Παιδική κακοποίηση (α΄ μέρος)

01/07/2012 - 05:56
Η βία, είτε ορατή και σε έκδηλη μορφή είτε αόρατη και μεταμφιεσμένη σε προσχήματα, αποτελεί ένα ιδιαίτερα εκτενές και πολύπλοκο κοινωνικό φαινόμενο, αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της ανθρωπότητας.
«Δεν υπάρχει χώρα ή κοινότητα ανέπαφη από τη βία» αναφέρεται στον πρόλογο της έκθεσης της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας.
Η βία, είτε ορατή και σε έκδηλη μορφή είτε αόρατη και μεταμφιεσμένη σε προσχήματα, αποτελεί ένα ιδιαίτερα εκτενές και πολύπλοκο κοινωνικό φαινόμενο, αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της ανθρωπότητας.
Η σύνθεση και οι καταβολές της βίας εντοπίζονται στην αλληλεπίδραση ποικίλων βιολογικών, κοινωνικών, πολιτισμικών, οικονομικών και πολιτικών παραγόντων. Η πολυπλοκότητα, η διαχυτικότητα και η ποικιλία με την οποία μπορεί να εκφραστεί η βία, την καθιστούν παγκόσμια κοινωνική μάστιγα, η οποία δε γνωρίζει περιορισμούς στη φυλή, στο θρήσκευμα ή στην κοινωνική τάξη. Γενικότερα, η βία αποτελεί μια από τις κυριότερες αιτίες θανάτου ανά τον κόσμο για άτομα ηλικίας 15 ως 44 ετών.
Η αναγνώριση από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (W.H.O., 1996) των βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων επιπτώσεων της βίας στην υγεία των θυμάτων όλων των ηλικιών και των δύο φύλων, αλλά ειδικότερα στην υγεία των γυναικών και των παιδιών, τοποθέτησε τη βία ανάμεσα στα κύρια διεθνή προβλήματα της δημόσιας υγείας και προτρέπει τα κράτη-μέλη να αξιολογήσουν το πρόβλημα και να το εντάξουν στις προτεραιότητές τους, τόσο στον τομέα της έρευνας όσο και της αντιμετώπισης.
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας η βία ορίζεται ως «η σκόπιμη χρήση σωματικής δύναμης ή εξουσίας, με μορφή απειλής ή πράξης ενάντια στον εαυτό, σε κάποιο άλλο πρόσωπο ή ενάντια σε μια ομάδα ή κοινότητα, η οποία έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνει τις πιθανότητες να προκληθεί τραυματισμός, θάνατος, ψυχολογική βλάβη, καθυστέρηση στην ανάπτυξη ή αποστέρηση».
Ο παραπάνω ορισμός δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στην πρόθεση και όχι μόνο στην πράξη που διαπράττεται, ασχέτως του αποτελέσματος που παρουσιάζεται. Επιπλέον, η χρήση των όρων «δύναμη» και «εξουσία» διευρύνει τη φύση της βίαιης πράξης και εμπερικλείει τις πράξεις οι οποίες απορρέουν από μια σχέση εξουσίας, όπως οι απειλές και ο εκφοβισμός.
Στον ορισμό αυτό είναι εμφανής ο διαχωρισμός της βίας σε τρεις βασικές κατηγορίες:
1. Την αυτοκατευθυνόμενη βία
2. Τη διαπροσωπική βία
3. Τη συλλογική βία
Βάσει τού W.H.O., η αυτοκατευθυνόμενη βία χωρίζεται σε:
α. Αυτοκτονική συμπεριφορά.
β. Αυτοτραυματισμό.
Η διαπροσωπική βία χωρίζεται σε δύο υποκατηγορίες:
α. Στη βία στην οικογένεια, η οποία περιλαμβάνει την άσκηση βίας ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας και ανάμεσα στα στενά συσχετιζόμενα άτομα (βία ενάντια στο/στη σύντροφο ή στο παιδί) που ασκείται κυρίως στο σπίτι.
β. Στη βία στην κοινότητα, η οποία αφορά στη βία μεταξύ ατόμων που δε σχετίζονται μεταξύ τους και γενικότερα ασκείται έξω από το σπίτι.
Τέλος, η συλλογική βία διαχωρίζεται στην κοινωνική, πολιτική και οικονομική βία.
Οι τρεις αυτές μορφές βίας είναι στενά αλληλένδετες και πολλές φορές τροφοδοτεί η μία την άλλη. Επιπλέον, η βία, σύμφωνα με το περιεχόμενό της, κατηγοριοποιείται σε σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική και οικονομική.
Σύμφωνα με τον «Περί βίας στην Οικογένεια» Νόμο αρ. 119/2000 (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων), βία στην οικογένεια σημαίνει: «[…] οποιαδήποτε πράξη ή συμπεριφορά με την οποία προκαλείται άμεσα πραγματική σωματική, σεξουαλική ή ψυχική βλάβη σε οποιοδήποτε μέλος της οικογένειας και περιλαμβάνει και τη βία που ως σκοπό έχει να εκπληρώσει μια σεξουαλική πράξη χωρίς τη συγκατάθεση του θύματος, όπως επίσης και τον περιορισμό της ελευθερίας του ατόμου αυτού» (άρθρο 3, παράγραφος 1). Επιπλέον, οποιαδήποτε πράξη ή συμπεριφορά η οποία συνιστά βία και διαπράττεται στην παρουσία ανηλίκου, θεωρείται αδίκημα με βάση τον πιο πάνω Νόμο (μάρτυρες βίας στην οικογένεια).
Η κακοποίηση και η παραμέληση των παιδιών, όπως άλλωστε και πιο γενικά η βία στην οικογένεια, δεν είναι πρωτοεμφανιζόμενο φαινόμενο που αφορά μόνο στις δυτικές κοινωνίες. Πληθώρα στοιχείων υποβάλλει ότι το πρόβλημα αυτό είναι διαχρονικό και παρουσιάζεται και σε άλλες κουλτούρες. Μια σύντομη ιστορική αναδρομή φανερώνει ότι το φαινόμενο αυτό δε φαινόταν να ανησυχεί την κοινωνία. Η βρεφοκτονία αποτελούσε αποδεκτό τρόπο περιορισμού του πληθυσμού και εξάλειψης παιδιών με γενετικές ανωμαλίες (Καιάδας στην αρχαία Σπάρτη).
Ο ακρωτηριασμός των παιδιών ήταν (σε πολλές κουλτούρες συνεχίζει να είναι) συχνό φαινόμενο. Το δέσιμο των ποδιών των κοριτσιών στην Κίνα αποτελούσε αποδεκτή πρακτική για αιώνες, ο δε ακρωτηριασμός των σεξουαλικών οργάνων των νεαρών κοριτσιών, μια πρακτική που διενεργείται ακόμη και σήμερα σε χώρες της Αφρικής όπως το Σουδάν, αποτελεί τελετουργικό που οργανώνεται συνήθως από τις ίδιες τους τις μητέρες. (Νάκου στην Αγάθωνος - Γεωργοπούλου, 1991).
Είναι γεγονός ότι τα παιδιά αντιμετωπίζονταν ως η περιουσία των γονιών τους και εθεωρείτο δεδομένο ότι οι γονείς είχαν κάθε δικαίωμα να συμπεριφέρονται στα παιδιά τους όπως οι ίδιοι έκριναν σωστό. Επιπλέον, για πολλούς αιώνες η σκληρή συμπεριφορά προς τα παιδιά εθεωρείτο δικαιολογημένη και ήταν βασισμένη στην πεποίθηση ότι η σοβαρή σωματική τιμωρία ήταν αναγκαία για τη διασφάλιση της πειθαρχίας, της μετάδοσης παιδαγωγικών αρχών, αλλά και της εκδίωξης των κακών πνευμάτων.

*  Ο Αναστάσιος Γ. Ρούσσης είναι κοινωνιολόγος & εγκληματολόγος, διδάκτορας Εγκληματολογίας Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών και εργάζεται ως Π.Ε. Κοινωνιολόγος στον Τομέα Πρόνοιας της Διεύθυνσης Υγείας και Πρόνοιας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Λέσβου.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey