Τον Αύγουστο είδαμε στο Αρχοντικό Γεωργιάδη μία έκθεση της κ. Καραγκίκα. Στο «Ε» μίλησε για την έκθεσή αυτή, για το όνειρό της να σπουδάσει στην Καλών Τεχνών, αλλά και για την τέχνη στη Μυτιλήνη.
Η Αργυρώ Καραγκίκα γεννήθηκε στην Αράχωβα Βοιωτίας. Σπούδασε ζωγραφική, χαρακτική και σκηνογραφία στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών Αθήνας. Έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις, ενώ από το 1998 διδάσκει Εικαστικά και Ιστορία της Τέχνης στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Στη Μυτιλήνη εγκαταστάθηκε μόνιμα πριν 11 χρόνια, όταν και διορίστηκε εδώ ως καθηγήτρια Καλλιτεχνικών. Τον Αύγουστο είδαμε στο Αρχοντικό Γεωργιάδη μία έκθεση της κ. Καραγκίκα, με έργα φτιαγμένα με μικτή τεχνική. Στο «Ε» μίλησε για την έκθεσή της αυτή, για το όνειρό της να σπουδάσει στην Καλών Τεχνών, για το μάθημα των Καλλιτεχνικών στα σχολεία, αλλά και για την τέχνη στη Μυτιλήνη.
Είδαμε τον Αύγουστο στο Αρχοντικό Γεωργιάδη μία δική σας έκθεση, με έργα φτιαγμένα με μικτή τεχνική. Μιλήστε μας γι’ αυτήν, από πού εμπνευστήκατε;
«Μου αρέσει πολύ να παρατηρώ, ιδιαίτερα τους ανθρώπους και τον τρόπο που σκέφτονται. Η φύση, επίσης, έχει πολλά να σου δώσει, αν έχεις την πολυτέλεια να βρίσκεσαι συνεχώς κοντά της, οι εναλλαγές χρωμάτων, οι εποχές, η αρμονία, οι ήχοι, τα αρώματα. Το σύμπλεγμα, όμως, των ανθρώπων με τη φύση με ενδιέφερε πάντα, τόσο εικονικά όσο και ανεικονικά.
Λέγοντας ανεικονικά, ο άνθρωπος δίνεται όχι ως μορφή μόνο, αλλά ως ξεχωριστή οντότητα και ως ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση. Πώς μπορείς να συνθέσεις την ψυχή και το σώμα, το άφθαρτο και το φθαρτό.
Τι μπορεί να είναι για τον άνθρωπο και για τη φύση το άνοιγμα ενός κύκλου ζωής και το κλείσιμο αυτού του σχήματος.
Υπάρχουν πράγματα και καταστάσεις που κλείνουν τον κύκλο τους και άλλα που μας αφήνουν να νιώσουμε πως αυτό το σχήμα δεν πρόλαβε να κλείσει…
Δεν είναι η εικόνα που αγγίζει μόνο το μάτι ενός καλλιτέχνη για να κάνει ένα έργο τέχνης, είναι όλη η εντύπωση, η καλή ή η κακή, το όμορφο ή και το άσχημο… Πολλές φορές, οι αντιθέσεις αυτές δίνονται με την ίδια ένταση σε έναν πίνακα, είτε αναπαριστώντας το θέμα είτε δίνοντάς το ανεικονικά.
Στη φύση παρατηρεί κανείς εντυπωσιακά τις αλλαγές, λες και βαριέται να φοράει τα ίδια χρώματα κάθε φορά.
Οι εναλλαγές στα τοπία, οι διαφορετικοί άνθρωποι σε ένα ταξίδι που μπορεί να παρατηρήσει κανείς, ο διαφορετικός τρόπος σκέψης, είναι καταστάσεις που με αγγίζουν.
Στη συγκεκριμένη έκθεση το θέμα (σ.σ. «Έρωτας και Θάνατος») ήταν ιδιαίτερο και μου έδωσε την ευκαιρία να εκφραστώ πάνω σε δύο ακραία αντίθετες καταστάσεις, που μπορεί να βιώσει ο άνθρωπος.
Ο Έρωτας πηγή έμπνευσης για τα πάντα, ο Θάνατος το τέλος των πάντων, μυστήριος, απροσπέλαστος, βουβός.
Ο Έρωτας σου θυμίζει ότι ζεις, χαίρεσαι, υπάρχεις… Ο Θάνατος σου υπενθυμίζει πόσο φθαρτός είσαι ως άνθρωπος.»
Χαρακτηριστικά τεχνικής
Στη συγκεκριμένη έκθεση είδαμε κολάζ και ζωγραφική. Ποια είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής της τεχνικής; Με ποιες άλλες τέχνες ασχολείστε;
«Με γοητεύει η τεχνική του κολάζ γιατί αναμειγνύεις κάθε φορά διαφορετικά υλικά, τα οποία πολλές φορές βρίσκονται γύρω σου, χωρίς όμως να τους δίνεις σημασία.
Η σύνθεση ανόμοιων υλικών, τα παραπεταμένα χαρτιά από περιοδικά, που άλλοτε τα βρίσκεις σκισμένα, χαρτιά από αφίσες στους δρόμους, από ταξίδια σε διάφορες πόλεις, σκόρπια νήματα, διαφάνειες, πανιά, η άμμος που στην προκειμένη περίπτωση χρησιμοποιήθηκε στις συνθέσεις μου τελείως συμβολικά, η ζωγραφική πότε με έντονα χρώματα πότε με γκρίζες αποχρώσεις, με συναρπάζει… Έχει πολύ ενδιαφέρον η έκφραση με τόσα υλικά, όταν όλα αυτά προσπαθείς να τα κάνεις σύνθεση.
Μου έβγαζε μία δυσκολία και συγχρόνως ήθελα να προσεγγίσω το θέμα με μικτή τεχνική. Η άμμος, όπως σας είπα και παραπάνω, λειτούργησε συμβολικά. Η άμορφη μάζα, η ύλη, έγιναν κολάζ.
Μέσα από αυτό το υλικό προσπάθησα να δώσω την ερμηνεία του θανάτου όπως την αντιλαμβάνομαι. Ο άνθρωπος στις συνθέσεις μου προέρχεται από άμμο και επιστρέφει μέσα σε αυτήν.
Αυτό τον καιρό επίσης ασχολούμαι και με τη χαρακτική, με την ξυλογραφία. Έχω δώσει ιδιαίτερη σημασία σ’ αυτό το υλικό, οι επιφάνειες του ξύλου είναι πιο άμεσες για μένα και ο τρόπος εγχάραξης είναι πιο κοντά στο αποτέλεσμα που θέλω να δώσω στα σχέδιά μου.»
Είχατε από μικρή καλλιτεχνικές ανησυχίες; Πότε διαπιστώσατε ότι θέλετε να σπουδάσετε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών;
«Ναι, υπήρχαν καλλιτεχνικές ανησυχίες, θα έλεγα, από μικρή. Από τότε ίσως που αντιλαμβανόμουν τον κόσμο γύρω μου, μου άρεσε να παρατηρώ, να σχεδιάζω...
Ήθελα να περάσω στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών από το δημοτικό αν γινόταν, αλλά επειδή έπρεπε να κάνω γυμνάσιο και λύκειο και οπωσδήποτε να κάνω υποχρεωτικά και όλα τα άλλα μαθήματα, έφτασα κοντά στο όνειρό μου τελειώνοντας το λύκειο.
Η αλήθεια είναι ότι ήθελα να σπουδάσω μόνο σε αυτήν τη Σχολή των Αθηνών, ήθελα αποκλειστικά και μόνο αυτό που κάνω και σήμερα ως επάγγελμα, και τίποτα άλλο.»
Εμπειρίες σπουδών
Φαντάζομαι πως οι εμπειρίες που αποκομίσατε από τις σπουδές σας εκεί είναι σημαντικές.
«Οι εμπειρίες πράγματι ήταν σημαντικές τα πέντε χρόνια των σπουδών μου στη Σχολή. Μέσα σε αυτά τα χρόνια διδάχτηκα την Τέχνη από πάρα πολύ αξιόλογους καθηγητές, όπως το Δημήτρη Μυταρά, που θαύμασα και θαυμάζω ως άνθρωπο, καθηγητή και σημαντικό ζωγράφο, το Ζαχαρία Αρβανίτη και τον Άγγελο Αντωνόπουλο. Επίσης, το Γιάννη Παπαδάκη στη χαρακτική, στο δεύτερο πτυχίο που παρακολούθησα, και το Γιώργο Ζιάκα, κορυφαίο σκηνογράφο στο χώρο του θεάτρου.
Αυτό που θα θυμάμαι για πάντα, εκτός από τις πάρα πολλές γνώσεις που μας προσέφεραν οι καθηγητές μας, τα μυστικά θα λέγαμε της Τέχνης, είναι πως μας έμαθαν επίσης να ξεχωρίζουμε το πραγματικό από το ψεύτικο. Κι αυτό σε ακολουθεί σε όλη τη ζωή σου.»
Και στη Μυτιλήνη
Στη Μυτιλήνη βρεθήκατε ως καθηγήτρια Καλλιτεχνικών. Πώς σας φαίνεται πλέον η ζωή εδώ;
«Εδώ η ζωή κυλάει όπως σε κάθε επαρχιακή πόλη. Σίγουρα δεν έχεις τους ρυθμούς μιας μεγαλούπολης, όπου ο χρόνος δε σου φτάνει πολλές φορές για τίποτα. Είναι το ιδανικό μέρος για έναν καλλιτέχνη να μπορεί να έχει τα ερεθίσματα από φυσικές ομορφιές, τη θάλασσα, τον ήλιο, την περίεργη ομορφιά αυτού του τόπου. Αυτό το νησί είναι πανέμορφο. Ήρθα εδώ πριν 11 χρόνια και με συνεπήρε το τοπίο.»
Πιστεύεις πως η Μυτιλήνη έχει τις δομές, ως τόπος με παράδοση στις Τέχνες, να φιλοξενήσει καλλιτέχνες από άλλα μέρη της Ελλάδας αλλά κι από το εξωτερικό;
«Η Μυτιλήνη πράγματι είναι ένας τόπος με βαριά κληρονομιά στις Τέχνες και τον Πολιτισμό από το παρελθόν. Δυστυχώς, οι χώροι είναι ελάχιστοι και λείπει αυτό που λέμε οργανωμένο πολυχώρο των Τεχνών.
Γίνεται, όμως, πολύτιμη προσπάθεια από τη νομαρχία να κρατηθεί το Αρχοντικό Γεωργιάδη ως ένα πρότυπο πολιτιστικό κέντρο, όπου θα μπορεί ο επισκέπτης να παρακολουθεί τις πολιτιστικές εκδηλώσεις που θα φιλοξενούνται εκεί κατά καιρούς. Έχει ανάγκη το νησί ένα χώρο τέτοιο.»
Διδασκαλία Καλλιτεχνικών
Αλήθεια, τι σημαίνει για εσάς η διδασκαλία των Καλλιτεχνικών; Ποια η σχέση των παιδιών με την Τέχνη; Προκύπτουν ταλέντα μέσα από τα σχολεία;
«Η διδασκαλία των καλλιτεχνικών μαθημάτων είναι σίγουρα η ολοκλήρωση του παιδιού και μέσα από την Τέχνη. Καμμιά φορά λέω στα παιδιά πως το μάθημα αυτό είναι ένα ταξίδι κάθε φορά φανταστικό, η βαθύτερη γνωριμία με την ψυχή μας. Τα παιδιά βλέπουν το μάθημα σα διέξοδο από τα άλλα μαθήματα, είναι η χαρά του παιδιού, που λέμε. Το παιχνίδι με τα χρώματα τα συναρπάζει. Το ότι χρησιμοποιούν δημιουργικά τη φαντασία τους τα διασκεδάζει, τα χαλαρώνει.
Σίγουρα υπάρχουν κι αυτά που έχουν κλίση, και το θέλουν πολύ περισσότερο το μάθημα.
Ξέρεις, όμως, κι εμείς οι καθηγητές παίρνουμε πολλά από τα παιδιά.
Καμμιά φορά ακούς πράγματα που δεν τα είχες φανταστεί. Σχεδιάζουν και αισθάνονται πράγματα με ένα δικό τους ιδιαίτερο τρόπο, σου λένε ιστορίες. Είναι πολύ όμορφο να τα παρακολουθείς και να ταξιδεύεις εσύ στο δικό τους κόσμο.»
Αλήθεια, βοηθά το μάθημα των καλλιτεχνικών όσο πρέπει ένα μαθητή, που θέλει να σπουδάσει το αντικείμενο;
«Θα έλεγα πως στα ελληνικά σχολεία η Τέχνη διδάσκεται πολύ λίγο, οι μαθητές παίρνουν μια γεύση από το τι είναι Τέχνη. Σε αντίθεση με τα σχολεία του εξωτερικού, όπου δίνουν άλλη βαρύτητα, είναι πλήρως εξοπλισμένα με υλικά για τους μαθητές και με εργαστήρια.
Δυστυχώς οι μαθητές που θέλουν να εισαχθούν στις Σχολές Καλών Τεχνών, θα πρέπει να παρακολουθούν για ώρες φροντιστήρια, για να προετοιμαστούν για τις εξετάσεις.»
Τέλος, έχοντας ζήσει τόσα χρόνια στη Λέσβο, θα ήθελα να μου πείτε αν βλέπετε να γίνονται καλλιτεχνικά έργα σε δημόσιους χώρους αξιόλογα, που να εκτίθενται, να δείχνουν μια εικόνα της πόλης που να αναδεικνύει το Πολιτισμό;
«Όχι, δεν το βλέπω τα τελευταία χρόνια. Ενώ, για παράδειγμα, μπαίνοντας μέσα στο λιμάνι της Μυτιλήνης αντικρίζεις μνημεία και αγάλματα που έγιναν από αξιόλογους καλλιτέχνες, με πραγματικές σπουδές και αληθινά πλούσιο σε εκθέσεις βιογραφικό, και αναφέρομαι στο Άγαλμα της Ελευθερίας του γλύπτη Γρηγόρη Ζευγώλη, προχωρώντας προς την πλατεία Σαπφούς, το ίδιο το άγαλμα της ποιήτριας από το γλύπτη Αθανάσιο Λημναίο. Τι να θυμηθώ; Το άγαλμα της Μικρασιάτισσας Μάνας της γλύπτριας Κατερίνας Χαλεπά - Κατσάτου, ο “Ακοντιστής” στον κήπο του υπουργείο Αιγαίου του Αριστείδη Πατσόγλου, το Μνημείο Ειρήνης του Ζάχου Μπεκιάρη και πολλά άλλα…
Δε γνωρίζω πώς και με ποιον τρόπο γίνεται πλέον η επιλογή ενός έργου, προκειμένου να εκτεθεί σε δημόσιο χώρο, αν υπάρχει δηλαδή προκήρυξη συμμετοχής σε διαγωνισμό έργων και επιλογή με συγκεκριμένα κριτήρια.
Αυτό βέβαια θα ήταν και το πιο τίμιο.
Ξέρεις, είναι πολύ ωραίο να μιμούμαστε τους καλλιτέχνες, αλλά είναι άκρως επικίνδυνο να γίνει κακή μίμηση. Συμβαίνει όμως.»