Μια καινούργια σχολική χρονιά ξεκινά, με καινούργιους διευθυντές στα σχολεία. Διευθυντές οι οποίοι επιλέχτηκαν με βάσει νέες διατάξεις, με τα κασετόφωνα να κραδαίνονται ως τα αποδεικτικά στοιχεία της αξιοκρατίας και της αμεροληψίας.
Μια καινούργια σχολική χρονιά ξεκινά, με καινούργιους διευθυντές στα σχολεία. Διευθυντές οι οποίοι επιλέχτηκαν με βάσει νέες διατάξεις, με τα κασετόφωνα να κραδαίνονται ως τα αποδεικτικά στοιχεία της αξιοκρατίας και της αμεροληψίας. Με τη μαγνητοφώνηση των προσωπικών συνεντεύξεων των υποψήφιων διευθυντών κατά το νομοθέτη εξασφαλίζεται η αμεροληψία των κρίσεων. Μειώθηκε λέει και το ποσοστό συμμετοχής της βαθμολογίας της συνέντευξης σε σχέση με τα μετρήσιμα μόρια. Μειώθηκε αλλά η βαρύτητά της είναι καθοριστική όταν πρόκειται για διαφορές όχι λίγων μονάδων αλλά λίγων εκατοστών της μονάδας. Είναι κατανοητό επομένως γιατί με όποιον εκπαιδευτικό συζητήσεις για το αποτέλεσμα των κρίσεων ακούς ένα «καλά τώρα!!!». Αν συγκρίνει κανείς τον πίνακα με τα μόρια των υποψηφίων με τον αντίστοιχο με τα σχολεία στα οποία τοποθετήθηκαν, καταλαβαίνει το πώς η συνέντευξη γίνεται το χειρουργικό εργαλείο με το οποίο μπορεί να «γίνει η δουλειά».
Ένα ακόμα στοιχείο του πίνακα δείχνει ότι η συντριπτική πλειοψηφία αυτών που βαθμολογούνται με άριστα είναι συνδικαλιστές, στην πλειονότητά τους, του κυβερνητικού κόμματος. Όσοι δε συνδικαλίζονται, ή καλύτερα δεν μπαίνουν στην κομματική στρούγκα, είναι λιγότερο ικανοί. Δεν ακούγονται, δε φαίνονται, άρα είναι ανίκανοι. Όσοι υπηρετούν με ιδιαίτερο πάθος και ζήλο τα κόμματα (ιδιαίτερα αυτά της εξουσίας) που μας έφεραν στο σημερινό χάλι, είναι οι ικανότεροι!!! Ίσως γι’ αυτό η πλειοψηφία των συνδικαλιστών των εκπαιδευτικών είναι εναντίον της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών και παρασέρνουν και πάρα πολλούς άλλους. Η συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών είναι συνεπείς στο λειτούργημά τους και αν δουν ότι η συνέπειά τους και η εργατικότητά τους αναγνωρίζεται, γίνονται ακόμα καλύτεροι. Τι έχουν να φοβηθούν όλοι αυτοί απ’ την αξιολόγηση; Μόνο να κερδίσουν έχουν. Και αν κάποιοι άλλοι - πολύ λίγοι - χάσουν, ας χάσουν.
Το αξίζουν. Μπαίνει μετ’ επιτάσεως το ερώτημα: και ποιοι είναι αυτοί που θα μας αξιολογήσουν; Όποιοι κι αν είναι, θα είναι πολλοί στη διάρκεια μιας σταδιοδρομίας και θα πρέπει να αιτιολογούν απόλυτα τη βαθμολογία τους. Έτσι δεν είναι εύκολο στον αξιολογητή - σήμερα - να αυθαιρετεί. (Φυσικά δε θα πρέπει να αξιολογούν οι σχολικοί σύμβουλοι. Συμβουλή και αξιολόγηση δε συμβαδίζουν.) Για να γίνει κατανοητό γιατί είναι πολύ σημαντική η διαχρονική αξιολόγηση ενός εκπαιδευτικού και όχι στα 10 λεπτά μιας συνέντευξης, αναφέρω μια προσωπική περίπτωση: Όταν ήμουν υποψήφιος διευθυντής, με έκρινε ο συνδικαλιστής-αιρετός του κλάδου, τον οποίο πριν λίγο καιρό είχα αρνηθεί να ψηφίσω γιατί κατά τη γνώμη μου έπρεπε να γίνει επιτέλους κάποια ανανέωση. Εξάλλου δεν μπορεί οι εκπαιδευτικοί, των οποίων ένα μεγάλο κομμάτι της δουλειάς τους είναι η αξιολόγηση άλλων (των μαθητών), να αρνούνται να αξιολογηθούν οι ίδιοι.
Με δεδομένο, λοιπόν, ότι θα υπάρχει η διά (επαγγελματικού) βίου αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, στις περιπτώσεις κρίσεων για την ανάδειξη των στελεχών της εκπαίδευσης μπορεί να υπάρξει απόλυτη αξιοκρατία αν τα μόρια των υποψηφίων συγκεντρώνονται απ’ την αξιολόγηση αυτή και από τα λεγόμενα «μετρήσιμα» μόρια. Τελευταία διατυπώθηκε η ένσταση για τους μεταπτυχιακούς τίτλους και τις διδακτορικές διατριβές κατά πόσο (κάποια απ’ αυτά) συνεισφέρουν στην προαγωγή της εκπαίδευσης.
(Βέβαια τόσα χρόνια δε μας απασχόλησε το αν η αφισοκόλληση και ο στυγνός κομματισμός συνεισφέρουν σ’ αυτήν.) Ας λυθεί το θέμα όπως νομίζουν (όπως και το ότι - όπως λέγεται - κάποιοι αποκτούν τους τίτλους αυτούς περισσότερο εξ αιτίας των κοινωνικών τους σχέσεων, παρά απ’ την πραγματική έρευνα) και ας αναδιαρθρωθεί ο πίνακας των μετρήσιμων αυτών μορίων.
Στη συνέντευξη, τώρα, θα πρέπει να κρίνεται απλά αν κάποιος υποψήφιος είναι ικανός για διευθυντής ή όχι. Μαύρο - άσπρο. Με δικαιολόγηση φυσικά της κάθε γνώμης. Εδώ το κασετοφωνάκι μπορεί να αποτελέσει μέσο αξιοκρατίας και διαφάνειας, γιατί ανάμεσα στο μαύρο και το άσπρο η απόσταση είναι πολύ μεγάλη, ενώ είναι αδύνατο το κασετοφωνάκι να αποδείξει οτιδήποτε όταν πρόκειται για κάποια εκατοστά της μονάδας. Και στην ένσταση ότι οι διαφορές ανάμεσα σε κάποιους υποψηφίους, όπως αυτές αναδεικνύονται στη συνέντευξη, είναι πολύ μεγάλες και πρέπει να συνεισφέρουν στο γενικό σύνολο των μορίων, ας μπουν δυο ή τρία κλιμάκια μόνο, με αισθητή διαφορά μονάδων (τρεις μονάδες για κάθε κλιμάκιο ας πούμε), ώστε απ’ τη μια το κασετοφωνάκι κι απ’ την άλλη η γραπτή δικαιολόγηση της κάθε βαθμολόγησης να διασφαλίζουν τη διαφάνεια και δι’ αυτής την αξιοκρατία.
Για τις τυχόν ατασθαλίες στις κρίσεις δε φταίνε τόσο οι κρίνοντες, όσο το θεσμικό πλαίσιο. Αυτοί, άλλος περισσότερο κι άλλος λιγότερο, υποκύπτουν, ανθρωπίνως, στους... πειρασμούς.
* Ο Στρατής Νικέλλης είναι χημικός, πρώην διευθυντής του Λυκείου Πολιχνίτου.