Η βαρυθυμία της Κυριακής καθώς νυχτώνει

01/07/2012 - 05:56
Ποτέ δεν απαλλάχτηκα, όπως κι άλλοι νομίζω, από το αίσθημα μελαγχολίας που αποπνέουν τα απογεύματα της Κυριακής. Πάντα είχα αυτήν τη σχέση βαρυθυμίας με αυτά.
Ποτέ δεν απαλλάχτηκα, όπως κι άλλοι νομίζω, από το αίσθημα μελαγχολίας που αποπνέουν τα απογεύματα της Κυριακής. Πάντα είχα αυτήν τη σχέση βαρυθυμίας με αυτά. Κατάλοιπο μάλλον των σχολικών χρόνων. Παρ’ ότι η Κυριακή είναι μια ημέρα χαλάρωσης, κεφιού, χαράς και ξεκούρασης, προερχόμενη από μια εξίσου ξένοιαστη κι εύθυμη, όπως είναι το Σάββατο, ωστόσο, καθώς φτάνει το απόγευμα, μια ανεξήγητη, όχι και τόσο καλή, ψυχική διάθεση κάνει την εμφάνισή της και σε συνεπαίρνει. Η θλίψη θα πρέπει να είναι σύμφυτη με τη χαρά διότι - ενώ τίποτα δεν προμηνύεται άσχημο - ξαφνικά η διάθεση από χαλαρή κι ανέμελη, καθώς περνάει η ώρα, μετατρέπεται σε αγχώδη.
Οι Κυριακές περνούν και φεύγουν, μα κάποια πράγματα παραμένουν στη μνήμη ζωντανά και ανεξίτηλα να θυμίζουν τη χαμένη ζωή μας. Λίγες είναι οι φορές που μπορεί να θυμάμαι μια Κυριακή ολόκληρη - με αρχή και επίλογο - γεμάτη χαρά. Πάντα μισογεμάτη τη θυμάμαι. Απ’ το μισό και κάτω φορτωμένη μελαγχολία. Κομμένη στα δυο την έχω στο μυαλό μου. Σε ξένοιαστο πρωί και σε σκυθρωπό - με γλυκόπικρη γεύση - απόγευμα. Όλο αυτό, αυτόματα δημιουργούσε στο μυαλό ένα μείγμα άγχους, αγωνίας και μελαγχολίας. Ίσως να ήταν η συνείδηση ή η υπόμνηση ενός τέλους με τη σκέψη ότι κάτι όμορφο τελείωνε και μια συνηθισμένη και μονότονη Δευτέρα θα ξημέρωνε. Ένα εντελώς αντίθετο συναίσθημα απ’ αυτό της Παρασκευής, όπου νιώθεις χαρούμενος, ευδιάθετος, αισιόδοξος, κεφάτος και άκρως προετοιμασμένος να απολαύσεις όλες τις χαρές του Σαββατοκύριακου. Κι όσο αρχίζει να κλείνει προς το σούρουπο η Παρασκευή, τόσο και πιο πολύ αυτό γίνεται περισσότερο αισθητό. Η καλή διάθεση κορυφώνεται και φουντώνει, για να δικαιωθεί και η φράση: «Τhank God it’s Friday», δηλαδή Δόξα τω Θεώ, είναι Παρασκευή, που λένε και οι Αμερικάνοι.
Καθώς, λοιπόν, νιώθεις να φεύγει και να τραβάει προς το τέλος της η μέρα και οι στιγμές χαλάρωσης να τελειώνουν, αισθάνεσαι ξαφνικά όλα να χάνονται μ’ έναν αργό ρυθμό. Όπως όταν πέφτουν οι τίτλοι του τέλους μιας ταινίας. Μια τρομαγμένη απορία θλίψης μένει μετέωρη στο περιβάλλον με διάθεση να διαφυλάξει ίσως το πιο όμορφο κι ευχάριστο διάλειμμα μιας συνηθισμένης μέρας. Μιας μέρας που, ενώ κουβαλούσε τη ξενοιασιά, άξαφνα όλα αλλάζουν. Κάτι τέτοιες άδειες, γκρίζες κι αγχωμένες Κυριακές είναι που σου ‘ρχονται στα χείλη οι στίχοι εκείνου του τραγουδιού που έλεγε: «πάει κι αυτή η Κυριακή και η χαρά μας πάει / ήτανε τόσο βιαστική όπως και κάθε Κυριακή, που πριν τη ζήσουμε περνάει...» και κυριολεκτικά σε… σκοτώνει.
Ωστόσο, μένει αυτό το περίεργο αίσθημα που στο τέλος γίνεται συνήθεια. Ίσως γιατί τις Κυριακές, σ’ αντίθεση με τις καθημερινές, έχεις την πολυτέλεια να βλέπεις το χρόνο να περνά. Ίσως αν δεν υπήρχε η αίσθηση του τέλους, ίσως αν δεν ξημέρωνε αυτή η συνηθισμένη και μονότονη Δευτέρα, να ήταν αλλιώς. Γι’ αυτό και το δειλινό της Κυριακής παίρνει μια άλλη μορφή. Πάντα θα υπάρχουν στη ζωή μας τέτοια λυπημένα δειλινά να τα στοχάζεσαι. Πάντα, κατά παράδοξο τρόπο, στο μυαλό μας θα επανέρχονται αρμαθιές οι νοσταλγίες - αναμνήσεις σαν χάδια - και θύμισες λειψές να σε βουτάνε απ’ το λαιμό και να σου διαλύουν μυαλό και ψυχή. Και τότε είναι που «η θλίψη κάνει πρόβα τα φορέματα και η αλήθεια λέει τα δικά της ψέματα», κάτι τέτοιες άδειες κι αγχωμένες Κυριακές, καθώς νυχτώνει...
 

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey