Ο Ιατρικός Όρκος που υιοθετήθηκε από τη γενική συνέλευση της Παγκόσμιας Ιατρικής Ένωσης στη Γενεύη το 1948 και αναθεωρήθηκε από την 22η Παγκόσμια Ιατρική Συνέλευση στο Σύδνεϋ της Αυστραλίας τον Αύγουστο 1968 διαβεβαιώνει την Παγκόσμια Ανθρωπότητα πως:
Ο Ιατρικός Όρκος που υιοθετήθηκε από τη γενική συνέλευση της Παγκόσμιας Ιατρικής Ένωσης στη Γενεύη το 1948 και αναθεωρήθηκε από την 22η Παγκόσμια Ιατρική Συνέλευση στο Σύδνεϋ της Αυστραλίας τον Αύγουστο 1968, στον οποίο διαπιστεύονται οι γιατροί όλου του κόσμου, διαβεβαιώνει την Παγκόσμια Ανθρωπότητα πως:
«Από τη στιγμή που θα γίνω δεκτός ως μέλος του ιατρικού επαγγέλματος:
1. Αναλαμβάνω επίσημα την υποχρέωση να αφιερώσω τη ζωή μου στην υπηρεσία της ανθρωπότητας
2. Θα φέρομαι προς τους δασκάλους μου με τον οφειλόμενο σεβασμό και ευγνωμοσύνη
3. Θα ασκώ το επάγγελμά μου με ευσυνειδησία και αξιοπρέπεια
4. Θα θεωρώ ως πρώτο μου μέλημα την υγεία των ασθενών μου
5. Θα διατηρήσω με όλες μου τις δυνάμεις την τιμή και τις ευγενείς παραδόσεις του ιατρικού επαγγέλματος
6. Οι συνάδελφοί μου θα είναι αδελφοί μου
7. Δεν θα επιτρέψω να παρεμβληθούν ανάμεσα στο καθήκον μου και στον άρρωστό μου εμπόδια θρησκευτικής, εθνικής, φυλετικής, κομματικής ή κοινωνικής φύσης
8. Θα τηρώ απόλυτο σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή από τη στιγμή της σύλληψης
9. Δεν θα χρησιμοποιήσω, και υπό απειλήν ακόμη, τις ιατρικές μου γνώσεις αντίθετα προς τους νόμους του ανθρωπισμού
10. Θα αγωνιστώ με όλη τη δύναμή μου ενάντια στη μεγαλύτερη απειλή του αιώνα μας, που είναι ο πυρηνικός πόλεμος. Γι’ αυτό θα αρνηθώ τη συμμετοχή μου σε δήθεν προγράμματα μαζικής ιατρικής επιμόρφωσης - διά δήθεν ετοιμότητα σε μια τέτοια περίπτωση -, αφού τώρα γνωρίζω ότι δε θα υπάρξει μια τέτοια δυνατότητα παροχής ιατρικών υπηρεσιών
11. Δίνω τις υποσχέσεις αυτές επίσημα, ελεύθερα και στην τιμή μου»
Η διακήρυξη αυτή βασίστηκε στον περίφημο όρκο του Έλληνα ΙΑΤΡΟΥ Ιπποκράτη, που μεταξύ των άλλων έγραφε: «… Διά τήμασί τε χρήσομαι επ’ ωφελείη, καμνόντων κατά δύναμιν και κρίσην εμήν, επί δηλήσει δε και αδικίη, είρξειν.» Δηλαδή: «… Θα χρησιμοποιώ τα θεραπευτικά μου μέσα προς όφελος των αρρώστων όσο μπορώ και κρίνω καλύτερα, αποφεύγοντας κάθε ζημιά και αδικία.» Πόσοι άραγε Ασκληπιάδες σήμερα, ανά την Υφήλιο, μπορούν να υποστηρίξουν πως τηρούν πιστά αυτή την αποστροφή του ιστορικού κειμένου, στο οποίο ορκίζονται να τηρούν ευλαβικά στην ιατρική διαδρομή τους, όπως έχει καθιερώσει η γενική συνέλευση της Παγκόσμιας Ιατρικής Ένωσης στη Γενεύη κατά το 1948; Πόσοι δηλαδή απ’ το παγκόσμιο ιατρικό σώμα σήμερα μπορούν να καυχώνται πως η συνολική συμπεριφορά τους απέναντι στον άρρωστο ή στον άνθρωπο γενικότερα, απέναντι στην οργανωμένη κοινωνία, μπροστά στην επιστημονική έρευνα και τα αποτελέσματά της, τηρούν πιστά τους κανόνες της ιατρικής δεοντολογίας όπως σοφά τούς προσδιόριζε πριν από 3.000 χρόνια ο Έλληνας ΙΑΤΡΟΣ Ιπποκράτης ο Κώος!
Η άγραφη ιατρική δεοντολογία, όμως, ήταν και παραμένει το βασικό υπόβαθρο για την προοδευτική ανύψωση τόσο της θεωρητικής όσο και της πρακτικής εφαρμογής της ιατρικής επιστήμης. Η πιστή τήρηση των, αρχικά, άγραφων κανόνων τοποθέτησαν ψηλά στην κοινωνική συνείδηση την ιατρική επιστήμη στα πανάρχαια χρόνια και την ξεχώρισαν ως την πιο ιερή επιστήμη και επάγγελμα και βοήθησαν τον γιατρό να κατακτήσει την κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα του πρωταρχικού ρόλου του γιατρού που συνέβαλε στην ηθική και πνευματική εξύψωσή του και στην αποδοχή των ατομικών ελευθεριών και των δικαιωμάτων των συνανθρώπων του.
Από την εποχή που η ιατρική απέκτησε μια κάποια μαζικότητα και άρχισε να παίρνει οικουμενικό χαρακτήρα, κρίθηκε από τα πράγματα απαραίτητο να αναπτύξει μια σειρά θεσμικών κανόνων, που συνοψίστηκαν ολοκληρωμένα και θαυμαστά στον «όρκο του Ιπποκράτη».
Σήμερα που η εποχή μας χαρακτηρίζεται από την ιλιγγιώδη ταχύτητα των αλλαγών των κοινωνικών δομών και των παγκόσμιων συσχετισμών, με κύριο χαρακτηριστικό την εμπορευματοποίηση όλων σχεδόν των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, η ιατρική επιστήμη ακολούθησε σε σημαντικό βαθμό και αυτή τους κανόνες της εξέλιξης και υπέστη τη φθορά των πανανθρώπινων αξιών της. Για το λόγο αυτό σήμερα ο γιατρός καλείται να επαναπροσδιορίσει τη θέση του, προσδιορίζοντας το μέγεθος των απωλειών της ηθικής, κοινωνικής και επιστημονικής του υπόστασης και να ενεργοποιηθεί για την κατάκτηση των νέων του στόχων, πάντα όμως μέσα στα πλαίσια της δεοντολογικής συμπεριφοράς. Η σημερινή εξέλιξη των πραγμάτων επιβάλλει την αναγνώριση των νέων κοινωνικών συσχετισμών, που είναι το αποτέλεσμα της ιστορικής πορείας της Ανθρωπότητας.
Η ισότητα των ατόμων, βασική διακήρυξη της Γαλλικής Επανάστασης, όπου αυτή κατακτήθηκε με μακροχρόνιους αγώνες βέβαια και θυσίες, βασίστηκε στην ενιαία οικουμενική αντίληψη ότι όλα τα επαγγέλματα είναι ισάξια μεταξύ τους, αφού είναι εξ ίσου απαραίτητα για τη διατήρηση της κοινωνικής δομής και αυτοτέλειας. Εκείνο που έχει πρωταρχική σημασία δεν είναι το τι επάγγελμα κάνει κανείς, αλλά το πόσο σωστά το ασκεί.
Και η έννοια του σωστού δεν μπορεί παρά να αναφέρεται στις παραμέτρους της συνειδητότητας και υπευθυνότητας, της γνώσης και επίγνωσης, της συνέπειας και της τήρησης των ηθικών κοινωνικών κανόνων.
Με τα παραπάνω δεδομένα, η δεοντολογία και η ηθική στην άσκηση της ιατρικής επιστήμης είναι απαραίτητα για την ολοκλήρωση της αποστολής της. Η πείρα των αιώνων έχει δείξει ότι οι βασικές πανάρχαιες αρχές είναι απαραίτητο να διατηρηθούν αναλλοίωτες, ώστε να καθοδηγούν τους φορείς της ιατρικής επιστήμης για να ξαναβρεί το χαμένο της μεγαλείο και να γίνει πάλι ο γιατρός ο πρωτεργάτης της κοινωνικής ανέλιξης. Οι ιατρικές δεοντολογικές αρχές, εν τούτοις, απαιτούν μια κάποια προσαρμογή τους στα σημερινά δεδομένα, που βρίσκονται σε στενή συσχέτιση με τις κοινωνικές δομές, τις επιστημονικές προόδους και την πρακτική εφαρμογή της ιατρικής επιστήμης. Ο γιατρός κάτω από τις σημερινές συνθήκες καλείται να αποβάλει το πνεύμα χλιδής και να ενισχύσει το παραδοσιακό του πνεύμα της θυσίας και αφοσίωσης για την επιστήμη του. Όμως, με κανέναν τρόπο δε θα πρέπει να υποβαθμιστεί ο κοινωνικός του ρόλος, με έμμεση περιθωριοποίησή του, ως αποτέλεσμα της οικονομικής του ανέχειας. Η ιατρική δεοντολογία πρέπει να είναι οικουμενική και να κρατιέται μακριά από τα επίπεδα της τριβής των ανθρώπινων διενέξεων, όπου βρίσκεται η αρχή των αντιθέσεων και συγκρούσεων. Η σωστή άσκηση της ιατρικής επιστήμης είναι απαραίτητο να παραβλέπει τις προσωπικές, κοινωνικές, θρησκευτικές, φυλετικές, πολιτικές ή και γλωσσικές ακόμα πεποιθήσεις τού κάθε συναλλασομένου στο επίπεδό της, ώστε να είναι σε θέση να διατηρήσει την οικουμενικότητά της.
Η σημερινή αναρχία που διαπιστώνεται στα περισσότερα μέρη του κόσμου - από άποψη ιατρικής περίθαλψης - δεν μπορεί να καταλογισθεί στο παθητικό του ιατρικού κόσμου, που τις περισσότερες φορές στην πλειοψηφία του είναι αντίθετος με την κρατούσα υγειονομική οργάνωση. Το θλιβερό προνόμιο της κατάστασης αυτής ανήκει αποκλειστικά και μόνο στους υπεύθυνους κοινωνικοπολιτικούς φορείς. Έχει εν τούτοις ο γιατρός το ηθικό χρέος να συνεργάζεται ολόπλευρα με όλους τους υγειονομικούς φορείς - σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο - που στοχεύουν στην ανάπτυξη και βελτίωση της παροχής ιατρικής φροντίδας σε όλους. Ήταν, λοιπόν, και παραμένει αναγκαίο και επιβεβλημένο να συνταχθεί ένα πλαίσιο υποχρεωτικών κανόνων Ιατρικής Δεοντολογίας , που δε θα περιορίζουν βέβαια την ελευθερία της ατομικής δράσης του ιατρού, γιατί μια τέτοια προσπάθεια θα ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία από την αρχή της. Αντίθετα μάλιστα, σκοπός της θα πρέπει να είναι να προστατέψει, να καλύψει και να ενισχύσει όλη εκείνη τη στρατιά των ηθικών, έντιμων και ολοκληρωμένων λειτουργών της ιατρικής επιστήμης που υφίστανται τις συνέπειες της ανυπαρξίας μιας Ηθικής Τάξης μέσα στον επαγγελματικό τους χώρο. Η σύνταξη της Ιατρικής Δεοντολογίας - με σύγχρονη νομοθετική κάλυψη - της προσδίνει ιδιαίτερη βαρύτητα και την καθιστά σεβαστή και απαραβίαστη από όλους ανεξαίρετα.
* Ο δρ. Φραγκλίνος Γ. Παπαδέλλης είναι επίκουρος καθηγητής Παιδιατρικής, τ. διευθυντής Γ.Ν.Π. Πεντέλης και τ. βουλευτής - υφυπουργός Υγείας.