Στις 6 Απριλίου 2009, ημέρα Δευτέρα, στις 3.32 τα ξημερώματα της 6ης Απριλίου, συνέβη στην περιοχή του Αμπρούτζο της Ιταλίας, ο σεισμός των 6,3 Ρίχτερ, ο πιο θανατηφόρος της τελευταίας τριακονταετίας στη χώρα αυτή.
Στις 6 Απριλίου 2009, ημέρα Δευτέρα, στις 3.32 τα ξημερώματα της 6ης Απριλίου, συνέβη στην περιοχή του Αμπρούτζο της Ιταλίας, ο σεισμός των 6,3 Ρίχτερ, ο πιο θανατηφόρος της τελευταίας τριακονταετίας στη χώρα αυτή. Όλα άρχισαν με ένα ανατριχιαστικό θόρυβο κάτω από τη Γη, ο δε σεισμός, μικρού εστιακού βάθους, διήρκεσε 20 δευτερόλεπτα. Μέσα στο χρόνο αυτόν, ισοπεδώθηκαν στην πόλη Λ’ Ακουίλα (που στα ελληνικά το όνομα σημαίνει «Αετός»), με πληθυσμό πάνω από 60.000, ένα ξενοδοχείο και πολλές πολυκατοικίες, ενώ καταστράφηκε η φοιτητική εστία της πόλης, παγιδεύοντας αρκετούς φοιτητές. Εντυπωσιακά κτήρια του 18ου αιώνα έπαθαν ζημιές. Κακοφτιαγμένες πολυκατοικίες του ’60 έμειναν χωρίς τούβλα. Οι γέφυρες και οι υπερυψωμένοι αυτοκινητόδρομοι που οδηγούν στην πόλη, που βρίσκονται ψηλά στα Απέννινα όρη, στη ραχοκοκαλιά της Ιταλίας, γέμισαν ρωγμές. Πέρα από την Λ’ Ακουίλα, η δόνηση συγκλόνισε κωμοπόλεις και χωριά, μετατρέποντας αγροτόσπιτα σε σωρούς ερειπίων. Ο σεισμός έγινε αισθητός μέχρι και τη Νάπολη και στην Αγκόνα.
Τουλάχιστον 279 άτομα σκοτώθηκαν. Πάνω από 1.170 τραυματίστηκαν, από τους οποίους 179 συνεχίζουν να δίνουν σκληρή μάχη για να κρατηθούν στη ζωή. Ένα και μόνο χωριό, η Όννα, έχασε 39 κατοίκους. Έως και 13.000 είναι τα κτήρια που υπέστησαν ζημιές, μεταξύ αυτών πολλά ιστορικά και καλλιτεχνικά μνημεία.
Στις 7 Απριλίου, οι περισσότεροι κάτοικοι είχαν φύγει και η Λ’ Ακουίλα έμοιαζε με πόλη-φάντασμα, που είχε υποστεί άγριο βομβαρδισμό. Οι μόνοι ήχοι που ακούγονταν, ήταν συναγερμοί σπιτιών, σειρήνες ασθενοφόρων και μηχανήματα σωστικών συνεργείων. Εν τω μεταξύ, ισχυροί μετασεισμοί συνέχιζαν να ταρακουνούν το έδαφος, δυσκολεύοντας το έργο των διασωστών. Στις 8 Απριλίου, σε πολλά μέρη έπιασαν δουλειά βαριά μηχανήματα εκσκαφών - μία ένδειξη ότι οι διασώστες είχαν χάσει τις ελπίδες ανεύρεσης επιζώντων.
Σε κάποια σπίτια, τα φώτα είναι ακόμη ανοιχτά, μαρτυρώντας την πρώτη κίνηση των ενοίκων τους, όταν ένιωσαν τη Γη να σείεται εκείνη τη νύχτα. Τοίχοι πεσμένοι και μέσα εικόνες που θυμίζουν τη ζωή των ανθρώπων, τότε που κανείς δεν φανταζόταν αυτό το κακό. Και ήταν, επίσης, πολύ τυχεροί οι κάτοικοι της Λ’ Ακουίλα, γιατί όλη η πόλη μύριζε από τη διαρροή φυσικού αερίου και παρ’ όλα αυτά δεν εκδηλώθηκαν πυρκαγιές.
Περίπου 17.000 άστεγοι διαβιούν σε πρόχειρα καταλύματα. Ο αριθμός εκείνων που δεν μπορούν να γυρίσουν στα σπίτια τους, μέχρις ότου αυτά ελεγχθούν, ίσως είναι πολύ μεγάλος και φθάνει τις 70.000. Πλάι στους ανθρώπους, χιλιάδες κατοικίδια - όσα σώθηκαν - επιβιώνουν και αυτά στους καταυλισμούς. Τα τετράποδα αρνούνται να φάνε και να πιουν νερό, λένε μέλη των ειδικών ομάδων.
Πολλοί από τους πληγέντες έχουν αρχίσει να χάνουν την ψυχραιμία τους από την ταλαιπωρία και τις κακουχίες. «Δεν αντέχω άλλο. Κουράστηκα. Κοιμάμαι τόσες ημέρες στο αυτοκίνητο, σε σκηνές… Δεν έχω σπίτι, δεν έχω ρούχα, δεν μπορώ να κάνω μπάνιο…», λέει στους δημοσιογράφους, ένας με σπασμένη φωνή. Άλλοι, αγνοώντας τις προειδοποιήσεις των πυροσβεστών, μπαίνουν στα μισογκρεμισμένα σπίτια τους, να δουν τι απέμεινε. Οι πυροσβέστες υποχωρούν μπροστά στον πόνο. Τους δίνουν τα κράνη τους και τους περιφρουρούν. Η έξοδό τους από τα χαλάσματα, συνοδεύεται από λυγμούς.
Το ερώτημα τώρα είναι ποιός φταίει για τη μεγάλη αυτή καταστροφή. Ειδικοί επιστήμονες προσπαθούν να βρουν την απάντηση στα μεγάλα «γιατί» της τραγωδίας. Το πρώτο ερώτημα που τέθηκε, ήταν γιατί κάποια κτήρια κατέρρευσαν και άλλα έμειναν στη θέση τους. Πολλές καταρρεύσεις σημειώθηκαν σε κτήρια που είχαν χτιστεί πριν από την ενίσχυση των αντισεισμικών κανονισμών το 1980. Όμως, κατέρρευσαν και κτήρια που χτίστηκαν μετά. Γιατί πολλά καινούρια σπίτια της Λ’ Ακουίλα κατέρρευσαν, ενώ άλλα καινούρια σπίτια σε κοντινές πόλεις, έμειναν ανέγγιχτα; Ποιοι και γιατί δεν τήρησαν τους αντισεισμικούς κανονισμούς; Με «ωρολογιακή βόμβα» παρομοίασε ένας σεισμολόγος τη Λ’ Ακουίλα, ενώ ένας άλλος τη χαρακτήρισε «μία πόλη χτισμένη σε λάθος τόπο».
Η κεντρική Ιταλία είναι ιδιαίτερα ευάλωτη σε σεισμούς, ιδίως δε η περιοχή Απέννινα όρη, που βρίσκεται στα όρια τριών «τεκτονικών πλακών», αλλά και γιατί οι κατασκευές δεν έχουν γίνει βάσει αυστηρών αντισεισμικών κανονισμών.
Η μεσαιωνική πόλη της Λ’ Ακουίλα, που ιδρύθηκε τον 13ο αιώνα στην ορεινή περιοχή της Ιταλίας, με τα στενά σοκάκια και τα αναγεννησιακά και μπαρόκ κτήρια, δεν θα είναι ποτέ η ίδια, ίσως να έφτασε το τέλος της, αφού ίσως πολλοί κάτοικοι της περιοχής να μην επιστρέψουν στις εστίες τους αλλά να μετοικήσουν αλλού.
Όσο οι ημέρες περνούν, οι εικόνες του πόνου διαρκώς εναλλάσσονται στη μαρτυρική Λ’ Ακουίλα. Τη σκυτάλη από το ισχυρό σοκ και την αμηχανία, ήρθε να πάρει την Παρασκευή, 10 Απριλίου 2009, ο θρήνος στις κηδείες των θυμάτων. Οικογένειες ολόκληρες ξεκίνησαν το τελευταίο μακρινό τους ταξίδι. Όπως ακριβώς βρέθηκαν από τους διασώστες, κάτω από τους σωρούς του τσιμέντου. Λευκά φέρετρα για τα παιδιά, ακουμπισμένα πάνω σε αυτά των γονιών τους. Και το θρήνο διαδέχεται η αγωνία για το αύριο.
Και η κυβέρνηση Μπερλουσκόνι τί κάνει; Βέβαια και προσπαθεί για το καλύτερο. Όμως ο κ. πρωθυπουργός αρνήθηκε την προσφορά ξένης βοήθειας, δηλώνοντας ότι οι Ιταλοί είναι «υπερήφανοι» και «εύποροι». Ναι κ. πρωθυπουργέ, αλλά το μέγεθος της ζημιάς είναι τρομερό και η χώρα χρωστά περισσότερα από το ΑΕΠ της. Δεν είναι λοιπόν ώρα για «μακάβρια αστεία», τύπου Μπερλουσκόνι. Γιατί οι πληγέντες πρέπει γρήγορα να βρουν την ηρεμία τους, κυρίως από ψυχολογικής και οικονομικής πλευράς.
*Ο Γεώργιος Μ. Χουτζαίος είναι Φυσικός-Μαθηματικός, τ. Πάρεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Αθηνών.
Στο δεύτερο μέρος: Τα διδάγματα για την Ελλάδα
Βιβλιογραφία
1) Άρθρο του «The Economist», που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» της 12/4/2009.
2) Περιγραφή της όλης κατάστασης κατά και μετά το φονικό σεισμό, από την ανιψιά του γράφοντος και φοιτήτρια του Πανεπιστημίου της Λ’ Ακουίλα δίδας Σοφίας Χρυσού, που έζησε το σεισμό.