Το σημείωμά μου της περασμένης Τρίτης το άρχιζα γράφοντας πως μπούχτισα πια με τα σκάνδαλα, πως νιώθω αλλεργία διαβάζοντας στις εφημερίδες και ακούγοντας στην τηλεόραση για τις παρανομίες, τις απάτες και τις διαπλοκές, οι αναθυμιάσεις των οποίων μας έχουν φλομώσει.
Το σημείωμά μου της περασμένης Τρίτης το άρχιζα γράφοντας πως μπούχτισα πια με τα σκάνδαλα, πως νιώθω αλλεργία διαβάζοντας στις εφημερίδες και ακούγοντας στην τηλεόραση για τις παρανομίες, τις απάτες και τις διαπλοκές, οι αναθυμιάσεις των οποίων μας έχουν φλομώσει. Το ίδιο πρέπει να αισθάνονται και χιλιάδες άλλοι πολίτες. Εκείνο όμως που υποπτεύομαι είναι, όσο κι αν αυτό φαίνεται απίθανο, πως και τα δύο κόμματα εξουσίας (τρομάρα τους) εσκεμμένα συντηρούν όλη αυτήν τη σκανδαλολογία.
Το μεν κυβερνών (τρόπος του λέγειν βεβαίως) κόμμα, για να τραβήξει την προσοχή του λαού από τα πραγματικά προβλήματα που τον απασχολούν: την ανεργία, την ακρίβεια, την αξιοθρήνητη κατάσταση της περίθαλψης και της εκπαίδευσης, την τυραννική γραφειοκρατία και αμέτρητα άλλα. Το δε φιλοδοξούν να μας κυβερνήσει (αμ, δε…) κόμμα, για να προσποριστεί άμεσα κομματικά οφέλη.
Φυσικά και τα δύο, μας δουλεύουν κανονικά. Η τακτική της Νέας Δημοκρατίας μού θυμίζει αυτό που κάνουν κάποια θηράματα όταν βρίσκονται σε θανάσιμο κίνδυνο να πέσουν στα δόντια και τα νύχια των σαρκοφάγων που τα κυνηγούν: στην απελπισία τους, κόβουν μόνα τους ένα μέλος του σώματός τους για να το φάει ο διώκτης τους και να γλυτώσουν. Έτσι ευχαρίστως θα προσέφερε τον κ. Παυλίδη βορά στους πολιτικούς αντιπάλους της, φτάνει να γλύτωνε τις εκλογές και την ήττα.
Το ΠΑΣΟΚ πάλι, χαλάει τον κόσμο να παραπεμφθεί άμεσα ο Παυλίδης, «για να μην παραγραφεί η υπόθεση», κάνοντας πως δε θυμάται ότι το νόμο περί παραγραφής σε πέντε μόνο χρόνια των παρανομιών των υπουργών, τον ψήφισε η κυβέρνηση Σημίτη (όπως επί ΠΑΣΟΚ ψηφίστηκαν ο τυποκτόνος νόμος, η απαλλαγή της Εκκλησίας από τη φορολογία και ένα σωρό άλλα).
Ο πραγματικός όμως κίνδυνος δεν βρίσκεται στον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης αλλά στην απαξίωση της πολιτικής, που προκαλεί αυτού του είδους η αντιμετώπιση των σκανδάλων, της διαπλοκής και της διαφθοράς. Δεν είναι μόνο πως σπρώχνει πολλούς να παρανομήσουν, με το σκεπτικό «δηλαδή, βλάκας είμαι εγώ που τηρώ τους νόμους;», είναι πως απογοητεύει και αποθαρρύνει πολύ περισσότερους, που σκέφτονται «δε βαριέσαι, τίποτα δε γίνεται σ’ αυτόν τον τόπο», ενώ κάποιοι αποφασίζουν «να πάρουν το νόμο στα χέρια τους», που κατά τη γνώμη μου είναι η χειρότερη στάση και άλλοι φτάνουν να νοσταλγούν ανώμαλες και καταστροφικές λύσεις…
Και όμως ο σεβασμός των θεσμών και η τήρηση των νόμων είναι οι εγγυήσεις για τη σταθερότητα μιας κοινωνίας. Και δεν ξεχνώ πως ο πρώτος πολιτικός που συνέβαλε στην απαξίωση των θεσμών ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου, όταν είπε το 1989 την αλησμόνητη εκείνη μπαρούφα: «μόνος θεσμός είναι ο λαός»!
Ο μόνος από τους σημερινούς πολιτικούς ηγέτες, που είπε δυο σωστές κουβέντες πάνω σ’ αυτό το θέμα, ήταν ο Αλέξης Τσίπρας και μπράβο του. Σε συνέντευξή του στον «Ελεύθερο Τύπο», τόνισε ότι: «Αν θέλουμε να γλυτώσουμε από τα σκάνδαλα δεν αρκεί να αλλάξουμε ένα διεφθαρμένο υπουργό. Πρέπει να τα αλλάξουμε όλα, προκειμένου να επανέλθουν οι αρχές και οι κανόνες στην πολιτική.».
Όσο για τα σενάρια συνεργασίας της Αριστεράς με το ΠΑΣΟΚ, την απέκλεισε, διά της εις άτοπον απαγωγής, λέγοντας: «Θεωρεί (το ΠΑΣΟΚ) ότι τα έχει καλώς καμωμένα ή ότι χρειάζεται αριστερή στροφή; Μέχρι στιγμής δεν έχουμε πάρει καμμία σαφή απάντηση. Εμείς πάλι έχουμε πάρει τις αποφάσεις μας, να είμαστε με τους “αποκάτω”, με τους μη προνομιούχους. Αυτό δεν πρόκειται να το αλλάξουμε με κανένα υπουργείο.»
Νομίζω πως η μόνη, σωτήρια για τον τόπο, λύση είναι να αποκατασταθούν οι θεσμοί και να λειτουργήσουν οι νόμοι. Και το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι ο οριστικός αποκλεισμός των δύο μεγάλων κομμάτων από κάθε προοπτική να κυβερνήσουν. Έρχομαι, για πρώτη φορά, να συμφωνώ με τον κ. Χρήστο Γιανναρά, που στην «Καθημερινή» της Κυριακής εύχεται:
«Οψέποτε γίνουν εκλογές, ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. να πάρουν το καθένα ποσοστό μικρότερο από το 10% του συνόλου των ψήφων. Να τολμήσουν οι Έλληνες αντίσταση στην αναίδεια και τη θρασύτητα των “κομμάτων εξουσίας”, ψηφίζοντας έστω κομματίδια ήσσονος σοβαρότητας - φυσιολατρών, κυνηγών, ονειροπόλων. Ίσως έτσι θα υποχρεωθεί σε ανασύσταση το πολιτικό σκηνικό.»
*O Δημήτρης Σαραντάκος γεννήθηκε στη Mυτιλήνη, σπούδασε χημικός μηχανικός και μετά τη συνταξιοδότησή του εκδίδει το σατιρικό περιοδικό «το Φιστίκι» και κάνει τον συγγραφέα. Το τελευταίο (ενδέκατο στη σειρά) βιβλίο του «Οι Αρχαίοι είχαν την πλάκα τους» - Αθήνα 2008 - κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Γνώση».