Τρίτο λογοτεχνικό βιβλίο για τον συμπατριώτη μας εκπαιδευτικό Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη, που έχει συνολικά 13 βιβλία στο ενεργητικό του.
Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης
«Μια απρόσμενη συνάντηση Αϊνστάιν - Καραθεοδωρή»
(Διηγήματα)
Εκδόσεις ΑΛΔΕ
Αθήνα 2010, σελ. 93
Τρίτο λογοτεχνικό βιβλίο για τον συμπατριώτη μας εκπαιδευτικό Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη, που έχει συνολικά 13 βιβλία στο ενεργητικό του. Στην παρούσα συλλογή συγκέντρωσε 14 διηγήματα με τους παρακάτω τίτλους: Μια απροσδόκητη συνάντηση, Το σημάδι, Επιστροφή, Γόρδιος δεσμός, Όλα κι όλα τέσσερα πέτρινα κτήρια, Ο Γόρας, Στο φίλο μου, Επικίνδυνη αποστολή, Ο Ντικ, Και όλα έγιναν όπως έπρεπε να γίνουν, Ζευς καλεί Κόπραινα, Το σφύριγμα της κόρνας του πλοίου, Η μεγάλη γιορτή, Για ψύλλου πήδημα.
Γεμάτες δύναμη ξεπροβάλλουν μία μία οι ιστορίες του Ελπιδοφόρου Ιντζέμπελη. Ο συγγραφέας με δύναμη ψυχής, επινοεί τον τρόπο που θα λύσει «με τη μία», το δεσμό που μας κρατάει σφιχτά δεμένους και θ’ απελευθερώσει δυνατές μας μνήμες, εισχωρώντας με τα διηγήματά του, στ’ απόρθητα κάστρα της ψυχής μας. Ιστορίες ανθρώπων που έχουμε αγαπήσει. Ιστορίες προσωπικοτήτων που έχουν με την παρουσία τους σηματοδοτήσει την επιστήμη, την τέχνη, τη ζωή, στις πιο ανθρώπινες καθημερινές στιγμές τους, αλλά και ιστορίες απλών ανθρώπων με φόντο μία πόλη βουτηγμένη στη θάλασσα. Ιστορίες που αναδεικνύουν τα σπουδαία ζητήματα της ζωής με ευθύβολη ειλικρίνεια.
Παραθέτω ένα απόσπασμα από το διήγημα «Το σφύριγμα της κόρνας του πλοίου»: «Εκείνο το βράδυ δεν έκλεισα μάτι. Έφτασε το πρωί και δεν είχα αποφασίσει. Όταν την έσφιξα τη Σιμόν στην αγκαλιά τότε είναι που τα πόδια μου έτρεμαν. Ήξερα πως την αγαπώ πολύ και πως δε θα βρω στη ζωή μου άλλη αγάπη σαν κι αυτή. Έκανα όμως του κεφαλιού μου. Σκέφτηκα πως θα μπλέξω, αν την έπαιρνα στην Ελλάδα και την πήγαινα στο χωριό. Θα είχα μια άνεργη που δεν ήξερε την ελληνική γλώσσα και που θα έμενε μόνη της για πολλούς μήνες, αφού θα έλειπα συνεχώς σε ταξίδι. Έτσι λοιπόν την αποχαιρέτησα με μαύρη καρδιά αλλά και με μια ελπίδα πως θα ξεμπλέξω. Με το σφύριγμα της κόρνας του πλοίου καθώς αναχωρούσε από τη Μαρσίλια κλειδώθηκα στην καμπίνα και έκλαψα για τη Σιμόν. Όταν τα δάκρυα έγιναν βρύση που ανάβλυζε το πάθος μου γι’ αυτή τη γυναίκα, κατάλαβα πόσο λάθος είχα κάνει. Χρόνια ολόκληρα τη βλέπω στα όνειρά μου. Όταν είμαι άρρωστος μού χαϊδεύει τα μαλλιά και μου χαμογελά. Τότε είναι που κλαίω και τη θυμάμαι περισσότερο. Όταν φεύγει κάποιο πλοίο και ακούω την κόρνα βγαίνω έξω στο μπαλκόνι. Κοιτάω το καράβι, είναι η φορτηγίδα σαν κι αυτή που ταξίδευα και μου έρχεται να φωνάξω.
Σιμόν, Σιμόν, ακόμη σ’ αγαπώ».
Π.Σ.