«Ερχόμαστε!», «πόλη που καίγεται, λουλούδι π’ ανθίζει», «αυτοί μιλούν, κι εμείς θυμόμαστε, επειδή ο εφιάλτης τους επιστρέφει»...! Μια συνομιλία με τον εαυτό μας, ένα βράδυ κάτω από τα άστρα διάβασα κάπου… Πώς γίνεται τόσο λίγες λέξεις να περιέχουν ένα πέλαγος συναισθημάτων;
«Ερχόμαστε!», «πόλη που καίγεται, λουλούδι π’ ανθίζει», «αυτοί μιλούν, κι εμείς θυμόμαστε, επειδή ο εφιάλτης τους επιστρέφει»...! Μια συνομιλία με τον εαυτό μας, ένα βράδυ κάτω από τα άστρα διάβασα κάπου… Πώς γίνεται τόσο λίγες λέξεις να περιέχουν ένα πέλαγος συναισθημάτων; Πόσο κοντά ή πόσα μίλια απέχει κάθε φορά αυτή η συνομιλία από όσα οργιάζουν μέσα μας; Όσο ένα σπρέυ από ένα τοίχο! Σύμφωνα με το Λεξικό του Τριανταφυλλίδη, γκράφιτι (graffiti) είναι η ζωγραφική στους τοίχους. Είναι ένα ανερχόμενο νεανικό κίνημα μέσα στις τελευταίες δεκαετίες, που κάποιοι... κοινωνιολόγοι το καταχωρούν στην υποκουλτούρα... Το grafitti είναι η τέχνη του δρόμου! Η γλώσσα του graffiti, του «γράφειν στους τοίχους» διακηρύσσει μια κραυγή έκφρασης και επικοινωνίας. Οι τοίχοι προειδοποιούν για την ανάγκη να εντοιχίζουμε τα συναισθήματά μας, να τα μορφοποιούμε με τρόπους που να εισέρχονται στη δημόσια σφαίρα προωθώντας νέες μορφές συνείδησης. Κάποιοι θεωρούν πως τα grafitti είναι μία αντίδραση στο κατεστημένο, στην ησυχία των κατοίκων της πόλης, στη μουντάδα των τοίχων... Σαν αυθόρμητη εικαστική έκφραση, εντάσσεται αυτόματα στο φαινόμενο της σύγχρονης λαϊκής κουλτούρας των μεγάλων πληθυσμιακών αστικών κέντρων!
Θεωρητικά, ο πρώτος... γκραφιτάς είναι ο άνθρωπος των σπηλαίων! Οι ζωικές μορφές στα σπήλαια της Αλταμίρα, τα σκαλισμένα σημάδια των Μάγιας στο Τίγκαλ, τα χαραγμένα ανάγλυφα των Συρίων είναι ιστορικές αποδείξεις της διαχρονικής χρήσης του τοίχου ως τόπου έκφρασης...
«... θυμάμαι, βάφαμε μια μέρα σε μια πεζοδιάβαση στη Συγγρού κι έρχεται ένας παππούς - πρέπει να ‘ταν 70 χρονών - μας κοιτάει και λέει: “Ρε παιδιά, γιατί το κάνετε αυτό;” Και του κάνει ο φίλος μου: “Εγώ μένω εδώ κοντά. Απ’ το να βλέπω ταμπέλες με διαφημίσεις, προτιμώ να βλέπω μια ζωγραφιά.” Και το κατάλαβε αυτό ο παππούς. Το γκράφιτι είναι ακριβώς αυτή η συζήτηση.» (Schooligans: Graffiti: Η τελευταία παράνομη τέχνη).
Street art το ονόμασαν! Για κάποιους συμβολίζει την παρακμή της κοινωνίας, αλλά το γκράφιτι είναι επικίνδυνο μόνο για όσους φοβούνται τη σκέψη! Απάντηση στη μούρη, παράνομο σαν γλυκιά αμαρτία, διαμαρτυρία, κραυγή, αντεπίθεση που ζητά έναν καλύτερο κόσμο. Δεν είναι η τέχνη που θα πας να δεις, είναι αυτή που βλέπεις περπατώντας. Ο γκραφιτάς εισπράττει την άγρια ευχαρίστηση να παρατηρεί περαστικούς να χαζεύουν αυτά που σημάδεψε στον τοίχο. Μια επικοινωνία, μια κραυγή που ξεσκίζει τα αυτιά! Από άλλους κλέβει τη ματιά και άλλους εξοργίζει για τους... αλήτες που λέρωσαν τα φρεσκοβαμμένα! «Αλήτες» που μουντζουρώνουν και μουτζουρώνονται… κάθε φορά που βάφουν μια επιφάνεια. Και όταν μέσα τους χτυπάει το ντέφι σε ένα λυγμό, αυτός πιάνεται αγκαζέ με έναν αναστεναγμό και ανεβαίνει από τα αμπάρια της καρδιάς να βάψει άδειες επιφάνειες, να μουντζουρώσει βαμμένα μάτια...
Ζωντανεύουν τα οράματα για ευχαρίστηση, επικοινωνία, για πλάκα, από ανάγκη, θυμό, διαμαρτυρία! Ιδιαίτερα ενεργητικά παιδιά, πώς να μην είναι άλλωστε, εισπνέοντας την ενέργεια της πόλης. Όταν φτιάξανε γκράφιτι στα τραίνα στη Γερμανία, είχαν βαρεθεί να τα καθαρίζουν. Εκεί είχε τεθεί το θέμα της νομιμότητας σε συνδυασμό με τη δημιουργικότητα! (Σε μια πόλη που ακόμη και το άσπρο - μαύρο το κάνει γκρίζο, τα έργα τους επιστρέφουν χρωματισμένη την ενέργεια)...
Ζωγραφίζουν όνειρα και εφιάλτες, όταν αδυνατούν να κάνουν τη φωνή τους να ακουστεί... Κιλά ατέλειωτα από μπογιές αποτυπώνουν εικόνες που σε ταξιδεύουν, όπως κάθε μέρα, κάθε νύχτα, κάθε ώρα που περνά, χιλιάδες λέξεις γράφονται και πετιούνται για να ταξιδέψουν. Πιάνουν λιμάνι σε κάποιο τοίχο οι πιο τσαμπουκαλεμένες. Ένα γκράφιτι δεν απευθύνεται σε όλο τον κόσμο, ανοίγει διάλογο με αγόρια με μάτια φωτεινά και κόρες της μαμάς σελήνης. Θεατές, καρφώνουν για λίγο (που είναι αιώνες) τα μάτια πάνω, εξετάζουν με γρήγορη ανίχνευση το μέρος, αφήνουν τα χείλη να μιμηθούν εκείνο που ονομάσανε αρχαϊκό μειδίαμα και συνεχίζουν βάζοντας ένα ακόμη κομμάτι του παζλ στην τσέπη...
Όταν τα λόγια διαλύονται, βουλιάζουν, τότε… τότε τα χρώματα αναλαμβάνουν να ζωγραφίσουν λέξεις με πολλά φωνήεντα... Όταν θα έρθει η ώρα θα καταλάβεις γιατί κάποιοι ουρλιάζουν ή, ίσως, μπορεί και να μην ανασαίνουν. Τότε μακάρι να μπορέσεις να πεις με ανακούφιση «το ζωγράφισα, το είπα…», και το κοντέρ θα γράψει άλλη μια μικρή νίκη τρέχοντας δαιμονισμένα Αθήνα - Θεσσαλονίκη με 220! Μέσα από το λάκκο της έκφρασης και της ταχύτητας, μόλις που προλαβαίνεις να διαβάσεις κάπου έξω από μια μάντρα «Αν μ’ αγαπάς, μην τρέχεις»...
... ο Δανιήλ.