Οι «δικαιούχοι» παρατηρητές του καιρού…

01/07/2012 - 05:56
Επιστρέφοντας απ’ την Άρτα, στάθηκα στην Αμφιλοχία, για έναν καφέ. Μ’ αρέσει αυτή η πόλη, έχει κάτι από νησί… μου θυμίζει λίγο το δικό μας. Θα ‘ταν γύρω στις τρεις και μισή - τέσσερις το απόγευμα· κλειστά τα περισσότερα μαγαζιά, όμως το καφενείο -απ’ αυτά τα παλιά και λησμονημένα- ήταν γεμάτο.
Επιστρέφοντας απ’ την Άρτα, στάθηκα στην Αμφιλοχία, για έναν καφέ. Μ’ αρέσει αυτή η πόλη, έχει κάτι από νησί… μου θυμίζει λίγο το δικό μας. Θα ‘ταν γύρω στις τρεις και μισή - τέσσερις το απόγευμα· κλειστά τα περισσότερα μαγαζιά, όμως το καφενείο -απ’ αυτά τα παλιά και λησμονημένα- ήταν γεμάτο. Κάθισα δίπλα σε μια παρέα ηλικιωμένων. Οι ίδιοι, όπως παντού, άνθρωποι της άποψης και ειδήμονες «αναλυτές» πολιτικών θεμάτων που, σε υψηλούς τόνους, διαφωνούσαν για τα τρέχοντα. Μιλούσαν όλοι μαζί και οι φωνές τους, ανάμικτες με το θόρυβο που έκαναν τα πούλια και τα ζάρια στο τάβλι, έδιναν την ανάλογη ατμόσφαιρα των αρχέγονων καφενείων της επαρχίας, που όσο πάνε κι εκεί λιγοστεύουν.
Μες στο αξεδιάλυτο βουητό και τα μάτια στην ήρεμη θάλασσα που ανοιγόταν μπροστά μου, έπινα γουλιά-γουλιά τον καφέ μου. Στο διπλανό τραπέζι καθόταν, μόνος κι ατάραχος, ένας κοτσονάτος γέρος με πρόσωπο σκαμμένο και βλέμμα καθάριο, λες κι ήταν βγαλμένος από κείνες τις παλιές φωτογραφίες. Κάθε τόσο έσκυβε κι έριχνε ματιές απ’ το τζάμι, μια στην ήρεμη θάλασσα και μια στον καταγάλανο ουρανό. «Εσύ, καπετάνιε, δε μιλάς», του φώναξε ένας απ’ την παρέα. «Τι να πω… όσο πιο πολύ μιλάς, τόσο χάνεις την ικανότητα ν’ ακούς. Οι ακροατές λείπουν. Από ρήτορες, δόξα τω Θεώ, δε βλέπεις, γεμίσαμε», αποκρίθηκε κοιτώντας τους με ειρωνεία κι έσκυψε ξανά να δει έξω. Πόσο δίκιο, αλήθεια, είχε ο καπετάνιος…
Κάποια στιγμή ξεθάρρεψα, κόντεψα και τον ρώτησα τι είν’ αυτό που απεγνωσμένα έψαχνε με τη ματιά του. Με κοίταξε απάνω - κάτω και μου είπε: «Δε βλέπεις τον καιρό που γλύκανε; Η Αλκυόνη θα ετοιμάζεται να γεννήσει… Ελπίζω έτσι να ‘ναι όλες τούτες οι μέρες. Είναι από τα λίγα πουλιά που γεννάει τα αυγά της στην καρδιά του χειμώνα, γι’ αυτό και η φύση φροντίζει κατά το διάστημα αυτό να γλυκαίνει ο καιρός, για να μπορέσει να τα κλωσήσει και να πολλαπλασιαστεί το είδος.» Το είπε μ’ ένα ύφος ο καπετάνιος, που δεν άφηνε περιθώρια για αντιρρήσεις. Κάτι τέτοιους «δικαιούχους» παρατηρητές παρακαλάς να τους ακούς γιατί έχουν περισσότερη πειστικότητα και οπωσδήποτε… ξέρουν να τα λένε καλύτερα. Οι μετεωρολόγοι, πολλές φορές, πέφτουν έξω στις προβλέψεις τους.
Ανάμεσα σε σιωπές και άλλα τινά περί καιρού με τον καπετάνιο, πέρασε η ώρα, έπρεπε να φύγω, είχα δρόμο… «Μακάρι να κρατήσουν οι καλές μέρες, να τις δούμε τουλάχιστον απ’ τον καιρό, καπετάνιε, γιατί κι εμείς και η πατρίδα μας τις χρειαζόμαστε όσο ποτέ», του είπα, χαιρετώντας τον. «Παρ’ όλα αυτά, πρέπει να είμαστε πάντα προετοιμασμένοι για τα απρόβλεπτα του καιρού, ίσως και να μην είναι έτσι…», μου είπε κρατώντας το χέρι μου. «Καλό δρόμο να ‘χεις και ψάξε να βρεις το μύθο της Αλκυόνης», μου φώναξε.
Σήμερα τον θυμήθηκα. Βρήκα και διάβασα, για μια ακόμη φορά, το γνωστό μύθο για την Αλκυόνη, το ψαροπούλι που κάποτε ήταν μια ευτυχισμένη γυναίκα. Κόρη, λέει, του θεού των ανέμων Αίολου, που ο Δίας την τιμώρησε μεταμορφώνοντάς την σε πουλί με την κατάρα να γεννάει μέσα στη βαρυχειμωνιά, αντίθετα με τ’ άλλα πουλιά που γεννούν και κλωσούν τ’ αυγά τους την άνοιξη. Τα έκανε κάτι τέτοια ο Δίας. Κάποια στιγμή, όμως, τη λυπήθηκε και διέταξε τη θάλασσα και τους ανέμους να ησυχάζουν για μερικές μέρες ώστε να μπορεί εκείνη να κλωσά τα αυγά της. Αυτά λέει ο μύθος για τις αλκυονίδες μέρες, ενώ οι μετεωρολόγοι μιλάνε «για εξίσωση βαρομετρικών πιέσεων μεταξύ της νοτίου και της βορείου Ευρώπης». Άντε να καταλάβεις…
Έτσι, καπετάνιε, για να μη λες πως δεν σου ‘κανα το χατίρι.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey