει πλειοψηφία και σταθερότητα- έχει πολύ μεγάλη σημασία να πω απευθυνόμενος στη Βουλή ότι η Κυβέρνηση συνεργασίας διέπεται από μία προγραμματική σύμβαση και έχει πλήρη αίσθηση του περιεχομένου της.
Οι διαφορές ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας είναι γνωστές, ιστορικές, ιδεολογικές, πολιτικές, αλλά αυτό που κυριαρχεί είναι η κοινή αίσθηση ευθύνης. Αυτήν την κοινή συνείδηση ευθύνης μοιραζόμαστε με τον Πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά, γιατί ξέρουμε ότι σηκώνουμε στους ώμους μας μία πρόκληση ιστορική για το έθνος και θα ανταποκριθούμε στην πρόσκληση και την πρόκληση αυτή.
Και φυσικά δεν αποδέχομαι καθόλου τη θεωρία, όποιος κι αν διατυπώνει τη θεωρία αυτή, ότι το ΠΑΣΟΚ έκανε το κακό πρώτο πρόγραμμα και οι άλλοι τις διορθώσεις. Όχι κυρίες και κύριοι Βουλευτές. Μου έλαχε ως Υπουργό των Οικονομικών η ευθύνη και η τιμή να χειριστώ τη μεγάλη διαπραγμάτευση για το δεύτερο πρόγραμμα, τη δραστική, τη μοναδική σε διεθνές επίπεδο δραστική περικοπή και τη ριζική αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους, το μεγάλο δάνειο των 250 δισεκατομμυρίων, το δύσκολο αλλά σταθερό και ασφαλές πλαίσιο εξόδου από την κρίση, αυτό που εφαρμόζουμε.
Ας αποκαταστήσουμε όμως τουλάχιστον σήμερα την κοινή λογική. Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, ποια είναι η κρίση; Η κρίση είναι η προσπάθεια εξόδου από την κρίση ή τα αίτια που μας οδήγησαν το 2009 κολλημένους με την πλάτη στον τοίχο ενώπιον της απειλής της ασύντακτης χρεοκοπίας και της καταστροφής του τόπου;
Πότε άρχισε να υπάρχει κρίση; Από τότε που εφαρμόζουμε ένα σχέδιο εξόδου από την κρίση ή πριν; Γιατί εδώ κινδυνεύουμε να χάσουμε τη λογική μας, τη στοιχειώδη λογική. Κρίση δεν είναι η αντιμετώπιση της κρίσης, αλλά τα αίτια που μας οδήγησαν χωρίς επίγνωση σε αυτήν τη δυσμενή θέση. Άρα λοιπόν φτάνει ο βιασμός της αλήθειας. Γιατί όλο αυτό προκαλεί μια εθνική σύγχυση που παραποιεί την αλήθεια και τροφοδοτεί την ακραία δημαγωγία.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, ούτε υπήρχε, ούτε υπάρχει «Σχέδιο Β». Δε θα επικαλεστώ σήμερα ούτε την Πορτογαλία, ούτε την Ιρλανδία, ούτε την Ισπανία, ούτε την Ιταλία, ούτε την Κύπρο που έδειξε τι σημαίνει αναζήτηση σχεδίου βήτα, αλλά τις πιέσεις που ασκούνται κατά τρόπο απροκάλυπτο στη Γαλλία, τη δεύτερη μεγάλη οικονομία της Ευρωζώνης. Απροκάλυπτες πιέσεις.
Κι επειδή αυτό το μνημόνιο πια στοιχειώνει τη χώρα, ας πούμε τι είναι το μνημόνιο; Είναι λοιπόν οι όροι του δανείου. Ήταν μήπως επιλογή μας η γρήγορα δημοσιονομική προσαρμογή, που τροφοδοτεί την ύφεση, επειδή ανακάλυψε με καθυστέρηση το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ότι έκανε λάθος εκτίμηση των πολλαπλασιαστών;
Μήπως ήθελε η Κυβέρνηση του 2010, του 2011, του 2012, του 2013, μια γρήγορη δημοσιονομική προσαρμογή; Βεβαίως και θέλαμε μια δημοσιονομική προσαρμογή άνετη, σε δέκα χρόνια, ώστε να μην τροφοδοτείται η ύφεση, όλα να αφομοιωθούν πολύ πιο εύκολα. Αλλά αυτό σήμαινε πολύ μεγαλύτερο δάνειο, σήμαινε πως κάποια Κοινοβούλια, άρα κάποιοι λαοί στην Ευρώπη θα ψηφίσουν τη χορήγηση του δανείου αυτού.
Ποιος θα ψήφιζε; Σας είπα ποια είναι η κρατούσα αντίληψη στην Ευρώπη, αυτή πρέπει να αλλάξουμε, αλλά δεν υπήρχε και δεν υπάρχει ως τώρα τίποτα διαφορετικό.
Και όσοι νομίζουν ότι μέσα στην Ευρώπη και την Ευρωζώνη -αν αυτή είναι η τελική θέση του ΣΥΡΙΖΑ και του κ. Τσίπρα, γιατί οι θέσεις αυτές αλλάζουν μέσα έξω κάθε λεπτό- αν λοιπόν η τελική θέση είναι ότι υπάρχουν περιθώρια σκληρότερης διαπραγμάτευσης, αυτά μπορείτε να τα πείτε σε οποιονδήποτε άλλον, όχι σε μένα παρακαλώ. Γιατί έχω κάνει τη σκληρότερη διαπραγμάτευση, έχω αποτρέψει τις προτάσεις για συμφωνημένη έξοδο της χώρας από το ευρώ που μας διατυπώθηκαν.
Από το δικό μου γραφείο έφυγε το Σεπτέμβριο του 2011 η τρόικα, για να φτάσουμε λίγες εβδομάδες αργότερα, στις 27 Οκτωβρίου του 2011, στη μεγάλη πολιτική συμφωνία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για το κούρεμα, για το νέο δάνειο, για το νέο πρόγραμμα. Δηλαδή στο πλαίσιο μέσα στο οποίο βαδίζει η χώρα έκτοτε και δυνάμει του οποίου θα βγει από την κρίση και από το μνημόνιο.
Άρα, επειδή έχω δει πολλούς τσάμπα μάγκες σε αυτή την υπόθεση, όποιος μιλάει για σκληρή διαπραγμάτευση, να σκεφθεί τι και πως και πότε το εννοεί και τι συνέπειες έχει το κάθε τι.
Αλλά εδώ ας τοποθετηθείτε επιτέλους, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι του ΣΥΡΙΖΑ. Ευρώ χωρίς μνημόνιο. Πολύ καλή λύση που δεν υπάρχει, σας το λένε όλοι. Υπάρχει κάτι τρις χειρότερο, υπάρχει μνημόνιο χωρίς ευρώ, υπάρχουν οι όροι της διάσωσης με έξοδο από τη νομισματική ένωση. Υπάρχει ακόμη χειρότερη εκδοχή: η παραμονή στο ευρώ, με απόλυτη εξαθλίωση και κλείσιμο της στρόφιγγας, μέσω του τραπεζικού συστήματος, μέσω των διαρθρωτικών ταμείων, μέσω της ΚΑΠ.
Αλλά δε βλέπετε τη δυσκολία των επιμέρους διαπραγματεύσεων, ώστε να μπορείτε να σκεφθείτε τη δυσκολία της συνολικής διαπραγμάτευσης; Δεν βιώνουμε τη συνεχή δυσκολία -έως του βαθμού του παραλογισμού και της κακοπιστίας- των επιμέρους διαπραγματεύσεων; Και το φτηνό παιχνίδι της δημαγωγίας έχει όρια.
Δύο εκδοχές: Ή εννοείτε αυτά που λέτε και θα τα εφαρμόσετε οδηγώντας τα πράγματα σε ρήξη, με ό,τι αυτό σημαίνει, δηλαδή εξανέμιση των θυσιών του ελληνικού λαού και άντε ξανά μανά από την αρχή υπό το μηδέν. Είτε δεν τα εννοείτε, με στόχο το κομματικό όφελος, την εξουσία υποτίθεται -με ποια εκλογικά επίπεδα;- και μετά την εφαρμογή της ίδιας μοναδικής πολιτικής, με επικοινωνιακούς δημαγωγικούς όρους, άκρως επικίνδυνους για τον τόπο.
Όποια εκδοχή και να πάρει κανείς, το αδιέξοδο είναι απόλυτο. Αυτές είναι οι ανυπέρβλητες αντιφάσεις ενός κόμματος-οχήματος της δυσαρέσκειας, που αναγκάζεται να κολακεύει και να υπόσχεται στο όνομα του παλιού, της παλινόρθωσης των προνομίων του δημοσίου τομέα, του συντεχνιασμού. Άρα επαγγέλλεστε την επανάληψη της κρίσης, που είναι πια ό,τι χειρότερο μπορεί να πάθει ποτέ ο τόπος αυτός.
Κι επειδή χθες άκουσα τον κ. Τσίπρα να λέει «η παράταξή μας», ποια παράταξή μας, σε ποια παράταξη ανήκει ο ΣΥΡΙΖΑ; Στην κομμουνιστική αριστερά; Η παράταξη αυτή ανήκει στην κα Παπαρήγα, τον κ. Κουτσούμπα και το ΚΚΕ. Ποια παράταξη διεκδικείτε, την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, τη δημοκρατική παράταξη;
Δεν είστε κόμμα παράταξη, είστε κόμμα της συγκυρίας όχημα διαμαρτυρίας, μην το ξεχνάτε αυτό. Έχετε όμως προκαλέσει μια βαθειά υποδόρια βλάβη στον τρόπο του σκέπτεσται της ελληνικής κοινωνίας. Αυτή η βλάβη είναι η στείρα διάκριση σε υποτίθεται μνημονιακές και αντιμνημονιακές δυνάμεις.
Τι προϋποθέτει αυτή η διάκριση; Την ύπαρξη μνημονίου. Μα, εμείς αγωνιζόμαστε να απαλλαγούμε από το μνημόνιο και θα το πετύχουμε. Γιατί θέλουμε να αποκατασταθεί η θεσμική ισοτιμία και η προοπτική και η αξιοπρέπεια και η κυριαρχία της χώρας. Μετά ποια θα είναι η διάκριση;
Αυτή είναι η πλαστογράφηση της πραγματικότητας, γιατί επιτρέπει και την όσμωση για την οποία μίλησα προηγουμένως.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, είναι γνωστό ότι η χώρα παρουσιάζει τώρα διαρθρωτικό πρωτογενές πλεόνασμα 5% του ΑΕΠ, το καλύτερο στην ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Πρωτοφανής δημοσιονομική προσαρμογή που θα θέλαμε να την πετύχουμε με πολύ μεγαλύτερη άνεση και ηπιότητα, αλλά την έχουμε πετύχει. Η τρέχουσα διαπραγμάτευση με την τρόικα, βασίζεται σε μια πολύ μεγάλη αδικία που δημιουργείται στο διεθνές πολιτικό και επικοινωνιακό κλίμα. Είναι λανθασμένη και άδικη η συζήτηση για το αν το πρόγραμμα βγαίνει ή δεν βγαίνει, εάν το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο ή όχι.
Δείτε το κρίσιμο στοιχείο. Το κρίσιμο στοιχείο είναι η θετική στάση του διεθνούς ιδιωτικού τομέα. Δείτε τις αναλύσεις των τραπεζών, δείτε τους επενδυτές, δείτε τα spreads, δείτε πώς αντιμετωπίζει ο ιδιωτικός τομέας την Ελλάδα. Η βιωσιμότητα του χρέους είναι απολύτως διασφαλισμένη όχι μόνο λόγω του κουρέματος, αλλά λόγω της ριζικής αναδιάρθρωσης που έχουμε πετύχει. Έχουμε τα μικρότερα επιτόκια μετά τη Γερμανία, 2,1% μέσο επιτόκιο. Τη μεγαλύτερη μέση διάρκεια. 16,5 χρόνια μέση διάρκεια του χρέους. Έχουμε ένα πολύ μεγάλο μέρος του χρέους με μηδενικά κουπόνια, με zero coupons, κάτι το οποίο είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα. Και βεβαίως έχουμε την απόφαση του Eurogroup.
Όλα τα στοιχεία είναι κατά βάθος πολύ καλύτερα από τα στοιχεία της αρχικής μελέτης βιωσιμότητας του χρέους. Από εδώ απορρέει και το ζήτημα του δημοσιονομικού κενού και το ζήτημα του χρηματοδοτικού κενού. Τίποτε από αυτά δεν είναι πρόβλημα.
Οι στόχοι όμως, και αυτό πρέπει να καταλάβει η τρόικα, δεν είναι στόχοι μόνο δημοσιονομικοί. Είναι στόχοι μακροοικονομικοί, γιατί χωρίς ρυθμό ανάπτυξης, χωρίς παρονομαστή, δεν πετυχαίνεις το τελικό μαθηματικό αποτέλεσμα της γεωμετρικής αποκλιμάκωσης του χρέους.
Γι’ αυτό το ζητούμενο είναι ανάπτυξη, απασχόληση, ρευστότητα και βεβαίως αυτό βασίζεται στη θεμελιώδη δέσμευσή μας. Προσέξτε, μια δέσμευση που την εννοούμε απολύτως. Μην κάνει κανείς λάθος. Όχι νέα δημοσιονομικά μέτρα, όχι περικοπές μισθών και συντάξεων. Ναι στο κύμα των διαρθρωτικών αλλαγών που θα κάνουν το ελληνικό κράτος κανονικό ευρωπαϊκό κράτος, την ελληνική οικονομία μια ανταγωνιστική οικονομία.
Από αυτή την οπτική γωνία τοποθετούμαστε στα μεγάλα ζητήματα:
Στη φορολογία ακινήτων τώρα πολλοί σκέφτονται διαφορετικά σε σχέση με το ειδικό τέλος ακινήτων του Σεπτεμβρίου του 2011. Πολλοί το αναζητούν ως λύση. Στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα και γι’ αυτό εμείς επιμένουμε στην ενδοκυβερνητική διαπραγμάτευση, πως δεν μπορεί να μειωθεί η επιβάρυνση της μεγάλης ακίνητης περιουσίας. Πως απαιτούνται λύσεις κοινωνικά δίκαιες οι οποίες οδηγούν στο ίδιο δημοσιονομικό αποτέλεσμα χωρίς να λειτουργούν αντικοινωνικά και αντιαναπτυξιακά.
Και φυσικά αυτό ισχύει κατά μείζονα λόγο για το δίκαιο προστασίας των ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων. Είναι γνωστές οι προτάσεις μας για την ανεργία, για τα μέτρα για την ανεργία, για τους αναπήρους, για την πλήρη ιατροφαρμακευτική κάλυψη όλου του πληθυσμού.
Είναι γνωστή η στάση μας σε σχέση με τους πλειστηριασμούς. Η πρώτη κατοικία του φτωχού και μεσαίου νοικοκυριού δεν πρόκειται να τεθεί σε κίνδυνο. Είναι γνωστή η θέση μας για τις επαγγελματικές μισθώσεις.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, κλείνω με μια φευγαλέα αναφορά στις επικείμενες Ευρωπαϊκές εκλογές. Ο κ. Τσίπρας διεκδικεί να ηγηθεί της ευρωπαϊκής αριστεράς. Για να διαμορφώσει ποιους συσχετισμούς; Με ποιες κυβερνήσεις; Με ποιες ομάδες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, για να βοηθήσει τη χώρα του και τον ευρωπαϊκό νότο σε ποια κατεύθυνση;
Να συνεργαστεί με ποιους; Με αυτούς που έχουν καταψηφίσει τα ελληνικά δάνεια; Να συνεργαστεί με ποιους; Με αυτούς που δεν έχουν καμία ολοκληρωμένη πρόταση για το μέλλον του ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους, για την ανταγωνιστικότητα στην Ευρώπη, για τη διαχείριση κρίσεων, για την ολοκλήρωση όχι μόνο τη νομισματική, αλλά και την οικονομική της Ευρώπης;
Εμείς η κεντροαριστερά της ευθύνης, εμείς που εκπροσωπούμε στην Ελλάδα τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές και Δημοκράτες, το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα με επικεφαλής τον Μάρτιν Σουλτς, ναι εμείς εκφράζουμε στην πραγματικότητα τον ευρωπαϊκό πολιτικό Νότο. Γιατί ο Νότος δεν είναι γεωγραφική έννοια, είναι πολιτική και ιδεολογική έννοια. Εμείς έχουμε ένα άλλο πρόταγμα για την Ευρώπη, μια ολοκληρωμένη πρόταση για μια Ευρώπη προοδευτική, με συνείδηση της ιστορίας και της ευθύνης της.
Αυτός θα είναι ένας άλλος συνομιλητής. Αυτόν που έχει ανάγκη η Ελλάδα τώρα που βγαίνει από το μνημόνιο και αποκτά ξανά τη νέα ευκαιρία να σταθεί ισότιμα και ανταγωνιστικά μέσα στην Ευρώπη και μέσα στον κόσμο. –
---------------------
Φ. ΚΟΥΒΕΛΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, θα είμαι εξαιρετικά σύντομος, αφήνοντας να κριθούν όλα τα άλλα τα οποία είπε ο κ. Βενιζέλος. Θέλω όμως να του αναγνωρίσω το δικαίωμα να αναφέρεται στους πόλους. Και καλά κάνει, αφού έτσι επιλέγει να συναριθμείται με τη Νέα Δημοκρατία στον ίδιο πόλο, στο όνομα της Κυβέρνησης. Και μάλιστα με μια πρόσφατη προγραμματική συμφωνία που έκανε, μια προγραμματική συμφωνία και βάθους και στρατηγικού χαρακτήρα. Αλλά έτσι δεν γίνεται η κεντροαριστερά.
ΕΥ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ: Δεν θέλω να κάνω δημόσια το διάλογο αυτό με τον κ. Κουβέλη. Θέλω να διατηρηθεί το κλίμα επικοινωνίας και ηπιότητας.
Υπάρχουν πολλοί πόλοι. Ο κρίσιμος πόλος δεν είναι ούτε ο ένας της κυβέρνησης, ούτε ο άλλος της αντιπολίτευσης, ούτε της Ν.Δ., ούτε του ΣΥΡΙΖΑ. Θέλουμε να είναι υποτίθεται ο πόλος της κεντροαριστεράς της ευθύνης. Υπάρχει ένας άλλος «πώλος» επί του οποίου οχούμενος εισήλθε στα Ιεροσόλυμα ο Κύριος.
Εμείς σταυρωθήκαμε πολύ. Υπερβολικά πολύ ως ΠΑΣΟΚ και δημοκρατική παράταξη. Έρχεται και η Ανάσταση κ. Κουβέλη. -