Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Στη Μυτιλήνη έως και το Σεπτέμβριο, θα βρίσκεται ο μουσικός, συνθέτης, στιχουργός και ερμηνευτής Νικόλας Παπακώστας, γιος του γνωστού μουσικοσυνθέτη Νικόλα Παπακώστα. Γεννημένος στις 27 Απριλίου 1984 στην Αθήνα, σπούδασε σκηνοθεσία, επειδή του άρεσε να γράφει ιστορίες και επειδή, όπως είπε, έπρεπε κάτι να σπουδάσει. Βέβαια αυτό που του έκλεψε την καρδιά, ήταν η μουσική, με την οποία ασχολείται από τα δεκατέσσερά του, όταν έπιασε στα χέρια του, την πρώτη του κιθάρα.
Στη Μυτιλήνη έρχεστε για πρώτη φορά και ποιες οι εντυπώσεις σας για την πόλη και το νησί;
«Όχι, έχω έρθει και στο παρελθόν. Μάλιστα έχω μείνει και έναν ολόκληρο χειμώνα εδώ, έχω συγγενείς εδώ. Φέτος, μάλιστα, θα έχω την ευκαιρία να παίζω στο “Δίαυλο”, κάθε Παρασκευή και Σάββατο, μέχρι το Σεπτέμβριο. Για να είμαι ειλικρινής, η Μυτιλήνη σαν πόλη είναι μία ωραία πόλη, αλλά δεν έχει κάτι το ιδιαίτερο, κάτι το ξεχωριστό. Με το νησί από την άλλη, απ’ όσο το έχω γυρίσει, έχω εντυπωσιαστεί. Έχει καταρράκτες, υπέροχες παραλίες, γραφικά χωριά, μαγευτικά δάση. Έχει τα πάντα. Πιστεύω ότι η Λέσβος σαν νησί δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από άλλα νησιά της Ελλάδας και θεωρώ ότι είναι ένα από τα ομορφότερα, αν όχι το πιο όμορφο.»
Ποιο από τα τραγούδια που έχετε γράψει, αγαπάτε περισσότερο;
«Έχω γράψει άπειρα τραγούδια. Από τα δεκατέσσερά μου χρόνια, που έπιασα μία κιθάρα, ασχολούμαι με τη μουσική και έγραφα τραγούδια γιατί μου άρεσε από μικρός να γράφω. Άλλωστε αυτός ήταν και ο λόγος που με οδήγησε στο να σπουδάσω σκηνοθεσία.
Από τα τραγούδια μου, ξεχωρίζω τρία. Το πρώτο είναι το “Ατέλειωτες στιγμές”, το οποίο βγήκε δεύτερο στο Φεστιβάλ Τραγουδιού της Θεσσαλονίκης το 2007. Το έγραψα για το φίλο μου το Θέμη, που τον αγαπούσα πάρα πολύ και που έχει φύγει από τη ζωή. Το δεύτερο είναι το “Ταξίδι”, που έχει πολλές αναφορές σε τραγούδια του Καββαδία και του Μικρούτσικου, που έχουν να κάνουν με ταξίδια.
Το τελευταίο τραγούδι που έγραψα και μου αρέσει πάρα πολύ και θεωρώ ότι είναι το καλύτερο από όλα όσα έχω γράψει, έχει τίτλο “Για μια Φιλιώ”. Το έγραψα το Μάη που μας πέρασε και με βοήθησε σε αυτό ο φίλος μου Κώστας Κουτσκουρής, για μια κοπέλα που ερωτεύτηκα κεραυνοβόλα, χωρίς ωστόσο να καταφέρω να συγκινήσω την κοπέλα εκείνη. Όλοι όσοι το έχουν ακούσει, πιστεύουν ότι είναι ένα πολύ καλό τραγούδι και το ίδιο πιστεύω κι εγώ.»
Από τη μέχρι τώρα πορεία σας ως μουσικός, ποια ήταν η πιο συγκινητική στιγμή;
«Θεωρώ ότι ήταν όταν ο πατέρας μου με κάλεσε να ερμηνεύσω δικό μου τραγούδι σε δική του συναυλία. Νομίζω ότι είναι από τις στιγμές που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Ο πατέρας μου είναι εξαιρετικός συνθέτης, γεννημένος όμως σε λάθος εποχή. Ο πατέρας ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθώ με τη μουσική, καθώς τον άκουγα μικρός να παίζει σε οικογενειακές γιορτές.»
Ποιο πιστεύετε ότι είναι το μυστικό εκείνο που αναδεικνύει έναν τραγουδιστή;
«Δυστυχώς, η εξωτερική εμφάνιση είναι αυτή που μετράει περισσότερο για να γίνει κάποιος γνωστός σήμερα. Αν και υπάρχουν εξαιρετικοί ερμηνευτές στην Ελλάδα, λίγοι γίνονται γνωστοί. Για παράδειγμα, ο Πάνος Μουζουράκης έγινε γνωστός τα τελευταία περίπου πέντε χρόνια, όμως ασχολείται με τη μουσική εδώ και πολλά χρόνια.»
Σαν στιχουργός, συνθέτης και τραγουδιστής, πιστεύετε ότι τα τραγούδια διακρίνονται σε κάποιες κατηγορίες π.χ. πρόσκαιρα ή διαχρονικά;
«Υπάρχουν καλά τραγούδια και κακά τραγούδια. Δεν έχει σημασία ποιος θα πει το τραγούδι, γιατί το καλό τραγούδι του, θα ακουστεί και θα μείνει. Αν μάλιστα το καλό τραγούδι το ακούσει κάποια στιγμή κάποιος διάσημος, θα το τραγουδήσει και θα το κάνει γνωστό. Το τραγούδι είναι θέμα δημιουργίας, το αν θα μείνει ή όχι είναι θέμα στιχουργού. Γι’ αυτό το λόγο προτιμώ να ερμηνεύω τραγούδια άλλων, γιατί φοβάμαι αν οι δικοί μου στίχοι, τα δικά μου κομμάτια θα αρέσουν. Για το λόγο αυτό νοιώθω πιο ασφαλής όταν τραγουδώ τραγούδια άλλων, από το να ερμηνεύω δικά μου.»
Ποιο είναι το αγαπημένο σας ελληνικό τραγούδι και ο τραγουδιστής, ο στιχουργός και ο συνθέτης που θαυμάζετε;
«Δεν υπάρχει μόνο ένα αγαπημένο τραγούδι, γιατί το καθένα σού προσφέρει και κάτι διαφορετικό. Ένα λοιπόν, από τα αγαπημένα μου είναι το “Μ’ αεροπλάνα και βαπόρια” , διότι μου βγάζει μία μελαγχολία. Ένα άλλο είναι “Του κάτω κόσμου τα πουλιά” του Γιώργου Νταλάρα. Τρίτο και πολύ αγαπημένο -ίσως να ακουστεί και λίγο οικογενειακή υπόθεση- είναι του πατέρα μου, “Ο ρακοσυλλέκτης”, ένα πολύ εύθυμο τραγούδι με πολύ θλιμμένο στίχο. Σαν ερμηνευτή ξεχωρίζω το Γιώργο Νταλάρα, σαν στιχουργό το Λευτέρη Παπαδόπουλο και σαν συνθέτη το Γιώργο Ζαμπέτα.»
Ολοκληρώνοντας τη συνέντευξη, υπάρχει κάτι που δεν έχετε κάνει και θα θέλατε;
«Δεν έχω κάνει δίσκο. Αυτό θέλω να κάνω και όχι τόσο για να λέω ότι έχω δίσκο, αλλά επειδή θέλω να βρεθεί ένας άνθρωπος στον κόσμο και να πει ότι τα τραγούδια που περιέχει ο δίσκος, αγγίζουν την ψυχή του και λένε ό,τι ήθελε εκείνος να πει.»