Σφοδρή επίθεση κατά της ολοκληρωμένης διαχείρισης και των προϊόντων που δίνει αυτή, εξαπέλυσαν οι επαγγελματίες γεωπόνοι μελετητές της Λέσβου με κοινή ανακοίνωσή τους.
Επίθεση στην ολοκληρωμένη διαχείριση, από τους γεωπόνους μελετητές
Σφοδρή επίθεση κατά της ολοκληρωμένης διαχείρισης και των προϊόντων που δίνει αυτή, εξαπέλυσαν οι επαγγελματίες γεωπόνοι μελετητές της Λέσβου με κοινή ανακοίνωσή τους. Σε αυτήν, υποστηρίζουν ευθέως ότι οι ελαιοπαραγωγοί του νησιού θα πρέπει να στραφούν στη βιολογική γεωργία, χρησιμοποιώντας ως κυριότερο επιχείρημα το ότι το εισόδημα που θα αποκομίσουν στρεφόμενοι στη βιολογική γεωργία θα είναι πολύ μεγαλύτερο από το εισόδημα που θα αποκομίσουν από την εφαρμογή της ολοκληρωμένης διαχείρισης. Ο μόνος φορέας που δραστηριοποιείται στην ολοκληρωμένη διαχείριση αυτή την περίοδο, είναι η ΕΑΣ Λέσβου.
Όμως, εκτός από την αντιπαράθεση μεταξύ βιολογικής γεωργίας και ολοκληρωμένης διαχείρισης, στην οποία αρκετές φορές έχουμε αναφερθεί στο παρελθόν, υπάρχει ένα ακόμη ζήτημα. Συγκεκριμένα, η ΕΑΣ Λέσβου εκτιμά πως οι μελετητές γεωπόνοι ανησυχούν από το ενδιαφέρον της Ένωσης να συγκροτήσει μια μικρή ομάδα βιοκαλλιεργητών από συνεταιρισμένους παραγωγούς για να καλύψει τις ανάγκες της τυποποίησής της, ξεκαθαρίζοντας στη συνέχεια ότι δεν είναι στις προθέσεις της να υποκαταστήσει το ρόλο των γεωπόνων μελετητών στον τομέα της βιολογικής γεωργίας.
Υποστηρίζουν
Οι γεωπόνοι μελετητές υποστηρίζουν ότι η βιολογική γεωργία είναι ισχυρό εργαλείο για τους παραγωγούς και οικονομική λύση εισοδηματικής ενίσχυσής τους, διότι είναι αναγνωρισμένη από την Ε.Ε. και έχει εξασφαλισμένη επιδότηση μέχρι το 2016. Η εν λόγω επιδότηση είναι 75 ευρώ ανά στρέμμα για τα νέα κτήματα, ενώ για τα ήδη ενταγμένα είναι 42 ευρώ. Η συμμετοχή των παραγωγών στη δράση εξασφαλίζει σημαντική επιχορήγηση και από τη νέα ΚΑΠ (περίπου 20% των σημερινών δικαιωμάτων). Η ζήτηση για βιολογικό ελαιόλαδο δε, έχει αυξητικές τάσεις, τόσο στη διεθνή όσο και στην τοπική αγορά της Λέσβου, και οι βιοκαλλιεργητές απολάβουν τιμών προσαυξημένων των συμβατικών ελαιολάδων (Αgro - Π.Γ.Ε. κ.λπ.), ενώ τα έξοδα πιστοποίησης σε σχέση με την επιδότηση είναι ελάχιστα.
Κατά την άποψή τους, τα μειονεκτήματα που παρουσιάζει το σύστημα της ολοκληρωμένης διαχείρισης είναι ότι έχουν πιστοποίηση από εθνικό πρότυπο που δεν είναι Αgro 2.1 - 2.2, τα οποία είναι διεθνώς αναγνωρισμένα. Η παραγωγή τους, επιπλέον δεν επιδοτείται από κανένα πρόγραμμα του «Αλέξανδρος Μπαλτατζής». Οι συμμετέχοντες σε αυτό, για να πάρουν το ποιοτικό παρακράτημα, πρέπει να πληρούν μια σειρά προϋποθέσεων. Εξ άλλου, ποιοτικό παρακράτημα θα λάβουν μόνο για το 2012, σύμφωνα με την ισχύουσα κοινοτική και εθνική νομοθεσία. Το ύψος της έξτρα επιδότησης, θα είναι 15 ευρώ το στρέμμα.
Ακόμη, κατά την άποψή τους, ο παραγωγός, αν και θα λάβει έξτρα επιδότηση μόνο για ένα χρόνο, θα είναι υποχρεωμένος να πληρώνει το κόστος της πιστοποίησης για τρία χρόνια. Τέλος, αναφέρουν ότι το κόστος της πιστοποίησης (τέσσερα ευρώ) είναι τεράστιο σε σχέση με την έξτρα επιδότηση (15 ευρώ).
Απαντά
Ο γεωπόνος τής ΕΑΣ Λέσβου Χρήστος Βασιλάκος απαντά ότι οι τιμές παραγωγού για τα προϊόντα ολοκληρωμένης διαχείρισης είναι χαμηλές, αλλά αναλόγως χαμηλές είναι και οι τιμές παραγωγού για τα βιολογικά προϊόντα, ενώ θεωρεί ότι είναι αυθαίρετο να λέγεται ότι το ποιοτικό παρακράτημα-έξτρα επιδότηση που θα πάρουν όσοι έχουν ενταχθεί στην ολοκληρωμένη διαχείριση, είναι 15 ευρώ, μια και αυτήν τη στιγμή κανείς δε γνωρίζει το ύψος της. Το μόνο δεδομένο που υπάρχει, είναι το έγγραφο του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης που αναφέρει ότι «κατ’ εκτίμηση θα είναι 30 ευρώ ανά στρέμμα». Ο κ. Βασιλάκος υποστηρίζει πως είναι λάθος να απαξιώνονται τα προϊόντα ολοκληρωμένης διαχείρισης, τα οποία η εθνική νομοθεσία τα αναγνωρίζει ως ποιοτικά, και επιπλέον πως η ολοκληρωμένη διαχείριση είναι κι αυτή φιλοπεριβαλλοντική μέθοδος παραγωγής. Τέλος, ο κ. Βασιλάκος προσθέτει ότι το πώς θα διαμορφωθεί η νέα ΚΑΠ, κανείς δεν το γνωρίζει αυτήν τη στιγμή.