Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Στο χθεσινό Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας και Αλιείας στο Λουξεμβούργο, ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Βαγγέλης Αποστόλου, εκπροσώπησε τη χώρα, συνοδευόμενος από το Γενικό Γραμματέα κ. Χαράλαμπο Κασίμη.
Το Συμβούλιο επικεντρώθηκε κυρίως στα θέματα της κατάστασης της αγοράς καθώς και στα χρηματοδοτικά εργαλεία για την στήριξη του γεωργικού τομέα. Σημαντικό θέμα αποτέλεσε επίσης και η συζήτηση για τις διαπραγματεύσεις με τις χώρες Μercosur.
Για την κατάσταση της αγοράς και ειδικότερα για τον γαλακτοκομικό τομέα, ο Υπουργός τόνισε τις ιδιαίτερες δυσκολίες του τομέα αναφέροντας ότι οι κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις, και ιδιαίτερα οι αγελαδοτροφικές, αντιμετωπίζουν προβλήματα βιωσιμότητας λειτουργώντας σε ένα περιβάλλον κρίσης με αυξημένο κόστος παραγωγής, έλλειψη ρευστότητας, υψηλό κόστος ή αδυναμία δανεισμού, και αθρόες εισροές φθηνότερης πρώτης ύλης από χώρες με υπερπαραγωγή. Το αποτέλεσμα είναι ο κλάδος να συρρικνώνεται συνεχώς ιδίως στις μειονεκτικές και ορεινές περιοχές όπου οι συνθήκες παραγωγής και εμπορίας είναι δυσκολότερες.
Επίκεντρο και βάση όλων των μέτρων, σημείωσε, πρέπει να είναι η διασφάλιση ενός δίκαιου εισοδήματος για τους παραγωγούς ενώ λύσεις πρέπει να αναζητηθούν στην κατανομή της προστιθέμενης αξίας κατά μήκος της εφοδιαστικής αλυσίδας και στην υποχρεωτική αναγραφή της καταγωγής-προέλευσης των γαλακτοκομικών προϊόντων και προϊόντων κρέατος που θα μπορούσε να αποδειχτεί επίσης και κατάλληλο εργαλείο διαφάνειας και ιχνηλασιμότητας.
Βοηθητικά εργαλεία για την έξοδο από την κρίση μπορούν να αποτελέσουν επίσης η εξασφάλιση της ρευστότητας με την αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων καθώς και η ιδιωτική αποθεματοποίηση των γαλακτοκομικών προϊόντων. Ο Υπουργός τόνισε ότι οι συμφωνίες και οι αποφάσεις για τον προσωρινό περιορισμό της παραγωγής του γάλακτος δεν επαρκούν και ότι πρέπει να επεκταθούν και σε άλλες λύσεις όπως της δωρεάν διανομής των γαλακτοκομικών προϊόντων αναφέροντας, μεταξύ άλλων καιτις αυξημένες επισιτιστικές ανάγκες στα hot spots στην Ελλάδα. Επίσης τόνισε ότι σημαντικό εργαλείο αποτελεί η υλοποίηση των νέων αλλά και έκτακτων προγραμμάτων προώθησης καθώς και η προστασία των συμφερόντων της Ένωσης κατά τις διαπραγματεύσεις της Επιτροπής με τις Τρίτες Χώρες.
Ο Υπουργός τόνισε την ιδιαίτερη σημασία που πρέπει να δοθεί και στη στήριξη του κλάδου της αιγοπροβατοτροφίας ο οποίος συμβάλλει στην παραγωγή ιδιαίτερα ποιοτικών και υψηλής διατροφικής αξίας προϊόντων. Για τα οπωροκηπευτικά στήριξε την παράταση των έκτακτων μέτρων και την πρόθεση της Επιτροπής για αύξηση των τιμών απόσυρσης.
Σχετικά με τις διαπραγματεύσεις της ΕΕ με τις χώρες Μercosur, ο Υπουργός ανέφερε ότι η Ελλάδα προσυπέγραψε το έγγραφο, όπου αναφέρονται οι ανησυχίες και οι προβληματισμοί 13 Κρατών Μελών. Ο Υπουργός τόνισε ότι είναι απαραίτητη η εκπόνηση αξιολόγησης των επιπτώσεων από τις σωρευτικές παραχωρήσεις στους εμπορικούς μας εταίρους σημειώνοντας ότι το άνοιγμα των νέων αγορών αποτελεί μεν κοινό στόχο, όχι όμως, με κάθε τίμημα. Σημείωσε ότι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη, έγκαιρα, τα επιθετικά και αμυντικά μας συμφέροντα, τα ευαίσθητα γεωργικά μας προϊόντα, όπως τα φρούτα και λαχανικά και να δοθεί προσοχή στην αμυντική πολιτική και τους δασμολογικούς φραγμούς που θέτουν οι χώρες αυτές στα εξαγώγιμα και ανταγωνιστικά προϊόντα μας. Επιπλέον, σημείωσε ότι δεν πρέπει να συνδεθούν οι δασμολογικές προσφορές με την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων επισημαίνοντας, για ακόμη μια φορά, την ανεπαρκή προστασία της φέτας στις συμφωνίες με Καναδά, Ν. Αφρική αλλά και τα ανάλογα μηνύματα που λαμβάνονται από τις διαπραγματεύσεις με άλλες χώρες όπως η Κίνα και οι ΗΠΑ. Σημείωσε χαρακτηριστικά «ότι οι διαπραγματεύσεις καταλήγουν στο ίδιο ανεπαρκές αποτέλεσμα για το υπ’ αριθμόν 1 προϊόν της Χώρας μου, τη φέτα». Τελειώνοντας ο Υπουργός επανέλαβε ότι είναι απαραίτητο «ισορροπία και αμοιβαιότητα πρέπει να διέπουν τις διαπραγματεύσεις της ΕΕ και ότι ο γεωργικός τομέας δεν θα πρέπει να θυσιάζεται προς όφελος άλλων τομέων της οικονομίας».
Τέλος, στα υπόλοιπα θέματα του Συμβουλίου, ο Υπουργός στήριξε το αίτημα της Πολωνίας για παράταση των αιτήσεων ενιαίας ενίσχυσης κατά ένα μήνα σημειώνοντας ότι κάτι τέτοιο κρίνεται απαραίτητο και για την χώρα μας.