Ποιητής, μεταφραστής και πανεπιστημιακός δάσκαλος, ο Μιχάλης Πιερής γεννήθηκε στην Εφταγώνια της Κύπρου το 1952. Σπούδασε φιλολογία και θέατρο στη Θεσσαλονίκη και στο Σύδνεϋ.
Μιχάλης Πιερής
Εκδόσεις Μελάνι
Αθήνα 2009, σελ. 120
Ποιητής, μεταφραστής και πανεπιστημιακός δάσκαλος, ο Μιχάλης Πιερής γεννήθηκε στην Εφταγώνια της Κύπρου το 1952. Σπούδασε φιλολογία και θέατρο στη Θεσσαλονίκη και στο Σύδνεϋ. Από το 1993 διδάσκει ποίηση και θέατρο στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Συνιδρυτής του κυπριακού λογοτεχνικού περιοδικού «Ύλαντρον», πρωτοστάτησε στην ίδρυση Φιλοσοφικής Σχολής και του Πολιτιστικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Κύπρου στο ιστορικό κέντρο της Λευκωσίας. Έχει δημοσιεύσει μελέτες και άρθρα στο χώρο της μεσαιωνικής και νεοελληνικής γραμματείας. Στο παρόν βιβλίο, φιλοξενούνται δύο θεατρικά του έργα. «Το σπίτι» είναι ένα σατιρικό δράμα σε 4 σκηνές και το «Έρχομαι για λίγο φως», ένα δράμα σε 12 σκηνές.
Ο Γιάννης Βαρβέρης έγραψε για «Το σπίτι», που ανέβηκε από το ΘΟΚ σε σκηνοθεσία Εύης Γαβριηλίδη το 2003:
«Πάγια ενδιαφερόμενος για το κυπριακό θέατρο, συνάντησα σε εκεί επίσκεψη μου και στην “Πειραματική Σκηνή” του ΘΟΚ, το πρώτο σημαντικό έργο του διακεκριμένου ποιητή και ακαδημαϊκού δασκάλου, του Μιχάλη Πιερή. Το “Σπίτι” είναι η αλληγορική εμμονή ενός παρελθοντιστή συγγραφέα να παραμείνει στο σχεδόν ερειπωμένο πατρογονικό του, σε πείσμα της ασφυκτικής πολιορκίας παροχών ενός γενναιόδωρου εκπροσώπου της “αξιοποίησης”, κι ακόμα ενάντια στο βιταλιστικό πόθο της ίδιας της συζύγου του.
Ο Πιερής οργανώνει έτσι τις Θερμοπύλες της μνήμης, την αξιοπρέπεια της άρνησης, την αντίσταση στη συνειδησιακή εκποίηση. Ρομαντικός και ιδεολόγος, έρχεται στερρώς των παραδοσιακών αξιών ενός πολιτισμού του συναισθήματος, που καταρρέει μπροστά στη λαίλαπα της παντοειδούς αλλοτρίωσης και εξώνησης. Όλοι οι ήρωες τελούν εν δικαίω - αυτό είναι μέγα προτέρημα. Οι εμμονές τους, διατυπωμένες σε δραστικούς και πειστικούς διάλογους, μπορεί να μην ανελίσσονται επαρκώς σε επίπεδο δραματικής κορύφωσης, εξασφαλίζουν όμως δυναμικές συγκρούσεις προσώπων, που έχουν τις αφομοιωμένες καταγωγές τους στον Πίντερ και τον Πιραντέλο. Ιδίως ο δεύτερος παρεμβαίνει στο “παιχνίδι των ρόλων” αποφασιστικά, αφού μια παράλληλη διάσταση του φαίνεσθαι και του είναι για τον συμμέτοχο θεατή, αρδεύει γόνιμα το έργο. […]».