Η ατμόσφαιρα στο γραφείο χαρακτηρίζεται από βαριά έως ασήκωτη. Η πυκνή συννεφιά αντανακλά στα μαύρα πρόσωπα δημιουργώντας ανατριχίλα, αβεβαιότητα και λιγούρα. Όλοι καταλαβαίνουν τι θα ακολουθήσει, αλλά η ελπίδα της προσμονής μιας ηλιόλουστης ημέρας τούς δίνει κουράγιο.
Η ατμόσφαιρα στο γραφείο χαρακτηρίζεται από βαριά έως ασήκωτη. Η πυκνή συννεφιά αντανακλά στα μαύρα πρόσωπα δημιουργώντας ανατριχίλα, αβεβαιότητα και λιγούρα. Όλοι καταλαβαίνουν τι θα ακολουθήσει, αλλά η ελπίδα της προσμονής μιας ηλιόλουστης ημέρας τούς δίνει κουράγιο.
Ξαφνικά η πόρτα ανοίγει και ω του θαύματος, εμφανίζεται μια ιριδίζουσα ηλιαχτίδα που κατακλύζει γοργά το χώρο, δίνοντας μια νέα γλυκιά εικόνα παντού. Τα πρόσωπα δεν είναι πια μαύρα. Η ανατριχίλα μετατρέπεται σε γλυκό χάδι, η σιγουριά παίρνει τη θέση της αβεβαιότητας. Η αλλαγή εικόνας φέρνει αλλαγή διάθεσης! Αρχίζουν να σχηματίζονται νέες εικόνες και νέες ιδέες. Στα χείλη όλων αρχίζουν να σιγοψιθυρίζονται προτάσεις που θα σβήσουν τη λιγούρα. Κανείς, όμως, δεν αποτολμά να τις φωνάξει.
Ώσπου να! Ο από μηχανής θεός! Η πόρτα ανοίγει διάπλατα και παρουσιάζεται ο καλός μας συνάδελφος. Το φυλλάδιο που κρατά αντανακλά στη φωτεινή ηλιαχτίδα, δυσκολεύοντας την ανάγνωσή του. Η κώμη γκριζωπή και η γραβάτα γαμπριάτικη. Ο τίτλος με μεγάλα γράμματα «ΑΣΗΜΑΚΗΣ ΜΑΥΡΟΓΙΑΛΟΥΡΟΣ». Αυτός που άλλαξε το Δημόσιο μπορεί να αλλάξει και το Αιγαίο. Ένα «ισχυρό Βόρειο Αιγαίο» μάς αξίζει.
Με πλατύ χαμόγελο, φιλική διάθεση και φωνή όλο σιγουριά, ανακράζει. «Παιδιά, η ψήφος σας σίγουρα αξίζει ένα λουκούλλειο γεύμα. Και επειδή το ένα χέρι τρίβει τ’ άλλο και η μια ψήφος φέρνει την άλλη, το καλύτερο πιάτο του κάπελα “Μαζί τα Τρώμε” σάς περιμένει. Τα τραπέζια είναι στρωμένα, το εκδρομικό σας περιμένει. Φύγαμε.»
Ω θεέ μου! Όλοι σηκώνονται χωρίς δεύτερη κουβέντα. Η Nana όμως θέλει κάτι να ρωτήσει. Κάτι πρέπει να ρωτήσει. Τα χείλη της ξεκολλάνε και ρωτάει. … Κάτι ψέλλισε, κανείς δεν το άκουσε. Ίσως φταίει η λιγούρα. Τα εκδρομικό σφυρίζει αδιάκοπα. Η Nana διστάζει. Να, κάνει δεύτερη προσπάθεια. Δεν υπάρχει χρόνος. Όλοι τρέχουνε, μαζί και η Nana. Πριν καν το καταλάβουμε, η πόρτα κλείνει και η εκδρομή αρχίζει.
Χοροπηδώντας το εκδρομικό στους φρεσκοασφαλτοστρωμένους δρόμους, δημιουργεί πιο έντονη λιγούρα. Παραλίγο να πατήσουμε μια ντουζίνα συμπαθητικά σκυλάκια, που κολάτσιζαν στους κάδους απορριμμάτων, που με περισσή επιμέλεια διατηρεί πάντα γεμάτους η δημοτική μας αρχή. Διασχίζουμε γρήγορα τον παραδοσιακό «Μακρύ Γιαλό», ατενίζοντας το στολίδι του. Το βάφτισαν «μαρίνα».
Η απορία μας, βέβαια, γιατί αντί για κότερα βλέπουμε Datsun και αντί για υψηλής κοινωνίας τουρίστες, μετράμε ξυπόλητα μικρά γυφτάκια, δε θα μπορέσει να λυθεί αυτήν τη στιγμή. Την τελευταία στιγμή το μάτι μας πιάνει κάτι μεγάλους κάδους, που για να μην μπερδεύονται με τους άλλους, αναγράφουν «κώδωνες ανακύκλωσης». Χωρίς καπάκι με στρογγυλές τρύπες. Ίσως σκέφτηκα να είναι για τις γάτες και δεν πρέπει να χωράνε οι σκύλοι. Θα ρωτήσουμε τη δημοτική μας αρχή.
Γρήγορα - γρήγορα, περνάμε τα φανάρια και διασχίζουμε την προκυμαία μας με τις «τρεις γραμμές» κυκλοφορίας. Από δεξιά, το όμορφο λιμάνι μας. Η ησυχία της θάλασσας μας επιτρέπει να διακρίνουμε τα πλούσια σε τροφή και βιταμίνες ποτάμια, που ξεχύνονται σε αυτό, εμπλουτίζοντας το πλαγκτόν. Αριστερά μας λίγα μπορέσαμε να διακρίνουμε. Σχεδόν παντού πλαστικές τέντες. Τα σύγχρονα τείχη των μοντέρνων πόλεων, υποθέσαμε. Αλλά γιατί τείχη! Για ποιους εχθρούς! Θα ρωτήσουμε και γι’ αυτό τη δημοτική μας αρχή.
Ξαφνικά και απότομα το εκδρομικό μας στρίβει, αλλάζει πορεία και βρίσκεται στο δρόμο της Αγοράς. Μάλλον για να φτάσουμε γρηγορότερα.
Το μαρτύριό μας μεγαλώνει, αφού το μάτι μας μπερδεύεται με τη μύτη μας, ανακατεύοντας ρούχα, παπούτσια, ψιλικά και ηλεκτρικά με οσμές κρεάτων, ψαριών, λουκάνικων και γλυκών. Η γη της επαγγελίας είναι γύρω μας. Μέσα στη θολούρα μας, ο συνοδηγός μάς ενημερώνει. «Ετοιμαστείτε φτάνουμε.»
Και να ο κάπελας «Μαζί τα Τρώμε». Μας περιμένει κρατώντας σφιχτά το χέρι ενός γενειοφόρου Νεοέλληνα με αρχαίο παρουσιαστικό, αρχές αλλά και… απίδια. Πάνω από το κεφάλι του, σύγχρονη πινακίδα με μεγάλα φωτεινά γράμματα. «ΛΑΪΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ - ΑΥΤΟΝΟΜΗ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΔΗΜΟΥ ΛΕΣΒΟΥ». Μπερδεμένοι και με πόνους παντού, κατεβαίνουμε. Η λιγούρα μας κάπως έχει καταλαγιάσει και πολλά πράγματα έχουν μπερδευτεί στο μυαλό μας. Άραγε, η «αυτόνομη υπέρβαση» μέσα από μια «δημιουργική πορεία» θα φέρει την «επόμενη μέρα» ή η «λαϊκή συσπείρωση», «με τους πολίτες κόντρα στον καιρό» θα φέρει «αλλαγή πορείας» για ένα «ισχυρό Βόρειο Αιγαίο»!;
Μια ντουντούκα με μπερδεύει ακόμα περισσότερο. Το μήνυμά της. «ανταρσία στο Αιγαίο» με «αγώνα για τα νησιά μας», για να φυσήξει «οικολογικός άνεμος στο Βόρειο Αιγαίο».
Αλήθεια, τι μας συμφέρει! «Ισχυρό Βόρειο Αιγαίο ή «Οικολογικός Άνεμος στο Αιγαίο»; Ποια η διαφορά;!
Η Nana με σκουντάει. Σκάσε και τρώγε. Ξέχασες το κερασμένο σάντουιτς. Μασουλώντας σκέφτηκα να κάνω την τελευταία ερώτησή μου, για να λυθεί και η τελευταία απορία μου. Αναγκασμένος να φωνάζω, λόγω της έντασης της μουσικής - «τραγούδα, θεατρίνε», απαγγέλει ο αοιδός -, ρωτάω. «Αλήθεια, Nana, τι ήθελες να ρωτήσεις τον καλό συνάδελφο στο γραφείο;» Μπουκωμένη από το σάντουιτς, απαντά σπαστά. «Δεν κατάλαβα για ποια αλλαγή μας είπε. Στο Δημόσιο ή στο Βόρειο Αιγαίο!»
Σίγουρα όμως ο Ασημάκης Μαυρογιαλούρος μπορεί να αλλάξει το Βόρειο Αιγαίο! Και σίγουρα όλο το νησί μας, αλλά και το Βόρειο Αιγαίο, δικαιούνται και τους αξίζει να μοιάσουν με την όμορφη πόλη μας τη Μυτιλήνη. Το τραγούδι άλλαξε, η μουσική συνεχίζει να παίζει - «η Μυτιλήν’ μας είνι ένα τρανό χουριό» - και εμείς συνεχίζουμε να τρώμε όλοι μαζί!
Υ.Γ. Κάθε ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις είναι τυχαία. Η Nana είναι Βορειοηπειρώτισσα σπουδάστρια, που κάνει στο Δημόσιο την πρακτική της άσκηση.