Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Το χαρτί και το «καλαμάρι», που πάντα μου ασκούσαν γοητεία, αυτή που ασκείται σε κάθε τεχνίτη της πένας, μου δίνουν τη δυνατότητα να σκέφτομαι «φωναχτά». Μ’ αυτά εκφράζομαι όπως θεωρώ σωστό για κάτι που με απασχολεί, με προβληματίζει και ακόμα με βοηθούν να προβάλω μια σκέψη μου ή τη λύση κάποιου προβλήματος του κοινού καλού.
Τούτο το έχω επιτύχει με το συγκροτημένο της γραφής μου (χάρη στους δασκάλους μου), τον ορθό λόγο αλλά και την επιστημονική μου γνώση. Η κατά καιρούς αρθρογραφία μου απαντάται σε έντυπα εθνικής εμβέλειας αλλά και της Λέσβου. Τα κείμενά μου -έχουν πει πολλοί- είναι διεισδυτικά, απαιτητικά και κάποτε αιρετικά για κάποιους, ενώ συνήθως ικανοποιούν τους πολλούς, καλύπτοντας το κοινό περί δικαίου αίσθημα.
Η ρήση «η αρχή το ήμισυ του παντός» είχε απόλυτη εφαρμογή και στην περίπτωσή μου. Επί προεδρίας μου στο Σύλλογο Αντισσαίων Αθήνας, τη δεκαετία του ’70, βγάλαμε την «ΗΧΩ της Άντισσας». Τότε μου επιτρεπόταν να γράφω σ’ αυτήν. Μια φορά μού τηλεφώνησαν απ’ το «ΔΗΜΟΚΡΑΤΗ». Ήταν ο αξέχαστος Γιώργος Σκούφος, μετέπειτα καλός φίλος. Μου είπε ότι, εκτιμώντας τη γραφή μου στην «ΗΧΩ», θα μπορούσα, αν φυσικά ήθελα, να του στέλνω άρθρα μου. Ξαφνιάστηκα. «Τα γραφόμενά σου προβληματίζουν», συμπλήρωσε. «Ακόμη, εκτιμούνται απ’ τον αναγνώστη». Τον ευχαρίστησα λέγοντας ότι θα το σκεφθώ. Πέρασαν κάποια χρόνια, όντας τότε στην αρχή της καριέρας μου, των επιστημονικών ενασχολήσεων και των κοινωνικοπολιτικών αναζητήσεών μου, μέχρι να αποφασίσω σχετικά.
Ενθυμούμαι ότι ξεκίνησα γράφοντας το πάντα αγαπημένο μου θέμα «Ανάπτυξη της Λέσβου». Ήταν προδήλως ενδιαφέρον, αφού ο τότε βουλευτής Λέσβου κ. Παπαευστρατίου μού τηλεφώνησε ζητώντας μου να του δώσω αντίγραφο της διδακτορικής μου διατριβής. Όταν του είπα ότι αυτή αφορά ερευνητική εργασία μεταλλογνωσίας, μου είπε: «Καλά, αυτά του άρθρου σας στο “Δημοκράτη” δεν είναι η διατριβή σας;»
Έκτοτε, οπότε κάτι με απασχολούσε, έγραφα και έστελνα στον Γιώργο. Αυτός το προέβαλε, ακόμη και ως κύριο άρθρο. Τον τάλανα Γιώργο είχα το ατυχές προνόμιο να «αποχαιρετήσω» ενώπιος ενωπίω στην εντατική στον «Ευαγγελισμό», όταν είχε χτυπήσει. Αυτές οι αράδες, που ασφαλώς είναι προς αυτόν ευχαριστήριες, ας αποτελέσουν και μνημόσυνό του. Το άνοιγμα της πόρτας που μου έκανε ο αλησμόνητος Γιώργος στο μαγικό κόσμο της δημοσιογραφίας μού έδωσε τη δυνατότητα να ικανοποιήσω μια επιθυμία απ’ τα μαθητικά μου χρόνια. Τότε, δεκαετία ’60, ο αξέχαστος φίλος Στρατής Καρίνος έγραφε στο «Λεσβιακό Κήρυκα» κείμενα σατιρικά, εξαιρετικά. Ο περίφημος Μποστ αναφέρθηκε σ’ αυτόν, όταν ερωτηθείς κάποτε: «Βλέπετε κάπου κάποιον να ακολουθεί τα βήματά σας;», χωρίς να πολυσκεφτεί, απάντησε: «Ναι στη Μυτιλήνη, το Σ. Καρίνο». Η επιθυμία μου λοιπόν να «τρέξω» στο στίβο του Τύπου εκπληρώθηκε όπως προανέφερα. Παρελθόν! Βλέπεις, αυτό είναι ίδιον των γερόντων. Πρέπει να αποδεχθώ ότι είμαι πια γέρος. Ευτυχώς γερός.
Τώρα, στο παρόν! Προ εβδομάδων, θέλοντας να βρω ένα άρθρο μου, προσέτρεξα στο empros.net. Διαπίστωσα ότι τα τελευταία πέντε χρόνια έχω γράψει 106 άρθρα (107 μ’ αυτό). Τούτα όλα στη στήλη «Αιολίας Λόγος». Από τότε που ο φίλος Μανόλης Μανώλας, ο διευθυντής του «ΕΜΠΡΟΣ» (άρθρα μου κατά καιρούς φιλοξενούνταν σ’ αυτό), μιλώντας μου σχετικά, είπε: «Μπορείς να έχεις τη δική σου στήλη, ονομάτισέ την όπως θες και γράφε ένα άρθρο κάθε 15 μέρες».
Ως Αιολεύς φυσικά εκφράζομαι αντίστοιχα, εξ ου το «Αιολίας λόγος». Μ’ αυτό με τίμησε ο Μανόλης. Προσπαθώ να τιμώ πρώτον την εμπιστοσύνη του, δεύτερον την ίδια τη στήλη μου, κυρίως δε όλους όσοι έχουν το κουράγιο να με διαβάζουν. Αυτό το εισπράττω από πολλούς. «Σε διαβάζω, σε διαβάζω», μου λένε διάφοροι. Σ’ έναν αναγνώστη μου, για να σπάσω τη σοβαρότητα του πράγματος, λέω «Με διαβάζεις είπες;!, δηλ. μου τα ψέλνεις;». Ο απίθανος αυτός Λέσβιος αυθόρμητα λέει: «Εμ’ τσ’εύτο του κάνου, αφού δεν παλεύγισει, μι τόσα π’γράφ΄ς, τσι κάποιες φουρές μ’αυτά π’γράφ’ς».
Ο συγχωρεμένος φίλος Τιμολ. Παλαιολόγος προ ετών μού λέει: «Θέλω να σε διαβάσω, γιατί ξέρω ότι κάτι το ενδιαφέρον θα γράφεις. Ξεκινώ. Φτάνοντας όμως στη μέση ξεχνώ τι έγραφες στην αρχή. Στο τέλος, τα παρατώ». «Γραφή Βουνάτσιος», λέει ο Μανόλης τη γραφή μου.
Τέλος. Στη ζωή μου έχω γράψει επιστημονικά, κοινωνικά, πολιτιστικά, συνδικαλιστικά, πολιτικά, επαγγελματικά, πολλά. Πάρα πολλά. Δεκάδες, ενδεχομένως εκατοντάδες χιλιάδες σελίδες. Ποτέ δεν μετάνιωσα απ’ τα πολλά. Αντίθετα, μετάνιωσα όσες φορές είχα γράψει λίγα.
Τώρα, αποτιμώντας τα στον «Αιολίας λόγο» σχετικά, η ερώτηση είναι τήρησα την σ’ αυτόν τεθείσα προδιαγραφή μου όταν τον πρωτοξεκίνησα. Υπήρξε ο λόγος μου αντίστοιχος; Κάλυψε διαφόρους τομείς της ζωής της Λέσβου; Θέλω να πιστεύω, ναι. Ας δούμε αναλυτικά:
Στον κοινωνικό τομέα με διάφορα άρθρα μου ως τα «Υπογεννητικότητα στη Λέσβο…», «Όχι ερημοποίηση των χωριών μας», «Θυσία στο Μολώχ…». Στους υπόλοιπους τομείς, θα αναφέρω ένα-δύο. Στον αναπτυξιακό το «Οι επιδοτήσεις για τις ελιές δεν πιάσαν τόπο». «Προσωπικής “εξομολόγησης”», «Της νιότης μου οι προοπτικές και των γηρατειών μου οι θλίψεις», «Εκ βαθέων», «Ο Ενεργός Πολίτης…».
Στα γενικής πολιτικής μπορούμε να αναφέρουμε τα: «Μπορούμε να απαλλαγούμε απ’ τη γερμανική κηδεμονία;», «Για να ζήσουν τα εγγόνια μου με αξιοπρέπεια», εξωτερικής πολιτικής «Η Συνθήκη «Σέγκεν», δίκτυ προστασίας ή…;», «Να τροποποιηθεί η Δουβλίνο ΙΙ». Πολλά άρθρα, στοχευμένης δράσης για χρόνια, οξέα λεσβιακά προβλήματα, όπως το εργοστάσιο της ΔΕΗ, ο δρόμος Καλλονής - Σιγρίου, οι ανεμογεννήτριες, το Λιμάνι Σιγρίου και τρεχόντως το «Σπάσιμο του Δήμου τέρατος». Γι’ αυτό το «Ξεκινάμε για το… 2019», «Ζητείται πολιτική βούληση για το σπάσιμο του Δήμου…» προ εβδομάδων.
Κλείνω, λέγοντας. Θα συνεχίσω μαχόμενος στο μαγευτικό στίβο της δημοσιογραφίας, εκτιθέμενος στην του κοινού κρίση όσο θα μου επιτρέπουν: το «είναι» μου, το ενδιαφέρον ή και η ανοχή των αναγνωστών μου και βεβαίως η αντοχή του αγαπητού μου «ΕΜΠΡΟΣ».