Το «Ε» σήμερα παρουσιάζει ένα νέο άνθρωπο, που μπορεί να μην είναι «του τόπου μας» από γεννησιμιού του, ξέρει όμως τη φύση του νησιού πολύ καλύτερα από πολλούς ντόπιους. Ο 30χρονος Ερντάλ Γκιουμούς από τον Πόντο, μας λέει για τη χώρα του, για τις σπουδές του και για τα όσα έχει μάθει εδώ.
Το «Ε», με τον Ερντάλ Γκιουμούς. Τούρκο υποψήφιο διδάκτορα του Τμήματος Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου στη Μυτιλήνη
Το «Ε» σήμερα παρουσιάζει ένα νέο άνθρωπο, που μπορεί να μην είναι «του τόπου μας» από γεννησιμιού του, ξέρει όμως τη φύση του νησιού πολύ καλύτερα από πολλούς ντόπιους. Ο 30χρονος Ερντάλ Γκιουμούς από τον Πόντο ζει στη Λέσβο τρία χρόνια τώρα, σπουδάζοντας στο Τμήμα Γεωγραφίας, όπου εκπονεί το διδακτορικό του. Η λατρεία του για τη φύση και η αγάπη του για τη φωτογραφία κάνουν τη συζήτηση μαζί του εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Τα όσα μας λέει για τον εαυτό του συνοδεύονται από προβολή φωτογραφιών στον υπολογιστή του, αφού ο ίδιος είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τα όσα μάς δείχνει. Και λίγο πριν φύγει για την Τουριστική Έκθεση της Κωνσταντινούπολης, όπου θα πάει ως διερμηνέας του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Λέσβου και όχι μόνο, μας λέει για τη χώρα του, για τις σπουδές του και για τα όσα έχει μάθει εδώ μέσα από τη συνεργασία του με το διευθυντή του Μουσείου και καθηγητή του, Νίκο Ζούρο.
Ο Ερντάλ Γκιουμούς γεννήθηκε την Πρωταπριλιά τού 1982 στην πόλη Άρτβιν της βορειοανατολικής Τουρκίας. Πρόκειται για μια μικρή πόλη του Πόντου, με 25.000 κατοίκους, στα σύνορα με τη Γεωργία, την Αρμενία και την περιοχή των Κούρδων. «Υπάρχουν όλες οι φυλές και πολύ όμορφα τοπία», λέει ο ίδιος για την περιοχή του, την οποία είχε παρουσιάσει το Μάρτιο του 2010 μέσα από τις φωτογραφίες του, σε έκθεση που είχε πραγματοποιήσει στη Φωτογραφική Εταιρεία Μυτιλήνης. «Ο Πόντος, εκτός από επιβλητικά τοπία, έχει και ανθρώπους με χαρούμενες καρδιές που… χορεύουν γρήγορα», έλεγε τότε στο «Ε».
Ως ο μικρότερος από τα τέσσερα συνολικά παιδιά - δύο γιους και δύο κόρες - που έφεραν στον κόσμο οι γονείς του, από πολύ μικρός, τελειώνοντας την Γ΄ δημοτικού, έφυγε από την οικογένειά του και την πόλη του για να συνεχίσει το σχολείο σε μεγαλύτερες πόλεις του Πόντου: τη Σαμψούντα, την Τραπεζούντα και τη Ριζούντα. Ήταν η εποχή της μετανάστευσης, που τα σχολεία στις μικρές πόλεις και τα χωριά έκλειναν, και ο ίδιος μέχρι να τελειώσει το σχολείο ζούσε σε οικοτροφεία.
«Ήταν κάτι πολύ συνηθισμένο στη χώρα μου», εξηγεί. «Για να αξίζεις, είτε ήσουν πλούσιος είτε φτωχός, έπρεπε να σπουδάσεις σε καλά σχολεία και να μπεις σε καλό πανεπιστήμιο. Από μικροί, μόνο αυτό είχαμε στο μυαλό μας. Και καθώς δεν είχαμε την οικονομική δυνατότητα να σπουδάσουμε αλλιώς, μπαίναμε σε οικοτροφεία. Δεν ήταν ιδιωτικά “κολλέγια”, αντίθετα όλα τα έξοδά μας, ακόμα και τα ρούχα μας, τα αναλάμβανε το κράτος.»
Το γεγονός αυτό είχε τα θετικά, αλλά και τα αρνητικά του στοιχεία, αφού το πλαίσιο της εκπαίδευσης ήταν ιδιαίτερα αυστηρό. «Μεγάλωνα μόνος μου», συνεχίζει ο Ερντάλ. «Δε θυμάμαι αν ένιωθα άσχημα ή όχι που δεν ήμουν με τους δικούς μου, αφού ήμουν πάντα με συνομηλίκους μου και περνούσαμε πολύ ωραία. Υπήρχαν, όμως, πολύ αυστηροί κανόνες, δε μας επέτρεπαν να καπνίζουμε, ήμασταν μόνο αγόρια, τα ωράρια των εξόδων μας ήταν αυστηρά και ουσιαστικά μεγαλώναμε όπως μας ήθελε το κράτος. Για 10 χρόνια, δεν ήξερα τι θα πει προσωπική ζωή. Τώρα υπάρχει μεγαλύτερη ελευθερία. Με όσους όμως ήμασταν μαζί τότε, έχουμε ακόμη και σήμερα πολύ στενή σχέση.»
O Ερντάλ, σήμερα (αριστερά). Στις εξερευνήσεις του δε φοβάται τα ύψη... (δεξιά)
Η γνωριμία με τα γεωπάρκα και τη Λέσβο
Τελειώνοντας το σχολείο, το 2001 πέρασε στο Τμήμα Γεωγραφίας τού Ondokuz Mayıs Üniversitesi, στη Σαμψούντα. Το 2005 ήρθε για πρώτη φορά στη Μυτιλήνη, για να κάνει το μεταπτυχιακό του στο αντίστοιχο Τμήμα του Πανεπιστημίου Αιγαίου μέσω του προγράμματος ανταλλαγής φοιτητών «Erasmus». Η τυχαία του γνωριμία με τον καθηγητή Νίκο Ζούρο, το διευθυντή του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου, ήταν αυτή που ουσιαστικά τού άλλαξε τη ρότα των σπουδών του, αφού του «άνοιξε τα μάτια» για το τι άλλο θα μπορούσε να κάνει στη Μυτιλήνη πάνω στα γεωπάρκα και τη γεωμορφολογία, που ήταν και το αντικείμενο της μεταπτυχιακής του διατριβής.
«Γνώρισα το Νίκο Ζούρο την πρώτη φορά που ήρθα στη Λέσβο και μου είχε προτείνει να κάνω το διδακτορικό μου πάνω στα γεωπάρκα, αφού αυτό ήταν και το μεταπτυχιακό μου στην Τουρκία», εξηγεί ο Ερντάλ. «Έκανα έρευνα για το Απολιθωμένο Δάσος της Άγκυρας, που έχει την ίδια ηλικία με αυτό της Λέσβου. Τότε ο καθηγητής μου εκεί μού είχε πει πως δεν μπορούσε να με βοηθήσει πέρα από το μεταπτυχιακό, αφού δεν είχε γνώσεις πάνω στα γεωπάρκα, και πως θα ήταν καλύτερο να βρω κάποιον που ήξερε καλύτερα το θέμα.
...«Για να πάρεις κάτι, πρέπει να δώσεις κάτι. Εγώ δίνω τη ζωή μου…», λέει για την τόλμη που έχει στην άγρια φύση (αριστερά). Εξετάζοντας πετρώματα στο μικροσκόπιο. «Μου αρέσει πολύ η Τεχνολογία», λέει ο 30χρονος από τον Πόντο (δεξιά)
Παρ’ όλο που είχα επενδύσει πολύ στη Γεωγραφία, ήξερα πως ήθελα να ασχοληθώ με αυτό κι έτσι επέστρεψα στη Μυτιλήνη για να κάνω το διδακτορικό μου με τον κ. Ζούρο, παρ’ όλο που πριν έρθω το δικό μου Πανεπιστήμιο ήθελε να με κρατήσει εκεί, να δουλέψω με σύμβαση και να γίνω μετά καθηγητής. Ήταν πάρα πολύ δύσκολο να πω “όχι”, αφού υπάρχουν πολλοί που περιμένουν μια τέτοια ευκαιρία και αν σε πάρουν πολύ γρήγορα, όπως εμένα, αυτό σημαίνει κάτι άλλο. Όμως, το έκανα.»
Γιατί τόσο ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο αντικείμενο; «Από μικρός, είχα μεγάλο ενδιαφέρον για τα φυτά και αρχικά σκεφτόμουν να σπουδάσω Βιολογία», λέει. «Σκέφτηκα όμως πως δε θα ήταν η καλύτερη επιλογή, γιατί είναι πάρα πολλοί αυτοί που αποφοιτούν από αντίστοιχα τμήματα στη χώρα μου. Στο Τμήμα Γεωγραφίας, ωστόσο, πήρα πολλά μαθήματα Βιολογίας και Βοτανικής, ό,τι είχε σχέση με τα φυτά και τα πουλιά, αφού δεν μπορούσα να το αφήσω σαν αντικείμενο. Το θέμα των γεωπάρκων μού άρεσε γιατί είναι ένα αντικείμενο καινούργιο, τόσο στην Τουρκία και την Ελλάδα, όσο και σε ολόκληρη τη Γη, αφού το δίκτυο των γεωπάρκων έχει μόλις 12 χρόνια που δημιουργήθηκε.»
Με το Νίκο Ζούρο, τον καθηγητή του που εκτιμά ιδιαιτέρως (αριστερά). Από τη συμμετοχή του σε συνέδριο. Ο… «πολιτισμένος» Ερντάλ (δεξιά)
Η αγάπη για τη φύση και τη φωτογραφία
Ήδη από το πρώτο διάστημα που ήρθε στη Λέσβο, ανέλαβε να φτιάξει ένα φυτολόγιο για το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους στο Σίγρι. Πέρα από το μεγάλο του ενδιαφέρον για τα φυτά, είχε ήδη και πολλή εμπειρία πάνω στη δημιουργία και συντήρηση φυτολογίων, αφού ήταν κάτι που είχε αναλάβει για δύο χρόνια στο Πανεπιστήμιό του στη Σαμψούντα. Ήταν κάτι πολύ ενδιαφέρον, αλλά και πάρα πολύ δύσκολο, αφού υπήρχαν εκατοντάδες φάκελοι με αποξηραμένα φυτά, που έπρεπε κάθε τόσο να αντικαθιστά.
Εργαζόμενος στο πλευρό του κ. Ζούρου, έχει συμμετάσχει σε διάφορα συνέδρια, έχει αναλάβει την ξενάγηση επισκεπτών στο χώρο του Μουσείου, ενώ η μεγάλη του αγάπη για τη φύση συνδυάζεται και με τη δεύτερη μεγάλη του αγάπη, αυτήν για τη φωτογραφία. Είναι κάτι στο οποίο είναι εξαιρετικά καλός και το χρησιμοποιεί τόσο ως χόμπυ, όσο και για να βγάλει τα προς το ζην, αφού για να κάνει έρευνα χρειάζεται να έχει και εισόδημα.
Ο Ερντάλ γυρίζει με τη φωτογραφική του μηχανή όλη τη Λέσβο και φωτογραφίζει από λουλούδια, φυτά και δέντρα, μέχρι περίεργα ασβεστολιθικά πετρώματα. Είναι άλλωστε ο βασικός φωτογράφος του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας, εμπλουτίζοντας το φωτογραφικό απόθεμα του φορέα, χάρη στο ευαίσθητο «μάτι» που κατέχει απέναντι σε ό,τι ζωντανό και μη υπάρχει στη φύση.
Σε συνδυασμό με την τελευταία, η φωτογραφική του μηχανή είναι αυτή που του κρατάει παρέα στην καθημερινότητά του στο νησί, καθημερινότητα που πλαισιώνουν σχετικά λίγοι άνθρωποι.
«Δεν είναι εύκολο να σπουδάζεις σε μια ξένη χώρα», λέει ο Ερντάλ. «Όταν πρωτοήρθα στη Μυτιλήνη, δεν είχα δυσκολίες με τους ανθρώπους, κανείς δε μου είπε κάτι κακό επειδή ήμουν από απέναντι. Όμως η διαφορά ήταν μεγάλη από τη Θεσσαλονίκη, όπου έχω επίσης πάει. Εδώ είναι πολύ διαφορετικοί οι άνθρωποι. Είμαι και αισθάνομαι ξένος. Υπάρχουν πολλοί Έλληνες που δεν είναι από Μυτιλήνη αλλά βρίσκονται εδώ για δουλειά ή σπουδές, και αισθάνονται όπως κι εγώ, περίεργα, σα να είναι ξένοι.
Ξεναγώντας τουρίστες στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους (αριστερά). Με την οικογένειά του, στη μικρή του πόλη του Πόντου (δεξιά)
Γι’ αυτό δεν μπόρεσα να κάνω φίλους που να έχουν ρίζες από εδώ, παρά μόνο κάποιους που είχαν φύγει για σπουδές και γύρισαν, τελείως διαφορετικοί. Είναι κάτι που ισχύει σε όλα τα νησιά, οι άνθρωποι είναι πιο κλειστοί.»
Είναι όμως και ο ίδιος «περίεργος άνθρωπος». Το παραδέχεται, λέγοντας πως είναι «άλλης εποχής» και νοοτροπίας και πως δεν μπορεί να συνεννοηθεί. «Δεν ξέρω πώς θα μπορούσα να μιλήσω με κάποιον για θέματα πέρα από αυτά που με ενδιαφέρουν. Μέρα - νύχτα, στο μυαλό μου είναι η Τεχνολογία, τα Γεωπάρκα, τι θα γίνει εδώ και στην Τουρκία και δεν ασχολούμαι με τα υπόλοιπα, αυτά που απασχολούν άλλους συνομηλίκους μου», λέει. «Γι’ αυτό και δεν έχω κάνει πολλούς φίλους στο Πανεπιστήμιο, γι’ αυτό και δε μου αρέσει να βγαίνω σε μαγαζιά για καφέ ή μπύρα. Είναι κάτι που μου φαίνεται βαρετό και το κάνω μόνο με ένα φίλο μου. Εγώ, αν δεν περπατήσω τουλάχιστον 50 χιλιόμετρα την εβδομάδα, έχω πρόβλημα. Έτσι, όταν βρίσκω κάποιον με αυτοκίνητο και μπορεί να με πάρει μαζί του, προτιμώ να πάω στη φύση.»
Ούτε και τότε, όμως, προσαρμόζεται εύκολα με τους συνοδοιπόρους του. Το ενδιαφέρον του για τη φύση είναι τόσο έντονο και βαθύ, που τον εμποδίζει να συγχρονιστεί με όσους περπατούν μαζί του. «Θέλω να “διαβάζω” τη φύση», συνεχίζει ο Ερντάλ. «Παλιά ήμουν στην Περιπατητική Ομάδα και πήγαινα εκδρομές μαζί τους, αλλά δεν μπορούσαμε να συγχρονιστούμε κι έτσι αποφάσισα πως δεν μπορώ να πηγαίνω εκδρομές με γκρουπ, αφού εγώ χρειάζομαι χρόνο για να έρχομαι σε επαφή με τη φύση και τους καθυστερώ - χρειάζομαι περίπου μισή ώρα για να τραβήξω μια φωτογραφία -, αλλά και εκνευρίζομαι αν άλλοι που είναι μαζί μου δείχνουν οποιαδήποτε ασέβεια. Μου αρέσει να μπαίνω σε σπηλιές και σε κουφάλες, να ανεβαίνω σε δέντρα, να βουτάω στα νερά· να κάνω “σεξ” με τη φύση, όπως το λέω εγώ.»
Η μητέρα του, με τα παραδοσιακά καλαμποκόψωμα του Πόντου (αριστερά). Και η άλλη του μεγάλη αγάπη: η κατασκευή καλαθιών (δεξιά)
«Ο χρόνος είναι πολύτιμος»
Ο ιδιαίτερος αυτός τρόπος να βλέπει τον κόσμο γύρω του, έχει κάνει τον 30χρονο Ερντάλ ιδιαίτερα μοναχικό άνθρωπο. Όχι όμως και μη ευτυχισμένο. Μαζεύει και διαβάζει συνέχεια βιβλία Βοτανικής, Γενικής Βιολογίας και Θετικών Επιστημών, που όσο είναι στην Ελλάδα έχουν αντικατασταθεί από ηλεκτρονικά βιβλία, τα οποία «κατεβάζει» από το ίντερνετ χάριν οικονομίας. Δε διαβάζει γρήγορα, όταν διαβάζει ένα βιβλίο έχει πάντα ανοιχτά δίπλα του άλλα τρία - τέσσερα βιβλία με σχετικές αναφορές κι ένα λεξικό.
Μένει στις φοιτητικές εστίες της Θερμής, πηγαινοέρχεται στην πόλη και το Πανεπιστήμιο με το λεωφορείο και προσπαθεί να συντονίζει όσο πιο καλά μπορεί το χρόνο του, κάτι στο οποίο απαιτεί από τους άλλους να μην τον δυσκολεύουν. «Αγανακτώ όταν αργεί το λεωφορείο», λέει χαρακτηριστικά. «Αυτό που δεν μπορεί ο κόσμος να καταλάβει - τόσο εδώ, όσο και στη χώρα μου - είναι πως το “σήμερα” είναι σήμερα και δε θα υπάρχει στο αύριο. Εδώ πάντα σκέφτονται το μέλλον για να κάνουν κάτι σήμερα και πάντα αργούν. Για εμένα αυτό είναι ένα πρόβλημα, γιατί αν κάτι δε γίνει στην ώρα του, χαλάει όλο το πρόγραμμά μου. Δεν έχω χρόνο να χάσω, θέλω να εκμεταλλευτώ κάθε λεπτό όσο είμαι νέος. Ξέρω πως σε κάποια χρόνια θα θέλω να κάνω οικογένεια και τότε δε θα προλαβαίνω να κάνω όλα αυτά που κάνω τώρα, που είμαι γερός και έχω δύναμη. Κατά τη γνώμη μου, στη νοοτροπία που περιγράφω υπάρχουν δύο τάσεις: ή θα προχωρήσεις και θα απλωθείς ή θα συντριβείς από τον ίδιο σου τον εαυτό, κι αυτό δεν είναι καλό. Θα πρέπει να βρεθεί μια λύση, τόσο εδώ όσο και στην Τουρκία. Ο χρόνος είναι το πιο σημαντικό και πρέπει κανείς να είναι αποδοτικός και συνεπής, να μη χάνει ούτε ένα λεπτό. Ξέρω πώς ακούγεται αυτό που λέω, αλλά όσο περνάει ο καιρός και είσαι μόνος σου, χωρίς κάποιον να σου το επισημαίνει, αλλάζεις κομμάτι - κομμάτι και καταλαβαίνεις πως για πολλά πράγματα έχεις γίνει πολύ σκληρός.»
Με το σκεπτικό αυτό, όταν ο καιρός είναι καλός ο Ερντάλ δε χάνει ευκαιρία να βρεθεί στη φύση, να ψάξει για φυτά και για πετρώματα. Σκέφτεται μάλιστα να ετοιμάσει έναν οδηγό πετρωμάτων, αφού έχει τραβήξει μοναδικές φωτογραφίες.
Μπροστά από έναν απολιθωμένο κορμό στο Σίγρι
Επιστρέφει στην Τουρκία…
Μέσα στις επόμενες ημέρες, ο Ερντάλ Γκιουμούς θα συνοδέψει την αποστολή του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας στη μεγάλη Τουριστική Έκθεση της Κωνσταντινούπολης, ως διερμηνέας. Η επαφή με πολύ κόσμο που έχει τα τελευταία χρόνια μέσω της δουλειάς του στο Πανεπιστήμιο, τον έχει κάνει να μπορεί να μιλήσει με σημαντικούς ανθρώπους με ιδιαίτερη άνεση, χωρίς να φοβάται για το τι θα τους πει.
Ωστόσο, δε σκοπεύει να μείνει στη Λέσβο για πολύ ακόμη. Του χρόνου ελπίζει να βρίσκεται πίσω στη χώρα του, ως καθηγητής σε τουρκικό πλέον πανεπιστήμιο, αφού έχει δεχτεί ήδη προσκλήσεις από τρία ιδρύματα, κάτι που για την ηλικία του είναι πολύ σημαντικό.
Η οικογένειά του έχει… σηκώσει τα χέρια ψηλά με το «Βενιαμίν» της. «Δε με βλέπουν συχνά και όλο μού λένε: “Ερντάλ, τελείωσες το πανεπιστήμιο, ήμασταν πολύ ευχαριστημένοι. Συνέχισες στο μεταπτυχιακό και πάλι ήμασταν ευχαριστημένοι. Τώρα, έφυγες στη Λέσβο. Σπουδάζεις τόσο πολύ, που δεν καταλαβαίνουμε τι κάνεις, γι’ αυτό δε ρωτάμε τι θα γίνεις στο τέλος. Αυτό που μας ενδιαφέρει, είναι το να είσαι καλά.” Κι εγώ αυτό θέλω να ακούω από αυτούς.»
Κλείνει την κουβέντα μας σπεύδοντας να ευχαριστήσει τους τρεις ανθρώπους που τον βοήθησαν και τον στήριξαν περισσότερο στη Λέσβο. Τον καθηγητή του Νίκο Ζούρο («αν υπήρχαν τρεις - τέσσερις Νίκοι στη Μυτιλήνη, η Λέσβος θα ήταν τελείως διαφορετικός τόπος», λέει χαρακτηριστικά), τη Φατός και τον Άρη Λαζαρή, που τον στήριξαν μιλώντας την ίδια γλώσσα με αυτόν.
Και μας χαιρετάει φορώντας το αδιάβροχο παντελόνι του πάνω από τα «πολιτισμένα» όπως τα λέει ρούχα του, βγαίνοντας έξω στο ψιλόβροχο, για να πάρει το λεωφορείο που θα τον πάει πίσω στη Θερμή. Η υπόσχεση για ξενάγηση στους καταρράκτες του νησιού ακόμη εκκρεμεί, Ερντάλ. Για να δούμε τη φύση με τα δικά σου μάτια, κάτι που έχουμε ξεχάσει να κάνουμε…