Ο ζεϊμπέκικος του Βασίλη

01/07/2012 - 05:56
Όχι ότι είναι απωθημένο μου, αλλά να - τι κόμπλεξ κι αυτό - ποτέ δεν έμαθα να χορεύω. Όχι ότι αντιπαθώ το χορό, τουναντίον είμαι λάτρης του. Όπως και της μουσικής, όπως και των τραγουδιών, με το χορό όμως κάτι δεν πήγε καλά.
Όχι ότι είναι απωθημένο μου, αλλά να - τι κόμπλεξ κι αυτό - ποτέ δεν έμαθα να χορεύω. Όχι ότι αντιπαθώ το χορό, τουναντίον είμαι λάτρης του. Όπως και της μουσικής, όπως και των τραγουδιών, με το χορό όμως κάτι δεν πήγε καλά. Πώς να το εξηγήσω… Θαυμάζω όσους έχουν το χάρισμα - γιατί για χάρισμα πρόκειται - να χορεύουν και να το κάνουν καλά. Θαυμάζω την κίνηση, τη χάρη, την έκφραση, την ικανότητα, το… πάθος τους. Νομίζω - και το πιστεύω - πως ο χορός είναι συναίσθημα, είναι έκφραση, ίσως και στοχασμός. Μπορεί όμως να είναι και όλα αυτά μαζί.
Δυο είναι οι χοροί που θαυμάζω, όταν φυσικά χορεύονται όπως πρέπει. Το τανγκό και ο ζεϊμπέκικος. Δυο διαφορετικοί χοροί. Αντίθετοι σε όλα. Το τανγκό είναι ερωτικός χορός. Μια μυσταγωγία. «Ένα συναίσθημα που χορεύεται»… από δυο. Ο ζεϊμπέκικος αντίθετα είναι μοναχικός χορός, ανδρικός. Εκφράζει άλλα, διαφορετικά συναισθήματα. Έχει μια βαρύτητα. Είναι κλειστός, αυτοσχεδιαστικός και εκφραστικός, ανάλογα με την κουλτούρα, το ταλέντο και την εσωτερική ένταση αυτού που τον χορεύει. Ο χορευτής δεν επικοινωνεί με το περιβάλλον. Περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό του. Αυτός κι ο ψυχικός του κόσμος. Ο έρωτας είναι τανγκό. Ο καημός είναι ζεϊμπέκικος.
Μου ’λεγε ο φίλος μου ο Βασίλης, δεινός χορευτής, πως είναι ο πιο άναρχος, ο πιο λυτρωτικός χορός. Δε μαθαίνεται. Ή το έχεις ή δεν το έχεις. Ο χορευτής στο ζεϊμπέκικο χορεύει μόνο για κείνον.

Χορεύει με την ψυχή του και «ματώνει»… Χωρίς κανόνες στα βήματα. Δίχως καθορισμένες φιγούρες και συγκεκριμένες κινήσεις. Οι στροφές, οι φιγούρες, τα βήματα είναι επινόηση της στιγμής και ο χορευτής οφείλει να το γνωρίζει και οπωσδήποτε να το σέβεται.
Δυο φορές έτυχε να τον δω να το χορεύει κι ένιωσα να συμπάσχει με το τραγούδι, με το ρυθμό και το στίχο που τον εκφράζει. Ιδίως μ’ αυτόν. Τον έβλεπα να περιμένει υπομονετικά να καθίσουν οι άλλοι μέχρι που να ’ρθει το τραγούδι που έχει επιλέξει, να το χορέψει μόνος. Σηκώνεται, στέκεται στη μέση της πίστας, απλώνει τα χέρια του, κλείνει τα μάτια και χάνεται στον καημό του στίχου και του ρυθμού. Στο ζεϊμπέκικο της στροφής, της απλωσιάς των χεριών, του τινάγματος προς τα πάνω, να γίνεται ένα με τον ουρανό, κι ύστερα κατάχαμα, γίνεται ένα με το πάτωμα, σκύβει παίρνει το ποτήρι με το στόμα και… πίνει… Γι’ αυτό δε θέλει δίπλα του άλλον, να μοιράζεται το χώρο. Βγάζει από μέσα του και περνά στις κινήσεις του εκείνο το μοναχικό συναίσθημα που νιώθει και θέλει εκείνη τη στιγμή να βγάλει. Μοναχικό όσο και το ζεϊμπέκικο.
Αλήθεια, πόσοι όμορφοι στίχοι χρειάστηκε να γραφτούν για να αναστατώνουν τον καθέναν… όπως ο Βασίλης. Πόσες εμπνεύσεις χρειάστηκαν να γίνουν νότες και τραγούδι που στο άκουσμά τους να τον κάνουν να σηκώνεται, να στέκεται στο κέντρο της πίστας, ν’ ανοίγει τα χέρια του σα φτερά αητού, να δίνει δυο στροφές, να κλείνει τα μάτια, να ξεδιπλώνει την ψυχή του ψάχνοντας να βρει σπασμένα κομμάτια και ξεχασμένες πληγές, να ζει αυτό το μοναδικό συναίσθημα που το βγάζει στις φιγούρες και στις στροφές του ζεϊμπέκικου που χορεύει.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey