Μια λαϊκή παροιμία λέει: «Είδες γάμο άκλαφτο και κηδεία αγέλαστη;». Κι αυτό συμβαίνει, νομίζω, όταν ο άνθρωπος είναι πολύ φορτισμένος συναισθηματικά. Τότε ψάχνει μια ευκαιρία να ξεσπάσει.
Μια λαϊκή παροιμία λέει: «Είδες γάμο άκλαφτο και κηδεία αγέλαστη;». Κι αυτό συμβαίνει, νομίζω, όταν ο άνθρωπος είναι πολύ φορτισμένος συναισθηματικά. Τότε ψάχνει μια ευκαιρία να ξεσπάσει.
Έτσι κι εμείς, όλοι όσοι συμμετείχαμε στο Πένθος του Θείου Πάθους, στην Προδοσία, στην Αχαριστία, στη Σταύρωση και στην Ταφή του Θεανθρώπου, κάθε Μεγάλο Σάββατο πρωί, δε συγκρατιόμαστε. Δεν έχουμε υπομονή να περιμένουμε ως τα μεσάνυχτα το βράδυ, που θα σημάνουν οι καμπάνες και θα ακουστεί το «Χριστός Ανέστη!».
Γι’ αυτό, όταν στην αρχή της Θείας Λειτουργίας το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου ακούσουμε «Ανάστα ο Θεός…», πανηγυρίζουμε, αγαλλιούμε, χοροπηδάμε… Και χαιρόμαστε γιατί ο Ιησούς, ο Εσταυρωμένος Θεός της Αγάπης, ανέστη! Μα, αρμόζει αυτή η χαρά, το τρεχαλητό, το χαμόγελο και το χοροπήδημα μέσα στο Ναό;
Ναι, γιατί ο Θεός δεν είναι μόνο πηγή αγάπης και αγιότητας, αλλά και πηγή χαράς. Και οι λέξεις χαρά, χαίρομαι, χαρείτε, είναι λέξεις που συναντιόνται συχνά πυκνά στην Αγία Γραφή. Στους μαθητές, ο Χριστός, λίγες ώρες μετά τη Σταύρωση, στην πρώτη Του εμφάνιση στο Υπερώο του Μυστικού Δείπνου και της Υπομονής, καθώς στα μάτια τους δεν είχαν στεγνώσει ακόμα τα δάκρυα, «Χαίρετε», τους είπε, δηλαδή χαρείτε! Το πρώτο θαύμα που έκανε ο Ιησούς, δεν ήταν ούτε θεραπεία αρρώστου, ούτε νεκρανάσταση, αλλά η μεταβολή του νερού σε κρασί και μάλιστα μετά από αρκετή κατανάλωση! Στο μεγαλύτερο Μυστήριο της Χριστιανοσύνης, τη Θεία Ευχαριστία, ο Χριστός δεν όρισε να χρησιμοποιούμε κάποιο άλλο υγρό, αλλά κρασί. Γιατί «το κρασί ευφραίνει τις καρδιές των ανθρώπων» (Ψαλμ. 103, 15), όταν φυσικά δεν πίνουμε «οίνον εις μέθην» (Τωβ. 4, 15).
Και όλα αυτά γιατί, ο Θεός της Ορθοδοξίας δεν είναι Θεός κατηφής, αλλά Θεός Πατέρας, που θέλει να βλέπει τα παιδιά του να χαίρονται, να αγάλλονται, να ευφραίνονται.
Στα χρόνια της Παλαιάς Διαθήκης, υμνούσαν το Θεό «εν τυμπάνω και ψαλτηρίω», «εν χορδαίς καί οργάνω», «εν κυμβάλοις ευήχοις» και «εν χορώ». Χορό; Κάποιοι το παρεξηγούν και μάλιστα, τελευταία, έντονα σε τηλεοπτικές εκπομπές και όχι μόνο. Ποιοι είναι αυτοί; Οι άγευστοι… Οι ανίδεοι. Τα Μέσα Ενημέρωσης που θέλουν να πουλήσουν είδηση, να γεμίσουν τον τηλεοπτικό τους χρόνο. Το παρεξηγούν οι «τύποις» Χριστιανοί και οι άθεοι.
Όμως, η Εκκλησία δεν πρέπει να συμβιβάζεται με το ρεύμα της όποιας εποχής ή με την άποψη των πολλών. Συνεχίζει μια παράδοση, πολύ περισσότερο αν μία πράξη έχει παραδοθεί και έχει τεκμηρίωση αγιογραφική. Όπως το τρέξιμο, το χοροπήδημα με το «Ανάστα ο Θεός», κάθε πρωί Μεγάλου Σαββάτου. Το θυμάμαι από τον αείμνηστο εφημέριο του χωριού μου, τον παπα - Κλεόπα. Το ευχαριστιόταν τούτο το πρωινό, όπως και εγώ και πολλοί άλλοι μαζί μου. Ζω τη Μεγάλη Βδομάδα, περιμένοντας να …ξεκουραστώ και να αναγαλλιάσω στο «Ανάστα ο Θεός»!
Η Εκκλησία προσκαλεί τους πάντες και αυτούς τους ανίδεους και άγευστους να ‘ρθουν, να γνωρίσουν, να πληροφορηθούν και να αποδεχθούν ή και να απορρίψουν την παράδοσή της. Να γεμίσουν με πόνο όλες τις μέρες της Μεγάλης Εβδομάδας και να σκιρτήσουν από χαρά το πρωινό του Μεγάλου Σαββάτου, καθώς και τα ξημερώματα της Κυριακής του Πάσχα. Ζούμε σε μια εποχή που ο λόγος του φιλοσόφου Σωκράτη, πρέπει να ξανακουστεί: «Δε μ’ ενδιαφέρει η άποψη των πολλών, αλλά η άποψη του ειδήμονα». Και ως ειδήμων, ως πνευματικός πατέρας, επιθυμώντας να γεμίσω από αναστάσιμη χαρά και να σας τη μεταδώσω, μαζί με τους υμνογράφους και τους Πατέρες της Εκκλησίας μας, αναφωνώ: «Σκιρτήσατε τα όρη. Ήλιος και σελήνη, άστρα του ουρανού. Πυρ, χάλαζα, βουνοί. Όμβρος και δρόσος, πάχναι καί νεφέλαι υμνείτε και υπερυψούτε τον Θεόν εις πάντας τούς αιώνας». Και με τη λύρα του Δαβίδ, ψάλλω τον 46ο ψαλμό: «Πάντα τα έθνη κροτήσατε χείρας. Αλαλάξατε τω Θεώ, εν φωνή αγαλλιάσεως», δηλαδή, χειροκροτήστε όλοι οι λαοί, με φωνές ενθουσιώδεις κραυγάστε στο Θεό (1 - 2)!
Γιατί όλη αυτή η υπερβολική χαρά; Γιατί σκιρτώ, χορεύω, ψάλλω, τραγουδώ; Γιατί: Η Ανάσταση του Χριστού, βεβαίωσε τη Θεότητά Του. Η Ανάσταση του Χριστού, συνέτριψε το δαίμονα. Η Ανάσταση του Χριστού, θανάτωσε το θάνατο. Η Ανάσταση του Χριστού, επιβεβαιώνει και τη δική μας μετά θάνατο ανάσταση. Η Ανάσταση του Χριστού χάρισε ξανά το χαμόγελο στα πικραμένα χείλη της πονεμένης Μητέρας Του και Μητέρας μας, της Θεοτόκου. Η Ανάσταση του Χριστού, αποτελεί το Α και το Ω, τη σπονδυλική στήλη της πίστης μας. «Ει Χριστός ουκ εγείγερται, ματαία η πίστις ημών» (Α΄ Κορ. 15, 17).
Όλες αυτές τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας, ζήσαμε την αγωνία Του, τη λύπη Του, τη Σταύρωσή Του, το Θάνατό Του, την Κάθοδο στον τάφο. Ξέρουμε πως είναι ο Θεός, γι’ αυτό… θέλαμε, επιμέναμε να αναστηθεί. Παρακλητικά, αλλά και επιτακτικά του ζητήσαμε να αναστηθεί. Και «εν αλαλαγμώ» ψάλλαμε: «Ανάστα ο Θεός κρίνον την γήν∙ ότι σύ κατακληρονομήσεις, εν πάσι τοις έθνεσι».
* Ο π. Αθανάσιος Γιουσμάς είναι πρωτοπρεσβύτερος και εφημέριος του Ιερού Ναού του Αγίου Θεράποντα και καθηγητής θεολόγος.