Στην αρχή κυκλοφόρησε ως φήμη, ως παιχνίδι ανώριμων παιδιών, για να καταστεί αμέσως αργότερα βεβαιότητα. Ανατριχιαστική βεβαιότητα.
Στην αρχή κυκλοφόρησε ως φήμη, ως παιχνίδι ανώριμων παιδιών, για να καταστεί αμέσως αργότερα βεβαιότητα. Ανατριχιαστική βεβαιότητα.
Δεν είναι που ο νέος λυκειάρχης Πλωμαρίου, εφαρμόζοντας προφανώς μεταμοντέρνες μεθόδους διδασκαλίας και αγωγής, οδήγησε τους μαθητές του σε κεντρική καφετέρια, όπου κατά τη διάρκεια των διδακτικών ωρών κόπηκε η πρωτοχρονιάτικη πίτα, με αναφορά φαντάζομαι στους αγίους της ορθόδοξης εκκλησίας, στων οποίων τις πανηγύρεις έχει ιδιαίτερη αδυναμία ο ρέκτης εκπαιδευτικός, και ασφαλώς στην μάθηση και την μόρφωση των μετεχόντων στη σεμνή τελετή.
Είναι που το δώρο για τον μαθητή ή τη μαθήτρια που θα τύχαινε την «λίρα» ή το «φλουρί» θα ήταν η αχρέωτη, δηλαδή χωρίς υπολογισμό των απουσιών, διήμερη αποχή από τα μαθήματα.
Και για τον αντίστοιχο διδάσκοντα, γιατί δύο πίτες κόπηκαν, η διήμερη άδεια. Και άντε για τον καθηγητή ή την καθηγήτρια, μπορεί να φαντάζει φυσικό. Αλλά για τους μαθητές;
Προφανώς ο κ. λυκειάρχης εξέλαβε το σχολείο που διευθύνει ως στρατόπεδο, ή αναμορφωτήριο ή κάτεργο, στον περιορισμένο χώρο του οποίου οι τρόφιμοι ασφυκτιούν και αναζητούν τρόπο διαφυγής και ανακούφισης. Και αυτήν ακριβώς την διέξοδο επεχείρησε να τους δώσει.
Στα πλαίσια αυτής της σκέψης λοιπόν, βγήκε από το στόμα στελέχους της εκπαίδευσής μας η ανόσια φράση. «Το δώρο γι’ αυτόν που θα του πέσει η λίρα θα είναι δυο μέρες αποχής από τα μαθήματα, χωρίς να του χρεωθούν οι απουσίες.»
Για μας και για όλους όσοι σαν εμάς, που τελειώσαμε σχολεία όπου οι δάσκαλοί μας, στην πλειοψηφία τους τουλάχιστον, έσκυβαν επάνω μας, μοχθούσαν μαζί μας, προκειμένου η πρόσληψη των γνώσεων να είναι η καλύτερη δυνατή, αυτά είναι πράγματα και αδιανόητα και ανόσια. Γιατί ακριβώς ξεριζώνουν την ψυχή της παιδείας. Της προσπάθειας δηλαδή για μετάδοση στους νέους ανθρώπους, γνώσεων και ηθικών αξιών. Που με μια κουβέντα του λυκειάρχη έγιναν σκόνη και καπνός.
Και προφανώς πετάχτηκαν στο καλάθι των αχρήστων διαχρονικές συμβουλές και αποφθέγματα των αρχαίων προγόνων μας, που τους θυμόμαστε στις γιορτές και τις πανηγύρεις όπως «Αργός μη ίσθι, μηδ’ αν πλουτής», δηλαδή «μην τεμπελιάζεις, έστω κι αν έγινες πλούσιος» του Πιττακού του Μυτιληναίου, ή το του Ευριπίδη «Χωρίς να κοπιάσεις, δεν θα μπορέσεις να ευτυχίσεις. Είναι αισχρό στο νέο να μη θέλει να κοπιάσει».
Ακόμα η ρηξικέλευθη χειρονομία του λυκειάρχη ακύρωσε και την ηδονή της κοπάνας, την ηδονή του απαγορευμένου, που με την πανηγυρική νομιμοποίησή της έχασε την γοητεία και τον μύθο που μέχρι τώρα την συνόδευε.
Εκτός πια κι αν η απόφασή του αυτή στόχευε την εξυπηρέτηση του συστήματος.
Άναυδος και ενεός έθεσα το ζήτημα στον καθηγητή της Ψυχιατρικής, συγγραφέα και εκδότη του λαμπρού περιοδικού «Σύναψις», Θανάση Καράβατο, που έκανε το ακόλουθο σχόλιο:
«Ας μη βιαστούν οι συνήθεις κακόβουλοι να μεμψιμοιρήσουν για την ρηξικέλευθη έμπνευση του λυκειάρχη να ανταμείψει τον τυχερό μαθητή στην κοπή της πρωτοχρονιάτικης πίτας με δυο μέρες “αχρέωτης” απουσίας από τα μαθήματα. Η ισορροπία του συστήματος είναι απολύτως εξασφαλισμένη. Καμμιά επίπτωση δεν πρόκειται να έχει η απουσία του τυχερού μαθητή ή μαθήτριας από τις μαθητικές αίθουσες. Τίποτε δεν πρόκειται να χάσει. Το είδαμε τις μέρες του πανδημικού πανικού με τη νέα γρίπη. Τα σχολεία έκλειναν το ένα πίσω από το άλλο, κανένα όμως φροντιστήριο δεν “παρέσυρε” ο συρμός. Ορθά συντονισμένο, το εκπαιδευτικό μας “σύστημα” καλύπτει πάντα όλα τα κενά. Στο κάτω-κάτω δύο μερούλες είναι αυτές... Εδώ δεν ενοχλούν κανέναν οι πολυήμερες άνευ δικαιολογίας, πλην όμως “νομιμοποιημένες”, απουσίες των μαθητών που σπεύδουν να τις εκμεταλλευτούν δεόντως, εντείνοντας “εξωσχολικώς” το κυνήγι τους για μια “θέση” σε κάποιο πανεπιστήμιο, όπου θα κληθούν να σπουδάσουν κάτι που συνήθως δεν διάλεξαν παρά μόνο για να συμπληρώσουν μέχρι τέλους το σχετικό δελτίο, εξασφαλίζοντας έτσι και την μετέπειτα “νομιμοποιημένη” ανεργία τους.»
Και καλά η ανεξερεύνητη και ανεξήγητη έμπνευση του διευθυντή του λυκείου. Εκπαιδευτικός άλλος από τους διδάσκοντες στο Λύκειο δεν βρέθηκε, να του πει μια λέξη ένα «Ε, πού πάμε;». Και σύλλογος γονέων και κηδεμόνων δεν υπάρχει, να διαγνώσει την άκρως αντιεκπαιδευτική αυτή ενέργεια, να την καταγγείλει, να την αναδείξει και να μπει ανάχωμα σε τέτοιες καταστροφικές πρωτοβουλίες;
Ή μήπως ζούμε σε εποχή πλήρους αδιαφορίας για ό, τι συμβαίνει γύρω μας;
7.2.2010
Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.