Μικρό, σεμνό βιβλίο ο «Ροδότοιχος», του καθηγητή Δ. Σκλεπάρη. Στην αρχή του, πάνω στη λευκή σελίδα πλέουν, σα μολυβήθρα καντηλιού, δυο - τρεις λεξούλες: «Του χαμένου αδελφού Σήφη».
Μικρό, σεμνό βιβλίο ο «Ροδότοιχος», του καθηγητή Δ. Σκλεπάρη. Στην αρχή του, πάνω στη λευκή σελίδα πλέουν, σα μολυβήθρα καντηλιού, δυο - τρεις λεξούλες: «Του χαμένου αδελφού Σήφη».
Το έργο αποτελούσε για μένα ένα χώρο μελέτης τον φαινομένου που συχνά συνάντησα στην προσωπική, επαγγελματική και επιστημονική μου ζωή. Του φαινομένου που αναφέρεται στη βιωματική προσέγγιση της «ψυχολογικής διεργασίας του πένθους».
Τι είναι το πένθος; Ποια εσωτερική λειτουργία ακολουθεί ο πόνος για το χαμένο δικό σου άνθρωπο; Πώς αμύνεται η ψυχή στην ασήκωτη συντριπτική εμπειρία της παντοτινής αμετάκλητης απώλειας;
Ποιο ρόλο παίζει η προσωπικότητα, η φιλοσοφία, το επάγγελμα, η επικοινωνιακή φύση και η πολιτική διάσταση του κάθε ανθρώπου στην αντιμετώπιση του θανάτου;
Στην ποιητική αυτή συλλογή εννοιολογικών ξεχώρισα τις παρακάτω ενότητες:
Α. Δεσπόζουσα συμβολική έννοια ο Ροδότοιχος. Είναι παλιός τοίχος της Ερεσού, κατάλοιπο της λεσβιακής δόμησης όπου οι πέτρες σαν παππούδες ροδιού δένονται άρρηκτα και αδιάσπαστα μαζί τους. Φτιάχνοντας κάτι σαν τα σέτια, συχνά φορείς ιερών. Ο ροδότοιχος που χωρίζει το «χθες» από το «σήμερα», «σύνορο ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο», όπως λέει ο ποιητής.
Β. Η βιωματική ενότητα εκείνη της θλίψης, της κατάθλιψης, της απόγνωσης, της ανημποριάς μπροστά στα «πελιδνά μηλίγγια του θανάτου», που στη χούφτα του κρατά την ανυπαρξία, καθώς οι στίχοι λένε.
Τι έγινε η ευτυχία, αναρωτιέται ο συγγραφέας. Πεσμένα σαπισμένα φύλλα σ’ έρημες κρύες ρεματιές της πικρής Ρούμελης. Πένθος και θρήνος. Μνήμες, στιγμές που περάσαμε μαζί.
Ο Ροδότοιχος συμβολίζει τη συνέχεια, την οικογενειακή συνοχή. Οι ροδοπαππούδες δένουν σαν τα μέλη της οικογένειας, αλλά και πλατύτερα της κοινωνίας. Το ρόδι που χρησιμοποιείται σε νεκρικές τελετές και οι ροδοπαππούδες στα κόλλυβα.
Ο φόβος του χωρισμού, της διάσπασης, της Στυγός, της Αχερουσίας Λίμνης, που είναι το σύνορο ζωής και θανάτου, αντιμετωπίζεται απ’ την κυνικότητα του ροδότοιχου που γίνεται σύμβολο ελπίδας, συνέχειας, αντίδοτο στην τραγικότητα της σιωπής του Κάτω Κόσμου. Ο Ροδότοιχος που στέκει και παλεύει σαν την ψυχή τον ποιητή ενάντια στην υπαρξιακή αγωνία του θανάτου, το μηδενισμό.
Πίσω από το Ροδότοιχο υπάρχει συνέχεια. Σύνορο είναι και όχι τέλος της ζωής ο τοίχος της Ερεσού, σύνορο σ’ έναν κόσμο που μετατρέπεται και αλλάζει, αλλά συνεχίζει να υπάρχει.
Γ. Ενότητα αμυντικής εισόδου στο σκηνικό της ψυχής της μάνας του ανιψιού Σήφη, που ανασταίνει το νεκρό, που τα πρώτα του λόγια ψελλίζει της αρραβωνιαστικιάς, μα και των άλλων των ξένων των ανθρώπων της ξενιτιάς, εκεί που σκοτώθηκε το παλληκάρι των απλών ανθρώπων. Που τραβούσαν για το καλύβι τους «κρατώντας κάτω από την μασχάλη τους το σκοτάδι». Οι ξένοι που μπαίνουν στο μυστικό μοτίβο της μελαγχολίας στο ίδιο λαϊκό περίγραμμα των ριζών μας μετέχουν κοινωνικά, γίνονται οικείοι ποντικοί, δικοί μας και κείνοι.
Ακολουθεί η νοητική, ψυχολογική ενότητα, όπου ο πολιτικοκοινωνικός ρόλος του χαμένου αδελφού αναδύεται αντίπαλος στην ανύψωση, την εξιδανίκευση, την προσφορά. Προείπα για το νόημα της θυσίας, τον πολιτικοκοινωνικό ρόλο, την υστεροφημία, τον ιδεαλισμό, τη σύνδεση του χαμένου μας, την πλατιά πολύβουη κοινωνική οντότητα, το λαό, την ελπίδα για τη συνέχεια της κοινωνικής ζωής. Πλήθη μεστών στίχων.
Παραθέτω μερικούς:
«με τα έργα της σκέψης των απλών ανθρώπων θα ξημερώσουν καλύτερες μέρες»
«σε κλαίνε εκείνοι που αναρτήσατε και συνδαυλίσατε μαζί τη φλόγα των ιδανικών».
«όταν τόσοι κυνηγούν την ευτυχία, κάποιοι θα την πετύχουν»
Είναι η χρυσή τομή στην ιστορία της κοινωνικής ζωής.
Και τέλος η κατάρα για τον εμφύλιο. Ξέσπασμα οργής και εξορκισμού. Άρνηση της ψυχής να καταλάβει το νόημα του αδελφοκτόνου πολέμου.
«Και σκότωνε αδελφή τον αδελφό σαν ξέσπαγε ο σκοτεινός, ο ματωμένος Δεκέμβρης στον κόρφο της Ελλάδας... όπου μας έβαλαν να ματοκυλιστούμε» λέει ο συγγραφέας.
Μια συνοπτική επεξεργασία των νοημάτων δείχνει το ρόλο των αρετών, των δεξιοτήτων του επαγγέλματος της κοινωνικοπολιτικής φύσης του δασκάλου, όλων εκείνων των στοιχείων της προσωπικότητάς του που επιστρατεύονται για να νικηθεί ο πόνος, το βουβό κλάμα, η απελπισία.
Η τρυφερότητα της ποίησης, η ομορφιά των λέξεων γίνεται αντίδοτο της συντριβής και μεταφέρει και σ’ εμάς γλυκύτητα, παρηγοριά και γαλήνη.
Ο καθηγητής με το Ροδότοιχο φέρνει δάκρυα συμπόνιας, μα και ριζώνει αιώνια τα στηρίγματα του ιδεαλισμού και της συμμετοχής στο κοινωνικό γίγνεσθαι, της σεμνότητας της τέχνης του λόγου, της επικοινωνίας και της έκφρασης των συναισθημάτων.
Η ποίηση στα χέρια του λιγομίλητου δασκάλου, που τα περιστέλλει και δεν τα εκφράζει εύκολα τα συναισθήματά του, δείχνει τη βαθιά κοινωνική και λαϊκή του φύση, την κατάψυχη τρυφερή προσωπικότητα του.
Το νόημα του έργου αυτού, η υποθήκη του για μένα ήταν:
«Κλάμα με στίχους, με δημιουργία, με έργο.
Κλάψε και ζήσε και πες στους άλλους τι ένοιωσες.»
Όμως το στοχασμό σου ρίξε στις αιώνιες στον ροδότοιχο, που σαν τις πυραμίδες δείχνει πως η ανθρώπινη δημιουργία μόνο είναι το αντίδοτο της εκμηδένισης και τον παραλογισμού του θανάτου.
Ο άνθρωπος, εμείς, αυτοί που χάσαμε μα για μας είναι άρρηκτα δεμένοι με το «εμάς», εξακολουθεί να υπάρχει.