Μιας πατρίδας άνθρωποι

01/07/2012 - 05:56
Ο συμπατριώτης μας συγγραφέας και σκηνοθέτης Κώστας Ασημακόπουλος, στην παρούσα συλλογή διηγημάτων παρουσιάζει 15 συγκλονιστικές ιστορίες, γραμμένες με ύφος γλαφυρό και γοητευτικό, με σύγχρονους ήρωες που αγαπούν, ερωτεύονται, υποφέρουν και αγωνίζονται για τη ζωή που ονειρεύονται.
Κώστας Ασημακόπουλος
Διηγήματα
Εκδόσεις «Οι εκδόσεις των φίλων»
Αθήνα 2010, σελ. 226

Ο συμπατριώτης μας συγγραφέας και σκηνοθέτης Κώστας Ασημακόπουλος έχει στο ενεργητικό του πάνω από 30 βιβλία πεζογραφίας, ποίησης, ανθολογίες, θεατρικά, μεταφράσεις, δοκίμια και έχει βραβευτεί τρεις φορές από την Ακαδημία Αθηνών. Στην παρούσα συλλογή διηγημάτων παρουσιάζει 15 συγκλονιστικές ιστορίες, γραμμένες με ύφος γλαφυρό και γοητευτικό, με σύγχρονους ήρωες που αγαπούν, ερωτεύονται, υποφέρουν και αγωνίζονται για τη ζωή που ονειρεύονται. Διηγήματα αντιπροσωπευτικά της ζωής, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί στη χώρα μας κατά τις τελευταίες δεκαετίες.
Οι τίτλοι των 15 διηγημάτων είναι: Ο θάνατος του πατέρα του, Τι μπορεί να ‘ναι ένα παιδί, Ο χαμένος, Ο πρώτος γιος, Έρωτας, Παντοτινά ωραία μου Αγγελίνα, Του Θεού δυο πλάσματα, Ψωμί για ένα δραπέτη, Φίλοι, Ενοχές, Οι ανυπόταχτοι, Ομολογία ανείπωτη, Όλα πολύ απλά, Το παπαγαλάκι, Ταξίδι για τα Κύθηρα.
Να ένα απόσπασμα από το διήγημα «Ο χαμένος»:
«- Μην κάνεις τίποτα, του είπε μαλακά. Δεν θα μείνω στη Ρόδο. Έχει πολλή κίνηση, φασαρία που δε μου πάει. Θέλω ξεκούραση. Περαστικός μονάχα είμαι εδώ. Ίσα για να σε δω. Μπαίνω σε πλοίο για ένα νησάκι ήσυχο. Χάρηκα που σε βρήκα έτσι καλά.
Ο Ασήρ πήγε να τον κρατήσει. Και σαν ν’ απόρησε: - Μα τόσο λίγο μόνο; Μείνε τουλάχιστον να γευματίσουμε μαζί. Στις δύο θα έχω τελειώσει.
Ο Στέφανος του αρνήθηκε ήρεμα. - Μια άλλη φορά… Με περιμένουν τώρα.
Του έδωσε το χέρι, τον κοίταξε για μία στιγμή στα μάτια, σάμπως τώρα να έψαχνε να τον αναγνωρίσει. Κάτι είχε πέσει μέσα του όσα λεπτά βρισκόταν εκεί δα, κάτι είχε σπάσει. Αισθάνθηκε μεμιάς πως άδικα ήρθε. Δεν του είπε λέξη, τίποτα για το ταξίδι του στην Πολωνία, για το Άουσβιτς, για τη μορφή που είδε σ’ εκείνη τη μεγάλη φωτογραφία των τυχερών σκελετωμένων που διασώθηκαν, για κείνα τα εξογκωμένα μάτια που λαχταρούσαν για ζωή πάνω στα συρματοπλέγματα και που ήταν ολόιδια τα μάτια τα δικά του… Τι να του πει; Τον είδε τόσο γιομάτο από άλλα, τόσο αλλιώτικο απ’ το κυνηγημένο Εβραιόπουλο, που του είχε μείνει πληγωμένο στην ψυχή του, ώστε πλέον φοβήθηκε μήπως ο χρόνος πλάτυνε για εκείνον, και με αυτή την ιστορία του αγύριστου, επιθυμητού πατέρα σκάλιζε παραμύθια περιττά και παραμίλαγε για άγνωστα σ’ έναν άγνωστο, και για χαμένα αισθήματα, αφανισμένα από φωτιές και άνεμους σ’ έναν χαμένο, αφανισμένο, ξεγραμμένο…»

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey