Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Θυμάμαι, τότε που ήμουν παιδί, στα μακρινά χρόνια τού ‘50, μια περίπτωση που κάποιο θέμα απασχολούσε τον πατέρα μου σχετικά με την Κυνηγητική του Άδεια και το Δασαρχείο Μυτιλήνης. Η αποστέρηση αυτής σήμαινε πολλά, αφού ως καλός κυνηγός που ήταν, με αυτήν εξασφάλιζε κατά πλούσιο τρόπο ζωική πρωτεΐνη (λαγοί, πέρδικες, φάσες κ.λπ.) στη φαμίλια μας. Πού λεφτά όμως να κατεβεί κανείς, από τη μακρινή τότε Άντισσα, στην πρωτεύουσα, αφού πλέον των πανάκριβων εισιτηρίων, έπρεπε οπωσδήποτε να διανυχτερεύσει εκεί, αφού το λεωφορείο έφθανε μετά τις 12 το μεσημέρι και φεύγοντας πίσω κατά τη 1, δεν προλάβαινες να τελειώσεις καμμιά δουλειά και να γυρίσεις αυθημερόν.
Εξ άλλου, με τι σθένος ένας αγρότης των ακριτικών Λαψάρνων να αντιμετωπίσει τον κ. Δασάρχη! Μέρες λοιπόν σκεφτόταν, ο τάλας, τι θα κάνει και πώς θα το αντιμετωπίσει για να λύσει το πρόβλημα. Τελικώς ακολούθησε την πεπατημένη. Κάθισε και έγραψε ένα γράμμα στο δραστήριο και πάντα εξυπηρετικό Κ. Τσαβδάρη (μετέπειτα πρόεδρο Αντίσσης), φίλο του, που διέμενε στη Μυτιλήνη και βοηθούσε όλους τους Αντισσαίους σε τέτοιου είδους περιπτώσεις. Ας πούμε, ήθελε να γεννήσει η γυναίκα σου, απευθυνόσουν στον Κώστα κι αυτός έβρισκε τον τρόπο να τη βάλει στο Νοσοκομείο. Πολλά τέτοια, όπου το κάποιο πρόβλημά σου με την παρέμβασή του είχε επιτυχή έκβαση.
Έγραψε λοιπόν στο φίλο του και ύστερα από μια βδομάδα πήρε απάντηση το πώς έχουν τα πράγματα και τι χαρτί θα έπρεπε να στείλει στο κ. Δασάρχη. Έτσι, τελικά, τακτοποιήθηκε δι’ αντιπροσώπου η υπόθεση. Ο πατέρας για να τον ευχαριστήσει για το καλό που του έκανε, του έστειλε μετά ρεγάλο, καθώς λέγαν τότες, κάποιο κυνήγι. Οι Αντισσαίοι στο σύνολό τους χρωστούσαν χάριτες στον Κ. Τσαβδάρη από τέτοιες εξυπηρετήσεις που τους έκανε και στις πρώτες εκλογές τις μετά τη μεταπολίτευση, τον εξέλεξαν πρόεδρο τους.
Τα χρόνια πέρασαν, οι συνθήκες ζωής στη χώρα βελτιώθηκαν, το βιοτικό επίπεδο όλων των Ελλήνων ανέβηκε. Το ίδιο και των Λέσβιων. Η κυρίαρχη πολιτική δύναμη, το ΠΑΣΟΚ, ανήλθε το ‘81 στην εξουσία με πολλά συνθήματα: «Αποκέντρωση» ήταν ένα εκ των βασικοτέρων. Υπήρξε δε κεντρική Πολιτική του το: «Αποκεντρωμένη Αυτοδύναμη Ανάπτυξη». Βέβαια, κρίνοντας από το αποτέλεσμα σήμερα, τόσα χρόνια μετά, ατυχώς αποδείχθηκε ότι το σύνθημα αυτό ήταν μια πραγματική φενάκη και οι αντίστοιχες υποσχέσεις απεδείχθησαν φρούδες. Ελπίδες καλλιεργημένες… με μαυρογιαλούριες μεθοδεύσεις, κατέληξαν σε παταγώδη διάψευση και μάλιστα κατά τον τραγικότερο δυνατό τρόπο, όπως το βιώνει οσημέραι, φτωχοποιούμενος, ολόκληρος ο Ελληνικός Λαός.
Η αποκέντρωση, όμως, είχε εφαρμογή. Στον τομέα της Υγείας, της Παιδείας, της Περίθαλψης και σε πολλά αφορόντα τη Δημόσια Διοίκηση. Έτσι, ο κάτοικος χωριού του Ορδύμνου δεν ήταν πια υποχρεωτικό να κατέβει για σχετικές ανάγκες του στην πρωτεύουσα, αφού διάφορες υπηρεσίες, όπως Αστυνομία, ΔΕΗ, ΟΤΕ, Γυμνάσιο - Λύκειο, Κέντρο Υγείας, Τράπεζα, Εφορία, ΙΚΑ κ.ά., υπήρχαν πλέον στην Άντισσα, στην Ερεσό ή ακόμη στην Καλλονή. Το ίδιο γινόταν και στις άλλες περιοχές του νησιού.
Έτσι ο χωρικός της Φανερωμένης Σιγρίου, της Τσιχλώντας Ερεσού, των Λαψάρνων Άντισσας κ.λπ. είχε πια τη δυνατότητα να ζει πιο ανθρώπινα, αφού οι κοντά του υποδομές κρατικών υπηρεσιών κάλυπταν το μέγιστο των αναγκών του. Εκείνο όμως που ατυχώς δεν υπήρξε ποτέ, ήταν η Ανάπτυξη. Είναι δε γνωστό ότι ακόμη και πριν από την οικονομική κρίση που μας συνθλίβει, επί 230 τόσων επαρχιών τής Ε.Ε., το νησί μας μαζί με τις Αζόρες και τα Κανάρια στον Ατλαντικό σε σχετική κλίμακα κατείχε μία από τις τελευταίες θέσεις (τελευταίες ήταν υπερπόντιες κτήσεις Γαλλίας, Ισπανίας).
Αυτή η έλλειψη ανάπτυξης είχε ως αποτέλεσμα τα χωριά μας να μην μπορέσουν να κρατήσουν τον κόσμο τους, που έφυγε. Άδειασε το νησί. Από 137.160 ο πληθυσμός του νησιού μας το 1928, σήμερα μειώθηκε στις 86.436 (εκ των οποίων ~15.000 αλλοδαποί). Αντίστοιχες είναι οι μειώσεις κατά χωριό. Ενδεικτικά, θα αναφερθώ σε κεφαλοχώρια: Η Ερεσός, 2.787 κάτοικοι το 1961, έπεσε στους 1.581 το 2001. Η Άντισσα, από 2.732, στους 1.340. Το Σκαλοχώρι, από 1.432 (1961), στους μόνο 665 (2001). Η Μήθυμνα, από 2.064, στους 1.514 (1991). Η Αγία Παρασκευή, από 3.753, στους 2.491 (1991). Ο Πολιχνίτος, από 5.293, στους 3.162 (1991).
Έτσι τώρα προκύπτει το ερώτημα. Αν αυτή ήταν η πληθυσμιακή κατρακύλα του πληθυσμού στα χωριά στην περίοδο των «παχέων αγελάδων», που έχασαν ως και το μισό του πληθυσμού τους, τώρα, με όλα αυτά τα μέτρα της κατάργησης φορέων, υπηρεσιών κ.λπ. [ακόμη και στην Καλλονή, τού ΟΤΕ, ή υπηρεσιών τού ΙΚΑ, ή ΔΕΗ (πληρωμές), προ ημερών η Εφορία] άραγε πέραν των γερόντων, θα μείνει κανένας νέος εκεί; Έτσι, αναπόφευκτα το λουκέτο είναι η μοίρα του κάθε σπιτιού όταν ο γέρος ένοικός του εγκαταλείψει τα εγκόσμια.
Στις 24 Γενάρη έγινε επιτέλους μια δυναμική κινητοποίηση των κατοίκων της κεντρικής, βόρειας και βορειοδυτικής Λέσβου, με αποκλεισμό του δρόμου Μυτιλήνης - Καλλονής στο ύψος της Αλυκής, όπου βροντοφωνάχτηκε: «ΟΧΙ. Όχι πια άλλη απογύμνωση του τόπου μας από υπηρεσίες. ΟΧΙ ΕΡΗΜΩΣΗ ΤΩΝ ΧΩΡΙΩΝ ΜΑΣ.»
Με την «ελεύθερη πτώση» της ατέλειωτης αποψίλωσης των λαϊκών κατακτήσεων, φθάνουμε «αισίως» πίσω στις δεκαετίες τού ‘50 και τού ‘60. Έτσι, αν δε βρεθεί τρόπος να σταματήσει αυτό, είναι προφανές, ότι ο τόπος μας θα ερημώσει. Με τη συνεχώς επισυμβαίνουσα φτωχοποίηση των Ελλήνων, μοιραία η οικονομική αδυναμία των ανθρώπων των χωριών θα τους αποτρέπει να κατεβαίνουν στη Μυτιλήνη για να λύσουν τις υποθέσεις τους. Έτσι, η μόνη λύση θα είναι αυτή που γινόταν όπως τότε με το συγχωρεμένο Κ. Τσαβδάρη. Δηλαδή λύση δι’ αντιπροσώπου.
Η αντιφατική φράση σε δημοφιλή τηλεοπτική σειρά, που ο εκλεκτός ηθοποιός Ρώμας ως «δήμαρχος Κολοκοτρωνιτσίου» φωνάζει το αμίμητο: ΕΜΠΡΟΣ,… ΠΙΣΩ! ΕΜΠΡΟΣ,… ΠΙΣΩΩΩ!!!, αλίμονό μας, είναι πια το σήμα κατατεθέν των καιρών μας.