Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩ(ΑΝΝΗΣ) Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ», με βυζαντινά κόκκινα μεγαλογράμματα σε χρυσό κάμπο πάνω από το κεφάλι του αγίου, θαυμάσια εικόνα ζωγραφισμένη από άγνωστο καλλιτέχνη.
«Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩ(ΑΝΝΗΣ) Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ», με βυζαντινά κόκκινα μεγαλογράμματα σε χρυσό κάμπο πάνω από το κεφάλι του αγίου, θαυμάσια εικόνα ζωγραφισμένη από άγνωστο καλλιτέχνη, με τη βυζαντινή παράδοση, βρίσκεται στο Εκκλησιαστικό Βυζαντινό Μουσείο Μυτιλήνης (αυλόγυρος εκκλησίας Αγίου Θεράποντα). Σε ξύλο με ύψος 102, πλάτος 61,5 και πάχος 3,5 εκατοστά, χρονολογείται στο 17ο αιώνα.
Η οιστρήλατη, η εμπνευσμένη αυτή εικόνα έχει διπλή ιστόρηση. Δείχνει ολόσωμο φτερωτό-αρχαγγελικό τον άγιο και την αποτομή της τίμιας κεφαλής του αγίου και ένδοξου προφήτου, προδρόμου και βαπτιστού Ιωάννου, που τιμάμε στις 29 Αυγούστου με νηστεία και προσευχή.
Ο Πρόδρομος είναι ζωγραφισμένος να πατά σε γαλάζια πεδιάδα με δεντράκια και σχηματοποιημένους θάμνους. Δεξιά του τετράκορφο γκριζογάλαζο βουνό, με πλαγιές, επίσης με δεντράκια και θάμνους. Το πρόσωπό του εξαϋλωμένο μουστακοφόρο και γενειοφόρο, με τα γένια στο πηγούνι να καταλήγουν σε φιδοουρές, έχει γλυκιά και καρτερική έκφραση, με αγιότητα που δίνει στους ασκητές η ζωή στην έρημο. Μάτια γαλήνια. Τα μαλλιά ανακατεμένα, με έντονα γραψίματα, τελειώνουν σε πλοκάμια σα φιδοουρές. Το κεφάλι περικυκλώνεται με χρυσό φωτοστέφανο, σε διπλό χαρακτό περίγραμμα, που φανερώνει την αγιότητα του προσώπου. Από πάνω η επιγραφή με το όνομα του αγίου.
Είναι ντυμένος με σκούρα γαλάζια μηλωτή, προβιά, ακατέργαστη μάλλινη από πρόβατο, με διάφορα λεπτά ψιμύθια (φκιασίδια πάνω της), που φτάνει λίγο πιο κάτω από τα γόνατα. Από πάνω λαδοπράσινο ιμάτιο-φόρεμα, με γραψίματα άσπρα και μαύρα περιγράμματα, πέφτει από το δεξιό ώμο και το μισό στήθος στο χέρι, σχηματίζει ζωνάρι στη μέση, περνά από το δεξί γόνατο στην αριστερή γάμπα και καταλήγει στα οπίσθια σα βράκα. Στους ώμους ανοιχτές καφετιές φτερούγες, με κόκκινα διακοσμημένα τελειώματα. Με το αριστερό χέρι βαστά άσπρο ξετυλιγμένο ειλητάρι (αρχαίο χειρόγραφο-πάπυρο σε κύλινδρο), που με μαύρα βυζαντινά κεφαλογράμματα διαβάζουμε: «(ΟΡΑΣ ΟΙΑ ΠΑΣΧΟΥΣΙΝ Ω ΘΕΟΥ ΛΟΓΕ) ΟΙ ΠΤΑΙΣΜΑΤΩΝ ΕΛΕΓΧΟΙ ΤΩΝ (ΒΔΕ)ΛΗΚΤΕΩΝ ΕΛΛΕΓΧΟΝ. ΚΑΙ ΓΑΡ ΜΙ ΦΕΡΩΝ. Ο ΗΡΩΔΗΣ ΤΕΤΜΙΚΕΝ ΙΔΟΥ ΤΗΝ ΕΜΙΝ ΚΑΡΑΝ ΣΩΤΕΡ» (λίγο στην αρχή καταστραμμένη) και υψώνεται μαύρος λεπτός σταυρός, που καταλήγει σε περίτεχνα στολίδια. Το δεξί χέρι έχει σηκωμένο προς τα πάνω και με τα δάχτυλα ευλογεί. Στη γωνία πάνω αριστερά, όπως βλέπουμε την εικόνα, ανάμεσα σε κυκλικά γαλάζια σύννεφα, ο Χριστός, από τη μέση και πάνω, με χρυσό σταυροφόρο φωτοστέφανο, τα μαλλιά να πέφτουν στην πλάτη, βαστά στο αριστερό χέρι κλειστό άσπρο ειλητάρι, και με το δεξί, που είναι ντυμένο με ιμάτι ευλογεί τον άγιο να κηρύττει το λόγο του Θεού και να βαφτίζει τους χριστιανούς. Φορά κόκκινο χιτώνα κι η έκφρασή του είναι χαρισματική. Κάτω δεξιά στη γωνία, κοντά στο αριστερό πόδι του αγίου, είναι ζωγραφισμένο μεγαλούτσικο δεντράκι, που στον κορμό του βρίσκεται μια αξίνα, και μαρτυρεί τα λεγάμενα του Βαφτιστή προς τους Ιουδαίους και Φαρισαίους υποκριτές και ψευτοευλαβείς:
«Ήδη δε και η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται· παν ουν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται…». (Ματθ. γ΄, 10).
Έτσι, σ’ ένα από τα θαύματα του Πρόδρομου γίνεται η εξής εικονογράφηση: «Πλήθος λαού και Γραμματείς και Φαρισαίοι, και πλησίον αυτών δένδρα μεγάλα και εις την ρίζαν των αξίνη κειμένη· και μέσον των ανθρώπων ο Πρόδρομος· με το ένα χέρι δείχνει την αξίνην, με το άλλο βαστά χαρτί λέγον· «Γεννήματα εχιδνών, τις υπέ»: Και πλησίον του δένδρου, οπού είναι η αξίνη, τούτα· «Ήδη δε και η αξίνη προς την ρίζαν του».
Τον Πρόδρομο είδα στον αξεπέραστο ναό της Αγιά Σοφιάς στην Κωνσταντινούπολη, σε ψηφιδωτό, στη «Δέηση» (ή Τρίμορφη), δηλαδή τον Χριστό σε θρόνο-ένθρονο κι από τα δυο μέρη του τη Θεοτόκο και τον Πρόδρομο να παρακαλούν τον Σωτήρα, για τη σωτηρία των ανθρώπων. Ο Πρόδρομος έχει ζωγραφιστεί με μεγάλη δύναμη και δημιουργεί ζωηρή αντίθεση με τη γλυκιά μορφή της Θεοτόκου. Η μορφή του έχει την αγριότητα και την αγιότητα. Αυτός ο εικονογραφικός τύπος του Πρόδρομου, με τα ανακατεμένα μαλλιά στο κεφάλι, με το πρόσωπο, που είναι σχεδόν γεμάτο από τρίχες, με τα βαθιά χωμένα μάτια, είναι από παλιά στη βυζαντινή τέχνη για τον Πρόδρομο. Τα ανακατεμένα μαλλιά του όχι μόνο ζωγραφίζονται έτσι από τους ζωγράφους, αλλά περιγράφεται κι από τους συναξαριστές και τα κείμενα αναφέρουν το άυλο της βασανιζόμενης σάρκας του Ιωάννη. Στο ψηφιδωτό της Αγιασοφιάς ο Ιωάννης είναι ντυμένος με βαρύ τρίχινο πουκάμισο από κατσικότριχες ή καμήλας και πάνω του φορά ιμάτι. Αυτό είναι το παραδοσιακό ντύσιμό του στη «Δέηση», που αναφέρεται από τον 7ο αιώνα και εξής, από τον ψευδο-Σωφρόνιο τον πατριάρχη. Το ψηφιδωτό αυτό είναι τόσο ωραία φιλοτεχνημένο ώστε απορείς αν είναι ψηφιδωτό ή τοιχογραφία.
Στην εικόνα του Μουσείου Μυτιλήνης, κάτω αριστερά στη γωνία, πλάι στα γυμνοκαλαμένια πόδια του αγίου με σανδάλια, δεμένα με δερμάτινη «λαγάρα», λουρί, σε κόκκινη διακοσμημένη, με λεπτά σχέδια, λεκάνη, με στήριγμα, η αποτομή (αφαίρεση με τομή, αποκεφάλιση) της τιμίας κεφαλής του Πρόδρομου. Ίδιο με το ζωντανό κεφάλι, αλλά με κλειστά τα βλέφαρα, μισοκλεισμένα τα χείλια, όπου φαίνονται τα δόντια, η καρατόμηση απ’ όπου πετιούνται σταγόνες ματωμένες, και γύρω χρυσό φωτοστέφανο. Πάνω στην πλαγιά του βουνού τ’ όνομά του με κόκκινα μεγαλογράμματα «ΙΩ».
Στη βυζαντινή παράδοση η αποτομή του Προδρόμου ζωγραφίζεται έτσι: «Παλάτι και εν αυτώ τράπεζα και εις αυτήν ο Ηρώδης καθήμενος, και άρχοντες και μεγιστάνες μετ’ αυτού· και δύο υπηρέται λαμβάνουν φαγητά από άλλον υπηρέτην, όστις φαίνεται από παράθυρον έως το στήθος και τα χέρια· και εμπρός την τράπεζαν ένα κοράσι στολισμένο χορεύει, και εις το πλάγι της τραπέζης μία κάμαρα και εν αυτή καθημένη η Ηρωδιάς με βασιλικήν στολήν, και έμπροσθέν της το κοράσιον βαστάζον εις πινάκι την κεφαλήν του Προδρόμου· και μακρόθεν ολίγον από το παλάτι η φυλακή με παράθυρον, έχον σίδηρα, και έξωθεν αυτής ο Πρόδρομος αποκεφαλισμένος, κείμενος κατά γης, και ο δήμιος βαστών την κεφαλήν εις το χέρι βάνει αυτήν εις πινάκι, το οποίον βαστά το κοράσι έμπροσθέν του· και ολίγον παρέκει οι απόστολοι Ανδρέας και Ιωάννης βάνοντες το σώμα του εις μνημείον». Με τη συχωρεμένη μάνα μου Έλλη, επισκεφτήκαμε τον τόπο του μαρτυρίου του κοντά στα Γεροσόλυμα.
Σύμφωνα με το συναξάρι (βιβλίο με βιογραφίες αγίων) ο Ιωάννης, που σημαίνει «θεοχαρίτωτος», με θεία πρόνοια, γεννήθηκε από γέροντες γονιούς, τον ιερέα Ζαχαρία και την Ελισάβετ στο χωριό Άιν Καρέμ, κοτνά στα Γεροσόλυμα. Με θεία επιταγή κήρυττε το πέρασμα του Χριστού, που και βάφτισε. Αλλά έλεγχε και τους άρχοντες. Την αποχή αυτή ο Ηρώδης Αντύπας πήρε τη γυναίκα του αδερφού του Φιλίππου, Ηρωδιάδα, παρά την απαγόρευση του μωσαϊκού νόμου. Ο Ιωάννης του είπε πως δεν πρέπει να έχει τη γυναίκα του αδερφού του. Τα λόγια αυτά εξόργισαν την Ηρωδιάδα, ώστε να ζητήσει την καταδίκη του σε θάνατο. Ο Ηρώδης δίσταζε, γιατί τον Ιωάννη σεβόταν και τιμούσε ο λαός, αλλά τον φυλάκισε. Στη γιορτή των γενεθλίων του Ηρώδη στο παλάτι, όταν η διασκέδαση έφτασε στο κατακόρυφο, μπήκε στην αίθουσα του συμποσίου η κόρη της Ηρωδιάδας, Σαλώμη, σχεδόν ξεγυμνωμένη, και χόρεψε προς τιμήν του πατριού της. Ο χορός άρεσε στον Ηρώδη, που πάνω στον ενθουσιασμό του υποσχέθηκε να της χαρίσει ό,τι θα ζητούσε. Η Σαλώμη συμβουλεύτηκε τη μάνα της, που της είπε: «Ζήτησε την κεφαλήν Ιωάννου του Βαπτιστού». Ο Ηρώδης λυπήθηκε, αλλά δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Θεωρούσε προσβολή, βασιλιάς, να μην τηρήσει τον όρκο του. Έστειλε ένα στρατιώτη στη φυλακή, αποκεφάλισε τον Ιωάννη, κι έφερε το κεφάλι του σε πινάκι στον Ηρώδη. Αυτός το έδωσε στη Σαλώμη, κι αυτή στη μάνα της. Οι μαθητές του απόστολοι Ανδρέας και Ιωάννης έβαλαν το σώμα του σε μνημείο.
«Μνήμη δικαίου μετ’ εγκωμίων». Στην τοποθεσία Φλου, στον κάμπο της Άντισσας, στο ξωκκλήσι του άγιου, κοντά στ’ Άπαστρα, γίνεται λειτουργία με αγιασμό και πολλούς προσκυνητές, από τα γύρω χωριά. Έρχονται πραματευτάδες με πανηγυριώτικα, πουλιέται ο πανηγυριώτικος χαλβάς «πταρέλια» και το βράδυ πανηγύρι-γλέντι με παιχνιδιάτορες και χορό στα καφενεία-ταβερνεία, στον Κάμπο.