Σαν τους δείκτες του ρολογιού, σαν τα φτερά του μύλου που γυρίζουν ασταμάτητα, έτσι κι η ζωή μας ασταμάτητα τρέχει. Γυρίζει ο μύλος της ζωής μας ασταμάτητα, πότε πιο αργά και πότε αργά-αργά, αλλά δε σταματάει.
Σαν τους δείκτες του ρολογιού, σαν τα φτερά του μύλου που γυρίζουν ασταμάτητα, έτσι κι η ζωή μας ασταμάτητα τρέχει. Γυρίζει ο μύλος της ζωής μας ασταμάτητα, πότε πιο αργά και πότε αργά-αργά, αλλά δε σταματάει. Οι μέρες της ζωής μας τρέχουν, τρέχει η μια πίσω από την άλλη, ώσπου να τελειώσουν όλες.
Εμείς, τα χρόνια τα πρώτα της εμφάνισής μας στο φως της ζωής, ήμασταν εννιά μήνες φασκιωμένοι με τις τετράγωνες μεγάλες πάνες κι ούτε που είχαμε καμμιά αίσθηση ότι υπάρχουμε καν, τα μάτια μας άνοιγαν όταν είχαμε ξετσουμίσει για καλά.
Τώρα, που τα χρόνια έχουν αλλάξει ολωσδιόλου, τα μωρά είναι τελείως διαφορετικά. Μεγαλώνουν τόσο γρήγορα, αισθάνονται ότι υπάρχουν από τις πρώτες μέρες της γέννησής τους. Στον πρώτο χρόνο τους λένε λόγια, φράσεις, κάνουν μορφασμούς, αντιλαμβάνονται την ύπαρξή τους και την ύπαρξη των άλλων γύρω τους.
Στα δυο τους χρόνια δεν κάνουν μικρά βήματα, όπως εμείς. Τούτα τρέχουν στο χώρο που είναι μπρος τους. Κι ύστερα, στα τρία τους χρόνια, το στόμα τους δε σταματάει να λέει, κυρίως του θηλυκού γένους. Βλέπουν τηλεόραση, χαίρονται και σκορπάνε χαρά και ζωή στους γονείς τους.
Εμείς νιώθαμε τον κόσμο, νιώθαμε ότι υπήρχαμε σα ζωντανοί οργανισμοί, όταν είχαμε βγάλει τις δύο - τρεις τάξεις του δημοτικού, και οι περισσότεροι πολύ αργότερα. Σα να ήμασταν στα πρώτα χρόνια της ζωής μας σε αφασία, υπήρχαμε και δεν υπήρχαμε, σα να ζούσαμε σ’ έναν κόσμο που πολύ-πολύ δεν ξέραμε τι είναι. Τώρα, στα δέκα τους χρόνια τα παιδιά, όχι μόνο εκφράζουν τους συλλογισμούς τους, αλλά βάζουν μπρος τους τα κομπιούτερ και κάνουν αυτό που κάνουν οι μεγάλοι. Πατούνε τα πλήκτρα του κομπιούτερ και βλέπουν, αντιλαμβάνονται, συνειδητοποιούν τις εμφανιζόμενες εικόνες και διασκεδάζουν πολύ και κυρίως τις εντυπώνουν.
Για μας όσο ήμασταν μικροί, παιδιά κι ύστερα έφηβοι, οι δείκτες της ζωής μας γύριζαν αργά-αργά, σα να μην κινούνταν καν. Τώρα, όμως, οι δείκτες της ζωής των παιδιών του 21ού αιώνα τρέχουν γρήγορα και παρασέρνουν, αλίμονο, και τους δικούς μας δείκτες, κι εκεί που ήμασταν νέοι στο σχολείο, στο στρατό, στις σπουδές μας, βρισκόμαστε παντρεμένοι με παιδί ή παιδιά κι ούτε που αντιλαμβανόμαστε καλά-καλά πότε πέρασαν τα χρόνια, πότε φθάσαμε στα 50 μας, στα 60 μας, στα 70 μας.
Βλέπουμε προς τα πίσω και μόνο μικρές αναμνήσεις από τα περασμένα διατηρούμε στη μνήμη μας. Νιώθουμε τον εαυτό μας σα δρομέα, να τρέχει σ’ ένα μεγάλο στάδιο κι ότι φτάνουμε προς το τέρμα.
Δε νιώθουμε το χρόνο που διάβηκε, τα χρόνια που ζήσαμε. Δε σταθήκαμε να φιλοσοφήσουμε, να πούμε πότε ήμασταν ευτυχισμένοι. Η μια μέρα ήταν ίδια με την άλλη, δε νιώθαμε καμμιά, μα καμμιά ευτυχία.
Είμαστε αχάριστοι; Είμαστε χονδρόπετσοι; Είμαστε σκληροτράχηλοι; Δε νιώσαμε, δεν είχαμε αντιληφθεί το μόνο πράγμα που είναι καθαρό, αλλά από την άλλη δυσδιάκριτο, δηλαδή πότε ήμασταν κοντά στην ευτυχία.
Θέλουμε την ευτυχία χειροπιαστή, τη θέλουμε σα γίγαντα να έλθει να κτυπήσει την πόρτα τού «είναι» μας.
Αλήθεια, κάτι τέτοιο θέλουμε να έλθει, δηλαδή είναι γίγαντας μπροστά μας και να μας φωνάξει, δυνατά μάλιστα, «είσαι ευτυχισμένος, δόξασε το Θεό σου, το Δημιουργό σου, για την ευτυχία που σου δίνει απλόχερα» και καθημερινά.
Κι εσύ θα πεις, «μα αφού δε νιώθω κάτι το συγκλονιστικό, κάτι δυνατό να με ταρακουνήσει και να νιώσω βαθιά ότι είμαι ευτυχισμένος».
Μα αφού έχεις την υγεία σου, αφού περπατάς, αφού βλέπεις, αφού νιώθεις κοντά σου την οικογένειά σου, τη γυναίκα σου, τα παιδιά σου. Έχεις τους φίλους σου, τους συγγενείς σου να είναι καλά κι αυτοί, να περνούν τις ημέρες όπως κι εσύ, ήσυχα και ήρεμα σαν άνθρωποι, σα λογικά όντα, δεν είναι τούτο ευτυχία;
Μην περιμένεις κανένα γίγαντα.
Τα έχεις όλα, εργασία, οικογένεια, φαγητό, κοιμάσαι και ξυπνάς κάθε πρωί και συναλλάσσεσαι με τους συνανθρώπους σου, τους εργοδότες σου, με τη γυναίκα σου, τα παιδιά σου, με όλο τον κόσμο, σαν απλός άνθρωπος, ένα λογικό ον. Αυτή είναι η ευτυχία. Δες την κατάματα.
Μην περιμένεις το γίγαντα, κανένα γίγαντα, να έλθει μπρος σου και να σου πει «άνθρωπε, ζεις την περίοδο της ευτυχίας σου». Δε θα έλθει τέτοιος γίγαντας, μικρός ή μεγάλος.
Να χαίρεσαι την κάθε ώρα της ζωής σου που ζεις και αισθάνεσαι, όσο είσαι όρθιος, όσο είσαι ζωντανή ύπαρξη, γιατί ο τροχός, οι δείκτες της ζωής ασταμάτητα τρέχουν, γυρίζουν με γρήγορο ρυθμό κι όταν στραφείς προς τα πίσω σου, στα χρόνια που πέρασαν και διάβηκαν, μόνο ένα δάκρυ θα κυλήσει στα μάγουλά σου και μια κατασταλαγμένη γνώση θα σταθεί στο λογισμό σου και θα πεις νοερά κι ίσως φωναχτά, «πέρασαν τα χρόνια, γέρασαν». Και τούτο μόνο είναι η αλήθεια.