Όταν ολόκληρος πρύτανης συμπεριφέρεται από τα τηλεπαράθυρα σαν να ‘ναι η… Λιάνα Κανέλλη, εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς γιατί τα ελληνικά πανεπιστήμια αξιολογούνται στην τελευταία θέση παγκοσμίως.
Όταν ολόκληρος πρύτανης συμπεριφέρεται από τα τηλεπαράθυρα σαν να ‘ναι η… Λιάνα Κανέλλη, εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς γιατί τα ελληνικά πανεπιστήμια αξιολογούνται στην τελευταία θέση παγκοσμίως.
Τελικά για όλα τα στραβά κι ανάποδα που μας χαρακτηρίζουν ως Νεοέλληνες και νεοελληνικό κράτος, αν το καλοεξετάσεις, φταίει η απαιδευσία μας. Ποτέ το πνεύμα του Διαφωτισμού δεν πέρασε στην παιδεία μας. Πότε οι αντιδράσεις της Εκκλησίας, πότε οι αντιδράσεις των γλωσσαμυντόρων και των Ιπποτών της Εθνικοφροσύνης και Μεταπολιτευτικά, η ατολμία των κυβερνητικών κομμάτων και οι ιδεοληψίες της Αριστεράς, κράτησαν καθηλωμένο το εκπαιδευτικό μας σύστημα σε τριτοκοσμικά επίπεδα.
Δεν έλειψαν, βέβαια και τα lucida intervalla από κάποιους ιδεολόγους εκσυγχρονιστές του εκπαιδευτικού μας συστήματος, φωτισμένους δασκάλους και πολιτικούς, αλλά οι προσπάθειές τους πνίγηκαν στη δίνη της κομματικής αντιπαράθεσης των κομμάτων εξουσίας και στην καθολική άρνηση της Αριστεράς. Έτσι μετά από κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια, ακολουθούσε μια «αντιμεταρρύθμιση», με αποτέλεσμα η εκπαίδευση των νέων και η παιδεία του λαού μας γενικότερα, να παραμένουν εγκλωβισμένες στην τροχιά ενός εθνοφθόρου φαύλου κύκλου.
Εδώ και τριάντα χρόνια, οι εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων, εκμεταλλευόμενοι την έλλειψη επιστημονικά τεκμηριωμένου σχεδίου και ισχυρής πολιτικής βούλησης των κυβερνήσεων και βεβαίως την ασυνεννοησία των κυβερνητικών κομμάτων και το λαϊκισμό της εκάστοτε Αντιπολίτευσης, Μείζονος και Ελάσσονος, υπαγορεύουν ή επιβάλλουν τη συντεχνιακή τους λογική στα εκπαιδευτικά μας πράγματα, με αποτέλεσμα να πέφτει στο κενό κάθε προσπάθεια για αποδοτικότερη λειτουργία των σχολείων και των πανεπιστημίων μας. Έτσι φτάσαμε στο σημείο κάθε έλεγχος της λειτουργίας των εκπαιδευτικών στα σχολεία και στα πανεπιστήμιά μας, ακόμα και η αξιολόγησή τους, να καταγγέλλεται ως «αυταρχική πολιτική» και «δέσμευση της πνευματικής ελευθερίας του διδάσκοντος»!
Τα αποτελέσματα της ασύδοτης λειτουργίας των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων, είναι πλέον γνωστά σε όλη την ελληνική κοινωνία: τα σχολεία μας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση απλώς υπάρχουν για να «απασχολούν» για κάποιες ώρες τα παιδιά, τα οποία στη συνέχεια μαθαίνουν -αν μαθαίνουν- τα «κολλυβογράμματα» στα φροντιστήρια, ενώ στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, όσοι τελικά πάρουν το… χαρτί, εάν δεν περάσουν τις εξετάσεις του ΑΣΕΠ ή δεν συνεχίσουν μεταπτυχιακές σπουδές, γίνονται δεκτοί στην αγορά εργασίας ως… ανειδίκευτοι εργάτες.
Και είναι, επίσης, ελληνικό φαινόμενο, πολλοί από τους εισαγομένους στα ΑΕΙ να… σταδιοδρομούν ως ισόβιοι τρόφιμοι του πανεπιστημιακού ασύλου, σε ρόλους κομματικών τοποτηρητών της… «ελεύθερης διακίνησης των ιδεών» στο χώρο των πανεπιστημίων ή ως στρατολόγοι νεοσυλλέκτων σε κομματικές ή τρομοκρατικές οργανώσεις (στους 100 φοιτητές μόνο οι 42 παίρνουν πτυχίο).
Σήμερα η εκπαιδευτική κοινότητα, τα πολιτικά κόμματα κι όσοι πραγματικά αγωνίστηκαν για μια παιδεία αντάξια του λαού μας και της ιστορίας μας και συνεχίζουν ν’ αγωνιούν για το μέλλον της νεολαίας μας και το μέλλον αυτού του τόπου, βρίσκονται πάλι μπροστά σε μια κρίσιμη πρόκληση: θα συνεχίσουμε τη μικροπολιτική των μικρονόων, θα θυσιάσουμε για άλλη μια φορά τον εκσυγχρονισμό και την αναγέννηση της παιδείας μας στο βωμό των κομματικών συμφερόντων, του βολέματος των εκπαιδευτικών και των απολαύσεων των πρυτανικών οφίκιων ή θα αλλάξουμε τη φορά των εκπαιδευτικών μας πραγμάτων εκριζώνοντας τη ρίζα του κακού;
Επιτέλους το ΠΑΣΟΚ, δια της σημερινής Υπουργού Παιδείας, έχει αντιληφθεί ότι το λαϊκοδημοκρατικό καθεστώς, που εγκαθιδρύθηκε στα πανεπιστήμιά μας με το Νόμο Πλαίσιο του 1982, άνοιξε διάπλατα τις πόρτες των ΑΕΙ, για να εισβάλει η κομματοκρατία, η συναλλαγή, ο νεποτισμός και η αναξιοκρατία, με αποτέλεσμα να επικρατεί η κακοδιοίκηση, η αδιαφάνεια και η αντιπαραγωγική διαχείριση του δημοσίου χρήματος και να έχει μετατραπεί ο χώρος του πανεπιστημίου σε καταφύγιο και πεδίο της ασύδοτης δράσης παρανόμων και εγκληματικών στοιχείων.
Και τόλμησε η Υπουργός Παιδείας να προτείνει τη ριζική αλλαγή του τρόπου διοίκησης των ΑΕΙ. Διότι ας μην αυταπατόμαστε: από το ποιος και το πώς διοικεί τα σχολεία μας, τα νοσοκομεία μας, τις δημόσιες υπηρεσίες και τους οργανισμούς, αλλά και τις εταιρείες και τις επιχειρήσεις, εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, η απόδοση κάθε συλλογικής λειτουργίας. Δεν είμαι βέβαιος ότι αρκούν οι προτεινόμενες ρυθμίσεις, για να εξαλειφθούν τα κακά που ταλανίζουν τα πανεπιστήμιά μας· αυτό θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη συστράτευση στην επιτυχία αυτού του στόχου της πλειονότητας των πανεπιστημιακών δασκάλων και από την απομόνωση δασκάλων -και μάλιστα πρυτάνεων- που δηλώνουν ότι «ο νόμος δεν πρόκειται να εφαρμοστεί» (τρέμε ΠΑΜΕ, θα σου υφαρπάξουν τη δόξα οι πρυτάνεις!).
Ως εκπαιδευτικός που έζησα μια ολόκληρη πεντηκονταετία με το όνειρο του εκδημοκρατισμού και του εκσυγχρονισμού του εκπαιδευτικού μας συστήματος, χαιρετίζω την τολμηρή παρέμβαση του Υπουργείου Παιδείας στο ανώτατο επίπεδο της εκπαίδευσής μας -που θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό και την επιτυχία της αναγεννητικής προσπάθειας στα άλλα επίπεδά της- και εύχομαι κόμματα και πανεπιστημιακοί δάσκαλοι να συμβάλουν στη δημιουργία μιας δημόσιας εκπαίδευσης, που μορφώνει και δεν παραμορφώνει, που υπηρετεί τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας μας και της εποχής μας, αναδεικνύει τις πνευματικές αξίες του τόπου μας, τιμά τους άξιους δασκάλους και δεν τους διώχνει από τα ελληνικά πανεπιστημιακά ιδρύματα (ήδη κάποιες χιλιάδες πανεπιστημιακών δασκάλων έχουν καταφύγει και εργάζονται σε πανεπιστήμια του εξωτερικού, ακόμα και της Τουρκίας, ενώ 35.000 φοιτητές φοιτούν σε ξένα πανεπιστήμια).