Το Ακούγιου είναι δίπλα μας!

01/07/2012 - 05:56
Στο Ακούγιου, μια πολυσυζητημένη για την καταλληλότητά της περιοχή στο νότιο τμήμα της χώρας, η Τουρκία συνεχίζει να ετοιμάζεται ώστε να λειτουργήσει τον πρώτο της πυρηνικό αντιδραστήρα, υποθηκεύοντας το μέλλον της ευρύτερης περιοχής.
Στο Ακούγιου, μια πολυσυζητημένη για την καταλληλότητά της περιοχή στο νότιο τμήμα της χώρας, η Τουρκία συνεχίζει να ετοιμάζεται ώστε να λειτουργήσει τον πρώτο της πυρηνικό αντιδραστήρα. Η κατασκευή της συγκεκριμένης μονάδας και μάλιστα δεδομένων των εκρήξεων στα πυρηνικά εργοστάσια της προηγμένης τεχνολογικά Ιαπωνίας, υποθηκεύει το μέλλον του περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής της ανατολικής Μεσογείου και του Αιγαίου, αφού αν μη τι άλλο η κατασκευή των αντιδραστήρων συνολικής ισχύος 1.600 μεγαβάτ αποφασίσθηκε και δρομολογήθηκε να κατασκευασθεί κυριολεκτικά πάνω σε ένα ενεργό σεισμικό ρήγμα.

Η ιστορία της κατασκευής του πυρηνικού σταθμού της Τουρκίας, από το 2000 ακόμα, εθεωρείτο παρελθόν, μια και η γειτονική χώρα υποχρεώθηκε να ματαιώσει το σχέδιο λόγω οικονομικών δυσκολιών. Το σχέδιο είχε τότε κατακριθεί έντονα από τους υπερασπιστές του περιβάλλοντος παγκοσμίως, αλλά και στην Τουρκία.
Και ξαφνικά η τουρκική κυβέρνηση το 2008, διά του τότε υπουργού Ενέργειας, Χιλμί Γκιουλέρ, έκανε γνωστό πως ξεκινά να κατασκευάσει τον πυρηνικό της σταθμό με πρόβλεψη τότε αυτός να τεθεί σε λειτουργία το 2013 ή το 2014! Σα να μην έφτανε αυτό, ο κ. Γκιουλέρ ανέφερε τότε πως είχαν ξεκινήσει και οι προπαρασκευαστικές εργασίες για την κατασκευή και ενός δεύτερου πυρηνικού σταθμού, στο βόρειο τμήμα της Τουρκίας, κοντά στο λιμάνι της Σινώπης.
Εδώ να σημειώσουμε ότι η Τουρκία έχει γνωστοποιήσει το στόχο της να κατασκευάσει τρεις πυρηνικούς σταθμούς, συνολικής ικανότητας περίπου 5.000 μεγαβάτ, που πρόκειται να τεθούν σε λειτουργία στα μέσα της δεκαετίας τού 2010, για να αντιμετωπίσει ενδεχόμενες ελλείψεις στον ενεργειακό τομέα και να μειώσει την ενεργειακή εξάρτησή της. Σύμφωνα με τον κ. Γκιουλέρ πάντα, επρόκειτο να διατεθούν περίπου 1,7 δισ. ευρώ για την κατασκευή ενός κέντρου πυρηνικών μελετών, το οποίο θα εδρεύει στη Σινώπη.

Στόχος το πυρηνικό οπλοστάσιο;

Η προσπάθεια της Τουρκίας για τη λειτουργία πυρηνικών υποδομών, που θα της δώσει και τη δυνατότητα να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, ξεκινά από το 1969. Αρχικά, και με την επαναφορά του θέματος, δε διαψεύστηκαν οι προ ετών φόβοι, όταν η τουρκική κυβέρνηση σχεδίαζε να εγκαταστήσει στο Ακούγιου έναν αντιδραστήρα ισχύος 600 μεγαβάτ τύπου CANDU ή, όπως αλλιώς λέγεται, «μη εμπλουτισμένου τύπου, με επιβραδυντή βαρύ νερό», καναδικής τεχνολογίας και κορεατικής κατασκευής.
Όπως ο επίκουρος καθηγητής της Πυρηνικής Φυσικής του Πανεπιστήμιου της Αθήνας Θανάσης Γεράνιος είχε εξηγήσει στον υπογράφοντα στα τέλη της δεκαετίας τού 1990: «Αυτός ο αντιδραστήρας, σε αντίθεση με τον “αδελφό” του των 1.000 μεγαβάτ που θα λειτουργεί επίσης στο Ακούγιου, αλλά αυτός με επιβραδυντή ελαφρύ νερό, χρησιμοποιεί φυσικό ουράνιο, δηλαδή μη εμπλουτισμένο, και έχει τη δυνατότητα να παράγει μικρές ποσότητες πλουτωνίου, που είναι και η πρώτη ύλη για όλες σχεδόν τις πολεμικές εφαρμογές αυτού του τύπου. Βέβαια, θα απαιτείται από την Τουρκία και μια σειρά άλλων διαδικασιών για την τελική κατασκευή ενός πυρηνικού όπλου, αυτό όμως δεν παύει να σημαίνει ότι η Τουρκία θα έχει πλέον τη δυνατότητα, δεδομένου του αντιδραστήρα, να ξεκινήσει τη διαδικασία παραγωγής ενός τέτοιου όπλου.»


Η περιοχή του Ακούγιου απέναντι από την Κύπρο, όπου η Τουρκία προετοιμάζει τη λειτουργία πυρηνικού σταθμού

Κι άλλοι κίνδυνοι

Σύμφωνα με τα όσα έχουν γίνει γνωστά και ήρθαν ξανά στο φως από τις σελίδες του τουρκικού Τύπου με αφορμή το σεισμό και τις εκρήξεις στα πυρηνικά εργοστάσια που τον ακολούθησαν, η Τουρκία έχει ξεκινήσει ήδη τη διαδικασία για να εγκαταστήσει και να λειτουργήσει, αν όχι το 2012 που θεωρείται πλέον απίθανο, στα τέλη της δεκαετίας στην περιοχή του Ακούγιου, σε απόσταση αναπνοής από την Κύπρο και το Αιγαίο, δυο πυρηνικούς αντιδραστήρες, συνολικής ισχύος 1.600 ΜWatt. Πόσους κίνδυνους, όμως, εγκυμονεί η λειτουργία τους για τους κατοίκους της Τουρκίας, της Κύπρου, της Ελλάδας και των υπόλοιπων Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής; Τι αναφέρει η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τη λειτουργία των αντιδραστήρων και τους πιθανούς κίνδυνους που αυτοί θα δημιουργήσουν στη γύρω περιοχή; Και είναι δυνατόν μια τέτοια μελέτη να έχει γίνει χωρίς να λαμβάνει υπόψη της το ενεργό σεισμικό ρήγμα, το οποίο μάλιστα έχει δώσει και δυο ισχυρούς σεισμούς το 1991, μεγέθους 5,8 και 6,6 Ρίχτερ;
Όπως αναφέρεται σε παλιότερο άρθρο του υπογράφοντος για το θέμα, δυο καθηγητές του τουρκικού «Πανεπιστήμιου της 9ης Σεπτεμβρίου» της Σμύρνης, οι Αττίλα Ουλούγκ και Νουράν Γκοκτσέν, από τις 23 Φεβρουαρίου 1991 έχουν προειδοποιήσει από τις στήλες της εφημερίδας «Τζουμχουριέτ» ότι «η περιοχή λόγω της σεισμικότητάς της μπορεί να προκαλέσει πυρηνική καταστροφή». Απάντηση σχεδόν 20 χρόνια τώρα, καμμία. Όπως απάντηση καμμία δε δόθηκε και στα αποτελέσματα των ερευνών των προαναφερθέντων Τούρκων επιστημόνων, που σε συνεργασία με το Βρετανό καθηγητή Γκίλμπερτ Κέλινγκ πραγματοποιήθηκαν για το σεισμογενές της περιοχής.
Ο Ομέρ Χαϊβαρλί, στέλεχος του τουρκικού οικολογικού κινήματος, καταγγέλλει πως χρόνια τώρα οι τουρκικές κυβερνήσεις «θαρρείς και λειτουργούν στην προοπτική ενός πυρηνικού ολέθρου. Αυτό προσπαθήσαμε να το δείξουμε όταν για μέρες είχαμε κατασκηνώσει στην περιοχή του Ακούγιου και πραγματοποιούσαμε πορείες διαμαρτυρίας, αλλά και όταν μαζί με μέλη τής Greenpeace “πεθάναμε” συμβολικά στην είσοδο των γραφείων της Τουρκικής Ηλεκτρικής Εταιρείας. Ξέρετε πώς αντέδρασαν στην πράξη μας οι παράγοντες της Αστυνομίας, προφανώς με τις ευλογίες του κράτους; Ξυλοκοπώντας μας και συλλαμβάνοντας πολλούς από εμάς.».
Είναι, όμως, η μη επισημοποίηση, μέσω μιας μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, της γνώσης των κινδύνων που δημιουργεί η λειτουργία των αντιδραστήρων σε μια σεισμογενή περιοχή, η μόνη επικίνδυνη όψη του προβλήματος;

Μελλοντικό Τσερνομπίλ
Ο κ. Γεράνιος συμπληρώνει στην επίκαιρη και σήμερα, παλιότερη συνέντευξή του στον υπογράφοντα: «Η λειτουργία πυρηνικών αντιδραστήρων στο Αιγαίο πρώτα απ’ όλα μεταφράζεται σε μια μελλοντική εστία επικίνδυνης ραδιενεργής μόλυνσης σε περίπτωση ατυχήματος τύπου Τσερνομπίλ, που ας σημειώσουμε ότι δεν ήταν και το σοβαρότερο. Σε περίπτωση που κάτι τέτοιο συμβεί και δεδομένου τού ότι η απόσταση του τόπου του ατυχήματος από την Ελλάδα θα είναι μηδαμινή, οι επιπτώσεις θα είναι μέχρι και χίλιες φορές μεγαλύτερες. Κι αυτό, λαμβανομένου υπόψη του κανόνα που λέει ότι σε τέτοια ατυχήματα, σε αποστάσεις 10 φορές μικρότερες, οι επιπτώσεις είναι 100 φορές μεγαλύτερες!»
Αλλά ακόμα κι αν μηδενισθεί ο κίνδυνος ατυχήματος, που ποτέ δεν μπορεί να μηδενισθεί, το Αιγαίο κι η ανατολική Μεσόγειος θα χρησιμοποιείται συστηματικά ως δρόμος μεταφοράς πυρηνικών αποβλήτων από τους αντιδραστήρες του Ακούγιου, που η ισχύς τους θα είναι πολύ μεγαλύτερη αυτής τού Τσερνομπίλ. «Η συχνή μεταφορά, η ποσότητα και η επικινδυνότητα του πυρηνικού αυτού φορτίου προφανέστατα θα βάλει σε υποθήκη το περιβάλλον του Αιγαίου και των νησιών», λέει ο κ. Γεράνιος και προσθέτει: «Αν τώρα προσθέσουμε σε όλα τα παραπάνω και τον κίνδυνο μιας καταστροφής αυτών των μονάδων, που θα μεταφρασθεί σε πυρηνική καταστροφή, αποτέλεσμα της πολιτικής και κοινωνικής αστάθειας στη γειτονική χώρα, λόγω των γνωστών μειονοτικών και θρησκευτικών προβλημάτων που την ταλανίζουν, καταλαβαίνετε ότι πλέον μιλάμε για συνθήκες απαγορευτικές για την εγκατάσταση και λειτουργία πυρηνικών αντιδραστήρων στη γειτονιά μας.»



Συχνές, χρόνια τώρα, οι αντιδράσεις στην Τουρκία


Ο εν δυνάμει εφιάλτης*

Στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.greenpeace.org/~nuclear διαβάζει κανείς ένα εφιαλτικό σενάριο: «Υπάρχει 50% πιθανότητα να εκδηλωθεί ένας σεισμός 7 Ρίχτερ σε ακτίνα 100 χιλιομέτρων από τον Κόλπο Ακούγιου μέσα στα επόμενα 40 χρόνια.» Για τους γνωρίζοντες, η εκτίμηση αυτή των σεισμολόγων προκαλεί μόνο δυσάρεστες σκέψεις. Η περιοχή προορίζεται για την εγκατάσταση του πρώτου πυρηνικού σταθμού της Τουρκίας.


Οι εκτιμήσεις αυτές δεν αμφισβητούνται ούτε από τις επίσημες τουρκικές αρχές. Πώς να διαψευσθούν άλλωστε; Το 1872, ένα σεισμός 7,5 Ρίχτερ συγκλόνισε την περιοχή. Και το 1998 ένας άλλος ισχυρός σεισμός σάρωσε τα Άδανα, 136 χιλιόμετρα ανατολικά του κόλπου του Ακούγιου. Μόλις 25 χιλιόμετρα από το Ακούγιου υπάρχει επίσης το ρήγμα Ecemis, ένα ρήγμα εξαιρετικά ενεργό, με ισχυρούς σεισμούς μόλις το 1991.
Παρ’ όλη την έκφραση ανησυχίας από σεισμολόγους στην Τουρκία και τις γειτονικές χώρες, τα σχέδια της τουρκικής κυβέρνησης για κατασκευή πυρηνικού σταθμού στο Ακούγιου παραμένουν.
«Μόνο ο Θεός μπορεί να με σταματήσει από το να υλοποιήσω αυτό το πρόγραμμα.» Μ’ αυτήν τη φράση απάντησε πριν χρόνια ο Τούρκος υπουργός Ενέργειας, Τζουμχούρ Ερσουμέρ, στις διαμαρτυρίες τής Greenpeace για την αποτροπή κατασκευής ενός πυρηνικού σταθμού στο Ακούγιου. Αργότερα, εννέα ακτιβιστές τής Greenpeace, οι οποίοι διαμαρτύρονταν στη γέφυρα του Βοσπόρου, συνελήφθησαν από την Τουρκική Αστυνομία. Στο μεταξύ, και άλλοι ακτιβιστές τής Greenpeace συνελήφθησαν, αυτήν τη φορά γιατί πέταξαν με αερόστατο στο οποίο αναγράφονταν αντιπυρηνικά συνθήματα, μπροστά από την Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη.
Οι λόγοι της αναβολής κατασκευής της πυρηνικής μονάδας στο Ακούγιου ήταν δύο. Η αντίδραση του κόσμου και οι συγκρούσεις των διαπλεκόμενων συμφερόντων που διεκδικούν το έργο.
Τον πρώτο χρόνο των διαμαρτυριών (1994), το αντιπυρηνικό κίνημα στην Τουρκία μάζεψε 170.000 υπογραφές κατά της κατασκευής του πυρηνικού σταθμού. Στις 11-7-99, η Greenpeace διοργάνωσε ένα άτυπο δημοψήφισμα στα χωριά Μπουγιούκετζελι και Γιεσιλόβατζικ (που γειτνιάζουν με την περιοχή όπου σχεδιάζεται να γίνει ο πυρηνικός σταθμός) και 84% των κατοίκων ψήφισαν «όχι» στα πυρηνικά σχέδια. Ακολούθησαν πολλές δυναμικές διαμαρτυρίες τής Greenpeace στην Άγκυρα και την Κωνσταντινούπολη.
Την ίδια ώρα, ένα ύποπτο παιχνίδι παιζόταν μεταξύ των κοινοπραξιών που διεκδικούν το έργο. Μετά τις έντονες διαμαρτυρίες στον Καναδά, η καναδική κοινοπραξία έχασε το παιχνίδι. Η αρμόδια επιτροπή τής TEAS (η τουρκική ΔΕΗ), προέκρινε τη γαλλογερμανική κοινοπραξία υπό τη Siemens, μόνο που για πολιτικούς λόγους κάποιοι στην τουρκική κυβέρνηση προτιμούσαν τους Αμερικανούς τής Westinghouse. Μία αμερικανογερμανική σύγκρουση βρισκόταν, λοιπόν, σε εξέλιξη και εκεί θα πρέπει να αναζητηθεί η ακύρωση τελικά της επένδυσης λόγω… οικονομικών προβλημάτων.



Το χρονικό του πυρηνικού εφιάλτη

Το πυρηνικό πρόγραμμα της Τουρκίας χρονολογείται από τις αρχές της δεκαετίας του 1960.
Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1970 και μετά από την αναδιοργάνωση της Τουρκικής Υπηρεσίας Ηλεκτρισμού, τα σχετικά προγράμματα για την αξιοποίηση της πυρηνικής ενέργειας επιταχύνθηκαν. Έτσι, ξεκίνησε μια δεύτερη προσπάθεια, για την κατασκευή ενός πυρηνικού αντιδραστήρα ισχύος 600 μεγαβάτ. Μετά από μελέτες που διήρκεσαν τρία χρόνια, αποφασίσθηκε το 1975 η κατασκευή πυρηνικού εργοστασίου στο Ακούγιου, 43 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά τού Silifke, στις ακτές της Μεσογείου. Η άδεια κατασκευής εκδόθηκε το 1976, ενώ το 1977 η κυβέρνηση Ετζεβίτ ενέκρινε σχετική προσφορά των σουηδικών εταιρειών Asea-Atom και Stal-Laval για την κατασκευή του πυρηνικού αντιδραστήρα, την παροχή καυσίμων και τη χρηματοδότηση της επένδυσης. Όμως, η αρχική συμφωνία με τις δύο εταιρείες εγκαταλείφθηκε λίγα χρόνια αργότερα, για πολιτικούς κυρίως λόγους (στρατιωτικό πραξικόπημα στις 12-9-1980).
Στις αρχές της δεκαετίας τού 1980 έγινε η επιλογή και δεύτερης - μετά το Ακούγιου - θέσης για εγκατάσταση ενός πυρηνικού αντιδραστήρα ισχύος, 25 χιλιόμετρα δυτικά της Σινώπης, στη Μαύρη Θάλασσα (περιοχή İnceburun). Την ίδια περίοδο εμφανίσθηκαν και τα πρώτα σοβαρά προβλήματα. Το 1981, η Τουρκία κατηγορήθηκε ότι συνεργάζεται στενά με το Πακιστάν για την απόκτηση πυρηνικής τεχνογνωσίας, με αντάλλαγμα τη διαμεσολάβησή της για την προμήθεια πυρηνικών υλικών στο Πακιστάν από τη δυτική αγορά. Παρ’ όλα αυτά, οι διαπραγματεύσεις για την κατασκευή των πυρηνικών σταθμών στο Ακούγιου και στη Σινώπη συνεχίσθηκαν.

Στα τέλη τού 1983 επιλέχθηκαν νέες εταιρείες για την προώθηση του πυρηνικού προγράμματος της Τουρκίας: η καναδική AECL και η γερμανική KWU για το σταθμό του Ακούγιου, και η αμερικανική General Electric για το σταθμό της Σινώπης. To συνολικό κόστος αυτών των τριών σταθμών υπολογιζόταν σε 3,4 δισ. δολλάρια. Παρά την ολοκλήρωση των αρχικών μελετών, ανυπέρβλητες δυσκολίες οδήγησαν διαδοχικά και τις τρεις συμφωνίες σε ναυάγιο. Συγκεκριμένα, μια ομάδα ειδικών τής General Electric, αφού πραγματοποίησε αυτοψία στη Σινώπη, αποφάνθηκε ότι απαιτείται λεπτομερέστερη διερεύνηση του υπεδάφους στην περιοχή εγκατάστασης του αντιδραστήρα, ώστε να προϋπολογισθούν οι συνέπειες ενός πιθανού σεισμού. Ταυτοχρόνως, το ενδιαφέρον της αμερικανικής εταιρείας για το έργο «πάγωσε», καθώς προέκυψε πρόβλημα στη χρηματοδότηση του έργου και δεν υπήρχε η σχετική άδεια για την περιοχή εγκατάστασης του αντιδραστήρα.
Όσον αφορά στη συμφωνία με την καναδική AECL και τη γερμανική KWU, αυτές φάνηκαν να προωθούνται με πιο σίγουρα βήματα. Παρ’ όλα αυτά, δεν άργησαν και εκεί να φανούν οι πρώτες δυσκολίες. Η γερμανική εταιρεία (KWU) αποχώρησε το 1985 από τις συνομιλίες, επικαλούμενη διαφωνία με την τουρκική κυβέρνηση για τους οικονομικούς όρους της συμφωνίας. Έτσι, μοναδική υποψήφια εταιρεία απέμεινε η καναδική AECL, η οποία προσκλήθηκε επίσημα από την τουρκική κυβέρνηση τον Ιανουάριο του 1985 να προχωρήσει στο τελικό στάδιο των διαπραγματεύσεων. Όμως, η καναδική κυβέρνηση αρνήθηκε να δώσει εγγυήσεις στην AECL για τη χορήγηση δανείου ύψους ενός δισεκατομμυρίου δολλαρίων, πιθανώς για πολιτικούς λόγους. Οι παραπάνω οικονομικές διαφωνίες, σε συνδυασμό με το έντονο αντιπυρηνικό συναίσθημα που προκάλεσε το τραγικό ατύχημα του Τσερνομπίλ (1986), οδήγησαν τη δεύτερη προσπάθεια της Τουρκίας για την υλοποίηση των πυρηνικών σχεδίων της σε ναυάγιο. Ας σημειωθεί ότι το ατύχημα του Τσερνομπίλ προκάλεσε εκτεταμένη ραδιενεργό ρύπανση στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας και επιβάρυνε με σημαντικές ποσότητες ραδιενεργών στοιχείων την τουρκική παραγωγή τσαγιού και φουντουκιών εκείνης της χρονιάς.



Χωρίς να απογοητεύεται από τις εξελίξεις, η Τουρκία κατέβαλε στα τέλη της δεκαετίας τού 1980 προσπάθειες να αγοράσει το πυρηνικό εργοστάσιο του Σβέντεντορφ, που η αυστριακή κυβέρνηση ήθελε να κλείσει λόγω των αντιδράσεων της κοινής γνώμης, ενώ ταυτοχρόνως αναζητούσε και άλλους συνεταίρους στον πυρηνικό τομέα. Στα πλαίσια αυτών των αναζητήσεων, η Τουρκία υπέγραψε το Μάιο του 1988 συμφωνία με την Αργεντινή για 15ετή συνεργασία στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας. Tον Οκτώβριο του 1990, οι δύο χώρες κατέληξαν σε συμφωνία για την κατασκευή δύο αντιδραστήρων τύπου CAREM, ένα στην Αργεντινή και ένα στην Τουρκία. Η συμφωνία προέβλεπε ότι η Τουρκία θα αναλάμβανε το οικονομικό βάρος του εγχειρήματος, ενώ η Αργεντινή θα αναλάμβανε με τη σειρά της τη σχετική τεχνογνωσία. Όμως, η συμφωνία αυτή ακυρώθηκε ένα χρόνο αργότερα, επειδή οι Τούρκοι πυρηνικοί επιστήμονες θεώρησαν ότι ο αργεντίνικος αντιδραστήρας CAREM-25 είναι ανεπαρκής για τις περιστάσεις και ότι μια τέτοια επιλογή θα τους έδενε μελλοντικά τα χέρια.
Με αφορμή την εκδήλωση των πρώτων συμπτωμάτων των σοβαρών ενεργειακών προβλημάτων της, η Τουρκία αποφάσισε το 1993 να αναθερμάνει το πυρηνικό πρόγραμμα που είχε στο μεταξύ «παγώσει». Έτσι, η Τουρκική Επιχείρηση Παραγωγής και Διανομής Ηλεκτρισμού (TEAS), ως βήμα προς την ιδιωτικοποίηση, συμπεριέλαβε τον πυρηνικό σταθμό τού Ακούγιου στο αναπτυξιακό της πρόγραμμα. Τα αποτελέσματα αυτής της αναθέρμανσης φάνηκαν όταν μετά από επίπονες διεργασίες υπογράφηκε το Φεβρουάριο του 1995 μια αρχική συμφωνία (18μηνης διάρκειας) μεταξύ του τουρκικού κράτους και της νοτιοκορεάτικης εταιρείας ΚΑΕRI (Korean Atomic Energy Research Institute) για την προετοιμασία της ανάθεσης κατασκευής του πυρηνικού σταθμού στο Ακούγιου. Ας σημειωθεί ότι αυτήν τη χρονική περίοδο (1995) φαίνεται να έχουν εγκαταλειφθεί τα σχέδια για την κατασκευή του πυρηνικού αντιδραστήρα στη Μαύρη Θάλασσα (ο αντιδραστήρας της Σινώπης δεν εμφανίσθηκε το 1996 στους διεθνείς χάρτες πυρηνικών εργοστασίων). Όμως, το 1997 η Τουρκία αναθεώρησε εκ νέου τα σχέδιά της και σήμερα επαναπροωθεί την κατασκευή του συγκεκριμένου πυρηνικού σταθμού, με χρονικό όριο έναρξης λειτουργίας το έτος 2010.
Εν μέσω καθυστερήσεων που προήλθαν από διάφορους λόγους (κυρίως πολιτικούς και οικονομικούς), το σχέδιο για τον πυρηνικό σταθμό τού Ακούγιου επανήλθε στο προσκήνιο στα τέλη τού 1996. Μετά από νέες αναβολές και αλλαγές, ο υπουργός Ενέργειας της Τουρκίας ανακοίνωσε στις 28 Απριλίου 1997 ότι οι ενδιαφερόμενες εταιρείες θα έπρεπε να υποβάλουν προσφορές.
Τελικά, στο διαγωνισμό για την κατασκευή του πυρηνικού σταθμού στο Ακούγιου συμμετείχαν τρεις κοινοπραξίες.
Το 2000, λόγω οικονομικών προβλημάτων στην Τουρκία, ανακοινώθηκε η ακύρωση της κατασκευής των πυρηνικών αντιδραστήρων.

Οι επαπειλούμενοι κίνδυνοι
Η υλοποίηση του πυρηνικού προγράμματος της Τουρκίας εγκυμονεί πολλούς κινδύνους, τόσο για την ίδια την Τουρκία, όσο και για την Ελλάδα, την Κύπρο και την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου. Η πιθανότητα να συμβεί κάποιο σοβαρό πυρηνικό ατύχημα στο μέλλον είναι εξαιρετικά υψηλή, γεγονός που παραδέχεται και η ίδια η πυρηνική βιομηχανία. Το 1990, ο αρμόδιος επιθεωρητής για θέματα πυρηνικής ασφάλειας της Γαλλικής Επιχείρησης Ηλεκτρισμού παραδέχθηκε ότι η πιθανότητα να συμβεί κάποιο σοβαρό πυρηνικό ατύχημα σε ένα γαλλικό πυρηνικό αντιδραστήρα μέσα στα προσεχή 20 χρόνια είναι 1 προς 20.
Κατά δεύτερο λόγο, η Μεσόγειος αναμένεται να χρησιμοποιείται συστηματικά ως δρόμος μεταφοράς πυρηνικών αποβλήτων από αυτές τις μονάδες. Η συχνή μεταφορά, η ποσότητα και η επικινδυνότητα του πυρηνικού φορτίου αναμένεται να θέσει σε μεγάλο κίνδυνο τη Μεσόγειο σε περίπτωση ναυτικού ατυχήματος, είτε λόγω δεινών καιρικών συνθηκών είτε ηθελημένης βύθισης για την εξυπηρέτηση οικονομικών συμφερόντων. Αν, μάλιστα, λάβει κανείς υπόψη του ότι η μεταφορά, η επεξεργασία και ο ενταφιασμός ενός κιλού ραδιενεργών αποβλήτων κόστιζε το 2000 περίπου 500 ευρώ, η τελευταία (παράνομη και εγκληματική από περιβαλλοντικής άποψης) λύση μπορεί να αποτελέσει μια καλοστημένη επιχείρηση με υψηλό κέρδος.
Σημαντικός είναι, επίσης, ο κίνδυνος να συμβούν στις πυρηνικές μονάδες πράξεις δολιοφθοράς λόγω της πολιτικής και κοινωνικής αστάθειας που επικρατεί στην Τουρκία. Κάτι τέτοιο ενισχύεται και από το γεγονός ότι έχουν ήδη πραγματοποιηθεί επιθέσεις σε στόχους με ενεργειακό ενδιαφέρον για την τουρκική κυβέρνηση (αγωγούς πετρελαίου - φυσικού αερίου, υδροηλεκτρικά φράγματα). Το παράδειγμα αντίστοιχων επιθέσεων εναντίον ενεργειακών στόχων, τόσο στη Ρωσία όσο και στην Τσετσενία, την Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν, επιβεβαιώνει τις παραπάνω ανησυχίες. Το γεγονός ότι μέχρι στιγμής οι επιθέσεις αυτές έχουν στραφεί μόνο ενάντια σε αγωγούς πετρελαίου ή φυσικού αερίου δεν εξασφαλίζει καθόλου ότι στο μέλλον οι πυρηνικοί σταθμοί της Τουρκίας στην περιοχή τού Ακούγιου δε θα συμπεριληφθούν στις λίστες των πιθανών στόχων επιθέσεων.

* Πληροφορίες από την ιστοσελίδα της περιβαλλοντικής οργάνωσης Greenpeace.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey