Έχω τη διαστροφή να προσπαθώ να δω τους τίτλους των βιβλίων που διαβάζουν οι άλλοι που κάθονται δίπλα ή απέναντί µου.
Έχω τη διαστροφή να προσπαθώ να δω τους τίτλους των βιβλίων που διαβάζουν οι άλλοι που κάθονται δίπλα ή απέναντί µου.
Στην παραλία, στο Μετρό, στο λεωφορείο, στο τρένο. Συμπεριφέρομαι κυριολεκτικά σαν ηδονοβλεψίας. Νιώθω ένα αίσθηµα έντονης µη ικανοποίησης όταν δεν καταφέρνω να δω τον τίτλο. Εν πάση περιπτώσει, θέλω να αφηγηθώ τη σπάνια προχθεσινή µου εμπειρία. Στο Μετρό, μεσηµέρι, µια κυρία γύρω στα σαράντα, µε ένα µοβ βραχιόλι στο δεξί της χέρι, κάθεται στο απέναντι κάθισµα και διαβάζει. Για την ακρίβεια, ξεφυλλίζει ένα χοντρό βιβλίο, που έχει ακουµπήσει στο αριστερό της πόδι. Ρίχνω µια ματιά στον τίτλο: «Κάµα Σούτρα, το εγχειρίδιο του έρωτα».
Πρώτη φορά βλέπω στη ζωή µου κάποιον/ κάποιαν να ξεφυλλίζει δηµόσια το «Κάµα Σούτρα», λέω μέσα µου. Το βιβλίο έχει πράσινο χρώµα και στο εξώφυλλο δεσπόζει ένα ινδικό ζευγάρι, ηµίγυµνο και εξωτικό. Επάνω είναι γραμµένο το όνοµα του συγγραφέα, του Vatsyayana, του Ινδού σοφού, που έγραψε το εγχειρίδιο του έρωτα πριν από περίπου 19 αιώνες. Στην Ευρώπη, το «Κάµα Σούτρα» έφθασε αργά, πριν από δύο αιώνες, τότε που μεσουρανούσε η αποικιοκρατία και η λατρεία της εξωτικής Ανατολής. Οι τρεις σκοποί της ύπαρξης, γράφει ο Βατσιαγιάνα, είναι η εξουσία, η ηδονή και η θρησκεία. (Οι άθεοι σαν και µένα, έχουν ήδη χάσει τον έναν από τους τρεις σκοπούς).
Κατά λάθος οι άνθρωποι νοµίζουν ότι το «Κάµα Σούτρα» είναι απλά µια περιγραφή εξεζητημένων ερωτικών πράξεων. Υπάρχουν, βέβαια, και αυτές, αλλά αποτελούν το πιο βαρετό μέρος. Έτσι κι αλλιώς, πολλές από αυτές τις στάσεις, είναι ανέφικτες για όσους ανήκουµε στην κατώτερη κάστα τού «δεν έχω τόσο άφθονο χρόνο, δεν έχω προσωπικό μασέρ, δεν είχα τη δυνατότητα να μάθω τις εξήντα τέσσερις τέχνες της σαγήνης και του σεξ».
Πολύ πιο γοητευτικές βρίσκω τις λεγόμενες «θεατρικές ερωτικές σκηνές»: η γυναίκα που στέκεται στο κατώφλι του σπιτιού της, εκείνη που σε κοιτά επίµονα στα µάτια, η γυναίκα που «εάν τη βλέπεις, στρέφει το βλέµµα της», σίγουρο σηµάδι αυτό ότι το βέλος του έρωτα έχει χτυπήσει την καρδιά της. Ή η σκηνή όπου εκείνος βγάζει αργά τα ρούχα της. Ακόµη, η σκηνή όπου οι δυο τους ατενίζουν το φεγγάρι, µε µάτια υγρά από το πάθος και την ηδονή. Η σκηνή όπου οι νεόνυµφοι, μετά τον έρωτα, πηγαίνουν χωριστά στο λουτρό, σαν να είναι άγνωστοι μεταξύ τους. Το εκπληκτικό είναι ότι ο Βατσιαγιάνα έγραψε το «Κάµα Σούτρα», απέχοντας ο ίδιος εντελώς από το σεξ. Τελικά, περιγράφουμε καλύτερα αυτό που επιθυμούμε και όχι αυτό που κατέχουµε.
Η άγνωστη γυναίκα απέναντί µου, σηκώνεται απότοµα από το κάθισµα. Σαν να έχει διαβάσει τις σκέψεις µου. Μου ρίχνει ένα γρήγορο βλέµµα. Το συνοδεύει µε ένα χαμόγελο, πονηρό και ειρωνικό μαζί. Ο συρµός σταµατάει, εκείνη κατεβαίνει. Μου μένει στο μυαλό, η τελευταία εικόνα της, το χαμόγελο της, πονηρό και ειρωνικό. Ή μήπως έτσι µου φάνηκε; Ο άνδρας και η γυναίκα ψάχνουν, γράφει ο Βατσιαγιάνα, ψάχνουν και θα ήθελαν να ξέρουν. Αλλά αυτά τα πράγµατα είναι μυστικά, το μυαλό και η καρδιά του ανθρώπου, ασταθή: ποιος ξέρει τι θα γίνει, και πότε, και πώς, και από ποιον;
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» στις 24-8-2010.