Δύο τόμοι ογκωδέστατοι συνθέτουν τον «Άγνωστο Ελύτη» (Σχέδιο βιογραφίας) του Δημήτρη Νικορέτζου, ο οποίος «φιλοδοξεί ν’ αποκαταστήσει» «ενδεχόμενο γραμματολογικό κενό».
Δημήτρης Νικορέτζος
O Άγνωστος Ελύτης της Μυτιλήνης
Σχέδιο βιογραφίας
Εκδόσεις Αιολίδα, Μυτιλήνη 2009
Δύο τόμοι ογκωδέστατοι συνθέτουν τον «Άγνωστο Ελύτη» (Σχέδιο βιογραφίας) του Δημήτρη Νικορέτζου, ο οποίος «φιλοδοξεί ν’ αποκαταστήσει» «ενδεχόμενο γραμματολογικό κενό». Όπως παρατηρεί ο συγγραφέας, για τον Ελύτη δεν έχει γίνει μια βιογραφία ανάλογη με εκείνη που έκανε ο Μπήτον για τον Σεφέρη, παράλειψη που θεωρεί πολύ μεγάλη, για τούτο θέτει ευλόγως το ερώτημα αν «είναι τόσο ελλειμματικοί οι εγχώριοι γραμματολόγοι», εφόσον οι ξένοι δείχνονται προθυμότεροι και γρηγορότεροι.
Οι μελετητές του Ελύτη, βέβαια, γνωρίζουν καλά όσα ο ίδιος ο ποιητής έχει πει για τον εαυτό του στο έργο του, πεζό και ποιητικό, για τον τόπο καταγωγής του - την Παναγιούδα και τις ροδιές του πατέρα του, τα χωριά της Γέρας, όπου και ο Παπάδος, της μητέρας του - τα ελαιοτριβεία των προγόνων του και μεταξύ τους ο Άγιος Θεόδωρος.
Μια στιγμή μου εφάνηκε θωρούσα Εκείνον
Που το αίμα του έδωσε να σαρκωθώ
Οπωσδήποτε στο έργο του Ελύτη, γίνεται λόγος και για την Κρήτη, ωστόσο, θα συμφωνήσουμε με τον συγγραφέα ότι «ο Ελύτης ήταν πρώτα και πάνω απ’ όλα Λέσβιος∙ και ως προέλευση και ως συνείδηση».
Πράγματι, λοιπόν, υπάρχει ένα «γραμματολογικό κενό» για ένα ποιητή που ανανέωσε την ελληνική ποίηση, ανέδειξε την ελληνική γλώσσα και τίμησε την Ελλάδα με το Νόμπελ που της αντιδώρισε, για το δώρο που εκείνη πρώτη του έκανε.
Λέσβιος, λοιπόν, ο Ελύτης και οι συμπατριώτες του από τη Λέσβο, φυσικό είναι να χαίρονται και οι άλλοι από την Κρήτη επίσης και όλοι εμείς οι υπόλοιποι, που δεν είμαστε από τη Λέσβο ή από την Κρήτη, φυσικό είναι να καμαρώνουμε για τον ΕΛΛΗΝΑ ποιητή, ο οποίος και μόνο με το κείμενό του στα «Ανοιχτά Χαρτιά», «Η άλλη Λέσβος» (το οποίο συμπεριλαμβάνει ολόκληρο ο Νικορέτζος στο βιβλίο του), μας έκανε να αγαπήσουμε το νησί του. Γιατί η «άλλη Λέσβος» έχει την αύρα μιας άλλης αλήθειας∙ εκείνης, της ποιητικής αίσθησης του Ελύτη, που «με λογισμό» στηρίζεται στην υπαρκτή ωραία Λέσβο, και «με όνειρο» ίπταται πάνω από την ουτοπία του λεσβιακού παραδείσου. Αυτή είναι η Λέσβος που ένας μελετητής του Ελύτη, κι ας μην είναι Λέσβιος, βιώνει κάθε φορά που πατάει το πόδι του στο νησί, με τον Ελύτη στις αποσκευές του.
Από τον φαντασμαγορικό έπαινο που επιχειρεί ο συγγραφέας, επιλέγουμε στην τύχη: «Στον Ελύτη οι λέξεις δεν “σημαίνουν” απλώς. Φέγγουν. Φέγγουν σαν πέρλες, μ’ ένα φως ρωμαλέας υγείας, που δεν είναι ποτέ συνοφρυωμένο, ένα φως έντονης και έκπαγλης έκπληξης. Οι εικόνες ακτινοβολούν, με λέξεις που έχουν διαρραγεί σε αμέθυστους και σαρδόνυχες» (σελ. 78). Οι «πέρλες», οι «αμέθυστοι» και οι «σαρδόνυχες», βέβαια, μας πάνε, περισσότερο, στον εκλεκτικό και αισθητικό Καβάφη (σμαράγδια, κεχριμπάρια κι εβένους, ασήμια και μαλάματα) αλλά μας στέλνουν και στα «Ανοιχτά Χαρτιά», όπου ο Ελύτης βαφτίζει τις λέξεις του «πεταλούδες», «ρουκέτες», «χειροβομβίδες». Γιατί, ο Ελύτης προσπερνώντας την παρομοίωση και επιδιώκοντας τη μεταφορά, δεν ενδιαφέρεται τόσο για την καλολογική αποστολή τους, όσο για τη δραστική, επαναστατική τους φωτεινή και εκκωφαντική παρέμβαση, που φτάνει στην «έκπαγλη έκπληξη», όπως τη χαρακτηρίζει ο συγγραφέας, και συγχρόνως στην οδυνηρή γνώση που του επιτρέπει το φως, που δεν είναι ούτε αθώο ούτε ανώδυνο, όπως λέει ο Ελύτης.
Εκείνο που πρέπει να πούμε εξαρχής, είναι πως ο αναγνώστης διαβάζει το δίτομο έργο του Νικορέτζου, εισπράττοντας ταυτόχρονα το θαυμασμό του συγγραφέα για το θαυμασμό προς τον ποιητή και το νησί του. Στα δώδεκα κεφάλαια του έργου, μπορεί, επίσης να δει, ποιήματα, εισηγήσεις, κρίσεις, σχόλια, πληροφορίες, αλληλογραφία, χρονολόγια, προγράμματα, εικόνες, φωτογραφίες, ζωγραφιές, κείμενα άλλων ή για άλλους, με αναφορά πάντοτε τη Λέσβο του Ελύτη. Βεβαίως ο συγγραφέας, με αφορμή τον Ελύτη, θέτει ερωτήματα και προβλήματα ευρύτερα που έχουν να κάνουν με τη θεωρία της Λογοτεχνίας και την ερμηνεία της ποίησης του τύπου «τι θεωρεί ή τι αποδέχεται κανείς ως ποιητικό λόγο και με τι μέτρα και σταθμά τον αποτιμά». Δεν διστάζει να εκφράσει αξιολογικές κρίσεις φιλολογικού χαρακτήρα, ούτε να επαναφέρει στο προσκήνιο απόψεις συζητημένες και, με λόγο ποιητικό, ποιητής κι ο ίδιος (κι ας λέει «άλλωστε θετικές επιστήμες σπούδασα») να τις κάνει να φαίνονται καινούριες∙ οπότε, με τους στίχους του Ελύτη:
και οι μνήμες παν κι αυτές πίσω απ’ τα πράγματα
να τα προφτάσουν όπου τα παλαιά φαίνονται πάλι
κι εκείνα σαν καινούρια
Σε ό,τι αφορά στο ψευδώνυμό του Ελύτη, ο συγγραφέας θα αναφερθεί στα γνωστά. Δοθείσης ευκαιρίας, θυμίζω ή συμπληρώνω ότι ο ίδιος ο ποιητής απαντώντας στην ερώτηση του Guido Demoen: «Μα τι σημαίνει “Αρετή με τις τέσσερις ορθές γωνίες”;;;», ο Ελύτης, μεταξύ άλλων είπε: «Α! Πρώτα είναι απλώς η αρχιτεκτονική των “περιστεριώνων” […] και επίσης η αρχιτεκτονική πολλών μικρών ελληνικών σπιτιών […]. Αλλά είναι προπαντός η σύνθεση διαφόρων πραγμάτων… Ως βάση: τα 4 στοιχεία του καλλιτεχνικού μου ονόματος Ελ/ύτης, τα γνωρίζετε: Ελ/λάδα, Ελ/ευθερία, Ελ/ένη, Ελ/πίδα»4. Η απάντηση εξακολουθεί να παραμένει ασαφής, δείχνοντας πόσο το εκλαμβανόμενο ως προφανές είναι πολύ βαθύτερο, ή με τα λόγια του Ελύτη «υπάρχουνε τόσα μικροπράγματα που το γύρο τους κανένας δεν αξιώθηκε να κάνει».
Το έργο του Δημήτρη Νικορέτζου είναι πολύ σημαντικό. Διαβάζεται ευχάριστα, αλλά με δόσεις, κάνει τον αναγνώστη του να θαυμάζει κάθε στιγμή και, εν τέλει, να νιώθει υπερήφανος επειδή η ελυτική ποίηση είναι η παρασημαντική του ελληνικού παραδείσου κι επειδή ο Ελύτης είναι, πολλά άλλα, αλλά και ο ευγενέστερος και ιδανικότερος εκφραστής του.
Ανθούλα Δανιήλ
Δρ. Φιλολογίας, Κριτικός Λογοτεχνίας, Συγγραφέας