Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Η πολιτική, εκτός του ότι είναι η τέχνη του εφικτού, ασφαλώς και κύρια είναι η τέχνη τού «προβλέπειν». Εκ του αποτελέσματος δε κρίνοντας, βλέπουμε ότι ατυχώς οι κυβερνήτες μας από τη μεταπολίτευση και μετά δε διέθεταν ίχνος τέτοιας ικανότητας. Τελικά, ενώ όλοι τους (Κ. Καραμναλής, Αν. Παπανδρέου, Κ. Μητσοτάκης, Κ. Σημίτης) έβλεπαν ότι το καράβι «Ελλάδα» πήγαινε κατ’ ευθείαν στα βράχια, ουδέν έπραξαν για να προλάβουν τον όλεθρο.
Δεν αναφέρω το νεότερο Κ. Καραμανλή, γιατί αυτός έπαιζε Play Station και υπήρξε τελικά ρίψασπις, όπως γράφω στο προηγούμενό μου ομότιτλο άρθρο, ο δε ανεκδιήγητος Γ.Α. Παπανδρέου δεν είχε συναίσθηση ο δυστυχής το αν διοικούσε χώρα, και μάλιστα ιστορική και υπερήφανη, ή περίπτερο (που αμφιβάλλω αν είχε την ικανότητα ακόμη κι αυτό να διοικήσει).
Την κατάντια του πρωτογενή και μόνο τομέα της οικονομίας μας και ειδικότερα της γεωργίας, αν δούμε, βλέπουμε την καταστροφή που έχει επέλθει αφότου γίναμε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.).
Αρκεί να αναλογιστούμε ότι στη βάση σχετικής πολιτικής τής Ε.Ε., ο πληθυσμός της που θα απασχολείται στον αγροτικό τομέα, δε θα πρέπει να ξεπερνά το 6%. O αντίστοιχος πληθυσμός της Ελλάδας όταν ενταχθήκαμε στην ΕΟΚ το 1980, ήταν ~27%. Έτσι, θα έπρεπε να μειωθεί αναλόγως. Πράγματι, η μείωση έγινε, και τραγικά, αλλά αληθινά, κατά τη Στατιστική Υπηρεσία το 2011 στη γεωργία ήταν μόνο 500.800 άτομα, από 972.091 (αν και ο ενεργός πληθυσμός της Ελλάδας αυξήθηκε κατά 1 περίπου εκατομμύριο). Η μείωση αυτή του αγροτικού μας πληθυσμού είχε πολλαπλές, τραγικές από κάθε άποψη συνέπειες. Πρώτο και χειρότερο όλων είναι ο απορφανισμός της ελληνικής υπαίθρου από ανθρώπους και κυρίως νιάτα.
Υπάρχουν χωριά, κεφαλοχώρια, που άλλοτε έσφυζαν από ζωή και που σήμερα κατοικούνται μόνο από γέρους. Φωνή παιδιών έχει πάψει να ακούγεται. Η καμπάνα της εκκλησιάς τους χτυπά ατυχώς μόνο για ξόδια. Ούτε γάμοι, ούτε βαφτίσια. Πλήρης στρέβλωση της ηλικιακής κατανομής τους. Η αγροτιά λοιπόν της χώρας μας ορφάνεψε από νιους, νιες και δουλευτάδες. Έτσι, εκατομμύρια στρέμματα που άλλοτε κάρπιζαν και έδιναν στη χώρα μας τους κάθε λογής καρπούς της ευλογημένης ελληνικής γης, σήμερα μείναν στέρφα. Ακαλλιέργητα. Άσπορα. Αποτέλεσμα, η καταστροφή. Θα αναφέρω σχετικά παραδείγματα.
Από αυτάρκεις σε όσπρια (ρεβύθια, φακές κ.λπ.) άλλοτε, τώρα παράγουμε μόνο 8 χιλ. τόνους το χρόνο, όταν για τις ανάγκες μας χρειαζόμαστε 80 χιλ.. Ακόμα, επιλογές συνειδητές των γραφειοκρατών των Βρυξελλών με τις περιβόητες πια ποσοστώσεις (βαμβάκι, καπνός κ.λπ.), οδήγησαν στο ίδιο αποτέλεσμα. Κάτω από την ανασφάλεια του να μην μπορέσει ο κάθε παραγωγός να διαθέσει την παραγωγή του, απλά έχει πάψει να καλλιεργεί.
Χαρακτηριστικά αναφέρομαι στην τευτλοκαλλιέργεια. Η Ελλάδα είχε καταστεί αυτάρκης σε ζάχαρη αφότου είχε αρχίσει η τευτλοκαλλιέργεια στις εύφορες πεδιάδες της, που προσφέρονταν για το σκοπό αυτό και δημιουργήθηκαν εργοστάσια παραγωγής ζάχαρης (Πλατύ Ημαθίας, Σερρών και Ορεστιάδας). Όμως αλλοπρόσαλλες πολιτικές με ποσόστωση από 320 χιλ. τόνους ζάχαρης, σε μόνο 150 χιλ. τόνους το χρόνο, είχαν τη συνέπεια οι τευτλοπαραγωγοί κάτω από την ανασφάλεια της μη διάθεσης του προϊόντος τους, να εγκαταλείψουν την καλλιέργεια αυτή. Έτσι, ενώ είχαμε τη δυνατότητα να καλλιεργούμε και 220 χιλ. στρέμματα, τώρα με το ζόρι πιάνουμε γύρω στα 100 χιλ. μόνο. Σημειώνεται χαρακτηριστικά ότι το 2011 είχαν καλλιεργηθεί μόλις 58 χιλ. στρέμματα ζαχαρότευτλων και η παραγωγή είχε πέσει σε αδιανόητα χαμηλά επίπεδα, με μόλις 38 χιλ. τόνους ζάχαρης! Η κάλυψη των αναγκών μας σε ζάχαρη συνεπάγεται εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ για τις αντίστοιχες εισαγωγές.
Το να συνεχίσω λ.χ. με το λάδι που μας ενδιαφέρει άμεσα ως Λέσβος (αφού στο νησί μας παράγεται το 1/10 της εθνικής παραγωγής), η κατάσταση είναι η χειρίστη. Έχω γράψει σχετικώς κι άλλες φορές. Η πλήρης απαξίωση των άλλοτε κραταιών ελαιώνων μας που τους βλέπουμε πια ρουμανιασμένους και έρημους, τα λέει όλα. Αναφέρω ακόμα ότι εισάγουμε γύρω στους 150 χιλ. τόνους κρέας/έτος, που με 5 ευρώ το κιλό προκύπτει ότι χρειαζόμαστε ετησίως 750 εκατ. ευρώ. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να λυθεί με τη συστηματική κτηνοτροφία, π.χ. την ενσταβλισμένη, που παράγει μαζικά όπως π.χ. σε Ολλανδία, Γερμανία. Σε ημερίδα τού ΤΕΕ (ήμουν επιμελητής της) για την εκτροπή του Αχελώου στα μέσα τού ‘80, έκανα την πρόταση (αν η εκτροπή πραγματοποιηθεί) να γίνει συστηματική, αρδευόμενη, εντατικοποιημένη καλλιέργεια ζωοτροφών για την ανάπτυξη της ενσταβλισμένης κτηνοτροφίας, ώστε μακροχρόνια να περιορίσουμε στο μέγιστο δυνατό τις εισαγωγές κρεάτων, για να μειώσουμε τη συναλλαγματοβόρο σχετική εκροή.
Ενθυμούμαι είχα αρνητικό και στην ουσία απορριπτικό σχόλιο από συνάδελφο μηχανικό, μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου του πανίσχυρου τότε ΠΑΣΟΚ, λέγοντας ότι αυτό δε γίνεται αφού οι αγρότες μας δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις αντίστοιχες απαιτήσεις, μια και χρειάζεται ο ασχολούμενος με την ενσταβλισμένη κτηνοτροφία να είναι αφοσιωμένος και να διαθέτει πολλή προσωπική εργασία, πράγμα που δεν πρόκειται να γίνει γιατί οι αγρότες μας δεν έχουν τέτοια κουλτούρα. Όταν αντιπρότεινα να αναλάβει το ρόλο της σχετικής εκπαίδευσης η Πολιτεία, υπήρξε πλήρης αφορισμός και απαξίωση. «Αυτά δε γίνονται στην Ελλάδα».
Και βεβαίως η νοοτροπία αυτή τού τότε εκτελεστικάριου του ΠΑΣΟΚ ατυχώς δεν ήταν μόνο αυτού. Ατυχώς διέτρεχε όλη την ιεραρχία της εξουσίας της χώρας και έφθανε ως πάνω τους κυβερνήτες μας. Να μην αλλάξουμε τίποτε, ή οι όποιες αλλαγές να είναι οριακές. Να μη θιγούν δομές, καταστάσεις, θώκοι και πρόσωπα. Να μην υπάρξει κάτι το ριζοσπαστικό.
Έτσι, ενώ η χώρα μας, κατά πώς έγραφα στο προηγούμενο άρθρο μου, «δεν παράγει τίποτε» και αυτό το ήξεραν όλοι, δεν έκαναν τίποτε, αλλά απλά έβλεπαν… «τα τραίνα να περνούν».
Αφού οι επιδοτήσεις ερχόντουσαν στη χώρα, αυτό αρκούσε.
Συνέπεια τελική σήμερα, η γεωργία μας έχει μείνει ένα σκέτο κουφάρι. Έτσι, στις δύσκολες αυτές μέρες που ζούμε και στις ζοφερές που θα έρθουν δυστυχώς, με τη χώρα μας στον προθάλαμο του ΔΟΕ (δυστυχώς, όπως το θλιβερό 1898), ούτε αυτή η ευλογημένη ελληνική γη δε θα έχει την ικανότητα να μας θρέψει, κατά πώς έθρεψε τους γονείς μας και τους παππούδες μας την αποφράδα περίοδο της Γερμανοκατοχής προ 70 χρόνια.