Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Το Πάσχα των Ελλήνων μέσα από τα μάτια του δικού μας Ακαδημαϊκού Λευτέρη Ζούρου
Εβδομάδα των Παθών αυτή που διανύουμε και έρχεται να ξυπνήσει σε όλους το θρησκευτικό συναίσθημα. Η Ανάσταση και ο Γολγοθάς που προηγείται ενδεχομένως εσωκλείουν το μήνυμα της δημιουργίας ενός ανθρώπου καλύτερου, ή μάλλον της βέλτιστης εκδοχής του και της εξέλιξή του.
Η εξέλιξη του ανθρώπου ως συναισθηματικού και κατ’ επέκταση κοινωνικού όντος απασχόλησε αναμφισβήτητα την θρησκεία. Παράλληλα όμως η εξέλιξη του ανθρωπίνου είδους απασχόλησε και την επιστήμη. Παρόλο που οι δύο αυτοί πυλώνες της κοινωνίας είχαν επίκεντρο τον άνθρωπο ήρθαν και έρχονται σε σύγκρουση.
Η κεντρική ιδέα της συνέντευξης αυτής είναι αν τελικά μπορεί να υπάρξει «συγκερασμός» θρησκείας και επιστήμης και αν τελικά ο άνθρωπος μπορεί να είναι ορθολογιστής και παράλληλα πιστός στις αρχές που ο Χριστός δίδαξε.
Στα βαθιά αυτά ερωτήματα θελήσαμε να μας απαντήσει ο διαπρεπής Λέσβιος επιστήμονας Λευτέρης Ζούρος. Το βιογραφικό του σημείωμα τεράστιο. Υπήρξε καθηγητής στο Τμήμα Βιολογίας του Πανεπιστημίου Dalhousie του Καναδά, με το ερευνητικό του έργο να χρηματοδοτείται από το κρατικό Ίδρυμα Έρευνας του Καναδά. Το 1996 του απενεμήθη τιμητική καθηγητική έδρα (G. Campbell endowed chair of Biology). Το 1982 εξελέγη καθηγητής στο Τμήμα Βιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης στο Ηράκλειο. Από το 1998-2003 υπήρξε επίσης Διευθυντής του ιδρυθέντος από το 1987 Ινστιτούτου Θαλάσσιας Βιολογίας Κρήτης και συνετέλεσε σημαντικά στην οργάνωση, ανάπτυξη της ερευνητικής δραστηριότητας του Ινστιτούτου αυτού. Από το 2006 αποχώρησε λόγω ορίου ηλικίας από το Πανεπιστήμιο Κρήτης, του οποίου είναι ομότιμος καθηγητής από το 2007. Σε αναγνώριση του επιστημονικού του έργου η Ακαδημία Αθηνών τον εξέλεξε στις 14 Ιουνίου 2007 νέο αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην έδρα της «Θαλάσσιας Βιολογίας», με καταγωγή από τα «Γέλια» της Λέσβου, όπως θέλει να ονοματίζει το χωριό της καταγωγής του , τη σημερινή Πελόπη.
Η συνέντευξη μας με τον Λ. Ζούρο
ΕΡ: Πόσο έχει, κατά την εκτίμησή σας, συμβάλλει στην εξέλιξη του ανθρώπου η πίστη στο Θεό;
«Κατ’ αρχάς σας ευχαριστώ για την πρόσκληση της συνέντευξης. Με τιμά. Αλλά κυρίως με κάνει να αισθάνομαι ότι βρίσκομαι στο νησί μου αυτές τις μέρες που είναι δεμένες με τις παιδικές αναμνήσεις μου. Η Μεγάλη Εβδομάδα στην ελληνική ύπαιθρο - και πολύ περισσότερο στο χωριό που γεννήθηκες - είναι κάτι παραπάνω από ένα θρησκευτικό γεγονός, είναι ένα κάλεσμα συμμετοχής στο ανοιξιάτικο πανηγύρι της φύσης σε μια από τις ομορφότερες στιγμές της. Αυτό είναι ένα συναισθηματικό βίωμα. Πώς συμβιβάζεται αυτό το βίωμα με τις επιστημονικές μου γνώσεις; Σπεύδω να δηλώσω: ο συμβιβασμός είναι απόλυτος και αρμονικός, ίσως μάλιστα και γόνιμος. Για μισό αιώνα διδάσκω και ερευνώ την ιστορία της ζωής, αυτό που είναι πιο γνωστό ως εξέλιξη των ειδών. Για αυτούς που επιμένουν σε μια κατά γράμμα ανάγνωση της Βίβλου, αυτή η θεωρία είναι ασυμβίβαστη με την θρησκεία. Δέχομαι το δικαίωμα της διαφορετικής άποψης, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι την δικαιολογώ - το να πιστεύει κανείς ότι η Εύα πλάστηκε από ένα παΐδι του Αδάμ μου φαίνεται αδιανόητο. Ο φονταμενταλισμός πολύ εύκολα μπορεί να οδηγήσει σε παραλογισμό, σε φανατισμό και μισαλλοδοξία. Αυτό ισχύει για κάθε θρησκεία που κυριαρχείται από το δόγμα. Όλοι μας γνωρίζουμε τις συνέπειες - τις έζησε η ανθρωπότητα στο παρελθόν και τις ζει ακόμα και σήμερα. Το ερώτημα κατά πόσο η θεωρία της εξέλιξης επηρέασε την πίστη στο Θεό είναι εύκολο να απαντηθεί, εφ’ όσον κάνουμε κάποιες διευκρινήσεις. Η πρώτη είναι ότι δεν μπορούμε να διαζεύξουμε την θεωρία της εξέλιξης από την επιστήμη ως σύνολο. Η επιστήμη δεν σερβίρεται αλά καρτ: ναι στην ηλιοκεντρική θεωρία, αλλά όχι στην γεωλογία και τα απολιθώματα. Άρα η ερώτηση πρέπει να αναδιατυπωθεί: κατά πόσο η επιστήμη επηρέασε την πίστη στο Θεό; Η δεύτερη διευκρίνιση είναι ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ πίστης στον Θεό (όπως πολύ σωστά το θέτει το ερώτημά σας) και θρησκείας. Τα δυο δεν ταυτίζονται. Υπάρχουν εκατοντάδες εκατομμύρια συμπολιτών μας που δεν απορρίπτουν την έννοια του Θεού αλλά δεν θρησκεύονται (και, τολμώ να πω, ότι αφθονούν αυτοί που θρησκεύονται, αλλά η πίστη τους είναι επιφανειακή ή αντιφατική). Τώρα η απάντηση είναι απλή: ναι υπήρξε και υπάρχει τριβή μεταξύ επιστήμης και θρησκείας, όμως η τριβή ήταν και είναι προϊόν τυφλού δογματισμού. Για αυτόν που μπορεί να δει πιο πέρα από το δόγμα δεν υπάρχει ασυμβατότητα».
ΕΡ: Τελικά η θρησκεία ή η εκκλησία έβαλαν τα μεγαλύτερα εμπόδια στη επιστήμη; Και ποιες οι κορυφαίες ιστορικές στιγμές;
«Θεωρητικά η «Εκκλησία» αποτελείται από την Κλήρο και τον Λαό. Ο πρώτος είναι για να υπηρετεί τον δεύτερο. Όμως το «υπηρετεί» εκλαμβάνεται ποικιλοτρόπως. Για κάποιους πρέπει να αναφέρεται αποκλειστικά σε ό, τι αφορά στην θρησκευτική ζωή του ποιμνίου. Αυτόν τον ρόλο της Εκκλησίας τον βρίσκουμε σήμερα στις χώρες της βορειο-δυτικής Ευρώπης. Σ’ όλες τις άλλες χώρες η επέμβαση της στο έργο της Πολιτείας είναι αισθητή, αν και σε διαφορετικό βαθμό. Στην Ελλάδα έχουμε σοβαρή επικάλυψη μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας. Κανείς δεν θα αμφισβητήσει την αρμοδιότητα της Εκκλησίας σε θέματα δόγματος. Το πρόβλημα προκύπτει όταν το δόγμα ρίχνει την σκιά του πάνω σε θέματα κοινωνικά, θέματα που ανήκουν στην Πολιτεία, όπως π.χ. τι πρέπει να διδάσκεται στα σχολεία. Έχει κανείς την εντύπωση ότι η Εκκλησία δεν έμαθε ποτέ το μάθημα του πού μπορεί να οδηγήσει η απολυταρχία του δόγματος. Το δόγμα ώθησε τον όχλο της Αλεξάνδρειας να γδάρουν με σπασμένα κεραμίδια την Υπατία και να ανεβάσουν στη πυρά τον Μπρούνο. Οι μεταξύ χριστιανών πόλεμοι που ακολούθησαν τον Λούθηρο ευθύνονται για πολύ περισσότερους θανάτους από ό,τι όλοι οι διωγμοί των ρωμαίων αυτοκρατόρων πριν το Διάταγμα των Μεδιολάνων. Το δόγμα λειτούργησε ως εργαλείο στα χέρια αδίστακτων θρησκευτικών και κοσμικών εξουσιών. Αλλά ας φύγουμε από το βαρύ παρελθόν και ας έρθουμε στον παρόν και μάλιστα αυτό της χώρας μας. Υπάρχει εκκλησιαστική αντίδραση στην καύση των νεκρών και είναι αδιανόητη η χειροτονία των γυναικών. Οι λόγοι είναι καθαρώς δογματικοί και ταυτόχρονα αντι-κοινωνικοί. Αλλά και κοντόφθαλμοι. Ποιός αμφιβάλλει ότι η καύση θα αποτελεί τον κανόνα σε μια δεκαετία; Υπάρχει μεγάλη έλλειψη εφημερίων σε όλη τη χώρα. Η χειροτονία των γυναικών θα έλυνε το πρόβλημα. Θα δεχθώ το επιχείρημα από κάποιους φωτισμένους κληρικούς ότι δεν έχουμε ακόμα ωριμάσει ως κοινωνία για τέτοιες τομές, ότι η βιασύνη μπορεί να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα. Δεν μπορούμε όμως να αγνοούμε το κόστος της καθυστέρησης».
«Το συναίσθημα της Μεγάλης Εβδομάδας είναι κάτι πολύ προσωπικό»
ΕΡ: Μπορεί ένας αγνωστικιστής να βιώσει τελικά το Πάσχα των Ελλήνων;
«Ο χαρακτηρισμός «αγνωστικιστής» χωράει πολλή συζήτηση. Άθεος, άθρησκος, παν-θεϊστής; Όλα αυτά σε σύνδεση με την επιστημονική γνώση; Το ευκολότερο θα ήταν να ορίσει κανείς τον αγνωστικιστή ως αντι-δογματιστή. Με το να μην προσκολλάται σε ένα θρησκευτικό δόγμα, ο αγνωστικιστής μπορεί να αξιολογεί και να βιώνει κάθε δόγμα. Μπορεί να δει τις θρησκείες ως κοινωνικά φαινόμενα, ως κουλτούρες, σε συνεχή εξέλιξη παρά ως θεόπεμπτες εντολές. Στο ερώτημα ποιό προέχει, το δόγμα ή η παράδοση, σπεύδουμε να απαντήσουμε το δόγμα. Κάνουμε λάθος. Τα δόγματα στηρίζονται πάνω σε προϋπάρχουσες παραδόσεις. Αυτός που καθόταν «εκ δεξιών» του ρωμαίου αυτοκράτορα ήταν ο δεύτερος ισχυρότερος τη τάξει. Το στοιχείο αυτό ενσωματώθηκε στο χριστιανικό δόγμα. Από τη στιγμή που η παράδοση αποκτήσει προτεραιότητα έναντι του δόγματος, η απάντηση στην ερώτησή σας είναι αυτονόητη. Ναι, είναι δυνατή η βίωση της Μεγάλης Εβδομάδας χωρίς υποταγή στο δόγμα. Μπορώ να ζήσω το τροπάριο της Κασσιανής χωρίς θρησκευτικό έρεισμα, με τον ίδιο τρόπο που μπορώ να ζήσω τον ομηρικό διάλογο της Ανδρομάχης με τον Έκτορα. Τίθεται το ερώτημα: Πώς θα κρατήσουν οι επερχόμενες γενιές την παράδοση αν την παραλάβουν απογυμνωμένη από το δόγμα; Προσέξετε ότι σ’ αυτήν την καθ’ όλα εύλογη ερώτηση, το δόγμα έχει ήδη υποβιβαστεί έναντι της παράδοσης, παίζει τον ρόλο του εργαλείου για την επίτευξη ενός σκοπού, που είναι η συντήρηση της παράδοσης - η ερώτηση εγκλείει την προτεραιότητα της παράδοσης έναντι του δόγματος. Από το σημείο αυτό και πέρα πρέπει να υιοθετήσουμε μια λιγότερο εγωκεντρική άποψη. Η παράδοση δεν μπορεί να παραμείνει αναλλοίωτη. Η Μεγάλη Εβδομάδα που έζησα εγώ στα παιδικά μου χρόνια δεν ήταν ολόιδια με αυτήν που έζησε η μητέρα μου στα δικά της. Ο ρυθμός αλλαγής είναι πολλαπλασιαστικός. Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί για το πόσο μακριά στο μέλλον δικαιούμαστε να επιβάλουμε την άποψη μας πάνω στις επερχόμενες γενιές, που θα κληθούν να διαμορφώσουν τις δικές τους αρχές κάτω από πολύ διαφορετικές συνθήκες. Το συναίσθημα της Μεγάλης Εβδομάδας είναι κάτι πολύ προσωπικό, είναι κάτι που ο καθένας βιώνει σε διαφορετικό βαθμό και με διαφορετικό τρόπο. Θα «ήθελα» να παρέμενε ίδιο όπως το έζησα εγώ, αλλά γνωρίζω ότι αυτή η προβολή του «δικού» μου αισθήματος πάνω στα αισθήματα των άλλων και ειδικότερα αυτών που θα ζήσουν στο μέλλον είναι ένας ιδιοκεντρισμός, είναι κάτι που δεν δικαιούμαι αλλά ούτε και μπορώ να επιβάλω».