Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Όταν ο χώρος όλου του ορίζοντα έχει καταληφθεί απ’ το μέγιστο, το όποιο έλασσον θα προσπαθήσει να παρεισφρήσει σ’ αυτόν, αφανίζεται.
Έγραφα, με αφορμή τα της αλλαγής ηγεσίας, κ.λπ. στην κομματική εστία της νιότης μου, το ΠΑΣΟΚ, άρθρο με τίτλο, «Κύκνειο Άσμα».
Ακόμη, λαμβάνοντας προ ημερών απάντηση από το Πρωθυπουργικό Γραφείο στις προ εβδομάδων επιστολές μου για το Λιμάνι του Σιγρίου, πληροφορώντας με ότι «είναι υψηλού βαθμού ωρίμανσης προς ένταξή του στο ΕΣΠΑ 2014-2020», σκέφτηκα να κοινολογήσω το ευχάριστο τούτο νέο, σ’ όλους τους Λέσβιους.
Μεσούσης όμως της διαδικασίας, της με τον πολύ πολιτισμένο όρο «διαπραγμάτευση» της χώρας με τους «εταίρους», πιστωτές-τοκογλύφους δυνάστες μας, διαρκούσης της εβδομάδας, με όλη την τραγικότητα για το έθνος στιγμών, έπαψα τις σκέψεις μου αυτές (έλασσον, έναντι του μεγίστου, αυτού της βιούμενης εθνικής περιπέτειάς).
Η συγχωρεμένη μάνα μου, η οξύνους Ελπινίκη, που σοφά θα έλεγα, εύρισκε τον τρόπο να αποθησαυρίζει γνώσεις, εμπειρίες και διδάγματα, μου είχε μάθει για περίπτωση, όπως αυτή των τραγικών στιγμών που οι «εταίροι» μας επιβάλλουν, το «μισελέ». «Μέσα σε τούτο το ντουμάν(ι), δεν διαβάζεται φιρμάν(ι)».
Μου τον έλεγε, η αλησμόνητη μητέρα μου, όταν ήθελε να μου διδάξει τα των προτεραιοτήτων και των κατά περίπτωση σχετικών επιλογών και ειδικότερα του «επείγοντος» ή μη κάποιας υπόθεσης (το βαρβαριστί λεγόμενο timing).
«Ήταν μια φορά ένας πασάς, άπληστος, μοχθηρός παλιάνθρωπος και τυραννικός όσο γινόταν, για τους καημένους τους ραγιάδες. Πάντα προσπαθούσε να βρίσκει τρόπο να τους βασανίζει. Έτσι κάθε τόσο έβγαζε όρντινα, διαταγές και φιρμάνια για φόρους, κ.ά., που τα έδινε στους όποιους ιπποκόμους του, γιουσουφάκια του και κοτζαμπάσηδες για να τα διεκπεραιώσουν, και βέβαια οι ραγιάδες οι δύσμοιροι να υποστούν τα εκάστοτε οριζόμενα. Τα αγκομαχητά τους δεν τον πολυσυγκινούσαν.
Αρκεί, που γινόταν πάντα, ό,τι αυτός διέταζε. Όμως κάποια φορά ήθελε να «περάσει» κάτι που ήταν πολύ σκληρό στους υποτακτικούς του, σ’ ένα συγκεκριμένο χωριό που οι κάτοικοί του ήταν απείθαρχοι και κάθε τόσο σημειώνονταν κάποια επεισόδια σε βάρος των φιρμανιών του και των κατά καιρούς ντελάληδων του.
Σκληρό και απάνθρωπο. Καθαυτό φετφά. Γι’ αυτό τον προβλημάτιζε πώς να τα κάνει. Ύστερα από πολύ σκέψη αποφάσισε να στείλει αυτή τη φορά την αλεπού, να βρει αυτή τον τρόπο με τη πονηριά που τη διακρίνει, να μαζέψει όλους τους ανθρώπους και να τους το ντελαλήσει καταμεσής στην πλατεία του χωριού. Σκέφθηκε ότι η αλεπού με το κοφτερό μυαλό της, θα έβρισκε τον τρόπο να το περάσει στους δύσμοιρους χωρικούς.
Το παίρνει λοιπόν το φιρμάνι η αλεπού και μια και δυο στο χωριό αυτό. Μπαίνοντας όμως προς τα μέσα του χωριού, συνειδητοποίησε μία ανώμαλη κατάσταση, με φασαρία, καπνούς, ανθρώπους να τρέχουν αλαφιασμένοι με τη ψυχή στο στόμα, με κουβάδες, στάμνες, ποτιστήρια, κ.λπ. στα χέρια κι ό,τι άλλο θα μπορούσε να κουβαλήσει νερό για να σβήσουν την πυρκαγιά, το γιανγκίν(ι) που είχε εκδηλωθεί σε σπίτια του χωριού.
Είδε μάζες ανθρώπων να τρέχουν πότε εδώ και πότε εκεί, στην προσπάθειά τους οι ταλαίπωροι να σώσουν το νοικοκυριό τους, τα σπίτια τους, το χωριό τους. Άρχισε κι αλεπού να τους ακολουθεί τρέχοντας κι αυτή ξοπίσω τους, πότε πάνω πότε κάτω, προσπαθώντας να βρει τη στιγμή που θα καταλάγιαζαν τα πράγματα για να τους διαβάσει το φιρμάν(ι).
Η κατάσταση όμως αντί να βελτιώνεται πήγαινε ολοένα προς το χειρότερο. Η φωτιά όλο και φούντωνε πιο πολύ. Είδε και αποείδε η αλεπού, τα μάζεψε και μια και δυο, πίσω στον πασά.
Ο πασάς που όλος αγωνία περίμενε να μάθει πώς τα κατάφερε η αλεπού, την περίμενε έξω απ’ το κονάκι. Μόλις την είδε να έρχεται ράθυμα, με σκυμμένο το κεφάλι τρέχει κοντά της και εναγώνια τη ρωτά:
- Αλεπού πώς πήγε;
- Άστα πασά μου, τίποτα!
- Τίποτα; Τι τίποτα;
- Φασαρία, τρεχάλα, φωνές, νερά, φωτιά, γιαγκίν! Καπνός παντού, σκέτο ντουμάν(ι).
- Ε, και; Το φιρμάν(ι);
- Ε, και;! Πασά μ’, μέσα σε τούτο το ντουμάν(ι) δεν διαβάζεται φιρμάν(ι)».
Εδώ και ένα μήνα περίπου, «ντουμάνι» βγαίνει στις στημένες ανά την Ευρώπη «Ρωμαϊκές αρένες» κατασπάραξης του Ελληνικού Λαού. Πότε στη Ρίγα, πότε στη Μπρατισλάβα, πότε στο Λουξεμβούργο και πότε στις Βρυξέλλες. Εκεί που κάθε φορά κτυπούσε η καρδιά του Διευθυντηρίου της Ε.Ε.
Με όλα αυτά, τα euroworking groups, τα eurogroups, τις συνόδους κορυφής που οι «κύριοι με τα μαύρα» προσπαθούν με κάθε τρόπο, να σκυλεύσουν τα ιερά της πατρίδας μας.
Με εκβιασμούς, παλινωδίες, παγίδες και πίεση κάθε μορφής προς τη μικρή Ελλάδα και εν τέλει, τελεσίγραφα από τους «εταίρους» μας!
Εκεί που ο κυνισμός, η σκοπιμότητα, ο μακιαβελισμός, ατυχώς πια περισσεύουν. Εκεί που όλα αυτά, έχουν υποκαταστήσει εκείνα τα «ευγενή, τα ωραία, τα αληθινά» που πιστέψαμε τότε προ μιας γενεάς, τα οποία αναφέρονταν και προβαλλόταν ως «ευρωπαϊκό κεκτημένο».
Τούτο δε γιατί, οράματα για την Ευρώπη των Λαών όπως μας λέγανε τη δεκαετία του ’80, της αλληλεγγύης, της αλληλοϋποστήριξης, του αλληλοσεβασμού, του δικαίου και της ισότητας απεδείχθησαν απατηλά. Οι ελπίδες που μας καλλιεργήθηκαν, απεδείχθησαν τελικά φρούδες.
Για μας τους Έλληνες το μόνο που έμεινε είναι η εθνική ταπείνωση, αυτή που ζούμε εδώ και πέντε χρόνια, με τα μνημόνια. Από τότε που διαπιστώσαμε σ’ όλο του το μεγαλείο το κενό δημοκρατίας, την έλλειψη δικαίου και το τσαλάκωμα της όποιας αλληλεγγύης μέσα στην Ε.Ε.
Και τελικά μέσα στο όλο γκροτέσκο σκηνικό των τελευταίων ημερών που αλήθεια, έστησαν με περίσσεια τέχνη οι «Θεσμοί», οδηγώντας με μαθηματική ακρίβεια γενεές Ελλήνων στην χειροπόδαρα υποταγή, η Κυβέρνηση σταθμίζοντας τα πράγματα, και απαντώντας στο από 25.6.2015 τελεσίγραφο του eurogroup, προσφεύγει στο λαό. Ο Πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας με το διάγγελμα του Σαββάτου εξαγγέλλει Δημοψήφισμα για την 5η του Ιούλη.
Το «νυν υπέρ πάντων ο αγών», δεν θα μπορούσε να είχε μεγαλύτερη Ιστορική βαρύτητα για τον Ελληνικό Λαό. Τώρα πια, την απόφαση για το μέλλον του, έχει στα χέρια του ο ίδιος ο Λαός.